Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΛΑΙΚΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΖΟΝΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Δ΄
Ὁ Καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας (1886 - 1977)
Τοῦ Μοναχοῦ Σεραφείμ
=====
Ὁ Καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας, ἀπό τά ἱδρυτικά καί ἡγετικά στελέχη τῶν Ἀδελφοτήτων Θεολόγων «Ζωή» (1907) καί «Ὁ Σωτήρ» (1960), ὑπῆρξε σαφέστατα ἀσυνήθης μορφή στήν νεωτέρα Ἑλληνική Θεολογία, διακεκριμένος καί ἀκαταπόνητος ἑρμηνευτής, δογματολόγος, λειτουργιολόγος, ἀπολογητής καί ἱεροκῆρυξ. Εὐρέως γνωστός ἐπίσης στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν πληθύ καί τήν ὑψηλή ποιότητα τῶν συγγραμμάτων του, τά ὁποῖα καλύπτουν μέγα εὖρος πρακτικῶν ἀναγκῶν τοῦ ποιμνίου καί τῶν ἀπαιτήσεων τῶν κατηχητῶν καί τῶν θεολόγων, συνεισέφερε ἐξ ἴσου καί στήν ἀκαδημαϊκή θεολογία στά πεδία τά ὁποῖα ὑπηρέτησε[17].
Ἡ διδασκαλία τοῦ Καθηγητοῦ Τρεμπέλα σήμερα ὑποτιμᾶται ἀπό τό μετα-πατερικό θεολογικό κατεστημένο, ὄχι κατ’ οὐσίαν λόγῳ τῆς ἐμμέσου διαμφισβητήσεως ἀπό τόν Τρεμπέλα στοιχείων τῆς πατερικῆς ἡσυχαστικῆς καί παλαμικῆς θεολογίας (ἕνα σημαντικό[18], ὄχι πάντως καθοριστικό, λάθος του)[19], ἀλλά διότι ἡ συστηματική ἔκθεση ἀπό τόν μακαριστό Τρεμπέλα τῶν δογμάτων τῆς Πίστεως, ὡς ἐπίσης καί οἱ ἀπολογητικές του συγγραφές κατά τῶν ποικίλων αἱρετικῶν ρευμάτων καί ἀνατρεπτικῶν τάσεων τοῦ μοντερνισμοῦ, ἀποτελοῦν σιωπηλή τροχοπέδη στήν προσπάθεια τῶν καινοτόμων αἱρετικῶν οἰκουμενιστῶν καί νεο-αριστερῶν θεολόγων, νά προωθήσουν τήν δική τους «σύνθεση», μιά «σούπα» δογματικοῦ σχετικισμοῦ καί γενικῆς θεολογικῆς ρευστότητος. Ἔτσι ὁ Τρεμπέλας κατηγορεῖται ὡς «σχολαστικιστής», διότι ἁπλῶς καί μόνον δέν «φιλοσοφοῦσε» μέ ἐλευθεριάζουσα τήν διάνοια, ἀδέσμευτη ἀπό τά δόγματα καί τίς ἱερές παραδόσεις, κατά τό παράδειγμα λίγων συγχρόνων του καί πολλῶν μεταγενεστέρων (ὅπως ἦταν, θά λέγαμε, ὁ τρομερός ἀλλά καί «αἱρετικός» νοῦς, ὁ Καθηγητής κυρός Νίκος Ματσούκας).
Ὁ ἴδιος ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης, ἡ θεολογία τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε πολεμούμενο σημεῖο ἀναφορᾶς, ἀλλά καί κομβικό σημεῖο (ἐπι)στροφῆς στήν μόνη ἀληθῶς ἐκκλησιαστική, τήν νηπτική καί ἡσυχαστική, θεολογία, γράφει περί τοῦ Π. Τρεμπέλα, καί παρά τούς θεολογικούς διαξιφισμούς του μέ τόν ἴδιο τόν πολιό Καθηγητή: «Ἐξ ἴσου ἀπαραίτητος εἶναι ἡ μελέτη τῆς Δογματικῆς τοῦ κορυφαίου Δογματικοῦ καί καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἀειμνήστου Παναγιώτου Τρεμπέλα, ὅστις ἐπίσης ἠκολούθησε γραμμήν ἐπανόδου τῆς νεωτέρας Ὀρθοδόξου Θεολογίας εἰς τήν Πατερικήν Παράδοσιν»· γιά τόν λόγο αὐτό καί τά ἑρμηνευτικά κείμενα τοῦ Π. Τρεμπέλα μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν «ὡς γέφυρα πρός τά ἑρμηνευτικά μνημεῖα τῶν Πατέρων» [20]. Εἶναι σαφές, ὅτι ὁ μακαριστός Καθηγητής καί ἡγέτης τῆς Ἀδελφότητος τοῦ «Σωτῆρος» κατατάσσεται στό μέτωπο τῶν ἀγωνιζομένων ὑπέρ τῆς πατερικῆς Παραδόσεως[21].
Παραθέτουμε (σέ μεταφορά στή νεοελληνική) σχετικό μέ τό θέμα μας ἐκκλησιολογικό ἀπόσπασμα ἀπό τήν Δογματική του: «Ἐξηγεῖται λοιπόν πλήρως ἡ τέτοιου εἴδους ἰσχύς τῆς λαϊκῆς ἀναγνωρίσεως, ὅταν ληφθῆ ὑπ΄ ὄψιν, ὅτι οἱ ἀποφάνσεις καί διατυπώσεις τῶν ἱερῶν Συνόδων ὡς πρός τήν χριστιανική ἀλήθεια, γίνονται, ὅπως εἴπαμε, σύμφωνα μέ τήν ἔγγραφη καί ἄγραφη ἀποστολική παράδοση, ἡ ὁποία δέν ἀποτελεῖ κάποια νεκρή καί θεωρητική γνώση, ἀλλά ζωντανό φρόνημα παντός τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο μαρτυρεῖται καί ἀποτελεῖται ἀπό τήν ζωντανή πίστη ὅλων τῶν μελῶν Της. Ὁ θησαυρός τῆς πίστεως, δηλαδή, πού περιέχεται στήν Ἁγία Γραφή καί τήν ἀποστολική παράδοση γενικῶς, πρέπει νά εἶναι κτῆμα κάθε Χριστιανοῦ καί νά βιώνεται στή ζωή του. Συνεπῶς καί οἱ ἀποφάνσεις τῶν ἱερῶν Συνόδων πού σχετίζονται μέ τόν θησαυρό αὐτό, καί πού λαμβάνονται λόγῳ τῶν ἀμφισβητήσεων τῆς ζωοπαρόχου ἀληθείας ἐκ μέρους τῶν αἱρετικῶν, καί οἱ ὁποῖες [ἀμφισβητήσεις] παρακολουθοῦνται μέ ἀδιάπτωτο ἐνδιαφέρον ἀπό τά ζῶντα μέλη τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀδύνατον νά συναντοῦν ἀδιαφορία στούς πιστούς, ἐφ΄ ὅσον αὐτοί δέν εἶναι νεκροί [πνευματικῶς, ἐν.]. Ἔτσι ἡ κρίση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος ἐπί τῶν συνοδικῶν ἀποφάνσεων ἐμφανίζεται αὐθόρμητη, κάποιες φορές δέ καί ἀσυγκράτητη, ἀλλά ἐκδηλώνει συγχρόνως καί τό καθολικό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας, τό ὁποῖο βέβαια οὐδέποτε ἔπαυσε νά μαρτυρεῖται καί νά κηρύττεται ἀπό Αὐτήν» [22].
Τά συμπεράσματα τοῦ καθηγητοῦ συμπυκνώνονται στά ἑξῆς:
(1) ὁ θησαυρός τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Πίστεως δέν εἶναι νεκρό γράμμα διανοητικῆς θεωρίας καί γνώσεως, ἀλλά βίωμα καί φρόνημα ὅλων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας·
(2) ὡς ἐκ τούτου ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀληθείας ἀπό τούς αἱρετικούς προξενεῖ τίς ἱερές Συνόδους καί παρακολουθεῖται καθηκόντως μέ ἐνδιαφέρον ἀπό τά πνευματικῶς ζωντανά (καί ὄχι τά νεκρά) μέλη τῆς Ἐκκλησίας·
(3) ἡ αὐθόρμητη (καί ἐνδεχομένως δυναμική) ἀντίσταση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος σέ συνοδικές ἀποφάσεις, ἀποτελεῖ καί ἐκδήλωση τοῦ (προσβαλλομένου ἀπό τήν αἵρεση) διαχρονικοῦ φρονήματος τῆς Ἐκκλησίας.
(Συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[17]. Σύντομο ἐπιμνημόσυνο βιογραφικό καί σκιαγραφικό σημείωμα περί τοῦ σπουδαίου αὐτοῦ θεολόγου, βλ. ὡς Π. Ν. Τρεμπέλας (1886-1977). Ἀμυδρά Σκιαγραφία (ἀνάτυπον ἐκ τοῦ βιβλίου «Ἐκλογή Ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ὑμνογραφίας»), ἐκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 19882.
[18]. Βλ. «Ἡ καταδίκη τοῦ μακαριστοῦ Παναγιώτη Τρεμπέλα ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος», Ὀρθόδοξη Μαρτυρία 42 (Χειμώνας 1994) 78-87. Ἡ ἐν λόγῳ ἁγιορειτική κριτική δημοσιεύθηκε περί τά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1970. Οἱ προβληματικές θέσεις τοῦ Καθηγητοῦ κυροῦ Π. Τρεμπέλα εἶχαν περιληφθῆ στό βιβλίο του Μυστικισμός-Ἀποφατισμός-Καταφατική Θεολογία. Εἴκοσι ἔτη ἀργότερα καταδικάσθηκαν ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος καί οἱ ἀπαράδεκτες πατρομαχικές ἀπόψεις τοῦ θεωρουμένου ὡς ἀντιδυτικοῦ καί ὡς πατερικῶς θεολογοῦντος Καθηγητοῦ τῆς Παντείου κ. Χρήστου Γιανναρᾶ· βλ. «Ἀναίρεσις τῶν πεπλανημένων θέσεων τοῦ κ. Χρήστου Γιανναρᾶ περί τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου», Ὀρθόδοξη Μαρτυρία 40 ( Ἄνοιξη-Καλοκαίρι 1993) 1-10.
[19]. Περί τοῦ θέματος τούτου ἰδέ χαρακτηριστικῶς Ἐγχειρίδιον· ἀλληλογραφία π. Ἰ. Σ. Ρωμανίδου καί καθ. Π. Ν. Τρεμπέλα, ἐπιμ. π. Γ. Μεταλληνοῦ, ἐκδ. Ἁρμός, Ἀθῆναι 2009. Βλ. συγκεκριμένα καί τήν ἄποψη τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου (Εἰσαγωγή, αὐτόθι, σ. 16), ὅτι: «Ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας μεγάλωσε σέ ὅλο αὐτό τό σχολαστικό κλῖμα καί ἔκανε μεγάλο ἀγῶνα καί ἀξιόλογη προσπάθεια, γιά νά μετακινηθῆ πρός τήν πατερική θεολογία. Αὐτό ἦταν ἕνα δύσκολο ἔργο στήν ἐποχή του [...] ἀπετέλεσε μιά δυναμική προσωπικότητα, πού ἔκανε τήν μεγάλη στροφή στήν Ἑλλάδα πρός τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας».
[20]. Πρωτοπρ. Καθηγητής Ιω. Ρωμανιδης, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. Α΄, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 19994, σ. 6ἑ.
[21]. Πρωτοπρ. Καθηγητής Θ. Ζήσης, «Γένεση καί ἐξέλιξη τῆς πατρομαχικῆς μεταπατερικότητας», Πατερική Θεολογία καί μεταπατερική αἵρεση, ἐκδ. Ἱ.Μ. Πειραιῶς, Πειραιεύς 2012, σ. 266.
[22]. Π.Ν.Τρεμπέλας, Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. Β΄, ἔκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 19792, σ. 408: «Ἐξηγεῖται δέ πλήρως ἡ τοιαύτη ἰσχύς τῆς λαϊκῆς ἀναγνωρίσεως, ὅταν ληφθῇ ὑπ’ ὄψιν, ὅτι αἱ ἐπί τῆς χριστιανικῆς ἀληθείας ἀποφάνσεις καί διατυπώσεις τῶν ἱερῶν Συνόδων γίνονται, ὡς εἴπομεν, κατά τήν ἔγγραφον καί ἄγραφον ἀποστολικήν παράδοσιν, ἥτις δέν ἀποτελεῖ νεκράν τινα θεωρίαν καί γνῶσιν, ἀλλά ζῶν φρόνημα παντός τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, μαρτυρούμενον καί ἀποτελούμενον ἐκ τῆς ζώσης πίστεως πάντων τῶν ζώντων μελῶν αὐτῆς. Ὁ ἐν τῇ Ἁγίᾳ Γραφῇ δηλαδή καί γενικῶς τῇ ἀποστολικῇ παραδόσει περιεχόμενος θησαυρός τῆς πίστεως δέον νά εἶναι κτῆμα παντός Χριστιανοῦ καί νά βιῶται ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ. Ἐντεῦθεν καί αἱ σχετιζόμεναι πρός τόν θησαυρόν τοῦτον ἀποφάνσεις τῶν ἱερῶν συνόδων, γινόμεναι ἐκ διαμφισβητήσεων ὑπό αἱρετικῶν τῆς ζωοπαρόχου ἀληθείας, παρακολουθουμένων μετ’ ἀδιαπτώτου ἐνδιαφέροντος ὑπό τῶν ζώντων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀδύνατον νά συναντῶσιν ἀδιαφορίαν εἰς τούς πιστούς, ἐφ’ ὅσον οὗτοι δέν εἶναι νεκροί. Οὕτω παρουσιάζεται ἡ ὑπό τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος κρίσις τῶν συνοδικῶν ἀποφάνσεων αὐθόρμητος, ἔστι δ΄ ὅτε καί ἀσυγκράτητος, ἀλλ’ ἐκδηλοῖ συγχρόνως καί τό καθολικόν τῆς Ἐκκλησίας φρόνημα, ὅπερ οὐδέποτε ἔπαυσε νά μαρτυρῆται καί νά κηρύττεται ὑπ’ αὐτῆς».
No comments:
Post a Comment