Saturday, June 18, 2016

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ Η ΜΙΑ, ΑΓΙΑ, ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ Θ΄


Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ Η ΜΙΑ, ΑΓΙΑ, ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Θ΄

Του Γραφείου επί των αιρέσεων της Ι. Μ. Πειραιώς
=====

6. Θεολογικοί Διάλογοι – Συνοδικός Θεσμός και το πλήρωμα της Εκκλησίας

Στο κεφάλαιο αυτό ο Θ.Α.Κ. καταπιάνεται κατ’ αρχήν με την εκφρασθείσα «αντίρρηση ότι στη σύνοδο μετέχει ένας περιορισμένος αριθμός επισκόπων από κάθε Εκκλησία»: «Είναι σαφές από την ιστορία των Οικουμενικών Συνόδων ότι οι πλείονες των επισκόπων προήρχοντο από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως, ενώ παρίστατο ένας μικρός αριθμός εκπροσώπων από τα υπόλοιπα Πατριαρχεία, οι οποίοι και κατέθεταν την άποψη των Εκκλησιών τους. Εκτός από την Α´ Οικουμενική Σύνοδο, στην οποία εκλήθησαν όλοι οι επίσκοποι, όταν από αυτή εισήχθη το Μητροπολιτικό σύστημα στη διοίκηση της Εκκλησίας, ήταν παρόντες 3 επίσκοποι από κάθε επαρχία, όταν δε με την Δ´ Οικουμενική καθιερώθη ο θεσμός της Πενταρχίας ήταν αναγκαία η συμφωνία των 5 Πατριαρχείων ως απαραίτητος όρος κανονικής συγκλήσεως της Συνόδου».

Κατ’ αρχήν παντελώς αμάρτυρος στην Ορθόδοξη Παράδοση αποτελεί ο ισχυρισμός ότι κατά τας Συνόδους προσεκαλούντο πάντοτε μόνον τριμελείς η ολιγομελείς αντιπροσωπείαι εξ εκάστης επαρχίας. Τα ιστορικά στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας σχετικά με τον αριθμό των συνοδικών μελών, που έλαβαν μέρος κατά τις Οικουμενικές Συνόδους, μαρτυρούν όχι αντιπροσώπευση, αλλά την μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή επισκόπων από όλες τις επαρχίες της ανά την Οικουμένην Εκκλησίας. Έτσι ο αριθμός των επισκόπων που έλαβαν μέρος κατά την Α΄Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ήταν 318, κατά την Β΄  150,  κατά την Γ΄  200, κατά την Δ΄  630,  κατά την Ε΄  165, κατά την ΣΤ΄  289,  κατά την Πενθέκτη 240,  κατά την Ζ΄ 367, ενώ κατά την Η΄ 383. Η αντιπροσώπευση, βεβαίως ίσχυε, αλλά μόνον σε περίπτωση αδυναμίας κάποιων Επισκόπων, η Πατριαρχών να παραβρεθούν στη Σύνοδο. Ο αείμνηστος καθηγητής της Δογματικής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Καρμίρης παρατηρεί σχετικώς ότι «Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι ήσαν μεγάλαι συνελεύσεις επί το αυτό των εξ’ απάσης της χριστιανικής Οικουμένης επισκόπων της Εκκλησίας, προς κοινήνσυνδιάσκεψιν και απόφανσιν επί σοβαρών δογματικών και άλλων εκκλησιαστικών ζητημάτων, αναφερομένων εις ολόκληρον την Εκκλησίαν, υφ’ ης ανεγνωρίζοντο και εγένοντο δεκταί αι λαμβανόμεναι αποφάσεις».[15] Επίσης η ανάπτυξη του μητροπολιτικού συστήματος ουδέποτε ελειτούργησε ουσιαστικά εις βάρος του επισκοπικού αξιώματος. Και τούτο, διότι σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία, ο κάθε επίσκοπος κάθε τοπικής Εκκλησίας, και της μικρότερης ακόμη, εκπροσωπεί με το ποίμνιό του ένα ζωντανό μέρος της Καθολικής Εκκλησίας. Η απουσία του όχι μόνο τραυματίζει την ολοκληρία του σώματος του Χριστού, αλλά και στερεί την δυνατότητα να εκφρασθεί από όλους η συνείδηση του  πληρώματος της Εκκλησίας, την οποία φαίνεται ότι φοβούνται οι υπεύθυνοι για την προετοιμασία και σύγκληση της Συνόδου. Δεν δικαιολογείται από κανένα κριτήριο, ούτε ποιμαντικό, ούτε εκκλησιολογικό η συμμετοχή μόνον εικοσιτεσσάρων Επισκόπων από κάθε εκκλησία, πράγμα που προσβάλλει και την ισότητα των Επισκόπων, αλλά και δημιουργεί ερωτηματικά για τα κριτήρια επιλογής των Επισκόπων, που θα μετάσχουν. Μήπως είναι μειωμένης επισκοπικής ευθύνης και αξίας οι επίσκοποι που δεν θα μετάσχουν στη Σύνοδο και που αποτελούν την μεγάλη πλειονότητα στις περισσότερες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες; Ποιός γνωρίζει και ποιός θα μεταφέρει στη Σύνοδο τις σκέψεις, τις εκτιμήσεις και τις αντιδράσεις των ποιμνίων τους; Παρέλκει βεβαίως να τονιστεί το γεγονός, ότι στις Ορθόδοξες Συνόδους, εκτός των επισκόπων συμμετείχαν και κληρικοί κατωτέρων βαθμών, όπως Καθηγούμενοι, Αρχιμανδρίτες, Ιερείς, Μοναχοί, καθώς και ο πιστός λαός. Δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να λεχθεί ότι η επικείμενη Σύνοδος θα είναι μία Πανορθόδοξη Σύνοδος χωρίς Ορθοδόξους. Είναι προφανές ότι με τον αντιπαραδοσιακό αυτό τρόπο της δι’ αντιπροσώπων συγκροτήσεως της Συνόδου αποφεύγεται η πιθανότητα κάποιοι επίσκοποι να αντιδράσουν σε αποφάσεις της Συνόδου που θα είναι ανατρεπτικές της Παραδόσεως, η κάποια Τοπική Εκκλησία να έχει μεγαλύτερη δύναμη στην λήψη των αποφάσεων, λόγω μεγαλυτέρου αριθμού Επισκόπων.

Παντελώς αμάρτυρη στην Ορθόδοξη Παράδοση και γι’ αυτό απαράδεκτη, είναι και η απόφαση, ότι κάθε Εκκλησία διαθέτει μία ψήφο. Το ορθόν είναι ότι κάθε επίσκοπος διαθέτει μία ψήφο και όχι κάθε Τοπική Εκκλησία. Παραλλήλως και η αρχή της ομοφωνίας κινείται και αυτή μέσα σε αντιπαραδοσιακά πλαίσια. Η παραδοσιακή τακτική λήψεως αποφάσεων σε μία Σύνοδο είναι η κανονική αρχή, που ορίζει ότι για τα μη δογματικής φύσεως ζητήματα ισχύει «η των πλειόνων ψήφος κρατείτω» (ΣΤ  Κανὼν της Α  Ἁγίας Οικουμενικής Συνόδου).  

Κατόπιν αυτών ευλόγως τίθενται τα ερωτήματα: Βάσει ποιών Ιερών Κανόνων, η βάσει ποίων συνοδικών αποφάσεων οι Προκαθήμενοι των κατά τόπους Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, κατά την Σύναξη, που πραγματοποίησαν στο Φανάρι, (6-9 Μαρτίου 2014), εθεώρησαν εαυτούς αρμοδίους δια να λάβουν τις ανωτέρω καινοφανείς και ξένες προς  την Ορθόδοξη Παράδοση αποφάσεις; Οι ανωτέρω αυθαίρετες αποφάσεις των Προκαθημένων δεν έρχονται άραγε εις ευθεία αντίθεση με τον ΛΔ΄Ἀποστολικὸ Κανόνα ο οποίος ορίζει: «Τους επισκόπους εκάστου έθνους ειδέναι χρη τον εν αυτοίς πρώτον και ηγείσθαι αυτόν ως κεφαλήν και μηδέν τι πράττειν περιττόν άνευ της εκείνου γνώμης…Αλλά μηδέ εκείνος άνευ της πάντων γνώμης ποιείτω τι»;

Σχολιάζει επίσης ο Θ.Α.Κ. την παράγραφο 22 που επισημαίνει ότι «η διατήρηση της γνήσιας ορθόδοξης πίστης διασφαλίζεται μόνο από το συνοδικό σύστημα που ανέκαθεν στην Εκκλησία αποτελεί τον αρμόδιο, αλλά και τον έσχατο κριτή περί των θεμάτων της πίστεως»: «Καμιά σύνοδος δεν συνεκλήθη στην Εκκλησία εκ προοιμίου αναφέροντας ότι το κύρος των αποφάσεών της τελεί υπό την αίρεση της αποδοχής των αποφάσεών της από το εκκλησιαστικό πλήρωμα. Η αποδοχή η μη κρίνεται στην πορεία του χρόνου. Αυτό φαίνεται να το έχουν υπ᾽ όψιν τους οι συντάκτες του κειμένου που δεν έχουν ασφαλώς την πρόθεση να περιθωριοποιήσουν το εκκλησιαστικό πλήρωμα, αλλά να το εκφράσουν»! Είναι βέβαια αληθές ότι «καμιά σύνοδος δεν συνεκλήθη στην Εκκλησία εκ προοιμίου αναφέροντας ότι το κύρος των αποφάσεών της τελεί υπό την αίρεση της αποδοχής των αποφάσεών της από το εκκλησιαστικό πλήρωμα», είναι όμως εξ’ ίσου αληθές ότι καμιά Σύνοδος δεν προδίκασε το αλάθητο των αποφάσεών της. Η παράγραφος αυτή είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένη, ώστε να αφήνεται αβίαστα να εννοηθεί, ότι η μέλλουσα να συνέλθει Αγία και Μεγάλη Σύνοδος προδικάζει το αλάθητο των αποφάσεών της. Με την εσφαλμένη αυτή διατύπωση οι συντάκτες του κειμένου παραγνωρίζουν το ιστορικό γεγονός, ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία έσχατο κριτήριο είναι η γρηγορούσα δογματική συνείδηση του πληρώματος της  Εκκλησίας, η οποία στο παρελθόν επεκύρωσε, η θεώρησε ληστρικές ακόμη και Οικουμενικές Συνόδους. Το συνοδικό σύστημα από μόνο του δεν διασφαλίζει μηχανιστικά την ορθότητα της ορθοδόξου πίστεως. Αυτό γίνεται μόνο, όταν οι συνοδικοί Επίσκοποι έχουν μέσα τους ενεργοποιημένο το Άγιο Πνεύμα και την Υποστατική Οδό, το Χριστό δηλαδή, όποτε ως συν-οδικοί είναι στην πράξη και «επόμενοι τοις αγίοιςπατράσι». Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι ο «συνοδικός Θεσμός» δεν είναι υπόθεση μόνο των Επισκόπων, αλλά ολοκλήρου του Σώματος της Εκκλησίας: οι λοιποί κληρικοί και μοναχοί και λαϊκοί μπορεί να μην ανήκουν στο εν στενή εννοία συνοδικό «Σώμα», εν τούτοις, ακριβώς στα πλαίσια του «συνοδικού θεσμού», καλούνται να επικυρώσουν, η να απορρίψουν τις αποφάσεις και συνεκδοχικά ακόμα και την ίδια τη Σύνοδο. Αυτό έχει αποδείξει η ζωή της Εκκλησίας μας.  Ο «συνοδικός θεσμός» ως συμμετοχή ολόκληρής της Εκκλησίας και ως έκφραση της αλάθητης εκκλησιαστικής συνειδήσεώς Της αποτελεί τον «έσχατο κριτή περί των θεμάτων πίστεως».

Στη ζωή της Εκκλησίας έχουμε πάμπολλες περιπτώσεις απλών πιστών και μεμονομένων αγίων Πατέρων που αγωνίστηκαν μόνοι τους εναντίον πατριαρχών και ψευτοσυνόδων! Ενδεικτικά αναφέρουμε τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, ο οποίος ως απλός μοναχός,  αγωνίστηκε μόνος του μέχρι θανάτου υπέρ της «γνησίας ορθοδόξου πίστεως». Τι να πούμε και για τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, ο οποίος ήρθε σε αντίθεση με το αλλοτριωμένο «συνοδικό σύστημα» της εποχής του και αρνήθηκε την κοινωνία με τους Γραικολατίνους «Ορθοδόξους», τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και τους ομόφρονές του επισκόπους;


(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment