ΟΙ ΕΣΦΑΛΜΕΝΕΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ
ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΕΙΟ ΤΟΥ ΠΑΠΑ
Του Καθηγητή Δημήτριου Τσελεγγίδη
================
ΠΩΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝΕΤΑΙ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ;
_______________
Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας πραγματώνεται διά τῆς ἀκτίστου θεοποιοῦ Χάριτος μυστηριακῶς καί ἰδιαίτερα διά τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ὄχι ὅμως μηχανιστικῶς καί ἀπροϋποθέτως. Ἀπεναντίας ἡ χαρισματική ἕνωση προϋποθέτει ἀπό τούς πιστούς τήν καθαρότητα ἀπό τήν ἁμαρτία, τήν ἐλεύθερη συνεργία τους καί τό αὐτό φρόνημα ὡς πρός τήν πίστη. Ἄλλωστε, ὁ Θεός δοξάζεται ὀρθά στό πλαίσιο τῆς Θείας Λατρείας, μόνον ὅταν ἡ δοξολογία γίνεται «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ». Τοῦτο ὅμως προϋποθέτει ὄχι μόνο μία πίστη, ἀλλά καί μία ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ζωή. Αὐτό εἶναι θεολογικῶς εὐνόητο, γιατί ὁ Θεός ὡς αὐτοδόξαστος, μπορεῖ πρακτικῶς νά δοξάζεται πραγματικά καί ἀπό ἐμᾶς, μόνον ὅταν ὁ ἴδιος ἐνεργεῖ ἐντός ἡμῶν διά τοῦ Πνεύματός Του.
Αὐτό ὅμως συμβαίνει, μόνον ὅταν ἔχουμε ἐνεργό ἐντός ἡμῶν τό δικό Του Πνεῦμα, πού λάβαμε κατά τήν προσωπική μας Πεντηκοστή, στό ἅγιο Χρίσμα. Ὅταν ὅμως συμβαίνει ἡ ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας νά ἔχει ἄλλο φρόνημα, καί μάλιστα ἀντίθετο μέ τή δογματική συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτή ἐκφράστηκε στίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τότε προφανῶς ἡ ἑνότητα τῆς ἡγεσίας μέ τό σῶμα καί τήν κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας ἐμφανίζεται λειτουργικῶς προβληματική. Ἰδιαίτερα προβληματική γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας στή λατρεία ἐμφανίζεται ἡ κατάσταση ἐκείνη, κατά τήν ὁποία ἡ συγκεκριμένη ἡγεσία, πού μνημονεύεται στή θεία Εὐχαριστία, συμβαίνει νά φρονεῖ, νά ζεῖ καί νά συμπεριφέρεται κατά τρόπο ἀσύμβατο πρός τό γράμμα καί τό πνεῦμα τῶν ἱερῶν Κανόνων Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Ὅταν συμβαίνει, ἡ ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας νά προβαίνει σέ συμπροσευχές μέ τούς ἑτεροδόξους καί νά ἀποδέχεται, ἔστω καί σιωπηρῶς, τά κοινά Κείμενα πού ὑπογράφουν οἱ ἀντιπρόσωποί της μέ τούς ἑτεροδόξους, ὅταν δηλαδή ἔμμεσα πλήν σαφῶς στήν πράξη θεωρεῖ ὅτι οἱ ἑτερόδοξοι συνιστοῦν ἐκκλησίες, μέ τήν ἐκκλησιολογική ἔννοια τοῦ ὅρου, καί ὅτι ἔχουν κατά συνέπεια γνήσια μυστήρια, παρά τό γεγονός ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ ἑτερόδοξοι ἀρνοῦνται δογματικῶς τόν ἄκτιστο χαρακτήρα τῆς Χάριτος καί ἐνεργείας τῶν μυστηρίων, ἀδειάζοντας ἔτσι κυριολεκτικά τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καί τόν θεανθρώπινο χαρακτήρα της καί ὑποβιβάζοντάς το σέ καθαρά ἀνθρώπινο ὀργανισμό, τότε ἀσφαλῶς φαλκιδεύεται σέ κάποιο βαθμό ἡ ἑνότητα τῆς συγκεκριμένης ἡγεσίας μέ τήν Ἐκκλησία καθεαυτήν. Πρακτικῶς, τότε ἡ ἐπιδιωκόμενη ἑνότητα αὐτῆς τῆς ἡγεσίας ἐξαντλεῖται στό κτιστό καί ἀνθρώπινο ἐπίπεδο. Τότε αὐτή ἡ ἑνότητα δέν συμπεριλαμβάνει στήν πραγματικότητα τόν Τριαδικό Θεό, ἀφοῦ οἱ πρός ἑνότητα Ρωμαιοκαθολικοί ἐξακολουθοῦν νά ἀρνοῦνται δογματικῶς τόν ἄκτιστο χαρακτήρα τῆς θείας Χάριτος, πού ὡς θεότητα γεφυρώνει ὀντολογικῶς τό χάσμα ἀνάμεσα στόν ἄκτιστο Τριαδικό Θεό καί τόν κτιστό ἄνθρωπο.
Ἔτσι ὅμως καταργεῖται στήν πράξη ἡ θεία κοινωνία τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ μέ τόν κτιστό ἄνθρωπο. Ἀλλά καί ὅταν συμβαίνει ἡ ζωή ἡμῶν τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας νά μή εἶναι συμβατή μέ τό φρόνημα τῆς πίστεως τῆς Ἐκκλησίας, τότε ἡ ἐμφανιζόμενη κατά τήν θεία λατρεία θεσμική ἑνότητά μας εἶναι ἐξωτερική καί συμβατική. Σαφῶς δέν εἶναι ἐκείνη, πού ὁ Χριστός ζήτησε ἀπό τό Θεό Πατέρα στήν Ἀρχιερατική προσευχή Του, ἐπειδή δέν λαμβάνει σοβαρά ὑπόψη αὐτή ἡ ἑνότητα τίς θεολογικές καί ἁγιοπνευματικές προϋποθέσεις γιά τήν οἰκείωση καί τήν ἐν πάσῃ αἰσθήσει βίωσή της.
ΠΗΓΗ:
Αναβάσεις,
Ορθόδοξος Τύπος
Ευχαριστούμε τον κ.Τσελεγγίδη!
ReplyDelete