Showing posts with label ΧΟΜΙΑΚΩΦ. Show all posts
Showing posts with label ΧΟΜΙΑΚΩΦ. Show all posts

Wednesday, September 18, 2019

π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΛΩΡΟΦΣΚΙ καί π. ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ


π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΛΩΡΟΦΣΚΙ καί π. ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ 

Του Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου
=====

Μέ τήν εὐκαιρία τῶν 40 ἐτῶν ἀπό τήν κοίμηση τοῦ μεγάλου θεολόγου π. Γεωργίου Φλωρόφσκι θά διοργανωθοῦν διάφορα Συνέδρια καί θά ἀφιερωθοῦν ὁμιλίες γιά νά μελετηθῆ τό ἔργο του. Ἤδη γιά ἕνα τέτοιο Συνέδριο πού διοργανώνει ἡ Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων ἑτοιμάζω μιά εἰσήγηση, στήν ὁποία ἀποδεικνύω τήν μεγάλη σχέση μεταξύ τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι καί τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη. Μάλιστα, ὁ Φλωρόφσκι θεωροῦσε τόν Ρωμανίδη ὡς τόν ὀξυνούστερο τῶν μαθητῶν του.

Στό βιβλίο πού ἔγραψα στό παρελθόν μέ τίτλο «π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἕνας κορυφαῖος Δογματικός θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας» (ἐκδόσεις Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου – Πελαγίας, Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θηβῶν καί Λεβαδείας) δημοσίευσα εἴκοσι πέντε (25) ἐπιστολές τοῦ Ρωμανίδη στόν Φλωρόφσκι, πού ἀνακάλυψα καί τίς ἀνέλυσα γιά νά φανῆ αὐτή ἡ συνεχής σχέση καί ἐπικοινωνία μεταξύ τους.

Δυστυχῶς, δέν μπόρεσα νά ἀνεύρω τίς ἐπιστολές τοῦ Φλωρόφσκι πρός τόν Ρωμανίδη, πού θά ἦταν ἐνδιαφέρουσες, ἀλλά ἀπό τίς ἐπιστολές τοῦ Ρωμανίδη πού δημοσιεύω φαίνονται καί οἱ ἀπόψεις πού ὑποστήριζε ὁ Φλωρόφσκι.

Ὅποιος διαβάση τίς εἴκοσι πέντε (25) αὐτές ἐπιστολές καί τήν ἀνάλυση πού γίνεται θά βρῆ πολλά αὐτοβιογραφικά στοιχεῖα τῶν δύο μεγάλων αὐτῶν ἀνδρῶν, τό περιβάλλον στό ὁποῖο ἔζησαν καί τίς ἀπόψεις τους γιά διάφορα θεολογικά καί ἐκκλησιαστικά ζητήματα. Θά διαπιστώση τήν μεγάλη σχέση πού εἶχαν μεταξύ τους καί ὅτι ὁ Ρωμανίδης ἦταν ἀληθινός μαθητής του.

Ἐδῶ θά ἐκτεθῆ τό μεγαλύτερο μέρος τῶν συμπερασμάτων μου μετά τήν παράθεση τῶν ἐπιστολῶν καί τῆς ἀνάλυσής τους.

Γράφω, μεταξύ τῶν ἄλλων:

«Οἱ διασωθεῖσες ἐπιστολές τοῦ Ρωμανίδη πρός τόν Φλωρόφσκι εἶναι σημαντικές, γιατί παρουσιάζουν τήν σχέση καί τήν ἐπικοινωνία μεταξύ τῶν δύο αὐτῶν μεγάλων θεολόγων τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος. Διαβάζοντας κανείς αὐτές τίς ἐπιστολές καταλαβαίνει ὅτι ὁ Ρωμανίδης ἦταν μαθητής τοῦ Φλωρόφσκι, αὐτός τόν καθοδήγησε στίς πρῶτες θεολογικές του μελέτες καί ἀναζητήσεις, ὁ δέ Ρωμανίδης τόν σεβόταν ὑπερβολικά καί τόν ἐνημέρωνε γιά τά πάντα. Καί αὐτό εἶναι σημαντικό, γιατί μέχρι τώρα ἀμφισβητεῖτο ἡ θεολογική σχέση τοῦ Ρωμανίδη μέ τόν Φλωρόφσκι. Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἀπό μερικούς συγχρόνους θεολόγους ἐπαινεῖται τό θεολογικό ἔργο τοῦ Φλωρόφσκι, ἐν τούτοις ἀπό τούς ἴδιους περιφρονεῖται τό θεολογικό ἔργο τοῦ Ρωμανίδη.

Βέβαια, ὅταν τελικά διαβάση κανείς συγκριτικά τό θεολογικό ἔργο τῶν δύο αὐτῶν ἀνδρῶν, καταλαβαίνει ὅτι ἔχουν κοινά σημεῖα, γιατί ὁμιλοῦν γιά τήν ἀξία τῶν ἁγίων Πατέρων, γιά τήν σημασία τῆς νηπτικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, γιά τήν διαχρονική σημασία τοῦ ἑλληνισμοῦ –στήν πραγματικότητα γιά τόν λεγόμενο ἐκχριστιανισμένο ἑλληνισμό– γιά τήν βαβυλώνεια αἰχμαλωσία τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως στήν δυτική παράδοση, γιά τήν ἀλλοίωση σέ μερικά σημεῖα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως ἀπό τήν ρωσική θεολογία, γιά τήν ἀξία τῆς Φιλοκαλίας κλπ. Ὅμως, ὁ Ρωμανίδης προχώρησε τό θέμα τονίζοντας τήν ἀξία τῆς ἐμπειρίας, ὅπως φαίνεται στήν ἡσυχαστική παράδοση, ἀλλά καί τήν ἑνότητα τῶν Ρωμαίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, γιατί θεωροῦσε ὅτι ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία εἶχε ἐξελληνισθῆ πρίν τόν ἐκχριστιανισμό της καί ὅτι οἱ πρῶτοι Πατέρες εἶχαν ἑνότητα πίστεως, πράγμα πού ἀλλοιώθηκε μέ τήν κάθοδο τῶν Φράγκων.

Πιό συγκεκριμένα, ὁ Φλωρόφσκι ἔδινε μεγάλη σημασία στούς Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, προφανῶς γιά νά κρίνη τήν θεωρία τοῦ Ἀλέξη Χομιακώφ καί τῶν Ρώσων, ὅτι δηλαδή ἡ σχολαστική θεολογία εἶναι ἀνώτερη ἀπό τήν πατερική θεολογία καί ἡ ρωσική θεολογία ἀνώτερη καί ἀπό τίς δύο αὐτές θεολογίες. 

Ἐπίσης, ὁ Φλωρόφσκι ἔδινε μεγάλη βαρύτητα στήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί ὑπογράμμιζε τήν ἀξία τοῦ βιβλίου τῆς Φιλοκαλίας. 

Ὁ Ρωμανίδης ἔχει καί τά τρία αὐτά σημεῖα στήν θεολογία του, ἀλλά προχώρησε τά θέματα βαθύτερα. 

Τόνισε τήν ἀξία τῶν Ρωμαίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, προκειμένου νά δείξη τό κακό πού προξένησαν στήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας οἱ Φράγκοι θεολόγοι. Ἐπίσης, εἶδε τήν μεγάλη ἀξία τῆς θεολογίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τήν ἀξία τῆς Φιλοκαλίας, ἀναλύοντας περισσότερο τήν οὐσία τοῦ ἡσυχασμοῦ, πού συνίσταται στήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση, ἔκανε λόγο γιά τήν ἡσυχία, τήν νοερά προσευχή καί τήν θεωρία-θέα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι προχώρησε τίς θεολογικές θέσεις τοῦ Φλωρόφσκι ἀκόμη περισσότερο καί εἶδε τήν πρακτική διάσταση τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως στήν πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν θέωση.

Ἡ οὐσία τοῦ θέματος εἶναι ὅτι οἱ ἐπιστολές αὐτές φανερώνουν τήν στενή ἐπικοινωνία δύο μεγάλων καί κορυφαίων θεολόγων τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δηλαδή τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι καί τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, καί οἱ ὁποῖοι μέ τό ἔργο τους βοήθησαν νά ἐλευθερωθῆ ἡ ὀρθόδοξη θεολογία ἀπό τήν βαβυλώνεια αἰχμαλωσία της στήν σχολαστική, ἠθικιστική καί ἰδεαλιστική νοοτροπία τῆς Δύσεως».

Νομίζω ὅτι ὅποιος ἀγνοεῖ τήν θεολογική σχέση μεταξύ τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι καί τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, ἀγνοεῖ ταυτόχρονα ἕνα μεγάλο μέρος τῆς διδασκαλίας τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι.

Monday, November 26, 2018

“ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ” Η΄


“ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ”

Η΄

Τοῦ Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου
=====

Ὁ Ἀλέξης Χομιακώφ ἔβλεπε τήν Ἐκκλησία ὡς μιά ἀόρατη πραγματικότητα, μιά ἕνωση προσώπων μέ βάση τήν κοινή πίστη καί τήν ἀγάπη τους στόν Χριστιανικό Θεό, καί ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία -Κληρικοί καί λαϊκοί- κληρονομοῦν τό χάρισμα τῶν Ἀποστόλων.

Κριτική στήν θεωρία αὐτή τοῦ Χομιακώφ ἔγινε ἀπό τόν Μπουλγκάκωφ πού ὑποστήριζε ὅτι μιά τέτοια ἑρμηνεία προέρχεται ἀπό τήν ταύτιση τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας μέ τό Κράτος, πού συνέβαινε στήν Τσαρική Ρωσία, καί γι’ αὐτό ὁ Χομιακώφ προσπάθησε νά δῆ τήν ἐσωτερική χαρισματική της ζωή.

Ὅμως, οἱ δύο ἐπαναστάσεις τοῦ 1917 ἀπελευθέρωσαν τήν Ἐκκλησία ἀπό τόν κρατικό ἔλεγχο καί ἀπεκάλυψαν ὅτι εἶναι μία κοινωνία ἀπό μόνη της, μέ δικά της ὄργανα διακυβερνήσεως καί ἑπομένως δέν εἶναι μόνον ἕνα θεϊκό μυστήριο ἤ μιά πνευματική κοινωνία. 

Ὅμως, ὁ Μπουλγκάκωφ, παρά τήν κριτική του, κράτησε τρία σημεῖα ἀπό τόν Χομιακώφ, ὅτι ἡ ἀθέατη πλευρά τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πιό σημαντική ἀπό τήν ὁρατή, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία ἑνιαία ἕνωση κοινοτήτων, χωρίς νά ὑπάρχη ἕνας παγκόσμιος θεσμός, καί ὅτι στήν Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη ἐξουσία, ἐξανα¬γκασμός, νομικός περιορισμός, ποινή, ὁπότε ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι κατ’ οὐσίαν ἑνότητα μεταξύ ἐλευθερίας καί ἀγάπης.

Στήν συνέχεια ὁ Ἀφανάσιεφ εἶδε τά θεμέλια τῆς Ἐκκλησίας, ὄχι σέ ἕνα ἀνθρώπινο στοιχεῖο, ἀλλά στίς Τοπικές Ἐκκλησίες, τῶν ὁποίων ἡ ὕπαρξη θεμελιώνεται στήν θεία Εὐχαριστία.

Ἔτσι, τά δόγματα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μιά ἐπέκταση καί ἐκ νέου ἔκφραση τοῦ δόγματος τῆς θείας Εὐχαριστίας.

Ἑπομένως, ἡ Ἐκκλησία μέ ὅρους τῆς θείας Εὐχαριστίας εἶναι ἐσχατολογική, βασική της μορφή εἶναι ἡ Τοπική Ἐκκλησία, καί γι’ αὐτό δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη νόμος ἤ ἐξουσία ἤ σχέσεις ὑποταγῆς καί ἐπιβολῆς.

Μέ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ ἱερωσύνη, ὅπως φαίνεται στήν θεία Εὐχαριστία, εἶναι διακονική προσφορά, καί ὅταν μιά Τοπική Ἐκκλησία λαθεύει, τότε διακόπτεται ἡ εὐχαριστιακή κοινωνία μέ τά μέλη της καί αὐτό δέν εἶναι μιά πράξη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου, μιά πράξη σχέσεων ἐξουσίας, ἀλλά μιά πράξη ὁμολογίας πίστεως καί ἀγάπης διορθωτικῆς, πράγμα πού σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία πού ἔκανε λάθη εἶναι ἐλεύθερη νά τά λάβη ὑπ’ ὄψη της ἤ ὄχι.

Ἀπό αὐτήν τήν μικρή ἀνάλυση τῆς θεωρίας τῶν σλαυόφιλων θεολόγων φαίνεται καθαρά ἡ ὑποτίμηση καί ἡ παραθεώρηση τῶν ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι δῆθεν ἦταν ἐπίδραση τοῦ Ρωμαϊκοῦ δικαίου.

(Συνεχίζεται)

Sunday, November 25, 2018

“ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ” z΄


“ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ”


Τοῦ Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου
=====

3. Ἡ παραθεώρηση τῆς κανονικῆς δομῆς τῆς Ἐκκλησίας

Τά νεώτερα χρόνια παρουσιάσθηκε μιά ἄποψη, θά ἔλεγα ἀντινομιστική, πού εἶναι ἀντίθετη μέ αὐτήν τήν παράδοση, πού ἐκφράζεται ἀπό τούς ἱερούς Κανόνες.

Πρόκειται γιά μιά θεωρία πού ἐκπόνησαν διάφοροι Ρῶσοι θεολόγοι, ἀναφερόμενοι στό ὅτι ἡ θεία Εὐχαριστία καί ἡ χριστιανική ἀγάπη εἶναι τό κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, πού δείχνει τήν ἐλευθερία, παραθεωρώντας συγχρόνως τούς Κανόνες καί τήν κανονική συγκρότηση τῶν Ἐκκλησιῶν.

Βασικό σημεῖο αὐτῆς τῆς θεωρίας εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία θά πρέπει νά ἑρμηνευθῆ ὄχι ὡς ἕνας κανονικός ὀργανισμός, ἀλλά μέ βάση τήν θεία Εὐχαριστία, ἀφοῦ αὐτή εἶναι τό κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.

Ἡ θεωρία αὐτή διατυπώθηκε ἀπό τόν Νικολάϊ Ἀφανάσιεφ (1893-1966), ὁ ὁποῖος ἀξιοποίησε τίς ἀπόψεις τῶν Σλαυοφίλων θεολόγων, ἰδιαιτέρως τοῦ Χομιακώφ καί τοῦ Μπουλγκάκωφ.

Οἱ Σλαυόφιλοι πιστεύουν ὅτι ἡ ρωσική κουλτούρα ἦταν ἕνα προϊόν τοῦ ἰουδαιο-χριστιανισμοῦ καί τῆς βυζαντινῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τήν ὁποία ἔλαβαν τόν Χριστιανισμό, καί δέν προέρχεται ἀπό τήν ἑλληνική φιλοσοφία καί τό ρωμαϊκό δίκαιο.

Ἔτσι, ἡ ἔλλειψη στήν ρωσική κοινωνία τοῦ ρωμαϊκοῦ δικαίου καί τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας, ἐνῶ φαίνεται ὡς ἀρνητική, ἐν τούτοις γι' αὐτό θεωρεῖται θετική, γιατί ἡ ρωσική κουλτούρα ἀποτελεῖτο ἀπό χριστιανικές πηγές καθαρές, χωρίς τίς μή χριστιανικές ἐπιρροές.

Τέτοιες ἀπόψεις ἐκφράσθηκαν ἀπό τόν Ἀλέξη Χομιακώφ, ὁ ὁποῖος συγχρόνως καθόριζε ὅτι ὁ ὁρισμός τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἀγάπης «ἔχει τίς ρίζες του σέ ἕνα συστηματικό Τριαδικό ὅραμα τῆς Ἐκκλησίας».

Σέ αὐτήν τήν προοπτική παρουσιάζει τό Ἅγιον Πνεῦμα ὡς θεϊκό πρόσωπο πού ἐσωτερικεύει τήν ἐξωτερική ἀποκάλυψη τοῦ Πατέρα ἀπό τόν Χριστό. Αὐτό ἐκδηλώνεται μέσα στήν θεία Εὐχαριστία, σύμφωνα μέ τίς παρατηρήσεις τοῦ Aidan Nichols.

Συγκεκριμένα, ὁ Ἀλέξης Χομιακώφ ἔβλεπε τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας στήν ἑνότητα τῆς Χάριτος πού ζοῦν οἱ ἄνθρωποι μέσα στά Μυστήρια, ἐνῶ αἰσθανόταν ἀπέχθεια γιά τόν Παπισμό, στόν ὁποῖο ἔβλεπε ὅτι ὑπάρχει μιά ἐξουσία πάνω σέ ἄλλες Τοπικές Ἐκκλησίες, γιατί, κατ’ αὐτόν, μέσα ἀπό τόν ὁρισμό τῆς ἀγάπης «δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη καμμιά σχέση ἐξουσίας μεταξύ τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, δέν ὑπάρχει ἱεραρχία μεταξύ τους, καμμιά κατάταξη σέ μεγαλύτερο ἤ μικρότερο, μέσα στήν χριστιανική κοινοπολιτεία».

(Συνεχίζεται)

Sunday, November 18, 2018

ΥΠΑΡΧΕΙ “ΤΡΙΤΗ ΡΩΜΗ”; ΣΤ΄


ΥΠΑΡΧΕΙ “ΤΡΙΤΗ ΡΩΜΗ”;

ΣΤ΄


Του Σεβ. Ναυπάκτου Ιεροθέου
=====

Τό ἐρώτημα εἶναι: Ὑπάρχει Τρίτη Ρώμη;

Φυσικά ὑποστηρίζω ὅτι δέν ὑπάρχει Τρίτη Ρώμη, γιά τρεῖς βασικούς λόγους.

Ὁ πρῶτος λόγος, γιατί ποτέ δέν ὑπῆρξε Δεύτερη Ρώμη. Ἡ ἱστορία γνωρίζει τήν Ρώμη τῆς Ἰταλίας, τήν πρωτεύουσα τοῦ ἀρχαίου Ρωμαϊκοῦ Κράτους, πού ἀργότερα ὀνομάστηκε Παλαιά Ρώμη, ἀλλά καί τήν Νέα Ρώμη, πού εἶναι ἡ Κωνσταντινούπολη μετά τήν μεταφορά τῆς Πρω­τεύουσας τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντῖνο ἀπό τήν Ρώμη τῆς Ἰταλίας, στό Βυζάντιο τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, πού ὀνομάσθηκε Νέα Ρώμη. Ἑπομένως ἐφ’ ὅσον δέν ὑπάρχει Δεύτερη Ρώμη (καί κακῶς λέγεται ἔτσι ὅπου λέγεται) δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη Τρίτη Ρώμη.

Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ἡ ἑνωμένη Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία εἶχε κατ’ ἀρχάς Πρω­τεύουσα τήν Ρώμη τῆς Ἰταλίας καί ἔπειτα τήν Νέα Ρώμη τῆς Θράκης. Τό δυτικό τμῆμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας κυριεύθηκε ἀπό τά Γερμανικά φῦλα, μέ τελευταῖο τούς Φράγ­κους, καί ἀργότερα καί τό ἀνατολικό τμῆμα κυριεύθηκε ἀπό τούς Ὀθω­μανούς. Ἐφ’ ὅσον καταλύθηκε ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία ὡς Κράτος-Αὐτοκρατορία, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη κάποια ἄλλη Τρίτη Ρώμη. Αὐτό ἐνδεχομένως θά προϋπέθετε ὑπάρχουσα Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία ὡς κρατικό μόρφωμα.

Ὁ δεύτερος λόγος πού δέν ἰσχύει ἡ θεωρία περί Τρίτης Ρώμης εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία στηρίζεται στό Κανονικό της δίκαιο, ἔχει ἄλλους ρυθμούς, καί μάλιστα στηρίζεται στούς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Κυρίως μνημονεύω τόν 28ο Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἔχει οἰκουμενικό κῦρος. Ἔτσι, ὁ Πατριάρχης Νέας Ρώμης-Κωνσταν­τι­νουπόλεως, καί μάλιστα μετά τήν ἀπομά­κρυνση τοῦ Πα­τριάρχου τῆς Παλαιᾶς Ρώμης-Πάπα, λόγῳ τῆς αἱρέσεως εἶναι ἡ Πρωτόθρονη Ἐκκλησία μέ ἀποφάσεις Πατέρων πού καθοδη­γοῦνταν ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, καί κανείς δέν μπορεῖ νά ὑπο­νομεύση αὐτό τόν θεσμό τῆς Πενταρχίας.

Ὁ τρίτος λόγος γιά τόν ὁποῖον δέν ἰσχύει ἡ θεωρία περί Τρίτης Ρώμης ἐκκλησιαστικῶς εἶναι ὅτι ἡ Ρωσική Ἐκκλησία, κατά τόν 19ο αἰώνα ἀνέπτυξε μιά ἰδιαίτερη θεολογία, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ ρωσική θεολογία εἶναι ἀνώτερη τῆς θεολογίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας τῶν ὀκτώ πρώτων αἰώνων.

Νά θυμίσω τήν θεωρία τοῦ Ἀλέξη Χομιακώφ καί ἄλλων ὁμοϊδεατῶν του, ὁ ὁποῖος δημιούργησε τήν θεωρία ὅτι ὁ πολι­τισμός διαιρεῖται σέ δύο μεγάλες κατευθύνσεις, ἤτοι τόν Ἰρανιανισμό, πού ἐκδηλώθηκε στό Ἰράν, εἶναι γεωργικός πολιτισμός καί διακρίνεται ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἐλευθερίας τῆς κοινότητος, καί τόν Κουσιτισμό, πού ἀναπτύχθηκε στήν Αἴγυπτο, τήν Βαβυλώνα, τήν Νότια Ἰνδία, τήν Κίνα, καί διακρίνεται γιά τήν ἀνάλυση, τήν λογική, τά μεγάλα οἰκοδομήματα.

Ὁ Χομιακώφ ὑποστήριζε ὅτι οἱ κουσιτικές ἀρχές ἐπηρέασαν τόν δυτικό Χριστιανισμό καί ἐν μέρει τόν ἀνατολικό Χριστιανισμό μέ τίς ἰσχυρές ἐπιδράσεις τῆς Ρωμαϊκῆς πολιτικῆς ὀργάνωσης, τοῦ νόμου πάνω στόν χαρακτῆρα τοῦ ἀνθρώπου καί τήν λογικοκρατία, ἐνῶ ἡ ρωσική ζωή καί θεολογία διακρίνεται ἀπό τίς ἰρανιανικές ἀρχές, δηλαδή τήν ἐλευθερία καί τήν ἀγάπη. Αὐτές οἱ ἰδέες γέννησαν τήν μεταπατερική θεολογία, τήν ὁποία θεωροῦν ὡς ἀνώτερη ἀπό τήν πατερική θεολογία καί τόν σχολαστικισμό.

Κατά συνέπεια οἱ θεωρίες περί Τρίτης Ρώμης εἶναι ἀπαράδεκτες ἀπό κάθε πλευρᾶς. Ἄν αὐτό κατανοηθῆ, τότε πιθανόν νά λυθοῦν καί ἄλλες κατά καιρούς ἀναφυόμενες διενέξεις. Ὅποιος ὑπονομεύει τόν ἱερό θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, μέ ὁποιονδήποτε τρόπο, ὁ ὁποῖος θεσμός καθιερώθηκε ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα στίς Οἰκουμενικές Συνόδους, αὐτός θά ἀποτύχη σέ ὅλους τούς χρόνους καί σέ ὅλα τά ἐπίπεδα. Γιατί δέν πρέπει νά ὑπερ­βαίνουμε τά ὅρια «ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν».

Wednesday, October 3, 2018

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ: ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΡΙΤΗ ΡΩΜΗ;


ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ: ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΡΙΤΗ ΡΩΜΗ;

Του Σεβ. Ναυπάκτου Ιεροθέου
=====
Φυσικά ὑποστηρίζω ὅτι δέν ὑπάρχει Τρίτη Ρώμη, γιά τρεῖς βασικούς λόγους.
Ὁ πρῶτος λόγος, γιατί ποτέ δέν ὑπῆρξε Δεύτερη Ρώμη. Ἡ ἱστορία γνωρίζει τήν Ρώμη τῆς Ἰταλίας, τήν πρωτεύουσα τοῦ ἀρχαίου Ρωμαϊκοῦ Κράτους, πού ἀργότερα ὀνομάστηκε Παλαιά Ρώμη, ἀλλά καί τήν Νέα Ρώμη, πού εἶναι ἡ Κωνσταντινούπολη μετά τήν μεταφορά τῆς Πρω­τεύουσας τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντῖνο ἀπό τήν Ρώμη τῆς Ἰταλίας, στό Βυζάντιο τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, πού ὀνομάσθηκε Νέα Ρώμη. Ἑπομένως ἐφ’ ὅσον δέν ὑπάρχει Δεύτερη Ρώμη (καί κακῶς λέγεται ἔτσι ὅπου λέγεται) δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη Τρίτη Ρώμη.
Πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ἡ ἑνωμένη Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία εἶχε κατ’ ἀρχάς Πρω­τεύουσα τήν Ρώμη τῆς Ἰταλίας καί ἔπειτα τήν Νέα Ρώμη τῆς Θράκης. Τό δυτικό τμῆμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας κυριεύθηκε ἀπό τά Γερμανικά φῦλα, μέ τελευταῖο τούς Φράγ­κους, καί ἀργότερα καί τό ἀνατολικό τμῆμα κυριεύθηκε ἀπό τούς Ὀθω­μανούς. Ἐφ’ ὅσον καταλύθηκε ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία ὡς Κράτος-Αὐτοκρατορία, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη κάποια ἄλλη Τρίτη Ρώμη. Αὐτό ἐνδεχομένως θά προϋπέθετε ὑπάρχουσα Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία ὡς κρατικό μόρφωμα.
Ὁ δεύτερος λόγος πού δέν ἰσχύει ἡ θεωρία περί Τρίτης Ρώμης εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία στηρίζεται στό Κανονικό της δίκαιο, ἔχει ἄλλους ρυθμούς, καί μάλιστα στηρίζεται στούς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Κυρίως μνημονεύω τόν 28ο Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἔχει οἰκουμενικό κῦρος. Ἔτσι, ὁ Πατριάρχης Νέας Ρώμης-Κωνσταν­τι­νουπόλεως, καί μάλιστα μετά τήν ἀπομά­κρυνση τοῦ Πα­τριάρχου τῆς Παλαιᾶς Ρώμης-Πάπα, λόγῳ τῆς αἱρέσεως εἶναι ἡ Πρωτόθρονη Ἐκκλησία μέ ἀποφάσεις Πατέρων πού καθοδη­γοῦνταν ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, καί κανείς δέν μπορεῖ νά ὑπο­νομεύση αὐτό τόν θεσμό τῆς Πενταρχίας.
Ὁ τρίτος λόγος γιά τόν ὁποῖον δέν ἰσχύει ἡ θεωρία περί Τρίτης Ρώμης ἐκκλησιαστικῶς εἶναι ὅτι ἡ Ρωσική Ἐκκλησία, κατά τόν 19ο αἰώνα ἀνέπτυξε μιά ἰδιαίτερη θεολογία, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ ρωσική θεολογία εἶναι ἀνώτερη τῆς θεολογίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας τῶν ὀκτώ πρώτων αἰώνων.
Νά θυμίσω τήν θεωρία τοῦ Ἀλέξη Χομιακώφ καί ἄλλων ὁμοϊδεατῶν του, ὁ ὁποῖος δημιούργησε τήν θεωρία ὅτι ὁ πολι­τισμός διαιρεῖται σέ δύο μεγάλες κατευθύνσεις, ἤτοι τόν Ἰρανιανισμό, πού ἐκδηλώθηκε στό Ἰράν, εἶναι γεωργικός πολιτισμός καί διακρίνεται ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἐλευθερίας τῆς κοινότητος, καί τόν Κουσιτισμό, πού ἀναπτύχθηκε στήν Αἴγυπτο, τήν Βαβυλώνα, τήν Νότια Ἰνδία, τήν Κίνα, καί διακρίνεται γιά τήν ἀνάλυση, τήν λογική, τά μεγάλα οἰκοδομήματα.
Ὁ Χομιακώφ ὑποστήριζε ὅτι οἱ κουσιτικές ἀρχές ἐπηρέασαν τόν δυτικό Χριστιανισμό καί ἐν μέρει τόν ἀνατολικό Χριστιανισμό μέ τίς ἰσχυρές ἐπιδράσεις τῆς Ρωμαϊκῆς πολιτικῆς ὀργάνωσης, τοῦ νόμου πάνω στόν χαρακτῆρα τοῦ ἀνθρώπου καί τήν λογικοκρατία, ἐνῶ ἡ ρωσική ζωή καί θεολογία διακρίνεται ἀπό τίς ἰρανιανικές ἀρχές, δηλαδή τήν ἐλευθερία καί τήν ἀγάπη. Αὐτές οἱ ἰδέες γέννησαν τήν μεταπατερική θεολογία, τήν ὁποία θεωροῦν ὡς ἀνώτερη ἀπό τήν πατερική θεολογία καί τόν σχολαστικισμό.
Κατά συνέπεια οἱ θεωρίες περί Τρίτης Ρώμης εἶναι ἀπαράδεκτες ἀπό κάθε πλευρᾶς. Ἄν αὐτό κατανοηθῆ, τότε πιθανόν νά λυθοῦν καί ἄλλες κατά καιρούς ἀναφυόμενες διενέξεις. Ὅποιος ὑπονομεύει τόν ἱερό θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, μέ ὁποιονδήποτε τρόπο, ὁ ὁποῖος θεσμός καθιερώθηκε ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα στίς Οἰκουμενικές Συνόδους, αὐτός θά ἀποτύχη σέ ὅλους τούς χρόνους καί σέ ὅλα τά ἐπίπεδα. Γιατί δέν πρέπει νά ὑπερ­βαίνουμε τά ὅρια «ἅ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν».

Sunday, October 21, 2012

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΕΡΣΟΝΑΛΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ





Η “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ - ΘΕΛΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ” ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ

ΜΕΡΟΣ Δ΄

Οι συνέπειες του περσοναλισμού στην εκκλησιαστική ζωή

Του Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ιερόθεου
================

Πρέπει να επισημανθή κάτι πολύ σημαντικό και αξιοπρό­σεκτο, που έχει σχέση με την λεγομένη μεταπατερική θεολογία της ελευθερίας του προσώπου.

Η μεταφορά της συγκεκριμένης περσοναλιστικής τριαδολογικής απόψεως στην σημερινή χριστιανική ανθρωπολογία με την θρυλούμενη «ελευθερία του προσώπου», η οποία μάλιστα προβάλλεται και ως ουσιώδες χαρακτηριστικό της ορθόδοξης Ανατολής σε σχέση με την ουσιοκρατία της χριστιανικής Δύσης. έχει συγκεκριμένες προεκτάσεις, όπως την συχνή κριτική που ασκείται στην ορθόδοξη ασκητική ως αντιστρατευόμενη την «ελευθερία του προσώπου».

Όπως πάντοτε, έτσι και στην περίπτωση αυτή, η εσφαλμένη δογματική άποψη οδηγεί σε ποικίλες ερμηνευτικές παρεκτροπές που έχουν συνέπεια στην εκκλησιαστική ζωή και τον τρόπο με τον οποίο ζή ο Χριστιανός ως μέλος της Εκκλησίας.

Θα τονισθούν μερικές συγκεκριμένες παραχαράξεις της εκκλησιαστικής ζωής από αυτούς που ομιλούν για την λεγόμενη ελευθερία της βούλησης ή της θέλησης και της ελευθερίας του προσώπου.

Πρώτον, η εκκλησιαστική τάξη των πραγμάτων, ερμηνεύεται και εκλαμβάνεται μέσα από την θεωρία της ελευθερίας του προσώπου και της αγάπης, όπως ερμηνεύθηκαν από τον Αλέξη Χομιακώφ και τον Αφανάσιεφ. Σύμφωνα με τις θεωρίες αυτές στην εκκλησιαστική ζωή έχει μεγάλη σημασία η βίωση της ελευθερίας και της αγάπης, ανεξάρτητα από τις κανονικές προϋποθέσεις που έχουν θεσπίσει οι Πατέρες των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων.

Έτσι, η εκκλησιαστική ζωή κρίνεται στην πράξη με όρους «αστικής δημοκρατίας», προκειμένου να στοχοποιηθούν ιεραρχικές δομές της Εκκλη­σίας και να κριθούν ως καταπιεστικές και απάδουσες της πρώτης «δημοκρατικώς φερομένης» αρχαίας Εκκλησίας.

Στην συνέχεια χρησιμοποιείται η εσφαλμένη αυτή δογματική θέση στο επίπεδο της θεολογίας, ώστε να εισαχθούν διάφορες ουμανιστικές και προτεσταντικές απόψεις για την μετοχή στα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, ανεξάρτητα από τις θεολογικές και κανονικές προϋποθέσεις, ωσάν η πνευματική ζωή να είναι μια «δημοκρατία αστικού τύπου», στην οποία όλοι απολαμβάνουν τα δώρα του Αγίου Πνεύματος απροϋποθέτως.

Είναι βέβαιο ότι με τέτοιες προϋποθέσεις στοχοποιούνται και υπονομεύονται Πατερικά έργα, όπως τα Αρεοπαγητικά συγγράμματα, τα οποία ερμηνεύτηκαν από τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή και τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ότι δήθεν κατοπτρίζουν άκαμπτες εκκλησιαστικές δομές που έγιναν αντικείμενο εκμεταλλεύσεως από τον Κλήρο.

Δεύτερον, η ασκητική του ησυχασμού κρίνεται ότι κατοπτρίζει την λογική της ατομιστικής σωτηρίας, η οποία δεν έχει άμεση αναφορά στην «οντολογία του προσώπου», δηλαδή στο «υπάρχειν ελευθέρως εν σχέσει», αλλά στην προοπτική μιας ατομιστικής καθάρσεως των παθών χωρίς αναφορά στον Άλλο άνθρωπο, ο οποίος αποτελεί την προϋποθετική συνθήκη του «υπάρχειν προσωπικώς».

Έτσι, διασπάται η ενότητα μεταξύ Μυστηρίων και ασκητικής ζωής, η οποία στην πράξη είναι η ευαγγελική ζωή, δηλαδή η τήρηση των εντολών του Χριστού, αμφισβητείται άμεσα ή έμμεσα η ασκητική θεολογία των Καππαδοκών Πατέρων ως ωριγενική και νεοπλατωνική, αλλά υπονομεύεται ύπουλα και η διδασκαλία του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου και του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά ως «πνευματοκρατική».

Τρίτον, η εκκλησιαστική και ασκητική ευλάβεια, που επαινείται από τους ασκητικούς Πατέρες, επικρίνεται από τους εκφραστές της θεωρίας «της ελευθερίας του προσώπου», ως ανελεύθερος δυτικός ευσεβισμός και ηθικισμός, αλλά και ως «θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού βιώματος».

Έτσι, παρατηρείται το φαινόμενο να κρίνεται και να υπονομεύεται το περιεχόμενο της «Φιλοκαλίας των ιερών Νηπτικών Πατέρων», ότι δήθεν συνιστά μια «θεραπευτική εκκλησιολογία», η οποία ανέτρεψε την «ευχαριστιακή εκκλησιολογία» της πρώτης Εκκλησίας!

Τέταρτον, η υπακοή σε Πνευματικό Πατέρα κρίνεται ως κολόβωση της «ελευθερίας του προσώπου» και απέκδυση της ευθύνης της ύπαρξης, «του υπάρχειν ελευθέρως», από τον ίδιο τον εξομολογούμενο και μετάθεση αυτής της «προσωπικής ευθύνης» στον Γέροντα.

Βεβαίως, δεν παραβλέπουμε διάφορα λάθη τα οποία γίνονται στον τομέα αυτό, είτε από Πνευματικούς Πατέρες είτε από πνευματικά παιδιά, αλλά δεν είναι δυνατόν από τέτοια λάθη να υπονομεύεται η πορεία του ανθρώπου από την δουλεία στην ελευθερία των τέκνων του Θεού, όπως περιγράφεται στην πορεία του Ισραηλιτικού λαού από την Αίγυπτο στην Γή της Επαγγελίας με την θεοπτική καθοδήγηση του Μωϋσέως.

Επομένως, η λανθασμένη θεωρία περί της «ελευθερίας της βούλησης-θέλησης» και της «ελευθερίας του προσώπου» και περί συνδέσεως της θέλησης με το πρόσωπο, έχει σημαντικές προεκτάσεις στον εκκλησιαστικό χώρο.

Μέ τέτοιες θεωρίες υπονομεύεται η ζωή της Εκκλησίας και οι προϋποθέσεις του αγιασμού, και ουσιαστικά παρερμηνεύεται ο ίδιος ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, που κάνει λόγο για πρακτική φιλοσοφία, φυσική θεωρία και μυστική θεολογία, αλλά και όλοι οι άγιοι Πατέρες που ομιλούν για κάθαρση, φωτισμό και θέωση.

Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ελεύθερη βούληση του προσώπου από θεολογικής πλευράς, διότι η θέληση-βούληση είναι χαρακτηριστικό της φύσης και όχι του προσώπου, ενώ η επιλογή από τον άνθρωπο γίνεται με την προαίρεση, η οποία συνιστά μεν ατέλεια της φύσης, αλλά οι άγιοι αποκτούν εν Χριστώ και την ατρεψία της προαίρεσης.

Τα περί οντολογίας και ελευθερίας του προσώπου για να αποφευχθή δήθεν η αναγκαιότητα της φύσης είναι δυτικός περσοναλισμός, μια «ψευδομόρφωση» στην σύγχρονη θεολογία, είναι η πεμπτουσία της λεγόμενης «μεταπατερικής θεολογίας».