Tuesday, June 7, 2016

ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΙΔ΄


ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΙΔ΄

Tης Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους
=====

Δ’.

ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΗΣ Ε’ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΑΣΚΕΨΕΩΣ «Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΝ Τῼ ΣΥΓΧΡΟΝῼ ΚΟΣΜῼ»

1ον. Γενικές ἐπισημάνσεις.

Τό σχέδιο κειμένου διαπνέεται ἀπό μία ἀντίφασι, ὅσον ἀφορᾶ τόν χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας. Σέ κάποιες παραγράφους ἡ Ἐκκλησία περιγράφεται ὀρθά σύμφωνα μέ τήν φύσι της (καινή κτίσις κ.λπ.) καί σέ ἄλλες μέ μία καθιδρυματική ἀντίληψι, σάν κοσμικός ὀργανισμός πού συμμετέχει στίς δομές τοῦ συγχρόνου κόσμου.

Ἡ καθιδρυματική ἀντίληψις περί Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δημιουργήθηκε μετά ἀπό ρωμαιοκαθολική καί προτεσταντική ἐπίδρασι, στήν πρᾶξι δέν εἶναι εὔκολο νά παρακαμφθῇ. Ὁ σύγχρονος κόσμος λειτουργεῖ μέ τρόπο πού προϋποθέτει αὐτή τήν ἀντίληψι. Ὅμως ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος μπορεῖ νά τήν ἀποφύγῃ καί νά δώσῃ ἔτσι τό μήνυμα ὅτι πρόκειται περί ἐκτροπῆς ἀπό τήν ἁγιοπατερική ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας. Μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν ἐκφράσεις, οἱ ὁποῖες θά μαρτυροῦν γιά τήν ἤδη ὑπάρχουσα καί βιουμένη στήν Ἐκκλησία εἰρήνη, καταλλαγή καί ἀγάπη. Πράγματι αὐτή ἀποτελῇ «τό ἔλεον καί τόν οἶνον στά τραύματα» τοῦ κόσμου, ὅπως ὡραῖα λέγεται στό σχέδιο κειμένου. Αὐτήν τήν εἰρήνη καί τήν καταλλαγή ἡ Ἐκκλησία «ὡς Καλός Σαμαρείτης ἐπιχέει μέ ἀγάπη καί φιλανθρωπία» στά τραύματα τοῦ κόσμου. Ἡ κοσμική ἀντίληψις περί καταλλαγῆς, ἡ ὁποία ἔχει μέν εὐγενῆ κίνητρα ἀλλά ὄχι καί ὑγιεῖς θεολογικά, δηλαδή ἁγιοπνευματικές, προσδοκίες καί ἐπιδιώξεις, ἐμπλέκει τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες σέ δραστηριότητες πού ἀκυρώνουν τό μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας. Καί αὐτή ἡ ἐμπλοκή προωθεῖται μέ τό σχέδιο κειμένου. Γι’ αὐτό χρειάζονται τροποποιήσεις.

2ον. Περί τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου καί περί περσοναλισμοῦ.

Ὅσον ἀφορᾶ τήν παράγρ. Α1 περί τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου (ὄχι τοῦ «ἀνθρωπίνου προσώπου», διότι ἤδη ἔχει ἐντοπισθῆ ἀπό τόν Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεο καί ἀπό ἄλλους καί ἔχει γίνει κατανοητή ἡ περσοναλιστική στρέβλωσις τοῦ ὅρου αὐτοῦ), πρέπει νά ληφθῇ ὑπ’ ὄψιν ὅτι τό χριστολογικό καί χριστοκεντρικό περιεχόμενό της χάνει τήν σημασία του στίς ἑπόμενες παραγράφους Α2-3. Γράφεται ὅτι ὡς προϋπόθεσις γιά τήν διαχριστιανική συνεργασία καί διαθρησκειακή συνεννόησι γιά τήν προστασία τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου «δύναται νά χρησιμεύσῃ ἡ κοινή ἀποδοχή τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου» (παράγρ. Α3).

Πόσο κοινή ὅμως εἶναι ἡ διδασκαλία περί τοῦ ἀνθρώπου ἀνάμεσα στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία καί στίς ἄλλες χριστιανικές ἐκκλησίες καί ὁμολογίες, πού δέν δέχονται τήν κατά Χάριν θέωσι τοῦ ἀνθρώπου, καί στίς ἄλλες θρησκεῖες πού τήν ἀγνοοῦν παντελῶς; Οἱ διαχριστιανικές καί διαθρησκειακές προσπάθειες γιά τήν προστασία τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου ἐνδέχεται νά ἔχουν ὡς προϋπόθεσι μία οὐμανιστική (περσοναλιστική, ὑπαρξιστική) ἀντίληψι περί «ἀνθρωπίνου προσώπου», ἀδυνατοῦν ὅμως νά θέσουν ὡς βάσιν αὐτῶν τήν ἁγιοπνευματική γνῶσι τοῦ ἀνθρώπου ὡς «κεκελευσμένου Θεοῦ». Ἡ Σύνοδος θά θέσῃ ὡς στόχο τῶν ἀποφάσεών της ἐνδοκοσμικές συνεργασίες χωρίς σαφῆ περιγραφή τῶν δικῶν της κριτηρίων; Γι’ αὐτό προτείνεται τροποποίησις τῶν παραγάφων Α2-3xvii.
Εἰδικότερα ἡ περσοναλιστική (οὐμανιστικῆς, ὑπαρξιστικῆς προελεύσεως) ἑρμηνεία τοῦ ὅρου «ἀνθρώπινο πρόσωπο», ἡ ὁποία δεσπόζει στήν παράγραφο Β1, προτείνεται νά τροποποιηθῇ. Ἡ κοινωνία μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη καί λόγῳ τῆς ἑνότητος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, δέν ἀντανακλᾶ ἀπροϋποθέτως «τήν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι ζωήν» (παράγρ. Β1), ἀλλά μόνο ὑπό τήν προϋπόθεσι ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει σῶμα Χριστοῦ στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία καί ἔχουν ὡς ζωή τους τήν «δόξαν», τήν ὁποία ἔδωσε ὁ Χριστός σέ αὐτούς πού ἔγιναν σῶμα Του, «ἵνα ὦσιν ἕν», καθώς εἶναι τά Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Αἰχμή στήν παράγρ. Β1 ἀποτελεῖ ὁ ὅρος «κοινωνία τῶν θείων προσώπων». Εἶναι καθαρά περσοναλιστικῆς προελεύσεως, ἀντορθόρθοξος, καί ὀφείλει νά ἀποφευχθῇxviii.

3ον. Περί εἰρήνης καί δικαιοσύνης.

Ὅσον ἀφορᾶ τήν εἰρήνη καί τήν δικαιοσύνη, γιά τίς ὁποῖες γίνεται λόγος στό ὑποκεφάλαιο Γ., ὑπάρχει σύγχυσις ἐννοιολογικοῦ περιεχομένου. Στίς ἴδιες παραγράφους χρησιμοποιοῦνται μέ τήν ἁγιοπνευματική τους ἔννοια καί μέ τήν κοσμική (ἐνδοκοσμική) ἔννοια. Βλ. π.χ. στήν παράγρ. Γ1, ὅπου ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ ὡς ὁ «ὥριμος καρπός τῆς ἐν Αὐτῷ (τῷ Χριστῷ) ἀνακεφαλαιώσεως τῶν πάντων», μία εἰρήνη ὑπέρ νοῦν καί κατάληψιν, χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Γαλ. 5, 22), φέρεται ἐπίσης ὡς καρπός «τῆς καθολικότητος τῶν ἀρχῶν τῆς εἰρήνης, τῆς ἐλευθερίας καί τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης καί, τέλος, τῆς καρποφορίας τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί τῶν λαῶν τοῦ κόσμου». Περιττόν νά ποῦμε ὅτι οὔτε ἡ ἱστορία οὔτε ἡ ἐσχατολογική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὁμιλοῦν γιά «ἐπί τῆς γῆς ἐπικράτησι ὅλων αὐτῶν τῶν χριστιανικῶν ἀρχῶν» (παράγρ. Γ1). Μόνον ἡ προφητική, χριστολογική, διάστασις τῆς εἰρήνης ἀπομένει (Ἡσ. 11, 1-9) καθώς καί οἱ αἰτήσεις τῆς Ἐκκλησίας «ὑπέρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης καί τῆς σωτηρίας» τῶν τέκνων της, πού εἶναι ἡ ἁγιοπνευματική διάστασις τῆς εἰρήνης. Ἀκολουθοῦν κατόπιν εὐχετικῶς καί οἱ δεήσεις «ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου», ὁ ὁποῖος ταλαιπωρεῖται ἀπό τίς πολλές καί πολύμορφες διαστάσεις καί ἔχθρες καί μάχες.
Προτείνεται λοιπόν ἡ σαφής καί ἀνεπίμικτη χρῆσις τῶν ὅρων, ὥστε νά εἶναι καθαρή ἡ μαρτυρία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Διότι στίς παράγρ. Γ3-5 φαίνεται ἡ σύγχυσις αὐτοῦ πού εἶναι ἡ «ἄνωθεν εἰρήνη» μέ αὐτό πού ἐπιδιώκεται μέ τίς διαχριστιανικές καί διαθρησκειακές πρωτοβουλίες. Πολύ περισσότερο πού σέ αὐτές τίς τελευταῖες γίνονται προσευχές ὄχι σέ Ἐκεῖνον τόν ἀληθινό Θεό, τόν χορηγό τῆς «ἄνωθεν εἰρήνης», ἀλλά σέ ποικιλία θεῶν.


(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment