Saturday, August 11, 2018

ΛΕΧΘΕΝΤΑ ΚΑΙ ΠΡΑΧΘΕΝΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΜΑΣΟΝΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΥΡΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ ΚΖ΄


ΛΕΧΘΕΝΤΑ ΚΑΙ ΠΡΑΧΘΕΝΤΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΜΑΣΟΝΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΥΡΟΥ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ

ΚΖ΄


Του π. Ἄγγελου Ἀγγελακόπουλου
=====                                                                  

82) Ὁ πάπας Παῦλος ΣΤ' εἰς Κων/πολιν.

Ὁ Πάπας Παῦλος ΣΤ' κατεβαίνει ἀπό τό ἀεροπλάνο, χαιρετᾶ τίς Ἀρχές καί μέ τή συνοδεία του προχωρεῖ στόν Πατριάρχη καί ἀμέσως ρίχνονται ὁ ἕνας στήν ἀγκαλιά τοῦ ἄλλου.

Ὁ Πάπας φορώντας τό ἐγκόλπιο, πού τοῦ εἶχεν προσφέρει στά Ἱεροσόλυμα ὁ Πατριάρχης, φθάνει στήν πύλην τῶν Πατριαρχείων. Οἱ καμπάνες κτυποῦν χαρμόσυνα καί τά συγκεντρωμένα πλήθη χειροκροτοῦν καί ζητωκραυγάζουν. Τόν ὑποδέχονται οἱ Μητροπολίτες Χαλκηδόνος Μελίτων καί Δέρκων Ἰάκωβος. Μιά ἱερή πομπή, ἀπό χρυσοφορεμένους μέ ἄμφια Διακόνους καί Ἀρχιμανδρίτες, πλαισιώνει τόν Πάπα, ἐνῶ βαδίζει πρός τήν εἴσοδο τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκεῖ τόν περιμένει ὁ Πατριάρχης, φορώντας τόν μεγαλοπρεπῆ μανδύα του.

Ἀνταλλάσσουν μέ δάκρυα στά μάτια τόν ἐν Χριστῷ ἀσπασμόν καί ἀλληλοβασταζόμενοι προχωροῦν στό κεντρικόν κλίτος, ἐνῶ ὁ 35μελής βυζαντινός χορός ψέλνει το: «Ἰδού δή τί καλόν ἤ τί τερπνόν, ἀλλ' ἤ τό κατοικεῖν ἀδελφούς ἅμα» (Ψαλμ. 132, 1).

Οἱ δύο Προκαθήμενοι ἀνεβαίνουν σέ μιά χαμηλή ἐξέδρα, μέ δύο ἰδίους θρόνους, ἐμπρός ἀπό τήν «ὠραῖαν πύλη» τοῦ τέμπλου.

Εἶναι  ὁ χῶρος, πού προσεύχονται, «παίρνουν καιρό», ὅσοι πρόκειται νά συλλειτουργήσουν. Στά δεξιά τοῦ Πάπα, ἡ Ἱερά Σύνοδος καί οἱ παρεπιδημοῦντες Ἱεράρχες. Στά ἀριστερά τοῦ Πατριάρχη, οἱ Καρδινάλιοι καί οἱ Ἀρχιεπίσκοποι τῆς Παπικῆς Συνοδείας.      

Μετά τά τροπάρια στό Ἅγιον Πνεῦμα, τούς Ἀποστόλους Πέτρο καί Παῦλο καί στή Θεοτόκο, ἀκολουθοῦν στίχοι ἀπό τή μεγάλη Δοξολογία καί οἱ ἐκτενεῖς δεήσεις τῶν Διακόνων. Γιά πρώτη  φορά,  στά  τελευταῖα  πεντακόσια  καί πλέον χρόνια, ἀκούεται αὐθόρμητα ἀπό τά ὀρθό­δοξα χείλη ἡ δέηση: «Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τοῦ Ἁγιωτάτου Πάπα Ρώμης καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί Πατριάρχου ἡμῶν». κατανυκτική ἱστορική συμπροσευχή, ἡ πρώτη ἐμπρός στό θυ­σιαστήριο καί στό πλήρωμα, κλείνει μέ προσευχή τοῦ Πατριάρχη καί ἀπαγγελία ἀπό κοινοῦ τοῦ «Πάτερ ἡμῶν».

Ἔπειτα ἀρχίζουν οἱ προσφωνήσεις, πού εἶναι μία ἀμοιβαία ἀνταλλαγή σκέψεων καί αἰσθημάτων, ἕνας διάλογος, πού συμπορεύεται μέ τόν Ἰησοῦ πρός Ἐμμαούς, γι' αὐτό καί τίς καταχωρίζουμε ἐδῶ σέ διαλογική μορφή.

ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ': «Ἀδελφέ, λίαν ἀγαπητέ ἐν Χριστῶ! Πρό τριῶν καί πλέον ἐτῶν ὁ Θεός ἐν τῇ ἀπείρῳ ἀγαθότητι Αὐτοῦ ἐδωρεῖτο ἡμῖν τό συναντήσαι ἀλλήλους ἐν τῇ Ἁγίᾳ ἐκείνῃ Γῇ, ἔνθα ὁ Χριστός ἵδρυσε τήν Ἐκκλησίαν Αὐτοῦ καί ἐξέχεε τό αἷμα Αὐτοῦ ὑπέρ αὐτῆς. . . Σήμερον, ἡ αὐτή ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Αυὐτοῦ ὁδηγεῖ ἡμᾶς. . . ἵνα ἀνταλλάξωμεν καί αὖθις τόν ἀσπασμόν τῆς ἀδελφικῆς ἀγάπης, ἐνταῦθα ἔνθα οἱ Πατέρες ἡμῶν ἐν τῇ πίστει συνῆλθον, ὅπως ὀμολογήσουν ἐν μιᾷ καρδίᾳ τήν Ἁγίαν Τριάδα, ἀδιαίρετον καί ὁμοούσιον».

ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α': «Ἁγιώτατε καί λίαν ἀγαπητέ ἐν Χριστῷ ἀδελφέ! Δόξα τῷ Θεῷ, τῷ ποιητή τῶν θαυμασίων, τῷ καταξιούντι ἡμᾶς σήμερον… ἀπείρῳ ἀγάπῃ καί μεγίστῃ τιμῇ ὑποδέξασθαι τήν Ὑμετέραν λίαν ἡμῖν ἀγαπητήν καί σεβασμιωτάτην Ἁγιότητα, κομίζουσαν τόν ἀπό τῆς παλαιᾶς Ρώμης ἀσπασμόν ἐνταῦθα, τῇ νεωτέρᾳ ταύτῃ ἀδελφῇ αὐτῆς».

ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ': «Ὑπό τό φῶς τῆς ἀγάπης ἡμῶν πρός τόν Χριστόν καί τῆς ἀδελφικῆς ἀγά­πης πρός ἀλλήλους ἀνακαλύπτομεν ἔτι μᾶλλον τήν βαθείαν ταυτότητα τῆς ἡμετέρας πίστεως, τά δέ σημεῖα, ἐφ' ὧν εἰσέτι διϊστάμεθα, δέν πρέ­πει νά ἐμποδίσουν ἡμᾶς, ἵνα ἀντιληφθῶμεν τήν βαθείαν ταύτην ἑνότητα».

ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α': «Ὁ Κύριος ὠδήγησεν ἡ­μᾶς ἀπό σταδίου εἰς στάδιον καί ἤγαγεν ἡμᾶς κατέναντι τῶν ἐπωδύνων σημείων τῆς κοινῆς ἱ­στορίας ἡμῶν. Καί ἐνετείλατο ἡμῖν ἄραι. . . τό καταπέτασμα τοῦ χωρισμοῦ... Τῷ θελήματι Ἐ­κείνου ὑπείκοντες, ἀποβλέπομεν πρός τήν τῶν πάντων ἕνωσιν, πρός τήν πλήρη κοινωνίαν τῆς ἀγάπης καί τῆς πίστεως, ἐν τῇ συλλειτουργίᾳ τοῦ κοινοῦ Ποτηρίου Του...».

ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ': «Ἡ ἀγάπη ἐπιτρέπει ἡμῖν... ὅπως ἴδωμεν τήν ἑνότητα αὐξάνουσαν ἐν τῇ συλλειτουργίᾳ καί προτρέπεται ἡμᾶς, ὅπως τά πάντα θέσωμεν εἰς κίνησιν, ἵνα ἐπισπεύσωμεν τήν ἔλευσιν τῆς ἡμέρας ταύτης τοῦ Κυρίου… ἀναγνωρίζοντες καί σεβόμενοι ἀλλήλους… μεριμνῶντες περί τῆς συνοχῆς καί τῆς αὐξήσεως τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἀποφεύγοντες πᾶν ὅ,τι θά ἠδύνατο νά διασκορπίση αὐτόν... Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ ζωτικός χῶρος, ὁ ἀπαραίτητος διά τήν αὔξησιν τῆς πίστεως καί ἡ ἐν τῇ πίστει κοινωνία εἶναι ὁ ὄρος τῆς πλήρους ἐκδηλώσεως τῆς ἀγάπης, τῆς ἐκφραζόμενης ἐν τῇ συλλειτουργίᾳ».

ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α': «Οἰκοδομήσωμεν τό Σώμα Χριστοῦ … συνάψωμεν δέ τά διηρημένα, ἀμοιβαίαις ἐκκλησιαστικαῖς πράξεσιν, βεβαιούῦντες τά κοινά τῆς πίστεως καί τοῦ κανόνος σημεῖα, τόν δέ θεολογικόν διάλογον κατευθύνοντες πρός τήν ἀρχήν τῆς πλήρους κοινότητος ἐν τοῖς θεμελιωδέσι τῆς πίστεως καί τῆς ἐλευθερίας τῆς εὐσεβοῦς καί οἰκοδομητικῆς, ἀπό τῶν κοινῶν δέ Πατέρων ἐμπνεομένης, θεολογικῆς σκέψεως καί τῆς ποικιλίας ἐν τοῖς κατά τόπους ἐθίμοις, ὡς ἀπ'ἀρχῆς ἤρεσε τῇ Ἐκκλησίᾳ».

ΠΑΥΛΟΣ ΣΤ': «Μετ' ἀγάπης ἀνυποκρίτου, ἀσπαζόμεθα Ὑμᾶς ἐν φιλήματι ἁγίῳ».

ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Α': «Εὐλογημένος Σύ, αδελφέ, ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».

Μετά τίς προσφωνήσεις, γίνεται ἡ ἀνταλλαγή τῶν δώρων. Ὁ Πατριάρχης προσφέρει «ἐπιτραχήλιο» τοῦ ΙΣΤ' αἰῶνος, χρυσοκέντητο ἄμφιο μέ 70 περίπου προτομές τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Άγιων, «δέησιν τῆς Πρεσβυτέρας Μαρίας καί τοῦ Ἱερέως Γεωργίου». Τό προσφέρει, ὅπως λέγει στή γραπτή ἀφιέρωσή του, «εἰς δήλωσιν ὅτι κοινόν ἔχομεν τόν ἀπό τῶν Ἀποστόλων θησαυρόν τῆς Ἱερωσύνης». Ὅταν ὁ Πατριάρχης ἐφόρεσε τό ἄμφιο στόν Πάπα, μιά ἰαχή ἀκούστηκε ἀπό τό Πλήρωμα: «Ἄξιος! Ἄξιος!». Ὁ Πάπας προ­σέφερε στόν Πατριάρχη μιά εἰκόνα τοῦ συγχρό­νου ζωγράφου Τρέντο Λογκαρέττι, πού παριστά­νει τόν Χριστό «σέ δόξα», τήν Παναγία καί τούς Ἀποστόλους Πέτρο, Ἀνδρέα καί Παῦλο, «εἰς ἀνάμνησιν τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συναντή­σεως». 

Ὁ Πατριάρχης ἔσκυψε καί τήν προσκύ­νησε.
Ἡ ἱεροτελεστία τελείωσε μέ τήν ἀποστολική εὐλογία τῶν δύο Προκαθημένων. Ὁ Πάπας εἶπε λατινικά τόν τελευταῖο στίχο τῆς Β' πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς καί ὁ Πατριάρχης ἑλληνικά τήν εὐλογία τῆς ἀπολύσεως τῆς Θ. Λειτουργίας. Ἀμέσως ὁ χορός τῶν ψαλτῶν ἔψαλε τά πολυ­χρόνια τοῦ Πάπα καί τοῦ Πατριάρχη: «Πολυχρόνιον ποιῆσαι Κύριος ὁ Θεός τόν Ἁγιώτατον καί Μακαριώτατον Πάπαν Ρώμης Παῦλον τόν ἕκτον…». Τήν κατάληξη τῶν πολυχρονίων ἐκάλυψαν ἐνθουσιώδεις ζητωκραυγές καί χειροκροτήματα.

Ὁ Πάπας καί ὁ Πατριάρχης ἄφησαν τόν ναό, πέρασαν μέσα ἀπό τό κατενθουσιασμένο πλήθος, πού ἦταν στίς αὐλές τῶν Πατριαρχείων καί ἀνέβηκαν στό κτίριο τοῦ Πατριαρχείου. Ἀπό τό ὕψος τῆς σκάλας του, εὐλόγησαν καί πάλι τόν λαό καί ἀπεσύρθησαν οἱ δύο μόνοι στό πατριαρ­χικό γραφεῖο. Ἐκεῖ συνεζήτησαν γιά 15 λεπτά, ἐνῶ οἱ Ἀκολουθίες τους εὑρίσκοντο στό Συνοδικό. Ἡ συνομιλία τους ἦταν μιά ἀξιολόγηση τῶν μέχρις ἐκείνης τῆς στιγμῆς σημειωθέντων βημάτων τους. Ὁ Πάπας ἰδιαιτέρως παρεκάλεσε τόν Πατριάρχη, κατά τό ταξίδι του στούς Ὀρθοδόξους Πατριάρχας, πού πρόκειται νά πραγματοποιήση, νά τούς διερμηνεύση τά βαθύτατα αἰσθήματα ἀδελφοσύνης καί ἀγάπης του καί τή θέλησή του νά κάνη ὅ,τι ἐξαρτᾶται ἀπ' αὐτόν, ὥστε νά ἔλθη ἡ ἡμέρα τῆς ἑνώσεως. Ὁ Πατριάρχης, μετά τόν διάλογό τους, χαριτολογώντας παρέδωσε στόν Πάπα τήν ἀλληλογραφία του, πού εἶχε τήν παράδοξη γιά τήν ἱστορία ἔνδειξη: «Α.Α. Παῦλον ΣΤ'. Ἑλληνικόν Πατριαρχεῖον Φανάρι».
(Πηγή: ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΝΩΤΗΣ, Οἱ Εἰρηνοποιοί, σσ. 203-204).

(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment