ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟ
ΙΔ΄
=====
Βάζετε στὸ στόμα τοῦ ὑποτιθέμενου ἐπιστολογράφου τὸ ἐρώτημα: «Μπορεῖ ἕνας ἐπίσκοπος νὰ ἐκφράζει καὶ νὰ ἀντιπροσωπεύει τὴν ἐκκλησία; Ὁ ἅγιος Πειραιῶς ἔχει ἐξουσιοδοτηθεῖ ἀπὸ τὴν Ἱεραρχία νὰ μιλάει ὅποτε θέλει καὶ νὰ ἀπευθύνεται ὅπου γῆς στὸν ὁποιονδήποτε;». Ἐγὼ ρωτάω Ἐσᾶς: Τί ἀπαντήσατε, ἢ τί θὰ ἀπαντούσατε στὸν περίεργο «ἐπιστολογράφο Σας»; Ἀπαντᾶτε σὲ μένα: «Ὡς τί ὁμιλεῖς; Ὡς ἐκπρόσωπος τίνος; Τῆς διοικούσης ἐκκλησίας; Δὲν εἶσαι. Ὡς ἐπίσκοπος; Εἶναι ἀλλότριος ἱκέτης, αὐτὸς ποὺ ἀπευθύνεσαι. Ὡς ὑπερεπίσκοπος τελικά; Δὲν ἔχεις τὴν ἐπισύσταση (sic) πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν»!
Σᾶς ἀπαντῶ λοιπόν: ἂν ἐννοεῖτε τὴν Ἐκκλησία ὡς ἕνα νομικὸ πρόσωπο, ἕνα σωματεῖο, ἀνάλογα μὲ τὴν «ἐκκλησία» τοῦ Βατικανοῦ, τότε δὲν ὁμιλῶ ἐκ μέρους του! Δὲν ἔχω καμιὰ ἐξουσιοδότηση νὰ μιλήσω γι’ αὐτή. Ἂν ὅμως ἐννοεῖτε τὴν Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ. Ἂν δέχεστε τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ὅτι ἡ κάθε τοπικὴ Ἐκκλησία εἶναι ἡ φανέρωση τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τότε, ὡς Ἐπίσκοπος τῆς τοπικῆς μου ἐκκλησίας, ὁμιλῶ ἐκ μέρους της. Ἐκπροσωπῶ καὶ ὑπηρετῶ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ τῆς τοπικῆς μου ἐκκλησίας καὶ τὸ διακόνημά μου μὲ ἐπιτάσσει νὰ ἐκπροσωπῶ καὶ νὰ ὁμιλῶ ἐκ μέρους του! Ὁ ἀληθινὸς Ἐπίσκοπος δὲν ὑπάρχει γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιά νὰ διακονεῖ καὶ νὰ ποιμαίνει τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, ὅπως δύναται καλλίτερα καὶ ἀρτιότερα!
Ἀλλὰ ἂν ἐπιμένετε ὅτι ὁμιλῶ ὡς Σεραφεὶμ Πειραιῶς, μπορῶ νὰ τὸ δεχτῶ, ἀφοῦ πάντοτε οἱ ἀνακοινώσεις μου εἶναι ἐνυπόγραφες! Σᾶς ἐπαναλαμβάνω ὅμως καί πάλι τήν πρόκληση. Καταδεῖξτε μου μιά φράση ἀπό τά κείμενά μου πού νά εἶναι δική μου, γιατί ὅ,τι λέω καί γράφω τά δανείζομαι ὁ ἀτελέστατος ἀπό τό θησαυροφυλάκιο τῆς ἀμωμήτου Πίστεώς μας.
Ὁ κάθε τοπικὸς ἐπίσκοπος, ἔχει τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν ρύθμιση τῶν πάσης φύσεως θεμάτων ποὺ ἀφοροῦν ἀποκλειστικὰ τὴν ἐπαρχία του καὶ δὲν ἔχει κανένα δικαίωμα νὰ ἀνακατεύεται σὲ θέματα ἄλλων Ἐπισκοπῶν, διότι τότε πέφτει στὸ παράπτωμα τῆς εἰσπηδήσεως.
Τὸ πρᾶγμα ὅμως διαφέρει, ὅταν πρόκειται γιὰ θέματα πίστεως καὶ αἱρέσεων. Στὰ θέματα αὐτὰ δὲν ὑπάρχουν ὅρια δικαιοδοσίας. Ἂν ρίξουμε μία ματιὰ στοὺς βίους τῶν ἁγίων Πατέρων μας θὰ διαπιστώσουμε ὅτι στοὺς ἀντιαιρετικοὺς των ἀγῶνες δὲν περιορίζονταν στὰ ὅρια τῆς ἐπαρχίας των. Ἂς πάρουμε γιὰ παράδειγμα τὸν Μέγα Βασίλειο. Ὁ ἅγιος αὐτὸς στὰ πλαίσια τῶν ἀγώνων του ἐναντίον τῶν Ἀρειανῶν καὶ Πνευματομάχων, ἔγραψε μία ἐπιστολὴ στοὺς κληρικοὺς τῆς Νικοπόλεως, (μίας ἐπαρχίας ποὺ δὲν ἀνῆκε στὰ ὅρια τῆς δικαιοδοσίας του), στὴν ὁποία ἐκφράζεται ἀπαξιωτικὰ γιὰ τοὺς Ἐπισκόπους ἐκείνους, ποὺ προδίδουν τὴν πίστη τους, προκειμένου νὰ διατηρήσουν τὸ ἐκκλησιαστικό τους ἀξίωμα καὶ ἄλλα πλεονεκτήματα. Δὲν τοὺς θεωρεῖ κἄν ὡς Ἐπισκόπους καὶ συνιστᾶ στοὺς κληρικοὺς τῆς Νικοπόλεως, πρὸς τοὺς ὁποίους ἔγραψε τὴν ἐπιστολή, νὰ μὴν ἔχουν καμιὰ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὸν φιλοαρειανὸ ἐπίσκοπο Φρόντωνα. «Μόνον μὴ ἐξαπατηθεῖτε ταῖς ψευδολογίαις αὐτῶν, ἐπαγγελομένων ὀρθότητα πίστεως. Χριστέμποροι γὰρ οἱ τοιοῦτοι καὶ οὐ Χριστιανοί, τὸ ἀεὶ αὐτοῖς κατὰ τὸν βίον τοῦτον λυσιτελοῦν τοῦ κατὰ ἀλήθειαν ζῆν προτιμῶντες, (διότι αὐτοὶ πάντοτε προτιμοῦν συμβιβαστικὲς λύσεις μὲ τὴν αἵρεση ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως)», (Ἐπιστολὴ 240,3, Νικοπολίταις πρεσβυτέροις, ΕΠΕ 3,226).
Ἐδῶ λοιπὸν ὁ Μέγας Βασίλειος μὲ τὴν ἐπιστολὴ ποὺ γράφει σὲ κληρικοὺς ἄλλης ἐπαρχίας, ἐπεμβαίνει σὲ ξένη ἐκκλησιαστικὴ ἐπαρχία, χωρὶς τὴν ἔγκριση τῆς προϊσταμένης του Ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς, τοῦ Πατριάρχου ἤ τῆς Συνόδου καὶ οὐσιαστικά τούς ἀποκόπτει ἀπὸ τὸν οἰκεῖο Ἐπίσκοπο. Ἡ ἐνέργειά του αὐτὴ οὔτε παράνομη εἶναι, οὔτε ἀντικανονική, διότι σὲ θέματα πίστεως, ὅπως ἐλέχθη, δὲν ὑπάρχει ἐνόρια, ἤ ὑπερόρια ἁρμοδιότης, δὲν ὑφίσταται θέμα εἰσπηδήσεως καὶ ἐπεμβάσεως σὲ ξένη ἐκκλησιαστικὴ ἐπαρχία, ὅπως συμβαίνει μὲ ἄλλης φύσεως θέματα, ἀφοῦ ἡ αἵρεση μολύνει ὅλο τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Αὐτὸ τὸ ἦθος καὶ αὐτὴ τὴ διαγωγὴ τοῦ Μ. Βασιλείου τὴν βλέπουμε σὲ ὅλους τους ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Γιὰ παράδειγμα ὅταν στὴν Κωνσταντινούπολη ἐμφανίστηκε ὁ αἱρετικὸς Νεστόριος, δὲν ἔμεινε ἀδιάφορος ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας. Ὅταν ἐμφανίστηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια ὁ Ἄρειος, δὲν ἔμειναν ἀδιάφοροι οἱ Καππαδόκες Πατέρες. Δὲν εἶπαν δηλαδή, ὅτι ἐμεῖς δὲν ἔχουμε καμιὰ δουλειά, νὰ ἀνακατευόμαστε σὲ ξένη ἐπαρχία. Ἂς φροντίσουμε μόνον νὰ μὴν ἐξαπλωθεῖ ἡ αἵρεση στὴν δική μας ἐπαρχία καὶ ἔτσι ἔχουμε πράξει τὸ καθῆκον μας.
(Συνεχίζεται)
No comments:
Post a Comment