Monday, June 14, 2010

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ



Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΩΝ


Του π. Αθανασίου Λαγουρού

===================


… Ἀπὸ τὸν νοῦν σου ἐβγῆκες, καὶ ὁ Μάρτυς: ἐγὼ τὸν νοῦν µου τὸν ἔχω. Καὶ βέβαια ἔλεγε καλά, πὼς ἔχει τόν νοῦν του, ἐπειδὴ εἶχεν κατοικήσει πλέον εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἡ αὐτοσοφία τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν, ἠξεύρεις Τούρκικα γράµµατα; καὶ ἀπεκρίθη, ὄχι, ἀλλὰ γλῶσσες ἠξεύρω τέσσαρες καὶ διὰ νὰ γνωρίσετε, ὅτι ἔχω τὸν νοῦν µου σωστόν, φέρετέ µου κονδύλι νὰ σᾶς κάµω λογαριασµὸν ἀπό ὅποιαν γλῶσσαν θέλετε: τούρκικα, φράγκικα, ἀραβικά, ρωµαϊκά, ὅ, τι θέλετε· αὐτοὶ τοῦ λέγουν, δὲν λυπεῖσαι τὸν ἑαυτόν σου; ὁ Μάρτυς ἀπεκρίθη: «ὄχι, τί νὰ λυπηθῶ; τὴν ἐλπίδα µου ὅλην τὴν ἔχω εἰς τὸν Θεόν…ἐγὼ σᾶς εἶπα, ὅτι εἰς τὸν ἑαυτόν µου εἶµαι, τὸν νοῦν µου τὸν ἔχω·…ἐγὼ τὸν Ἰησοῦν µου δὲν τὸν ἀρνοῦµαι Χριστιανὸς ἐγεννήθην, Χριστιανὸς θέλω νὰ ἀποθάνω…αὐτὰ ὅλα εἶναι µαταιότης· τὸν Ἰησοῦν µου, τὸν Ἰησοῦν µου θέλω, Χριστιανὸς εἶµαι, Χριστιανὸς θέλω νὰ ἀποθάνω· δὲν ἀρνοῦµαι τὴν πίστιν µου, δὲν ἀρνοῦµαι τὸν Ἰησοῦν µου…» (Ἅγ. Πολύδωρος , 1794)

  1. Ὁ δὲ Μάρτυς ἐβόα µεγαλοφώνως, ἀφέντη, ἐγὼ εἶµαι γέννηµα Χριστιανῶν γονέων. Χριστιανὸς λοιπόν ἐγεννήθην, Χριστιανὸς ἀποθνήσκω καὶ δὲν θέλει δυνηθῇ κανένα πρᾶγµα νὰ µε χωρίσῃ ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ γλυκυτάτου µου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὄντως ἀληθινοῦ Θεοῦ· ὄχι τὸν πλοῦτον καὶ τὰς τιµὰς καὶ δόξας ὁπού µοῦ τάζεις, ἀλλ᾽ αὐτὸ τὸ βασίλειόν σας ὅλον νὰ µοῦ δώσετε δὲν θέλετε δυνηθῇ νὰ παρασαλεύσετε τὴν καρδίαν µου ἀπο τὴν πίστιν µου καὶ ἀπο τὸν γλυκύτατόν µου Ἰησοῦν Χριστόν. Ταῦτα καὶ ἄλλα πολλὰ εἰπόντος τοῦ Μάρτυρος, ὁ βεζύρης πλησθεὶς θυµοῦ, ἐβόα: ἀνίσως καὶ δὲν γένης τοῦρκος κακήν κακῶς θέλω σε ἐξολοθρεύσει … Ὁ δὲ Μάρτυς ἀνθίστατο γενναίως, λέγων: ὅ,τι θέλεις κάµε, δέρνε, κόπτε, σφάζε, κάψε µε εἰς τὴν φωτίαν, ρίψε µε εἰς τὰ θηρία, καταπόντισόν µε εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ὅ,τι ἄλλο ἠµπορεῖς καὶ δύνασαι κάµε εἰς τοῦτο τὸ πήλινόν µου σῶµα, ἐγὼ τὸν Χριστόν µου δὲν ἀρνοῦµαι, ἐγὼ τὴν πίστιν µου δὲν ἀλλάσσω, ἐγὼ τοῦρκος δὲν γίνοµαι…. (Ἅγ. Ἀγγελῆς ὁ ἐν Κων/Πόλει, 1680)
  2. Ὁ δὲ Μάρτυς: «Χριστιανὸς ἤμην καὶ εἶμαι καὶ ἀναθεματίζω τὴν θρησκείαν καὶ τό σαλαβάτι σας». Καὶ ρίψας κατὰ γῆς τὸ σαρίκι, ἐφόρεσε τὸν μαῦρον σκοῦφον, τὸν ὁποῖον εἶχεν εἰς τὸν κόλπον του. (Ὁσιομάρτυς Ἱλαρίων ὁ Κρής, 1804)
  3. Καὶ ὁ Ἅγιος λέγει: ἐγὼ Χριστιανὸς εἶµαι καὶ τόν Χριστόν µου πιστεύω διὰ Θεὸν ἀληθινόν - οἱ δὲ τιµὲς καὶ τὰ ὀφφίκια ὁποὺ µοῦ τάζεις, δὲν µοῦ χρειάζονται· ἐγὼ τὸν Χριστόν µου δὲν ἀρνοῦµαι· τὸν Χριστόν µου πιστεύω, διὰ τὸ ὄνοµά του ἀποθαίνω. Τοῦρκος δὲν γίνοµαι…(Ἅγ. Νικόλαος ὁ Παντοπώλης, 1672)
  4. … ἡ δὲ τῳόντι Χρυσῆ καὶ πρᾶγµα καὶ ὄνοµα, ταῦτα ἔξαφνα καὶ παθoῦσα καὶ ἀκούσασα, τελείως δὲν ἐδειλίασεν, ἀλλὰ νοερῶς ἐπικαλεσαµένη τὸ ὄνοµα τοῦ Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ πρὸς βοήθειάν της, µὲ πολλὴν γενναιότητα καὶ παρρησίαν ἀπεκρίθη: ἐγὼ τὸν Χριστόν µου πιστεύω καὶ προσκυνῶ, καὶ αὐτὸν γνωρίζω διὰ νυµφίον µου· τὸν ὁποῖον δὲν θέλω ἀρνηθῆ πώποτε, κἂν µυρία µοῦ κάµετε βάσανα, κἂν καὶ εἰς λεπτὰ κοµµάτια τὸ σῶµα µου κατακόψετε. (Ἁγ. Χρυσῆ, 1795)
  5. …Τούρκισε, Ἀκυλίνα, καὶ ἐγὼ νὰ σὲ πάρω νύμφην εἰς τὸν υἱόν μου, ἡ τοῦ Χριστοῦ Μάρτυς μὲ τόλμην ἀνείκαστον: « ὁ διάβολος», τοῦ ἀπεκρίθη, «νὰ πάρῃ καὶ ἐσένα καὶ τὸν υἱόν σου»! Τοῦτο δὲ καθὼς ἤκουσαν ἐκεῖνοι ἄναψαν ἀπὸ τὸν θυμόν καὶ δήσαντες πάλιν τὴν Ἁγίαν, ὡς καὶ τὸ πρῶτον, τὴν ἐρράβδισαν ὥραν πολλήν· ἔπειτα λύσαντες αὐτήν, πάλιν τὴν ἐξετάζουν ἐκ τρίτου, καὶ λέγει πρὸς αὐτὴν ὁ κριτής· δέν ἐντρέπεσαι μωρὴ νὰ δέρνεσαι γυμνὴ ἐμπρὸς εἰς τόσους ἀνθρώπους; (ἐξεσχίσθη γάρ τὸ ὑποκάμισόν της ἀπὸ ταῖς πολλαῖς ραβδιαῖς καὶ ἔμεινε γυμνή) ἢ τούρκισε ἢ ἔχω νὰ συντρίψω τὰ κόκκαλά σου ἕνα ἕνα· ἡ δὲ ἀποκριθεῖσα, καὶ τί ὀρέχθηκα, τοῦ λέγει, ἀπὸ τὴν πίστιν σας νὰ ἀρνηθῶ ἐγὼ τὸν Χριστόν μου, ἢ ἀπὸ ποῖα θαύματα τῆς πίστεώς σας νὰ πιστεύσω; οἱ ὁποῖοι βρωμᾶτε ἀκόμη ζωντανοί· ὢ τόλμη μαρτυρική! ὢ μεγαλοψυχία οὐρανίων ἐπαίνων ἀξία! ὢ ἀπόκρισις, ὄχι ἑνὸς ἁπαλοῦ κορασίου, ἀλλ᾽ ἑνὸς γίγαντος ἀνδρειωμένου! (Ἁγ. Ἀκυλίνα, 1764)
  6. «Μία εἶναι ἡ πίστις τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων Χριστιανῶν· τὸν Ἰησοῦν μου Χριστὸν ἐγὼ κηρύττω Θεὸν ἀληθινὸν καὶ Ἐκεῖνον ποθῶ…Κτυπᾶτε ὅσον δύνασθε· διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Ἰησοῦ μου ἕτοιμος εἶμαι νὰ πάθω ὅσα μοῦ κάμετε».…Καὶ πάλιν εἰς τόσην κάκωσιν ὁποὺ εὑρίσκετο ἔψαλλε χαρούμενος τοὺς ὕμνους τῆς Κυρίας Θεοτόκου καὶ τοὺς «παῖδας εὐαγεῖς ἐν τῇ καμίνῳ»… (Ἅγ. Μάρκος ὁ ἐν Χίῳ, 1801)
  7. «Δὲν ἀρνοῦμαι ἐγὼ τὸν Κύριόν μου Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν ἀληθινὸν Θεόν, ἀλλὰ πιστεύω καὶ προσκυνῶ αὐτόν, ὡς ποιητὴν καὶ σωτῆρα μου· τὴν δὲ ἐδικήν σας πίστιν οὐδὲ ποσῶς χρειάζομαι, ἀλλ᾽ ἀποστρέφομαι καὶ ἐσᾶς καὶ τὸν προφήτην σας» (Ἅγ. Ἀναστάσιος Ναυπλιεύς, 1655)

Τὰ ἀνωτέρω ἐντελῶς ἐνδεικτικὰ παραδείγματα, σταγόνα μέσα στὸν συναξαριακὸ ὠκεανό, προκαλοῦν δέος καὶ ἔκπληξη. Συγχρόνως γεννοῦν μερικὲς μικρὲς σκέψεις σὰν διστακτικὰ ἐρωτήματα στὸν καλόπιστο ἀναγνώστη τῶν μαρτυρολογικῶν διηγήσεων καὶ πιστὸ ὑμνητὴ τῶν ἁγίων Νεομαρτύρων:

α´. Ποιός ἔμαθε στοὺς Ἁγίους Νεομάρτυρες αὐτὴ τὴν ἀρχαῖα μαρτυρικὴ γλῶσσα, ποιός δηλαδὴ τοὺς μετέδωσε βεβαία καὶ ὁμολογιακὴ πίστη ἀλλὰ καὶ μαρτυρικὴ αὐταπάρνηση ἰσάξια τῶν ἀρχαίων Μαρτύρων. Ποῦ σπούδασαν καὶ πῶς ἀφομοίωσαν αὐτὴ τὴν «θεία ἀγάπη», σὲ ποιό σχολεῖο, σὲ ποιό φροντιστήριο, σέ ποιό ἰνστιτοῦτο, σὲ ποιά ἀκαδημία, σέ ποιό πανεπιστήμιο, τέλος πάντων, διδάχθηκαν αὐτὴ τὴν «θεϊκὴ γλῶσσα» τῆς αὐτοθυσίας μέχρις αἵματος, τὸν θεϊκὸ ἔρωτα μέχρι ὁλοκαυτώσεως.

β´. Μὲ ποιό ἀναστοχασμὸ καὶ μὲ ποιό ἐπαναπροσδιορισμὸ ἐπαναξιολόγησαν τὴν ζωὴ καὶ τὴν πίστη τους καὶ τὴν σχέση τους μὲ τὸ πολυπολιτισμικὸ καὶ πολυθρησκευτικό τους περιβάλλον. Πῶς ἀντιμετώπιζαν τὴν θρησκευτικὴ διαφορετικότητα καὶ ἂν διακρίνονται στὰ μαρτύριά τους στοιχεῖα φονταμενταλισμοῦ.

γ´. Ὅπως φαίνεται σαφῶς στὰ ἐκτενῆ μαρτυρολόγια, ἡ πρὸ τοῦ μαρτυρίου τους ζωὴ εἶναι ζυμωμένη μὲ τὴν νοερὰ προσευχὴ καὶ μὲ τὴν λειτουργικὴ ζωή. Ἐπίσης, μεγάλος ἀριθμὸς ἐξ αὐτῶν εἶναι ἁπλοὶ ἄνθρωποι, μὲ ταπεινὰ ἐπαγγέλματα: ἄλλος ράφτης, ἄλλος ναύτης, ἄλλος κάλφας, ἄλλος κηπουρός, ἄλλος παντοπώλης κλ.π.. Δὲν διαθέτουν δηλαδὴ εἰδικὲς γνώσεις καὶ μάλιστα σὲ ἐποχὴ μὲ τεράστιες ἀντιξοότητες προσβάσεως στὴν στοιχειώδη ἔστω μόρφωση καὶ παιδεία. Πιθανολογεῖται συνεπῶς ἡ ἐλλιπὴς ἀπὸ μέρους τους κατανόηση τῆς λειτουργικῆς γλώσσης. Ἐν τούτοις δὲν φαίνεται πουθενὰ, δὲν προκύπτει κάποια ἔνδειξη γιὰ ἀμφισβήτηση τῆς λειτουργικῆς γλώσσας ἢ ὁ προβληματισμός τους γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς «μεταφράσεώς» της. (Σημειωτέον ὅτι αὐτὰ διαδραματίζονται 200-300 χρόνια πρὸ ἡμῶν, δηλ. ἐποχὴ ποὺ ἔχει ἐπικρατήσει ὁλοσχερῶς ἡ δημώδης γλῶσσα, ἡ νεοελληνική). Ἀντιθέτως μιλᾶνε ἄριστα καὶ ἀπταίστως τὴν «γλῶσσα» τῆς μαρτυρικῆς αὐταπαρνήσεως. Τὴν «γλῶσσα» τῶν Νεομαρτύρων.


No comments:

Post a Comment