Wednesday, October 19, 2016

Η ΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ


Η «ΣΥΝΟΔΟΣ» ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΠΡΟΜΕΛΕΤΗΜΕΝΗΣ ΕΚΤΡΟΠΗΣ
ΙΔ΄
  
Του Ἀρχιμ. Ἀθανασίου Ἀναστασίου,
Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου
=====

5.) Ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

Ἀπό τήν ἀρχή ἀκόμη τῆς λεγόμενης Οἰκουμενικῆς Κίνησης, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὑπῆρξε πάντοτε φειδωλή σέ ἀνοίγματα πρός τούς ἑτεροδόξους τηρώντας σαφεῖς ἀποστάσεις ἀπό τίς παρεκτροπές τοῦ Φαναρίου. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶχε ἀπαντήσει ἐξαρχῆς ἀρνητικά στήν γνωστή Πατριαρχική Ἐγκύκλιο τοῦ 1902, πού ἐξέδωσε ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ ὁ Γ΄ καί ἀπέστειλε πρός ὅλες τίς Τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ζητώντας τίς ἀπόψεις τους γιά τό ἄν μπορεῖ νά προχωρήσει τό ζήτημα τῆς «ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν». Σθεναρή ὑπῆρξε καί ἡ ἀντίδραση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β΄ (Χατζησταύρου) στά οἰκουμενιστικά ἀνοίγματα τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, τήν δεκαετία τοῦ 1960, μέ τόν ὁποῖο ἦρθε σέ σφοδρή ἀντιπαράθεση. Ἐξίσου παραδοσιακή ὑπῆρξε καί ἡ στάση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ. Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε τήν σύγκρουσή του μέ τήν Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλῆ γιά τήν ἵδρυση Νουντσιατούρας (πρεσβείας τοῦ Βατικανοῦ) στήν Ἀθήνα τό 1979.

Ἱστορικό, ὅμως, ἔμεινε τό γνωστό ἐρώτημα πού διετύπωνε κάθε φορά πού γινόταν λόγος περί «ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν». «Εἶναι Ἐκκλησία τό Βατικανό;»73, διερωτᾶτο, ἀφήνοντας νά ἐννοηθεῖ ἀπό τήν συνάφεια τῶν ἀπαντήσεών του ὅτι δέν ἀποτελεῖ Ἐκκλησία, ἀλλά κρατική ὀντότητα κοσμικοῦ χαρακτήρα.

Ἡ παραδοσιακή αὐτή στάση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἄρχισε σταδιακά νά μεταβάλεται καί νά διολισθαίνει σέ οἰκουμενιστικές πρακτικές μέ ἀποκορύφωμα τήν ἐπίσκεψη τοῦ Πάπα Ἰωάννη Παύλου τοῦ Β΄ στήν Ἀθήνα τό 2001 καί τήν ἀντίστοιχη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου στό Βατικανό τό 2006.

Ἔχουμε, ἔτσι, σταδιακά τήν στελέχωση τῶν σχετικῶν συνοδικῶν ἐπιτροπῶν μέ οἰκουμενιστές Ἱεράρχες καί Ἀκαδημαϊκούς Θεολόγους. Τό ἐρώτημα πού προκύπτει εἶναι μέ ποιά κριτήρια ἐπιλέγονται κάθε φορά οἱ ἀντιπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στούς θεολογικούς διαλόγους, στό Π.Σ.Ε. καί τίς διορθόδοξες διασκέψεις. Ὑπάρχει ἀξιολόγηση τοῦ ἔργου τους καί πῶς ἀποτιμᾶται αὐτό; Τά κείμενα τῶν διαλόγων ἐγκρίνονται ἀπό τήν Ἱεραρχία; Ἀφοῦ, ὅπως προβλέπεται,  ἀπό τήν ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας τοῦ 2009 αὐτά «τελοῦν ὑπό τόν ὅρον τῆς ἀναφορᾶς καί ἐγκρίσεώς τους ἀπό τίς κατά τόπους Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες»74. Ἀποτελεῖ, πραγματικά, τεράστια πρόκληση γιά τό ὀρθόδοξο αἴσθημα τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἡ ἐπιμονή πλέον τῆς Συνόδου νά ὁρίζει τούς συγκεκριμένους ἀντιπροσώπους στούς διαλόγους, ἐνῶ γνωρίζει τίς δεδομένες καί ἐκπεφρασμένες οἰκουμενιστικές ἀντιλήψεις τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ἀποτελοῦν οἱ Μητροπολίτες Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος καί Δημητριάδος κ. Ἰγνάτιος.
Πολύ περισσότερο δέ αὐτό ἀποτελεῖ πρόκληση μετά καί ἀπό ὅσα διαδραματίστηκαν στήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης καί τήν ἀνατροπή τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἱεραρχίας γιά τήν τροποποίηση τοῦ Κειμένου «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον». Ἡ ἐξέλιξη τῆς ὅλης ὑποθέσεως ἀνέδειξε μέ τόν πλέον ἐμφαντικό τρόπο τήν ἀπόλυτη ἀδιαφάνεια, τά στεγανά καί τήν ἐπιβολή τετελεσμένων στήν ὁποία στηρίχτηκε ἡ προπαρασκευή τῆς συγκεκριμένης «Συνόδου». Μιά δράκα ἀνθρώπων, μιά κλειστή καί ἐπιλεκτική ὁμάδα ἐκλεκτῶν, ἕνας σκληρός πυρήνας ἐμπίστων καί προθύμων, μιά ὀλιγαρχία Ἀρχιερέων καί λαϊκῶν θεολόγων κατάφερε νά ἐπιβάλει τήν θέλησή της σέ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία.

Εἰδικά σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἡ πλειοψηφία τῶν Ἱεραρχῶν καί τό εὐσεβές πλήρωμα συνολικά ἔμειναν ἐπί σειρά ἐτῶν παντελῶς ἀπληροφόρητοι, ἀνυποψίαστοι γιά ὅλα ὅσα ἐπί δεκαετίες συντελοῦνταν ἐν κρυπτῷ. Ὅπως ἀνέφερε ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος σέ ἐπιστολή του πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο, «ἡ Ἐκκλησία μας δέν προετοιμάσθηκε ἐπαρκῶς γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν θεμάτων αὐτῶν. Ἀντίθετα μάλιστα, Ἱεράρχες πού ἀσχολήθηκαν μέ τά θέματα αὐτά μᾶς καθησύχαζαν ὅτι δέν θά δημιουργηθοῦν προβλήματα στήν Ἐκκλησία ἀπό τά κείμενα. Ὅμως, ὄντως ὑπάρχουν θεολογικά προβλήματα»75. Σέ ἄλλη ἐπιστολή του πρός τόν Μακαριώτατο ἔθετε μία σειρά ἀπό ἐρωτήματα ἀπό τά ὁποῖα προέκυπτε ὅτι δέν δόθηκαν ποτέ στούς Ἀρχιερεῖς «οἱ ἐκθέσεις τῆς Ἐπιτροπῆς Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικῶν Σχέσεων πρός τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο, καί τυχόν κατευθυντήριες γραμμές πού ἔδωσαν οἱ κατά καιρούς Διαρκεῖς Σύνοδοι πρός τήν Ἐπιτροπή Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικῶν σχέσεων γιά τήν βελτίωση τῶν κειμένων»76.

Πρέπει, ἔστω καί τώρα, νά δοθεῖ μία ξεκάθαρη ἀπάντηση καί νά εἰπωθεῖ ὅλη ἡ ἀλήθεια. Ἄν δέν πληροφορήθηκαν ἐγκαίρως οἱ Ἱεράρχες τό περιεχόμενο τῶν κειμένων, ὅπως διατείνονται πολλοί ἀπό αὐτούς, ποιός εἶναι ὑπεύθυνος γι’ αὐτό; Ποιός εὐθύνεται πού ἀπεκρύβησαν ἀπό τήν Ἱεραρχία τόσο σημαντικά κείμενα; Ἀναζητήθηκαν εὐθύνες γιά τήν ἀπόκρυψη τῶν κειμένων; Ἄν ναί, σέ ποιόν ἀποδόθηκαν;

Ἄν ἰσχύει ἡ ἄλλη περίπτωση, ὅτι, δηλαδή, εἶχε ἐνημερωθεῖ ἐγκαίρως ἡ Σύνοδος καί γνώριζαν οἱ Ἱεράρχες τό περιεχόμενο τῶν κειμένων, γιατί δέν ἀντέδρασαν ἐγκαίρως, ὥστε νά εἶναι καί πιό ἀποτελεσματική ἡ ἀντίδρασή τους αὐτή; Γιατί δέν εἰπώθηκε οὔτε μιά λέξη γι’ αὐτό τό τόσο σημαντικό ζήτημα; Γιατί δέν ὑπῆρξε οὔτε μία δημόσια ἀναφορά, δέν γράφτηκε οὔτε ἕνα κείμενο, δέν ἐκφράσθηκε οὔτε μία ἀντίρρηση, οὔτε μία παρατήρηση, δέν εἰπώθηκε ἀπολύτως τίποτε πρός τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας; Εἶναι προφανές πώς ἡ ὅλη διαδικασία πού τηρήθηκε εἶχε ὡς μοναδικό σκοπό τήν διαμόρφωση καί ἐπιβολή τετελεσμένων ἀποφάσεων, ἐρήμην τῆς Ἱεραρχίας καί τοῦ εὐλαβοῦς πληρώματος.

Στήν διάρκεια τῆς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς 25ης Μαΐου 2016 εἴχαμε μία ἔντονη παρασκηνιακή δραστηριότητα καί μία συζήτηση σέ ὑψηλούς τόνους καί ἀντιπαραθέσεις, τό περιεχόμενο τῆς ὁποίας, φυσικά, δέν ἀνακοινώθηκε ποτέ. Χαρακτηριστικό τῆς ἀδιαφάνειας καί τῆς μυστικότητας πού τηρήθηκε εἶναι τό γεγονός ὅτι στά Δελτία Τύπου, τά Ἀνακοινωθέντα καί τήν Ἐγκύκλιο πρός τόν Λαό, πού ἐκδόθηκαν ἀπό τήν Ἱεραρχία, δέν ἀναφέρεται πουθενά τί ἀκριβῶς ἀποφάσισε καί ποιές ἦταν οἱ τροποποιήσεις πού θά πρότεινε στήν Μεγάλη Σύνοδο.

Οὐσιαστικά, λοιπόν, ποτέ κανείς δέν ἔμαθε ποιές ἤταν τελικά οἱ τροποποιήσεις τῶν κειμένων, πού προτάθηκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, γιά τίς ὁποῖες τόσος λόγος ἔγινε στήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης. Οἱ μόνες πληροφορίες πού ἔχουμε εἶναι ἀπό τίς ἀναφορές τοῦ Μητροπολίτη Ναυπάκτου στά κείμενα πού ὁ ἴδιος δημοσίευσε καί ἀπό ὅσα διέρρευσαν στά ΜΜΕ.

Τό πρῶτο ἐρώτημα πού προκύπτει ἀπό τίς ἀποφάσεις καί τίς ἀνακοινώσεις τῆς Ἱεραρχίας εἶναι πῶς ἑρμηνεύεται ἡ φράση «ἡ τελική ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας (...) θά ὑποστηριχθεῖ ἀπό τόν Μακαριώτατο κατά τίς συνεδριάσεις τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου»77.

Τί ἀκριβῶς ὑποστήριξε ὁ Μακαριώτατος στήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης καί μέ βάση ποιά ἐπιχειρηματολογία; Ποία ἦταν ἡ θεολογική βάση πάνω στήν ὁποία ἐπρόκειτο νά στηρίξει τήν ἐπιχειρηματολογία του; Ἀναπτύχθηκε ποτέ ἐπαρκῶς αὐτή ἡ ἐπιχειρηματολογία;

Καί τό ἄλλο σημαντικό ἐρώτημα εἶναι ἄν οἱ Ἱεράρχες πού μετεῖχαν στήν ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶχαν υἱοθετήσει πραγματικά καί ἀποδέχονταν τίς τροπολογίες πού ἀνέλαβαν νά ὑποστηρίξουν ἤ ἄν, κάποιοι ἀπό αὐτούς, ἁπλά ἀναδιπλώθηκαν γνωρίζοντας ἐκ τῶν προτέρων ὅτι οἱ τροπολογίες αὐτές δέν θά γίνονταν τελικά δεκτές στήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης.

Σύμφωνα, ἄλλωστε, μέ τήν παράγραφο 2 τοῦ ἄρθρου 11 τοῦ Κανονισμοῦ Λειτουργίας τῆς Συνόδου, «... αἱ μή ὁμοφώνως ἀποδεκταί γενόμεναι τροπολογίαι δέν ἐγκρίνονται»78.

Συμβιβασμός καταδικασμένος νά ἀποτύχει
Σέ κάθε περίπτωση, ἦταν ἀπό τήν ἀρχή ξεκάθαρο ὅτι ἡ πρόταση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀποτελοῦσε οὐσιαστικά μία κίνηση τακτικῆς καί ἕναν συμβιβασμό, πού ἐπεχείρησε νά ἑνώσει τά διεστῶτα καί νά συνθέσει τίς ἀντίθετες ἀπόψεις πού εἶχαν κατατεθεῖ ἀπό πολλούς Ἱεράρχες. Ἐπρόκειτο, ἐπίσης, γιά μία προσπάθεια κατευνασμοῦ τῶν σφοδρῶν ἀντιδράσεων μεταξύ τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες εἶχαν ἐκφρασθεῖ μέσα ἀπό σωρεία ἄρθρων, ἀνακοινώσεων, ἐπιστολῶν, ἐντύπων κ.ἄ.

Εἶναι ὅμως γνωστό ὅτι στά θέματα τῆς πίστεως δέν μπορεῖ νά γίνει συμβιβασμός. Γι’ αὐτό καί εἶχε τονιστεῖ ἐκ τῶν προτέρων ὅτι τό Κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» θά ἔπρεπε νά ἀπορριφθεῖ ἐξ ὁλοκλήρου, καθώς ἦταν ἐκ θεμελίων προβληματικό καί δέν ἐπιδεχόταν βελτιώσεις.


Κατά συνέπεια, ἡ πρόταση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἦταν ἐκ τῶν προτέρων καταδικασμένη σέ ἀποτυχία. Θά μποροῦσε, ὅμως, κάποιος καλόπιστα νά παρατηρήσει ὅτι, παρά ταῦτα, ἡ Ἱεραρχία εἶχε τήν πρόθεση καί τήν διάθεση νά ἐπιφέρει βελτιώσεις στό κείμενο. Εἶναι, ὅμως, ἔτσι; 

No comments:

Post a Comment