ΜΙΑ ΚΥΟΦΟΡΟΥΜΕΝΗ ΑΙΡΕΣΗ
Η παράδοση της Φιλοκαλίας
Του Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιερόθεου
=================
Μετά τις ησυχαστικές Συνόδους του 14ου αιώνος χρειάσθηκε να γίνη μια κωδικοποίηση όλης της ησυχαστικής παραδόσεως, την οποία επικύρωσε η Εκκλησία συνοδικώς και κατοχύρωσε ως την αυθεντική ευαγγελική, εκκλησιαστική και πατερική ζωή.
Έτσι, άρχισαν να συγκροτούνται μερικά κείμενα και τελικά απαρτίσθηκε η Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών, η οποία δεν παραθεώρησε τα Μυστήρια, αλλά κατέγραψε τις πραγματικές εκκλησιαστικές προϋποθέσεις μεθέξεως της Χάριτος δι’ αυτών.
Η Φιλοκαλία απαρτίσθηκε και δημοσιεύθηκε από τους αγίους Μακάριο Νοταρά, Επίσκοπο πρώην Κορίνθου, και Νικόδημο τον Αγιορείτη. Στον πρόλογο, τον οποίο συνέγραψε ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, φαίνεται η μεγάλη αξία της Φιλοκαλίας, που περιέχει κείμενα τα οποία δείχνουν στον άνθρωπο τον τρόπο να ανακαλύψη την Χάρη του Αγίου Βαπτίσματος και του Χρίσματος που υπάρχει μέσα στην καρδιά του βαπτιζομένου, η οποία τώρα σε πολλούς Χριστιανούς καλύπτεται από τα πάθη.
Μια μικρή περίληψη αυτού του προλόγου θα δείξη την μεγάλη αξία και της Φιλοκαλίας, αλλά και της πνευματικής ζωής, μέσα στον χώρο της Εκκλησίας, δια της οποίας ο άνθρωπος ανέρχεται στο ύψος της θεοπτίας.
Ο Θεός, κατά τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, δημιούργησε τον άνθρωπο για να είναι «επόπτης της αισθητής Κτίσεως και μύστης της νοουμένης», με την εντολή να λάβη «την ενυπόστατον της θεώσεως χάριν», να γίνη θεός και να λάμπη στους αιώνας μέσα στο ακραιφνέστατο φως.
Όμως, με τον φθόνο του διαβόλου ο άνθρωπος αποχωρίσθηκε από την θεία δόξα και διέκοψε την εκπλήρωση της προαιώνιας βουλής του Θεού.
Στην συνέχεια ενηνθρώπησε ο Χριστός με την ευδοκία του Πατρός και την συνέργεια του Αγίου Πνεύματος, ενηνθρώπησε, θέωσε την προσληφθείσα ανθρώπινη φύση, και με το άγιο Βάπτισμα μας έδωσε την τέλεια Χάρη του Παναγίου Πνεύματος «οιονεί σπέρμα θείον εγκατασπείρας εν ταις καρδίαις ημών».
Συγχρόνως, μας έδωσε εντολή, με την τήρηση των εντολών Του, όταν πολιτευόμαστε κατά τις πνευματικές μεθηλικώσεις, δηλαδή την συναύξηση μαζί με τον Χριστό –την συσταύρωση, την συνταφή, την συνανάσταση και την συνανάληψη– να διαφυλάξουμε άσβεστη την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και να γίνουμε τέκνα Θεού, να θεωθούμε. Αυτή είναι η περίληψη της θείας οικονομίας.
Εμείς, όμως, με την άγνοια και με τις βιοτικές μέριμνες τυφλωθήκαμε και συνεχώσαμε αυτήν την Χάρη του Θεού μέσα στην καρδιά, οπότε το φως του Βαπτίσματος κινδυνεύει να σβησθή. Στην πραγματικότητα αυτή η Χάρη του αγίου Βαπτίσματος καλύπτεται από τα πάθη.
Για να αποφευχθή αυτό, το Άγιον Πνεύμα σόφισε τους Πατέρας να μας διδάξουν τον τρόπο που υποδείχθηκε και από τον Χριστό να ασχοληθούμε με την νήψη, την φυλακή του νοός, την αδιάλειπτη προσευχή του ονόματος του Χριστού στα χείλη, τον νου και στο βάθος της καρδιάς, με το να τηρούμε την διάνοια «ασχημάτιστον όλως και άχροον», ώστε να αποκαλύψουμε την Χάρη του Θεού που βρίσκεται μέσα στην καρδιά, που είναι η Βασιλεία του Θεού.
Εξασκούμενοι σε αυτήν την πνευματική εργασία, δηλαδή στην νοερά προσευχή, που συνδέεται και με την τήρηση των εντολών του Χριστού, αναπτύσσεται μια ενέργεια μέσα στην καρδιά, μια θερμότητα, και με αυτήν την ενέργεια «τα μεν πάθη καταναλίσκονται» και ο νους και η καρδία «κατ’ ολίγον καθαίρονται και προς εαυτά ενούνται».
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να τηρούνται με μεγάλη ευχέρεια οι εντολές του Χριστού και να ανατέλλουν οι καρποί του Αγίου Πνεύματος. Έτσι, με αυτόν τον τρόπο, ανακαλύπτουμε την τέλεια Χάρη του αγίου Βαπτίσματος που μας δόθηκε από την αρχή, η οποία σαν κάποια σπίθα ήταν συγκεχωμένη στα πάθη, και έτσι «τηλαυγώς αναλάμψασαν αυτήν, κατοπτεύσαι και φωτισθήναι νοερώς και επομένως τελειωθήναι και θεωθήναι κατάλληλα».
Αυτήν την μέθοδο μας την περιέγραψαν οι άγιοι Πατέρες και την παρέδωκαν σε μας τα πνευματικά τους παιδιά «καθάπερ τινα πατρικήν κληρονομίαν». Πρόκειται για την «καθαρτικήν», «φωτιστικήν» και «τελειωτικήν» Χάρη, όπως την ονομάζει ο άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης, και τα νηπτικά συγγράμματα των Πατέρων της Εκκλησίας που κάνουν λόγο «περί προσοχής και νήψεως» και έχουν σκοπό «το θεουργήσαι τον άνθρωπον».
Αυτά τα πατερικά συγγράμματα, λόγω της παλαιότητος και της μη εκδόσεώς τους παρέμειναν άγνωστα.
Δυστυχώς, αυτή η ιερά εργασία παραμένει άγνωστη και σε αυτούς ακόμη τους μοναχούς, που ασχολούνται μόνον με τα εργαλεία των αρετών και δεν γνωρίζουν τα σχετικά με την φυλακή του νοός και την καθαρά προσευχή.
Έτσι, «κινδυνεύει την τοιαύτην σύντομον και γλυκυτάτην εργασίαν τέλεον εκλίπειν· αμαυρωθήναι τε εντεύθεν και αποσβεσθήναι την χάριν» και βεβαίως κινδυνεύουμε να εκπέσουμε από την προς τον Θεό ένωση και θεουργία.
Λόγω της απώλειας αυτής της εργασίας που οδηγεί στην θέωση είναι δυσεύρετη η ύπαρξη ακόμη και μοναχών που αγαπούν την ησυχαστική ζωή, εξέλειψαν ακόμη και «οι εν αγιότητι διαπρέποντες». Γιατί, χωρίς την θέωση του νου, δεν μπορεί ο άνθρωπος όχι μόνον να αγιάση, αλλά ούτε και να σωθή, αφού «ταυτόν γαρ εστι σωθήναι και θεωθήναι κατά την των θεοσόφων εκφαντορίαν».
Επειδή στερούμαστε τέτοιων βιβλίων και τα σημαντικά αυτά νηπτικά κείμενα παραμένουν στο σκοτάδι και σε κάποια γωνιά «ακλεή και σητόβρωτα και τήδε κακείσαι παρερριμμένα τε και διεσπαρμένα», εκδίδεται η Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών.
Αυτό το βιβλίο είναι «το της νήψεως ταμιείον· το του νοός φυλακτήριον· το μυστικόν διδασκαλείον της νοεράς προσευχής. Βιβλίον, της πρακτικής την εξαίρετον υποτύπωσιν· της θεωρίας την απλανή οδηγίαν· τον των Πατέρων Παράδεισον· των αρετών την χρυσήν σειράν.
Βιβλίον το πυκνόν του Ιησού αδολέσχημα, την ανακλητικήν της Χάριτος σάλπιγγα και, συνελόντι φάναι, αυτό δη το της θεώσεως όργανον, χρήμα είπέρ τι άλλο μυριοπόθητον, και προ πολλών ετών μελετώμενον μεν και ζητούμενον, αλλ’ ουχ ευρισκόμενον»..
Είναι φανερόν ότι η Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών περιέχει την μέθοδο της ορθοδόξου ευσεβείας, που είναι ο ιερός ησυχασμός, η οποία μέθοδος συνδέεται στενά με τα Μυστήρια της Εκκλησίας –το Βάπτισμα, το Χρίσμα, την θεία Ευχαριστία– και δείχνει στον άνθρωπο τον τρόπο με τον οποίο φθάνει στην θέωση. Επομένως, Μυστήρια και ησυχασμός συνδέονται στενότατα μεταξύ τους.
Οπότε, όποιος υποτιμά την Φιλοκαλία και ομιλεί περιφρονητικώς και υβριστικώς γι’ αυτήν, στην πραγματικότητα υπονομεύει όλην την ασκητική διδασκαλία της Εκκλησίας, όπως κατοχυρώθηκε συνοδικώς.
ΠΗΓΗ:
Εκκλησιαστικό Πρακτορείο Ειδήσεων “Ρομφαία”
No comments:
Post a Comment