Tuesday, May 31, 2016

ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ


ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Του θεολόγου κ. Ανδρέα Κυριακού
=====

Η νεοσύστατη Θεολογική Σχολή της Εκκλησίας της Κύπρου μαζί με το Υπουργείο Παιδείας οργάνωσαν Ημερίδα για τους Θεολόγους με θέμα: «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Προ των πυλών». 

Στη σύντομη προσφώνησή του, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Χρυσόστομος Β΄, μίλησε για «παραφωνίες», οι οποίες, κατά την πρόβλεψή του, θα σιγήσουν μετά την Σύνοδο. Ανέφερε επίσης ότι μετά από 5 περίπου χρόνια θα συγκληθεί μια πραγματικά Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, που θα επιφέρει τομές. Με όλο το σέβας, ερωτούμε τον Μακαριώτατο: Για ποιες παραφωνίες μιλάτε; Αν νομίζετε πως όποιος επιμένει στην παραδοσιακή ορθόδοξη γραμμή «επόμενος τοις Αγίοις Πατράσι» παραφωνεί, δεν θα συμφωνήσουμε μαζί σας. Αν σε πέντε χρόνια θα γίνουν τομές, γιατί η τόση σπουδή για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της 19ης Ιουνίου 2016; Από το 1923 κάναμε υπομονή. Αν περιμένουμε ακόμη πέντε χρόνια τι πειράζει; 

Κύριος ομιλητής ήταν ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κωνσταντίας και Αμμοχώστου κ. Βασίλειος. Από τα 60΄ που μίλησε ο Πανιερώτατος τα 50΄ αναλώθηκαν σε μια αναδρομή στις προσπάθειες από του 1923 άχρι του νυν. Μίλησε επίσης ο Πανιερώτατος για «παραπληροφόρηση στο Διαδίκτυο», όπως και ότι αποτελεί «παραλογισμό η κατηγορία εναντίον των επισκόπων ότι θα προβούν σε προδοσία της Πίστεως». Ονόμασε «παραφιλολογία» κάθε αντίθετη άποψη, μίλησε για «βαλτές θέσεις» ή τουλάχιστον για «άγνοια» και ανέφερε ότι «οι αντιτιθέμενοι είναι ημιμαθείς». Αναφέρθηκε επίσης σε «ζιζάνια». Όλα αυτά δεν μπορούν παρά χαρακτηριστούν αυτόχρημα απαξιωτικά για κάθε αντίθετη άποψη. Δεν φταίνε, όμως, οι «αντιτιθέμενοι» αν το Άρθρο 6 της Συνάξεως των Προκαθημένων στο Σαμπεζύ, ενώ μιλάει για την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, περιπίπτοντας σε καθαρή αντίφαση, εισηγείται την μετονομασία των Παπικών, Προτεσταντών και Μονοφυσιτών σε «Εκκλησίες»!!! Γιατί πρέπει να καλοπιάνουμε τους κακόφρονες; Μήπως διότι θα αποπτύσουν πάραυτα τις πλάνες και κακοδιδασκαλίες τους και θα επιστρέψουν στην Εκκλησία; Μήπως διότι είναι αριθμητικά πολλοί; 

Όμως το τελικό συμπέρασμα είναι ότι, ενώ όλοι εκείνοι οι θεολόγοι μετέβησαν στο Ίδρυμα Μακαρίου με την ελπίδα ότι θα αναπαυθούν, ακούγοντας ότι η κατά Κύπρον Εκκλησία του Χριστού θα υπερασπισθεί την «άπαξ παραδοθείσαν τοις Αγίοις πίστιν», όπως έπραττε διαχρονικά, από την εποχή του Αγίου Σπυρίδωνος και του Αγίου Επιφανίου, δεν άκουσαν τίποτε το ενθαρρυντικό. Άκρα του τάφου σιωπή, και ουδέν νεώτερον για το τι θα πράξουν οι επίσκοποί μας στην Κρήτη. Επτασφράγιστο μυστικό, καλά φυλαγμένο ιεροκρυφίως. Το χριστεπώνυμο πλήρωμα δεν δικαιούται να γνωρίζει;

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΕΜΨΥΧΩΣΗ

ΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ Ζ΄


ΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ
Ζ΄

Του Σεβ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου
=====

7. Ἡ κακοδοξία τῆς ὀντολογίας τοῦ προσώπου

Τό θέμα τοῦ προσώπου δέν εἶναι «σχολαῖο», δηλαδή σχολαστικό, εἶναι μεγίστης σημασίας. Ἔχει εἰσαχθῆ στήν ὁρολογία μας, τό χρησιμοποιοῦμε συχνά, κάνουμε λόγο γιά τό «ἀνθρώπινο πρόσωπο» καί τήν «ἱερότητά» του, γιά τήν διαφορά μεταξύ «προσώπου καί ἀτόμου» καί πολλά ἄλλα πού εἶναι ἄρνηση τῆς θεολογίας τῶν Πατέρων μας.

∆ιάβασα τό κοινό ἀνακοινωθέν πού ὑπεγράφη στήν Μυτιλήνη μεταξύ τοῦ Πάπα, τοῦ Πατριάρχου καί τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος. Γίνεται λόγος γιά «προστασία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς», γιά «ἀνθρωπιστική κρίση», γιά «παραβίαση τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καί τῶν θεμελιωδῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί ἐλευθεριῶν τους», γιά «κρίση ἀνθρωπιστική», ἀλλά ὄχι γιά «ἀνθρώπινο πρόσωπο».

∆υστυχῶς, σήμερα ἔχει ἀντικατασταθῆ ἡ ὡραιότατη καί θεολογικότατη λέξη ἄνθρωπος ἀπό τίς λέξεις πρόσωπο, ἀνθρώπινο πρόσωπο, πού μοῦ θυμίζουν τήν παλαιότερη φράση «σοσιαλισμός μέ ἀνθρώπινο πρόσωπο», καί μέ αὐτή τήν ἔννοια ἀπό τήν θεολογία φθάσαμε στήν κοινωνιολογία γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα. Βεβαίως, σεβόμαστε τά ἀνθρώπινα δικαιώματα, ἀλλά ἡ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δέν μπορεῖ νά περικλεισθῆ μόνον σέ αὐτά.
Ἡ λέξη πρόσωπο καί ἄτομο γιά τόν ἄνθρωπο καί τά σχετικά μέ τήν «ὀντολογία τοῦ προσώπου» ἔχουν μιά διαδρομή ἀπό τόν Θωμᾶ τόν Ἀκινάτη μέχρι τόν Κάντ, τόν γερμανικό ἰδεαλισμό (Φίχτε, Σέλινγ, Χαῖγκελ), τήν ρωσική θεολογία καί τόν ὑπαρξισμό, καί χρησιμοποιοῦνται κυρίως ἀπό μερικούς Ὀρθοδόξους. Πρόκειται γιά μιά μορφή «θεολογικοῦ ἰοῦ», πού ἔχει προσβάλει τήν ὀρθόδοξη θεολογία μας.

Καί μπορεῖ, ἴσως, νά χρησιμοποιοῦμε τόν ὅρο αὐτόν στήν καθημερινή μας γλώσσα, χωρίς νά τό ἀντιλαμβανόμαστε, ἀλλά ὅταν εἰσάγεται αὐτός ὁ ὅρος σέ ἐπίσημα συνοδικά καί ἐκκλησιαστικά κείμενα, τότε ἀποτελεῖ θεολογική παρεκτροπή. Οἱ σύγχρονοι θεολόγοι πού χρησιμοποιοῦν τίς φράσεις «ἀνθρώπινο πρόσωπο», «ἀναγκαιότητα τῆς φύσεως», «βούληση ἤ ἐλευθερία τοῦ προσώπου» σαφῶς παραβιάζουν τήν ὀρθόδοξη θεολογία ὅτι ἡ φύση εἶναι καλή, καί ὄχι ἀναγκαστική, ἡ θέληση-βούληση εἶναι ὄρεξη τῆς φύσεως καί ὄχι τοῦ προσώπου, τό πρόσωπο ταυτίζεται μέ τό ἄτομο κ.ἄ. Ἡ σύνδεση μεταξύ τῆς θέλησης καί τοῦ προσώπου καταργεῖ τόν Τριαδικό Θεό, εἰσάγει τριθεΐα, καί ἡ σύνδεση μεταξύ φύσεως καί ἀνάγκης ἀποδίδει μομφή στόν Θεό γιά τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου.

Ἔτσι, στό κείμενο πρέπει νά ἀντικατασταθοῦν τά περί προσώπου, μέ τήν λέξη ἄνθρωπος. Τί ὡραία εἶναι αὐτή ἡ λέξη μέ τό ὀρθόδοξο περιεχόμενο τοῦ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση! Φυσικά, κάθε ἄνθρωπο ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ πρέπει νά τόν σεβόμαστε καί δέν μπορεῖ νά τόν ὀνομάζουμε πρόσωπο γιά νά δείχνουμε τόν σεβασμό μας σέ αὐτόν.

Ἐπειδή μερικοί ἐπικαλοῦνται τόν Γέροντα Σωφρόνιο πού ὁμιλοῦσε περί προσώπου θέλω νά ἐπισημάνω ὅτι ὅσα ἔγραφε ὁ Γέροντας δέν ἔχουν καμμιά σχέση μέ ἐκεῖνα πού ἀναλύουν οἱ σύγχρονοι θεολογοῦντες περσοναλιστές. Ὁ Γέροντας ταύτιζε τό πρόσωπο-ὑπόσταση μέ τήν πορεία ἀπό τό κατ’ εἰκόνα στό καθ’ ὁμοίωση καί στήν πραγματικότητα μέ τόν ὅρο πρόσωπο «ζωγράφιζε» τόν ἅγιο Σιλουανό.


(Συνεχίζεται)

ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ Η΄


ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Η΄

Tης Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους
=====

Μέ αὐτά τά δεδομένα ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος δέν θά ἔπρεπε νά ἐπικυρώσῃ ἁπλῶς τήν στοχοθεσία καί τήν μεθοδολογία τῶν διμερῶν διαλόγων, ὅπως εἶχαν αὐτές ὁρισθῆ πρίν ἀπό δεκαετίες, ἀλλά νά τίς τροποποιήσῃ. Νά μή ἐπιβεβαιωθοῦν τά λάθη τοῦ παρελθόντος, ἀλλά νά δοθοῦν προοπτικές πού ἐκπηγάζουν ἀπό τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιολογία καί τήν ἀγιοπνευματική αἴσθησι συγχρόνων Ἁγίων καί ἁγιασμένων ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι:
α’. Νά ἀξιοποιηθοῦν οἱ ἀντιαιρετικές συγγραφές ἁγίων Πατέρων (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Φωτίου Κωνσταντινουπόλεως, Γρηγορίου Παλαμᾶ, Νεκταρίου Πενταπόλεως, Ἰουστίνου τοῦ νέου Ὁμολογητοῦ), καθώς καί οἱ ἀποφάσεις τῶν μεγάλων Ὀρθοδόξων συνόδων ἐπί Μεγ. Φωτίου (879), ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ (1341, 1347, 1351) καί ἄλλων σημαντικῶν, ὅπως τοῦ 1282-84 πού ἀκύρωσε τίς ἀποφάσεις τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Λυών καί τοῦ 1484 πού ἀκύρωσε τήν ἐν Φλωρεντίᾳ ψευδοσύνοδο, μέχρι τίς συνοδικές ἀποφάνσεις τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τῶν ἐτῶν 1672, 1848 καί 1895.

β’. Νά ἀναθεωρηθοῦν καινοτομίες περί τήν πίστι, ὅπως ἡ «βαπτισματική θεολογία» (ὅτι καί οἱ ἑτερόδοξοι τελοῦν αὐθεντικό βάπτισμα)· ἡ κακῶς νοουμένη «εὐχαριστιακή ἐκκλησιολογία» (πού σημαίνει ὅτι οἱ ἑτερόδοξοι, ἐφ’ ὅσον τελοῦν εὐχαριστία, εἶναι Ἐκκλησία)· καί ὁ «θεολογικός περσοναλισμός» (πού εἶναι ἀνεπίτρεπτη προβολή τῶν κτιστῶν περί προσώπου κατηγορημάτων στήν θεολογία τῶν θείων Προσώπων).

γ’. Νά ἀκυρωθοῦν οἱ ἀποφάσεις τοῦ διμεροῦς διαλόγου μέ τούς Ἀντιχαλκηδονίους, καθώς οἱ παρενέργειες αὐτῶν τῶν ἀποφάσεων (μερική μυστηριακή διακοινωνία) ἔχουν γίνει συνήθεις σέ ὡρισμένες τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καί προωθοῦνται στήν Ὀρθόδοξο Διασπορά.

δ’. Νά ἐπαναδιατυπωθῇ ἡ Ὀρθόδοξος διδασκαλία, ὅτι οἱ ἑτερόδοξες χριστιανικές ἐκκλησίες καί ὁμολογίες στήν Ἀνατολή καί στήν Δύσι ἔχουν ἀποκοπεῖ «Ἤδη στό Πατριαρχεῖο τῆς Ἀλεξανδρείας καί στό Πατριαρχεῖο τῆς Ἀντιοχείας ὑπάρχουν ἐπίσημες συμφωνίες σχετικά μέ τά Μυστήρια. Ἐδῶ στίς Ἡνωμένες Πολιτεῖες, οἱ Ἀνατολικοί Ὀρθόδοξοι πιστοί, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν δικές τους ἐνορίες σέ κάποια περιοχή, γίνονται δεκτοί στίς Ὀρθόδοξες ἐνορίες. Μέ τήν εὐλογία τοῦ ἐπιχωρίου ἐπισκόπου καί τοῦ ἐφημερίου τῆς ἐνορίας, τούς ἐπιτρέπεται νά λάβουν τήν Θεία Κοινωνία. Λαμβάνουν χώραν καί Βαπτίσεις καί Γάμοι. Μνημόσυνα καί Κηδεῖες ἐπίσης λαμβάνουν χώραν. Αὐτά συμβαίνουν ὑπό τήν προϋπόθεσι ὅτι σέ κάποια περιοχή δέν ὑπάρχουν ἱερεύς καί ἐνορία μιᾶς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Οἱ Ἀνατολικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀκολουθοῦν γενικῶς τήν ἴδια ἐπίσης πρακτική» (Ἀπόσπασμα ἀπό τό κείμενο Recommendations for Greater Understanding and Co-operation τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς Ὀρθοδόξων καί Ἀνατολικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, πού περιλαμβάνεται στό βιβλίο «Restoring the Unity in Faith: The Orthodox – Oriental Orthodox Theological Dialogue» (Ἀποκαθιστώντας τήν Ἑνότητα ἐν τῇ Πίστει: Ὁ Θεολογικός Διάλογος μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ἀνατολικῶν Ὀρθοδόξων), ἔκδ. Holy Cross Orthodox Press, Η.Π.Α., 2007). Βλ. ἐπ’ αὐτοῦ ἄρθρο τοῦ Ἱερομ. Λουκᾶ Γρηγοριάτου, Θεολογικές ἐπισημάνσεις σέ πρόσφατες προτάσεις γιά μυστηριακή διακοινωνία Ὀρθοδόξων καί Ἀντιχαλκηδονίων, Ἅγιον Ὄρος, 1/14 Σεπτεμβρίου 2011 ἀπό τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας γιά λόγους πίστεως, καί νά ἀκυρωθοῦν νεώτερες ἀπόψεις πού θεωροῦν τούς ἑτεροδόξους ἐντός τῆς Ἐκκλησίας σέ κατάστασι ἀκοινωνησίας.


(Συνεχίζεται)

«ΑΠΟ ΤΗΝ Β΄ ΒΑΤΙΚΑΝΗ (1965) ΣΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ (ΚΡΗΤΗ 2016)» ΙΒ΄


«ΑΠΟ ΤΗΝ Β΄ ΒΑΤΙΚΑΝΗ (1965) ΣΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ (ΚΡΗΤΗ 2016)» 
ΙΒ΄

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Πέτρου Χιρς
=====

Συμπερασματικά, επιτρέψτε μου να επιστήσω την προσοχή σας στις ακόλουθες κρίσεις που εκφράσθηκαν πριν από σαράντα χρόνια από δύο εκκλησιαστικούς άνδρες εξαιρετικής πνευματικής διαύγειας, διορατικότητας και διάκρισης των πνευμάτων της εποχής μας.

Ο πρώτος ήταν ο αμερικανός Ορθόδοξος μοναχός πατήρ Σεραφείμ Ρόουζ, ο οποίος την εποχή που έγραφε μόναζε στην έρημο της βόρειας Καλιφόρνιας, μακριά από τις προσυνοδικές επιτροπές. Ωστόσο, η θεόπνευστη κρίση του άντεξε στη δοκιμασία τού χρόνου, κι έρχεται να μας επιβεβαιώσει ότι ελάχιστες αλλαγές υπάρχουν από την αρχή μέχρι το τέλος σε σχέση με την Σύνοδο. Έγραφε το 1976:
«Κρινόμενες βάσει του νηφάλιου προτύπου, τού αναλλοίωτου, της Πατερικής Ορθοδοξίας, οι προετοιμασίες για μία «όγδοη οικουμενική σύνοδο» (τώρα καλούμενη ως Πανορθόδοξη Σύνοδος) φανερώνονται ως ανορθόδοξες, στερούμενες σοβαρότητας, και ποιμαντικά εντελώς ανεύθυνες. Τέτοιου είδους σύνοδος είναι μία προσπάθεια ριζωμένη όχι στο  ορθόδοξο φρόνημα και στην εγκάρδια φροντίδα για την σωτηρία των ψυχών, αλλά μάλλον στο «πνεύμα της εποχής». Σκοπεύει να είναι ευάρεστη, όχι στον Θεό, αλλά στον κόσμο, και συγκεκριμένα στον ετερόδοξο κόσμο. Κρίνοντας από την εμπειρία της Βατικανής Συνόδου και τις συνέπειες αυτής στον Ρωμαιοκαθολικισμό, τέτοια σύνοδος εάν συγκληθεί, θα παράγει βαθιά ακαταστασία και αναρχία στον Ορθόδοξο κόσμο... Η προτεινόμενη «Οικουμενική Σύνοδος», κρινόμενη επί τη βάσει των προετοιμασιών που έχουν ήδη γίνει, δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά μία «ληστρική σύνοδος», μία προδοσία του Χριστού και της Εκκλησίας Του»
.
Την ίδια χρονιά (1976) και σε πλήρη συμφωνία, ο μεγάλος δογματολόγος και Ομολογητής Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς έκανε έκκληση προς την Ιεραρχία του όχι μόνο να απέχει από τις προετοιμασίες αλλά και από αυτήν την ίδια τη Σύνοδο, διαβλέποντας τους πλέον πικρούς καρπούς  από την σύγκλησή της: 
«Απευθύνομαι και πάλιν, κατά την υπαγόρευσιν της συνειδήσεώς μου, διά ταύτης της παρακλήσεώς μου και της υιικής εν προσευχή κραυγής μου, προς την Ι. Σύνοδον της Ιεραρχίας της μαρτυρικής Ορθοδόξου Εκκλησίας ημών: όπως η Εκκλησία της Σερβίας απόσχη της συμμετοχής εις την προπαρασκευήν μιάς κατ’ όνομα «Οικουμενικής» Συνόδου, όλως δε ιδιαιτέρως της εν αυτή συμμετοχής, εάν τελικώς συνέλθη αυτή. Διότι, εάν «προπαρασκευαστεί» κατά τον περιγραφέντα τρόπον και συνέλθη αύριο ή μεθ’ αύριο, ο μη γένοιτο,  μία τοιαύτη σύνοδος, ένα μόνο αποτέλεσμα δυνάμεθα να αναμένωμεν εξ αυτής: σχίσματα ή και αιρέσεις και οπωσδήποτε απώλεια πολλών, δυσαριθμήτων ψυχών. Θεωρουμένη δε εκ της ιστορικής αποστολικής και πατερικής πείρας της Εκκλησίας η τοιαύτη Σύνοδος, αντί θεραπείας των ήδη υφισταμένων δεινών, θα ανοίξει και νέας πληγάς και τραύματα επί του σώματος της Εκκλησίας, δημιουργούσα εις αυτήν νέα προβλήματα και νέας ταλαιπωρίας» 
..
Σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί,
Η δυνατή αυτή προφητική φωνή του μεγάλου Ομολογητού της πίστεώς μας Αγ. Ιουστίνου παραμένει και σήμερα, μετά από 40 χρόνια, εξαιρετικά επίκαιρη και αυθεντική. Τα γεγονότα των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών επιβεβαιώνουν την ορθή κρίση τού Αγίου. Επί πλέον όλα αυτά που παρουσιάστηκαν απόψε ενώπιόν σας, δηλαδή,
  • το ξεκίνημα και η μεθοδολογία της Συνόδου,
  • η επιμελής αποφυγή διαλόγου επί των δογματικών προκλήσεων, 
  • η απουσία των εμπειρικών θεολόγων, 
  • ο χαρακτηρισμός των αιρέσεων ως Εκκλησιών, η πρόσκληση των αιρεσιαρχών ως «παρατηρητών», και
  • η αναγνώριση των μυστηρίων των αιρετικών και της εκκλησιαστικότητας των αιρετικών ομολογιών,
όλα αυτά επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες μας ότι η Πανορθόδοξη Σύνοδος δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να πιστοποιηθεί στην εκκλησιαστική συνείδηση ως «επομένη τοις αγίοις Πατράσι».

Αντιθέτως, όπως καταδείξαμε, επηρεάστηκε καθοριστικά από τις αποκλίνουσες Βατικάνειες εκκλησιολογικές θέσεις και πρακτικές και, ως εκ τούτου, τείνει να αναδειχθεί απλώς «επομένη τη Β΄ Βατικανή Συνόδω».

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

1 The Orthodox Word, Nov.-Dec. 1976 (71), 184-195 (http://orthodoxinfo.com/ecumenism/towards.aspx).

2 βλ. Ορθόδοξος Τύπος, 304/10.2.1978, σ. 4.

ΑΝΟΙΚΕΙΟΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ ΔΙΧΑΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΕ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ κ. Ν. ΚΟΥΡΕΜΕΝΟΥ


ΑΝΟΙΚΕΙΟΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ ΔΙΧΑΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ  ΣΕ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ κ. Ν. ΚΟΥΡΕΜΕΝΟΥ

Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
=====

Σε κείμενο που δημοσιεύτηκε στην Πύλη Εκκλησιαστικών ειδήσεων www.amen.gr, που τιτλοφορείται ’Η καταδίκη του θεολογικού φονταμενταλισμού: η ιστορική πρόσκληση της Πανορθόδοξης Συνόδου’’ που γράφει ο Δρ Νίκος Κουρεμένος (26/5/2016), επιλογικά αναφέρονται τα εξής: «Με αυτό το πρίσμα μπορούν να ερμηνευτούν οι έντονες και ακραίες αντιδράσεις μιας φωνασκούσας θεολογικής και εκκλησιαστικής μειοψηφίας, η οποία μετά το πέρας της Συνόδου δεν θα έχει λόγο ύπαρξης,  τουλάχιστον εντός των ορίων της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας»Είναι αναμφισβήτητα απαράδεκτα και ανεπίτρεπτα διχαστικά λόγια.

«…Θα ήταν στρουθοκαμηλισμός η μη παραδοχή του έντονου προβλήματος της έκφρασης φονταμενταλιστικού και ιδεοληπτικού λόγου από ορισμένους κύκλους που ευτελίζουν τον πλούτο της ορθόδοξης παράδοσης σε μια στείρα ορθοδοξομανία και καθιστούν το σύγχρονο θεολογικό λόγο νοσηρή έκφραση παραθεολογίας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ν. Κουρεμένος. Το να επιμένει κανείς στη μοναδικότητα της Εκκλησίας του Χριστού αποτελεί ευτελισμό του πλούτου της ορθόδοξης παράδοσης; Αποτελεί στείρα ορθοδοξομανία και νοσηρή έκφραση παραθεολογίας; Είναι απαράδεκτες τέτοιες αναφορές. H επιμονή στην αλήθεια, στην πραγματική εκκλησιαστική ενότητα αποσκοπεί.

Μάλιστα προβαίνει και στο χαρακτηρισμό της στάσης των συμμμετεχόντων στην Ημερίδα, ως «διχαστικό λόγο μιας φωνασκούσας μειοψηφίας».  Διχαστικός όντως ο λόγος του κ. Ν. Κουρεμένου, σε ύφος και αλλά περιεχόμενο. Αποτελεί έκφραση αντιπαλότητας. Είναι πολύ λυπηρό να ακούονται τέτοια λόγια. Τώρα που έχει προστεθεί και η φωνή του Αγίου Όρους, θα ανακαλέσει τους απαράδεκτους χαρακτηρισμούς του ο κ. Ν. Κουρεμένος και την ανεπίτρεπτη διχαστική αναφορά του

Όταν γράφονται τέτοια κείμενα είναι προτιμότερο να γίνεται μια δεύτερη ανάγνωση, αφού προηγουμένως απαραίτητα αναγνωσθεί η γνωστή επιστολή του Αγίου Παϊσίου. Έτσι θα αποφεύγονται ανεπίτρεπτες διχαστικές αναφορές και απαράδεκτοι για το Ορθόδοξο ήθος χαρακτηρισμοί. Θα επαναλάβω τα διχαστικά και αναπίτρεπτα λόγια του κ. Ν. Κουρεμένου: «…η οποία μετά το πέρας της Συνόδου δεν θα έχει λόγο ύπαρξης,  τουλάχιστον εντός των ορίων της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας». Τέτοιες αναφορές λύπη μόνο προξενούν.

Monday, May 30, 2016

ΚΛΙΜΑ ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ ή ΣΚΛΗΡΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ;


ΚΛΙΜΑ ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ ή ΣΚΛΗΡΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ;

Του Παναγιώτη Τελεβάντου
=====

Οι πιστοί βρίσκονται σε σύγχυση. Ο Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, με Ανακοίνωσή του που διαβάσαμε στη “Ρομφαία”, διαβεβαιώνει το πλήρωμα της Εκκλησίας ότι δεν ευσταθούν οι πληροφορίες ότι υπήρξε σκληρή αντιπαράθεση παραδοσιακών και οικουμενιστών ιεραρχών κατά τη Σύνοδο της Ιεραρχίας. Όλες σχεδόν οι θέσεις, μας καθησυχάζει, πέρασαν με ομοφωνία σε κλίμα απόλυτης συναίνεσης.

Από την άλλη δύο έγκυροι δημοσιογράφοι του εκκλησιαστικού ρεπορτάζ η κυρία Μαρούλα Αντωνιάδου και ο κ. Γιώργος Παπαθανασόπουλος δίνουν την ακριβώς αντίθετη εικόνα -έστω και αν δεν συμφωνούν  σε όλα τα σημεία μεταξύ τους. Επιμένουν συγκεκριμένα ότι η Σύνοδος της Ιεραρχίας υπήρξε πεδίο εντάσεων, συγκρούσεων και ειρωνειών εκ μέρους των οικουμενιστών σε βάρος των παραδοσιακών ιεραρχών. Αυτό που εντυπωσιάζει από το ρεπορτάζ και των δύο έγκριτων δημοσιογράφων είναι ότι κάνουν ονομαστική αναφορά σε ιεράρχες που παρουσιάζονται να υποστήριξαν οικουμενιστικές ή παραδοσιακές θέσεις.

Τελικά δεν ξέρουμε τι να πιστέψουμε. Κλίμα ομοφωνίας και συναντίληψης επικράτησε ή αρρένα διαφορετικών τάσεων έγινε η Σύνοδος της Ιεραρχίας; Καλό είναι να αποκαλυφθεί η αλήθεια επειδή αν αληθεύει ότι υπήρξαν ιεράρχες που υποστήριξαν την παραμονή της Εκκλησίας της Ελλάδας στο ΠΣΕ θέλουμε να τους γνωρίζουμε όπως προπαντός θέλουμε να γνωρίζουμε ποιοι ιεράρχες αντιτάχθηκαν στην παραμονή της Εκκλησίας της Ελλάδας στο ΠΣΕ για να τους τιμούμε.

Μήπως μπορεί ο Σεβ. Ναυπάκτου να γίνει πιο συγκεκριμένος και να διαλευκάνει τα ερωτήματα που είναι φυσικό να βασανίζουν τους πιστούς; Μήπως ο κ. Γιώργος Παπαθανασόπουλος και η κυρία Μαρούλα Αντωνιάδου μπορούν να κάνουν πιο αναλυτική αναφορά στο ρεπορτάζ τους;

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ


ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΤΟΝ 21ο ΑΙΩΝΑ

Τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»
=====

Στὸ διαδίκτυο ἐντοπίσαμε μία ἐνδιαφέρουσα εἴδηση: «Οἱ Ρῶσοι ‟κάρφωσαν” τὸν Τίμιο Σταυρὸ στὴν καρδιὰ τοῦ Παρισιοῦ. Ἕτοιμη σχεδὸν ἡ ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Τριάδος (...). Κάποιοι τὰ δημόσια ἔσοδά τους τὰ κατευθύνουν στὸ νὰ ὁμολογοῦν Ὀρθοδοξία, εἴτε στὸ Κόσοβο, ἀναστηλώνοντας κατεστραμμένες ἀπὸ τοὺς Ἀλβανοὺς ἐκκλησίες, εἴτε ἀνοικοδομώντας Ὀρθόδοξους Ἱεροὺς Ναοὺς στὸ κέντρο τῆς Εὐρώπης. Ἔτσι λοιπὸν μὲ πανηγυρικὸ τρόπο (...) τοποθετήθηκε ὁ βάρους 8 τόνων τροῦλος στὴν ρωσικὴ Ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Τριάδος, δίπλα ἀκριβῶς ἀπὸ τὸν πύργο τοῦ Ἄιφελ, μὲ τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας νὰ δεσπόζει στὴν περιοχή. Τὰ χρήματα γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ναοῦ δόθηκαν ἀπὸ τὸ πατριαρχεῖο Μόσχας καὶ τὴ ρωσικὴ κυβέρνηση» («Dioptra-news» 23-3-2016).


Εἶναι ἄξιο προσοχῆς τὸ ὅτι ὄχι μόνο τὸ ρωσικὸ πατριαρχεῖο, ἀλλὰ καὶ ἡ ρωσικὴ κυβέρνηση χρηματοδότησαν τὴν ἀνέγερση τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ Ναοῦ. Ἑπομένως πολὺ ὠφέλιμο γιὰ τὸν λαό μας θὰ εἶναι ἂν οἱ πολιτικοὶ ὅλων τῶν ἀποχρώσεων, ποὺ τὸν κυβερνοῦν κατὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες, κατανοήσουν τὴν εὐεργετικὴ ἐπίδραση ποὺ μπορεῖ νὰ ἀσκήσει ἡ Ὀρθόδοξη πίστη στὴ σύγχρονη ἀποστατημένη κοινωνία. Τὰ μέτρα ποὺ παίρνουν μεθοδικὰ οἱ κυβερνήσεις τῶν χωρῶν τῆς Δύσεως γιὰ νὰ ὁδηγήσουν ἀπὸ τὴν «πολυπολιτισμικὴ κοινωνία» στὴν περίφημη «παγκοσμιοποίηση», μόνο σὲ τραγικὰ ἀδιέξοδα καταλήγουν. Στὴν πατρίδα μας τὸ πράγμα εἶναι ἐμφανέστατο καὶ μόνο ἐξαιτίας τοῦ τεράστιου μεταναστευτικοῦ προβλήματος. Ἄραγε οἱ σημερινοὶ κυβερνῆτες μας θὰ θελήσουν νὰ ὑπηρετήσουν τὰ ἀληθινὰ συμφέροντα τοῦ Ἑλληνορθόδοξου λαοῦ μας; Διαφορετικὰ θὰ ἐπαληθευθεῖ γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ ὁ θεόπνευστος λόγος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Πόσοι ἐπολέμησαν τὴν Ἐκκλησίαν; Καὶ οἱ πολεμήσαντες ἀπώλοντο (=χάθηκαν, ἐξαφανίσθηκαν)»!

ΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ ΣΤ΄


ΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ
ΣΤ΄

Του Σεβ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου
=====

6. Τό «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό» τοῦ Βαπτίσματος

Συνέχεια τοῦ προηγουμένου εἶναι ὅτι πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι τό Βάπτισμα τῶν Ἑτεροδόξων εἶναι «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό», δηλαδή δέν ταυτίζονται τά χαρισματικά μέ τά κανονικά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας.

Οἱ παλαιότεροι Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου χρησιμοποιοῦσαν τήν κανονική τάξη περί τοῦ κατ’ ἀκρίβειαν καί κατ' οἰκονομίαν τρόπου ἀποδοχῆς κάποιων ἑτεροδόξων στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἔκαναν διάκριση ὅτι ἄλλο εἶναι ἄν ὑπάρχουν Μυστήρια ἐκτός Ἐκκλησίας –πού δέν ὑπάρχουν– καί ἄλλο εἶναι τό πῶς ἀποδεχόμαστε κάποιον ἑτερόδοξο στήν Ἐκκλησία. Κατ’ ἀκρίβειαν δέν ὑπάρχουν Μυστήρια ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά κατ’ οἰκονομίαν ἀποδεχόμαστε κάποιον μέ Χρίσμα ἤ λίβελλο, ὅταν ἡ βάπτιση γίνεται στό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὅπως νοεῖται ὀρθοδόξως, καί μέ τριττή ἐμβάπτιση στό νερό. Αὐτό μᾶς ἀναπαύει. Ἡ ἄποψη μερικῶν νά μετατρέπουν τήν οἰκονομία, ἀπό μία προσωρινή ὑποστολή τῆς ἀκρίβειας σέ μόνιμη κατάσταση, εἶναι ἀνεπίτρεπτη.

Ἔτσι, πολλοί ἰσχυρίζονται ὅτι τό βάπτισμα τῶν ἑτεροδόξων-αἱρετικῶν εἶναι «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό», πράγμα πού δέν τό ἰσχυρίζονται οἱ Κανόνες 7 τῆς Β ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί 95 τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἀλλά πέρα ἀπό τίς δύο αὐτές Οἰκουμενικές Συνόδους δέν πρέπει νά παροραθῆ ὅτι στήν λατινική παράδοση ἔχει εἰσαχθῆ ἡ αἵρεση τοῦ filioque, ἡ αἵρεση τοῦ actus purus, ἄλλες αἱρετικές ἀποκλίσεις, καθώς ἐπίσης καί ὁ ραντισμός στό βάπτισμα καί ἡ ἐπίχυση ὕδατος, παρακάμπτοντας τήν ἐμβάπτιση τοῦ ἐμβαπτιζομένου στό νερό.

Ἔπειτα, διερωτᾶται κανείς γιατί νά μή εἶναι «ἔγκυρα» καί «ὑποστατά» τό Χρίσμα, ἡ θεία Εὐχαριστία στούς ἑτεροδόξους μέ τήν ἴδια νοοτροπία; Καί γιατί εἶναι «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό» τό βάπτισμα τῶν ἑτεροδόξων, ὅταν ταυτοχρόνως ἐμποδίζονται νά κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, πού εἶναι ὁ βαθύτερος σκοπός τοῦ βαπτίσματος; ∆ηλαδή, κατά μερικούς θεολόγους τό βάπτισμα τῶν ἑτεροδόξων εἶναι «ἔγκυρο» καί «ὑποστατό», ἀλλά δέν παράγει ἐκκλησιαστικά ἀποτελέσματα, ἀφοῦ εἶναι ἀνενεργό, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ Αὐγουστῖνος ἐπίσκοπος Ἱππῶνος;

Ἡ ἄποψη περί «ἐγκύρου» καί «ὑποστατοῦ» βαπτίσματος συνδέεται μέ τήν Ἀποστολική ∆ιαδοχή, δηλαδή «ἔγκυρη» καί «ὑποστατή» Ἱερωσύνη. Αὐτή ἡ θέση εἶναι παράδοξη, διότι ἡ Ἀποστολική ∆ιαδοχή δέν εἶναι «μαγική» καί μηχανική πράξη, δέν εἶναι μόνον μιά σειρά, ἀδιάκοπη ἔστω, χειροτονιῶν, ἀλλά κυρίως καί πρό παντός διαδοχή ἀποστολικοῦ τρόπου, κατά τό Ἀπολυτίκιο: «Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πράξιν εὗρες θεόπνευστε εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν». 

Ἡ ἀπώλεια τῆς Ὀρθοδόξου ἀποκαλυπτικῆς πίστεως, ἡ εἰσαγωγή τῆς σχολαστικῆς θεολογίας ὡς ἀνωτέρας ἀπό τήν ἀποστολική καί τήν πατερική θεολογία, δέν συνιστᾶ Ἀποστολική διαδοχή. Εἶναι χαρακτηριστικός ὁ λόγος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «οἱ δέ τῆς Ἐκκλησίας ἀποστάντες, οὐκ ἔτι ἔσχον τήν χάριν τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ' ἑαυτούς· ἐπέλιπε γάρ ἡ μετάδοσις τῷ διακοπῆναι τήν ἀκολουθίαν» (α ́ Κανών). Ὅπως ἐπίσης εἶναι γνωστή ἡ φράση ἀπό τόν Κανόνα τῆς Συνόδου τῆς Καρχηδόνος: «Παρὰ δὲ τοῖς αἰρετικοῖς, ὅπου Ἐκκλησία οὐκ ἔστιν, ἀδύνατον ἁμαρτημάτων ἄφεσιν λαβεῖν».

Πέρα τοῦ δογματικοῦ αὐτοῦ θέματος τίθεται ἔντονος προβληματισμός, καί ἀπό ἱστορικῆς πλευρᾶς, γιά τήν ἀδιάκοπη σειρά χειροτονιῶν, ἀφοῦ παραδίδεται ἱστορικά ὅτι ὁ Καρλομάγνος καί οἱ διάδοχοί του τοποθετοῦσαν ὡς Ἐπισκόπους λαϊκούς χωρίς χειροτονία, τούς θεωροῦσαν ὡς διοικητικά ὄργανα μέσα στό φεουδαλιστικό σύστημα πού ἐπέβαλαν, μέ ἀποτέλεσμα νά διαμαρτύρεται, πρίν τό 1009, ἀκόμη καί ὁ Πάπας τῆς Ρώμης πρός τούς Γερμανούς Ἡγεμόνες. Ἱστορικά ἔχει ἀποδειχθῆ ὅτι πρίν τό σχίσμα τῆς Παλαιᾶς Ρώμης πρός τήν Νέα Ρώμη, ὑπῆρξε σχίσμα τῶν Ἐπαρχιῶν ὅπου κυριαρχοῦσε ὁ Καρλομάγνος πρός τήν Παλαιά Ρώμη. Τό ἔτος 794 στήν Φραγκφούρτη καταδικάστηκε ἡ Ζ ́ Οἰκουμενική Σύνοδος καί τό ἔτος 809 στό Ἄαχεν εἰσήχθη τό filioque, καί ὅλα αὐτά πέρασαν καί στήν Ἐκκλησία τῆς Παλαιᾶς Ρώμης, ὅταν κατελήφθη ἀπό τούς Φράγκους.

∆ιαβάζοντας τό βιβλίο «∆ιάλογοι» τοῦ Πάπα Ρώμης Γρηγορίου, τοῦ ὀνομαζομένου ∆ιαλόγου, βλέπει κανείς τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ρώμης πρό τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ., τήν θεολογία της καί τόν ἡσυχασμό της, τά κοινά σημεῖα μέ τήν θεολογία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τόν ἀγώνα τῶν Ὀρθοδόξων Παπῶν, Ἐπισκόπων καί μοναχῶν πρός τούς αἱρετικούς Γότθους, Βησιγότθους, Βανδάλους, Λογγοβάρδους καί ἀκόμη πρός τούς Φράγκους, ὅπως καί τά μαρτύρια, τήν σφαγή πού ὑπέστησαν οἱ Ὀρθόδοξοι τῆς Παλαιᾶς Ρώμης ἀπό τά Γερμανικά φῦλα. Καί ὅλα αὐτά συνέβαιναν στίς ἀρχές τοῦ 7ου αἰῶνος. Τότε, γιά ποιά ἀποστολική παράδοση καί διαδοχή ὁμιλοῦμε, ὅταν ὅλα εἶναι προβληματικά, καί τά θεολογικά, καί τά ἐκκλησιαστικά, καί τά ἱστορικά;


(Συνεχίζεται)

ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ Ζ΄


ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Ζ΄

Tης Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους
=====

3ον. Οἱ διμερεῖς διάλογοι τῆς Ἐκκλησίας μετά τῶν ἑτεροδόξων.

Μέ τίς παραγάφους 4-15 τό σχέδιο κειμένου ἀποτυπώνει τό πῶς ἔχουν διεξαχθῆ οἱ διμερεῖς διαχριστιανικοί διάλογοι. Σέ αὐτούς ὅμως, παρά τόν στόχο τῆς ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει ἑνώσεως, ἔχουν συμβεῖ θεολογικά ἀτοπήματα, γιά τά ὁποῖα ἔχουν ἐκφρασθῇ ὡρισμένες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, τό Ἅγιον Ὄρος καί ἐξαίρετοι Ὀρθόδοξοι θεολόγοι. Μποροῦμε νά θυμίσουμε τά συμπεράσματα τοῦ διαλόγου μέ τούς Ἀντιχαλκηδονίους (Κοινές Δηλώσεις 1989, 1990) καί τήν συμφωνία Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν μέ τό Κείμενο τοῦ Balamand τό 1993, τά ὁποῖα ἔχουν ἐπισύρει ἀξιόλογη καί τεκμηριωμένη κριτική.
Στό πλαίσιο τῶν διμερῶν διαλόγων ἔχουν ἐπίσης ἀναπτυχθῆ συμφωνίες τῶν ἑκατέρωθεν ἀντιπροσωπειῶν (ad referendum πρός τήν Μεγάλη Σύνοδο), οἱ ὁποῖες δέν ἔχουν ἀκόμη ἀξιολογηθῆ ἀπό τίς κατά τόπους Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀλλά δείχνουν ὅτι δέν θεμελιώνονται στήν Παράδοσι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὅπως π.χ. ἡ ἀναγνώρισις ἐκκλησιακοῦ χαρακτῆρα, ἀποστολικῆς πίστεως, αὐθεντικῶν μυστηρίων καί ἀποστολικῆς διαδοχῆς στήν Ρωμαιοκαθολική ἐκκλησία (Μόναχο 1982, Μπάρι 1987, Νέο Βάλαμο 1988). Γράφεται προοιμιακῶς στό κείμενο τοῦ Μονάχου ὅτι: «ἐκφράζομεν ἀπό κοινοῦ μίαν πίστιν, ἡ ὁποία εἶναι συνέχισις τῆς πίστεως τῶν Ἀποστόλων». Στό Νέο Βάλαμο ἐπίσης: «Εἰς ἀμφοτέρας τάς Ἐκκλησίας μας ἡ ἀποστολική διαδοχή εἶναι θεμελιώδης διά τόν ἁγιασμόν καί διά τήν ἑνότητα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ».

Ἐπίσης, τό προσχέδιο τοῦ κειμένου «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», τό ὁποῖο εἶχε ἑτοιμάσει ἡ Γ’ Προσυνοδική Διάσκεψις τό 1986, περιελάμβανε ἀποτιμήσεις τῶν ἐπί μέρους διμερῶν διαλόγων, οἱ ὁποῖες ἀφαιρέθηκαν ἀπό τά τελικά ἐν σχεδίῳ κείμενα. Σήμερα εἴμαστε σέ θέσι νά γνωρίζουμε ὅτι κανείς ἀπό αὐτούς τούς διαλόγους δέν ἔχει εὐοίωνη προοπτική, ὅπως ὁμολογοῦν οἱ ἴδιοι οἱ ἐκπρόσωποι τῶν Ἐκκλησιῶν μας σέ αὐτούς. Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί δέν μετακινοῦνται ἀπό τό πνεῦμα τῆς Β’ Βατικανῆς, πού θέλει τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία ἐλλιπῆ ἐκκλησία, ἐπειδή δέν ἀναγνωρίζει τό πρωτεῖο τοῦ Πάπα, καί προωθοῦν ἕνα νέο σχῆμα οὐνίας. Οἱ Ἀγγλικανοί, οἱ Λουθηρανοί καί οἱ Μεταρρυθμισμένοι δέν φαίνεται νά ἀνακάμπτουν ἀπό τόν θεολογικό καί ἠθικό ἐκτροχιασμό τους. Οἱ Ἀντιχαλκηδόνιοι, μετά τήν ἀποτυχία τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, ἔχουν διατυπώσει τίς μονοφυσιτικές χριστολογικές τους ἀπόψεις μέ σαφήνεια πού δέν χωρεῖ ἀμφιβολία.


(Συνεχίζεται)

«ΑΠΟ ΤΗΝ Β΄ ΒΑΤΙΚΑΝΗ (1965) ΣΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ (ΚΡΗΤΗ 2016)» ΙΑ΄


«ΑΠΟ ΤΗΝ Β΄ ΒΑΤΙΚΑΝΗ (1965) ΣΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ (ΚΡΗΤΗ 2016)» 
ΙΑ΄

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Πέτρου Χιρς
=====

Το τελικό μας παράδειγμα είναι η θεολογική σύγχυση που προκαλεί η ασάφεια του άρθρου 20, το οποίο αναφέρει: 
«Αι προοπτικαί των θεολογικών διαλόγων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά των άλλων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών προσδιορίζονται πάντοτε επί τη βάσει των κανονικών κριτηρίων της ήδη διαμορφωμένης εκκλησιαστικής παραδόσεως (κανόνες 7 της Β’ και 95 της Πενθέκτης Οικουμενικών Συνόδων)» 

Γιατί παρατίθενται οι συγκεκριμένοι κανόνες; Αυτοί οι κανόνες κάνουν λόγο για την αποδοχή συγκεκριμένων αιρετικών που εκδηλώνουν ενδιαφέρον για προσχώρηση στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ωστόσο, ο καθηγητής Τσελεγγίδης επισημαίνει, «από το γράμμα και το πνεύμα του θεολογικώς κρινομένου κειμένου αντιλαμβανόμαστε ότι δεν γίνεται καθόλου λόγος για επιστροφή των ετεροδόξων στην Ορθόδοξη και μόνη Εκκλησία».
Επομένως, για ποιο λόγο παρατίθενται αυτοί οι κανόνες ως βάση για το θεολογικό διάλογο με τους ετεροδόξους; 

Η απάντηση που δίνει ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος και ο καθηγητής Τσελεγγίδης είναι ότι σκοπός του άρθρου 20 είναι να εισάγει ανεπαίσθητα, θα λέγαμε «από την πίσω πόρτα», τη λεγόμενη «βαπτισματική θεολογία» στα κείμενα της Συνόδου. Δεδομένης της ασάφειας του κειμένου, θα μπορούσε κανείς να σκεφθεί ότι η απάντησή μας βασίζεται αποκλειστικά στα συμπεράσματά μας. Όμως οδηγηθήκαμε στο συμπέρασμα αυτό βασιζόμενοι στις αρχικές επεξηγήσεις που δόθηκαν από ηγετικούς οικουμενιστές θεολόγους, όπως τον καθηγητή της Θεολογικής Σχολής της Θεσσαλονίκης Τσομπανίδη και τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας, σε ημερίδα που διοργάνωσε η Ι. Μ. Βλατάδων στις αρχές Δεκεμβρίου 2015.

Η πρόσφατη απάντηση του Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου στην αρχική κριτική μάς δίνει άλλη μία ευκαιρία για να δείξουμε ότι κάποιοι ακαδημαϊκοί θεολόγοι που είναι στην υπηρεσία της Πανορθοδόξου Συνόδου είναι, όπως και οι προκάτοχοι τους στην Β΄ Βατικανή, επιδέξιοι στην διπλωματική “τέχνη” τής διγλωσσίας, εφαρμοσμένη τώρα στα εκκλησιαστικά.

Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας, στο υπόμνημά του προς την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος
 σχετικά με το υπό συζήτηση κείμενο αναφέρεται στο άρθρο 20 και σε έντονο ύφος επιμένει ότι επ’ ουδενί σχετίζεται με τη «βαπτισματική θεολογία». 

Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος έχοντας απορρίψει ως «αθεολόγητους» όσους του ασκούν κριτική για την άποψη ότι είχε υιοθετήσει τη βαπτισματική θεολογία γράφει τα εξής: «Η κατ’ οικονομία αυτή αποδοχή των ετεροδόξων υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας, διά Λιβέλλου και διά Χρίσματος, συνεπάγεται μεν την «κατ’ οικονομίαν» αποδοχήν ως εγκύρου και υποστατού τού βαπτίσματος όχι όμως και όλων των λοιπών μυστηρίων ή της αντίστοιχης ομολογίας…».

Δυστυχώς όμως γι’  αυτόν, η διατύπωσή του αυτή πράγματι είναι μία αρκετά καλή και ακριβής περιγραφή της βαπτισματικής θεολογίας, την οποία ο Μητροπολίτης επιμένει ότι απορρίπτει! Ο Άγιος Μεσσηνίας επαναδιατυπώνει ουσιαστικά την περί κοινού Βαπτίσματος διδασκαλία της Β΄ Βατικανής Συνόδου, η οποία θεωρεί ότι το μη Ρωμαιοκαθολικό βάπτισμα διατηρεί όχι μόνο τον τύπο, αλλά και ότι μεταδίδει την πραγματικότητα, δηλ. την πλήρη Χάρη του Μυστηρίου.

Η άποψη του Μητροπολίτου Μεσσηνίας μας υπενθυμίζει την άποψη του Αυγουστίνου ότι οι αιρετικοί έχουν το sacramentum (το σημείο, τον τύπο) του Βαπτίσματος, αλλά όχι το res sacramentum (την πραγματικότητα της Χάριτος του βαπτίσματος), με τη σημαντική διαφορά ότι ο Μητροπολίτης φαίνεται να αποδέχεται ότι οι αιρετικοί έχουν και τα δύο, δηλ. και τον τύπο και την ουσία του μυστηρίου!

Σε κάθε περίπτωση, αυτό που είναι σαφές είναι ότι ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας και όσοι δέχονται ότι υφίσταται και έγκυρο και υποστατό βάπτισμα εκτός της Εκκλησίας –συμπεριλαμβανομένων και των συντακτών του προσυνοδικού κειμένου– δεν μπορούν να ισχυρισθούν ότι ορθοτομούν, ότι εκφράζουν την Ορθόδοξη διδασκαλία. Καθότι, σύμφωνα με αυτήν δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός ο  μερισμός του Χριστού, δηλ. είναι αδύνατη η διαίρεση των μυστηρίων, αφού ο Χριστός είναι «τα πάντα εν πάσι», και κάθε μυστήριο είναι έκφραση του «Ενός» Μυστηρίου, δηλαδή του Χριστού.  Με απλά λόγια δεν μπορεί να υπάρξει ούτε «κατ’  οικονομίαν» αποδοχή ατελούς μύησης και συμμετοχής στον Ένα Χριστό. Για εμάς τους Ορθοδόξους το αυθεντικὸ Μυστήριο λαμβάνει χώρα εντὸς των ορίων της Μίας Εκκλησίας με πλήρη και όχι μερική πιστότητα στην πίστη και την πρακτική της Εκκλησίας.

Ολα τα προηγούμενα καθώς και άλλα τόσα που θα μπορούσαμε να παραθέσουμε, ενισχύουν τη δήλωση του καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Καρακάλλου του Αγίου Όρους σχετικά με τα κείμενα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ότι οι διατυπώσεις των προσυνοδικών κειμένων «είναι επισφαλείς και διφορούμενες, και επιδέχονται ερμηνείες αποκλίνουσες από το Ορθόδοξο δόγμα».


(Συνεχίζεται)

ΟΙ ΕΠΙΜΟΝΕΣ ΕΜΜΟΝΕΣ ΤΟΥ κ. ΚΟΥΡΕΜΕΝΟΥ


ΟΙ ΕΠΙΜΟΝΕΣ ΕΜΜΟΝΕΣ ΤΟΥ κ. ΚΟΥΡΕΜΕΝΟΥ

Του θεολόγου κ. Ανδρέα Κυριακού
=====

Ο κ. Νίκος Κουρεμένος αρθρογραφεί στο ιστολόγιο ΑΜΗΝ υπό τον τίτλο: Η καταδίκη του θεολογικού φονταμενταλισμού: η ιστορική πρόκληση της Πανορθόδοξου Συνόδου. Ο εν λόγω διδάκτωρ θεωρεί ότι η Πανορθόδοξη Σύνοδος αποτελεί «ένα εξαιρετικής σημασίας θεολογικό και εκκλησιαστικό γεγονός». Δεν κάνει όμως τον κόπο να μας αποδείξει, μέσα από τα πράγματα, ότι ο ισχυρισμός του ανταποκρίνεται στις υπάρχουσες συνθήκες. Δεν έχει αντιληφθεί τι περιλαμβάνεται στη θεματολογία της Συνόδου, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Σύναξης των Προκαθημένων του παρελθόντος Ιανουαρίου; 

Εκείνο που τον συνέχει, τον ενοχλεί και τον κατατρύχει κι αποτελεί, πάλι κατ’ αυτόν, έντονο πρόβλημα είναι «η έκφραση φονταμενταλιστικού ιδεοληπτικού θεολογικού λόγου από ορισμένους κύκλους, που ευτελίζουν τον πλούτο της ορθόδοξης παράδοσης σε μια στείρα ορθοδοξομανία και καθιστούν το σύγχρονο θεολογικό λόγο νοσηρή έκφραση παραθεολογίας». Όντως επιχειρείται με τη φτηνή και ανέξοδη λασπολογία και τα άσφαιρα οικουμενιστικά πυρά να κρυφτεί η παντελής έλλειψη επιχειρημάτων και πειστικού θεολογικού λόγου εκ μέρους των οικουμενιστικών κύκλων σε όλα τα επίπεδα.  

Και συνεχίζει: «Ο ενστερνισμός παλαιοημερολογιτικού ύφους και επιχειρημάτων θα παρέμεινε στα όρια του γραφικού αν δεν υιοθετούνταν εσχάτως από ορισμένους μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος». Τι να απαντήσει κανείς; Γραφικοί είναι όλοι εκείνοι που υπεραπίζονται την πίστη της Εκκλησίας; Τον ίδιο χαρακτηρισμό αποδίδει ο προρηθείς διδάκτωρ σε όλους, όσοι ανά τους αιώνας προασπίσθηκαν την Πίστη; 

Έγινε ο κ. Κουρεμένος έξω φρενών με τους πέντε επισκόπους (και τους άλλους ομιλητές, Έλληνες και μη) που  με επιχειρήματα στη γνωστή Ημερίδα της 26ης Μαρτίου ξετίναξαν τις έωλες οικουμενιστικές θέσεις, τις απέκρουσαν ως βέλη νηπίων και θρυμμάτισαν ως ιστόν αράχνης. Οι πιο πάνω επίσκοποι, πάλι κατά τον διδάκτορα Κουρεμένο, «προεξοφλούν ότι αυτή θα επιχειρήσει και θα εδραιώσει την «παναίρεση του οικουμενισμού». Φυσικά φρίττει ο Διδάκτωρ, άμα τω ακούσματι της εννοίας τη παναιρέσεως του οικουμενισμού. Αν δεν το έχει υπ’ όψιν, αυτό αποτελεί πάγια θέση του εν Αγίοις Πατρός ημών Ιουστίνου (Πόποβιτς). Ας διαβάσει το έργο που π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου «Τα δύο άκρα» για να εννοήσει ότι ο προσφιλής του οικουμενισμός αποτελεί κακοδοξία ολκής. Αυτόν θέλουν να κατοχυρώσουν οι οικουμενιστές κι ας μη μας παριστάνει τον ανήξερο. 

Εκείνο όμως που τον κάνει καταγέλαστο κι αποδεικνύει το ποιόν του είναι η έκκληση προς την Πανορθόδοξη Σύνοδο για τιμωρία των «φονταμενταλιστών». Οι Οικουμενικές Σύνοδοι εξοστράκιζαν τους αιρετικούς που παραχάρατταν την πίστη.Τώρα επιδιώκετε την αντιστροφή των όρων; Σίγουρα δεν είναι προς τιμήν σας.

Sunday, May 29, 2016

ΑΝΑΠΑΥΘΗΚΕ ΠΛΗΡΩΣ Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ


ΑΝΑΠΑΥΘΗΚΕ ΠΛΗΡΩΣ Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ

Του Παναγιώτη Τελεβάντου
=====

Επιτέλους! Δόθηκε στη δημοσιότητα η ιστορική απόφαση της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο.

Πρόκειται για ένα νηφάλιο μεν αλλά πλήρως κατοχυρωμένο κείμενο που ξετινάζει κυριολεκτικά τις οικουμενιστικές κακοδοξίες των κειμένων της ε΄ Προσυνοδικής Διάσκεψης.

Καλύπτει σφαιρικά τις ανησυχίες του ορθοδόξου πληρώματος που διαπιστώνει ότι τα κακόδοξα κείμενα της ε΄ Προσυνοδικής Διάσκεψης ανατινάζουν στον αέρα την ορθόδοξη πίστη.

Το Άγιον Όρος προειδοποιεί ότι αν η Πανορθόδοξη Σύνοδος δεν επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στα κακόδοξα κείμενα θα προκληθούν σχίσματα στην Εκκλησία επειδή έσχατος κριτής των αποφάσεων των Συνόδων είναι ο πιστός λαός του Θεού, ο φύλακας της πίστεως. 

Το πλήρως εμπεριστατωμένο και άκρως θεολογικό εκτενές κείμενο του Αγίου Όρους αναφέρεται μεταξύ άλλων στην προσπάθεια του κακόδοξου κειμένου που αφορά τις σχέσεις της Ορθοδοξίας με τους ετερόδοξους. Επισημαίνει ότι προσδίδει εκκλησιαστικότητα στους αιρετικούς και προωθεί τις κακοδοξίες της διηρημένης Εκκλησίας, της Βαπτισματικής θεολογίας, της κακοδοξίας των αδελφών Εκκλησιών και των δύο πνευμόνων. Γι’ αυτό και πρέπει οπωσδήποτε να απαλειφθούν από τα κακόδοξα κείμενα οποιεσδήποτε αναφορές προσδίδουν εκκλησιαστικότητα στους αιρετικούς.

Ευχαριστούμε τους πολιστές του Άθωνα επειδή φρυκτωρούν την αλήθεια της πίστης μας και κρατούν ψηλά την Ομολογία της Πίστεως. Πάντοτε οι εν τω κόσμω πιστοί προσβλέπουμε προς το Άγιον Όρος για καθοδήγηση σε θέματα πίστεως επειδή φως μοναχοίς άγγελοις, φως δε κοσμικοίς η μοναδική πολιτεία.

Είναι πολύ σημαντικό ότι η Ανακοίνωση του Αγίου Όρους εστάλη, όχι μόνον στον Οικουμενικό Πατριάρχη, αλλά και προς όλες τις Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες ώστε να τις βοηθήσει να προβληματιστούν ορθόδοξα για τα κακόδοξα κείμενα της ε΄ Προσυνοδικής Διάσκεψης.


Μας στηρίζετε και μας εμπνέετε, Άγιοι Πατέρες του Άθωνα, με τις προσευχές σας και με την Ομολογία σας. 

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ


ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ: 

«Έσχατος κριτής επί θεμάτων πίστεως είναι η συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας»
=====

Εκτενή επιστολή για τους προβληματισμούς και τις αντιρρήσεις των Αγιορειτών για τα θέματα της Πανορθόδοξης Συνόδου έστειλε μετά από μακρές συνεδριάσεις κατά την εβδομάδα των Μυροφόρων η Έκτακτη Σύναξη των Ηγουμένων και Αντιπροσώπων των 20 Ιερών Μονών του Αγίου Όρους στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Μάλιστα αποφασίσθηκε η επιστολή να κοινοποιηθεί σε όλες τις Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Στην επιστολή τονίζεται ότι ο όρος «Εκκλησία» δεν μπορεί να λέγεται για τους ετερόδοξους. Επίσης εκφράζεται η αντίθεση του Αγίου Όρους για τις συμπροσευχές και τις λειτουργικές πράξεις με τους ετερόδοξους. Ο «έσχατος κριτής» για θέματα πίστεως είναι η συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, που μπορεί να εκφράζουν ακόμα και μεμονωμένα πρόσωπα, αναφέρουν οι Αγιορείτες, και όχι μόνο οι Σύνοδοι όπως γράφει το κείμενο της Πανορθόδοξης. (Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός ανέτρεψε μόνος του τις αποφάσεις της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας).

Είναι αναγκαία η αναγνώριση ως Οικουμενικών των Συνόδων επί Μεγ. Φωτίου και αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, που έδωσαν απάντηση σε όλες τις κακοδοξίες του Παπισμού (φιλιόκβε, παπικό πρωτείο κλπ.), αναφέρεται στην επιστολή. Μόνο σοβαρές αλλαγές στα κείμενα της Πανορθόδοξης μπορεί να αναπαύσουν όλους τους Ορθοδόξους, γράφουν οι Αγιορείτες. Διαφορετικά, μπορεί η Σύνοδος να γίνει αφορμή για νέα σχίσματα.

Παρακάτω αναφέρονται μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα της επιστολής:

α. « ... η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος ... να αποφύγη τον όρον «Εκκλησία» δια τους ετεροδόξους, χρησιμοποιούσα αντ᾽ αυτού τους όρους «χριστιανικά δόγματα και ομολογίαι».

β. « ... η έννοια της ενότητος της Εκκλησίας χρήζει ωσαύτως διασαφήσεως .... εις την ενότητα Αυτής ανήκουν μόνον τα μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ως Σώμα Χριστού ... Περί τούτων μόνον λέγεται το «ίνα ώσιν εν, καθώς ημείς εν εσμέν», κατά την ερμηνείαν των θεοφόρων Πατέρων».

γ. « ... Ο τρόπος διεξαγωγής και η πορεία των θεολογικών διαλόγων δεν αναπαύει το σύνολον του πληρώματος της Εκκλησίας, η δε καθ’ ημάς Ιερά Κοινότης κατά καιρούς και εις διαφόρους περιστάσεις έχει εκφρασθή δι᾽ επισήμων κειμένων κατά θεολογικών συμφωνιών μετά των ετεροδόξων και έχει διαμαρτυρηθή δια συμπροσευχάς και άλλας λατρευτικάς πράξεις (λειτουργικούς ασπασμούς κ.λπ.), δι’ ων δίδεται η εικών ψευδούς ενώσεως μετ’ αυτών ... δέον να αποσαφηνισθή ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία ουδόλως δύναται να δεχθή την ενότητα της Εκκλησίας ως τινα διομολογιακήν προσαρμογήν η ως συμμετοχήν εις συμπροσευχάς και ετέρας λατρευτικάς πράξεις».

δ. « ... δεν δυνάμεθα να μη εκφράσωμεν τον έντονον προβληματισμόν και τας ευλόγους αντιρρήσεις ημών δια την περαιτέρω συμμετοχήν των Ορθοδόξων εις το «Παγκόσμιον Συμβούλιον των Εκκλησιών» (Π.Σ.Ε)».

ε. « ... η εκκλησιαστική παράδοσις αναγνωρίζει ως έσχατον κριτήν επί θεμάτων πίστεως την συνείδησιν του πληρώματος της Εκκλησίας, την οποίαν εκφράζουν ενίοτε μεμονωμένα πρόσωπα η σύνοδοι ιεραρχών η ο πιστός λαός και η οποία επικυρούται δια συνοδικών αποφάσεων».

στ. « ... δέον να περιληφθή αναφορά και εις τας μετά την αγίαν Ζ´ Οικουμενικήν μεγάλας Συνόδους της Ορθοδόξου Εκκλησίας ... καθ' όσον δια της αναφοράς εις αυτάς τας συνόδους αι δογματικαί και εκκλησιολογικαί διαφοραί μετά των ετεροδόξων (περί το Φιλιόκβε, την κτιστήν Χάριν, το παπικόν πρωτείον κ.λπ.) αποσαφηνίζονται πλήρως».

ΠΗΓΗ:


Ακτίνες

ΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ Ε΄


ΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ
Ε΄

Του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου
=====

5. Ὁ ὅρος «ἀδελφαί Ἐκκλησίαι»

Στό κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», ἐνῶ γίνεται λόγος γιά τό ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι «ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία», συγχρόνως γίνεται λόγος γιά τό ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία «ἀναγνωρίζει τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν ἤ Ὁμολογιῶν», ὁπότε γίνεται σύγχυση πρός τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γι' αὐτό προτείνεται ἡ διόρθωση τοῦ κειμένου αὐτοῦ.

Τό θέμα αὐτό εἶναι σοβαρότατο, γιατί σέ διάφορους θεολογικούς διαλόγους μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν, ὅπως ἐπίσης καί σέ ἐπίσημα κείμενα γίνεται λόγος γιά «ἀδελφές Ἐκκλησίες», μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, καί δυστυχῶς αὐτός ὁ ὅρος «ἀδελφές Ἐκκλησίες» ἀνέπτυξε μιά ἰδιαίτερη θεολογία καί ἐκκλησιολογία. ∆έν εἶναι δέ ἕνας τεχνικός ὅρος, ἀλλά μιά σύγχρονη ἐκκλησιολογική θεολογία, πού ἐπικράτησε στήν οἰκουμενική κίνηση.

Γιά τόν ὅρο «ἀδελφές Ἐκκλησίες» καί μάλιστα ὅπως ἄρχισε νά χρησιμοποιῆται, γίνεται μιά ἀναφορά σέ κείμενο πού ἐξέδωσε τό Γραφεῖο τῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν διδασκαλία πίστεως τοῦ Βατικανοῦ (30 Ἰουνίου 2000), τῆς ὁποίας προήδρευε ὁ Καρδινάλιος Ἰωσήφ Ράντζιγκερ, μετέπειτα Πάπας Βενέδικτος. Ὁ ὅρος αὐτός, σύμφωνα μέ τό κείμενο αὐτό, ἐμφανίσθηκε τόν 12ο καί 13ο αἰώνα, χρησιμοποιήθηκε στούς νεώτερους χρόνους ἀπό τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἀθηναγόρα, υἱοθετήθηκε ἀπό τήν Β ́ Βατικανή Σύνοδο καί ἔκτοτε χρησιμοποιήθηκε σέ παπικά ἔγγραφα, σέ προσφωνήσεις, σέ ἐπιστολές, σέ ἐγκυκλίους κλπ.

Ἐπίσης, στό κείμενο πού ἐξέδωσε ἡ Ἐπιτροπή γιά τήν διδασκαλία τῆς πίστεως γίνεται μιά θεολογική ἀνάλυση τῆς ἐκφράσεως αὐτῆς καί παρουσιάζεται γιά τό πῶς τήν ἐννοοῦν οἱ «Ρωμαιοκαθολικοί», ὅτι «ἡ μία ἁγία, καθολική καί ἀποστολική παγκόσμια Ἐκκλησία», πού εἶναι ἡ Παπική, «δέν εἶναι ἀδελφή, ἀλλά μητέρα ὅλων τῶν συγκεκριμένων Ἐκκλησιῶν». Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον «θά πρέπει κάποιος νά ἀποφεύγη, ὡς αἰτία παρεξηγήσεως καί θεολογικῆς σύγχυσης, τήν χρήση ἐκφράσεων ὅπως "οἱ δυό μας Ἐκκλησίες", ἡ ὁποία ἀποδίδεται στήν Καθολική Ἐκκλησία καί στό σύνολο τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν (ἤ μιᾶς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας)». Πάντως, ὁ ὅρος αὐτός «ἀδελφές Ἐκκλησίες», κατά τό κείμενο, «μπορεῖ νά χρησιμοποιεῖται μόνο γιά τίς ἐκκλησιαστικές ἐκεῖνες κοινότητες, οἱ ὁποῖες διατήρησαν ἔγκυρη ἐπισκοπική διαδοχή καί εὐχαριστία».

Εἶναι φανερόν ὅτι ὁ ὅρος «ἀδελφές Ἐκκλησίες» χρησιμοποιεῖται ἀπό τούς Παπικούς μέ τήν θεολογική καί ἐκκλησιολογική ἔννοια τῆς ἐγκυρότητας τῶν μυστηρίων καί τῆς ἐπισκοπικῆς διαδοχῆς καί δέν εἶναι ἕνας τεχνικός ὅρος, μέ τήν προσθήκη ὅτι μητέρα Ἐκκλησία ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν εἶναι ἡ «Καθολική Ἐκκλησία».

Εἶναι ἐνδιαφέρον ὅτι ὁ Πάπας Ἰωάννης Παῦλος Β ́ σέ λόγο του πού ἐκφώνησε τήν 5η Ἰουνίου 1991 στό Bialystok τῆς Πολωνίας εἶπε γιά τό θέμα αὐτό: «Σήμερα βλέπουμε καθαρότερα καί ἐννοοῦμε καλύτερα ὅτι οἱ Ἐκκλησίες μας εἶναι ἀδελφές Ἐκκλησίες, ὄχι ὑπό ἔννοια ἁπλῶς μιᾶς ἐκφράσεως εὐγενείας, ἀλλά ὑπό ἔννοια μιᾶς θεμελιώδους οἰκουμενικῆς ἐκκλησιολογικῆς κατηγορίας».

Αὐτό προέρχεται ὄχι μόνο ἀπό τήν Β ́ Βατικανή Σύνοδο, ἀλλά καί ἀπό τά κείμενα πού ὑπογράφησαν κατά τούς θεολογικούς διαλόγους μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί Ρωμαιοκαθολικῶν στό Μόναχο (1982), στό Μπάρι (1987), στό Νέο Βάλαμο τῆς Φινλανδίας (1988) καί ἀργότερα στήν Ραβένα (2007).
Ὑπενθυμίζω ὅτι στό Μόναχο καταρτίσθηκε κείμενο μέ θέμα «Τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Εὐχαριστίας ὑπό τό φῶς τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἁγίας Τριάδος»· στό Μπάρι καταρτίσθηκε κείμενο μέ θέμα «Πίστις, μυστήρια καί ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας»· στό Νέο Βάλαμο καταρτίσθηκε κείμενο μέ θέμα «Τό Μυστήριον τῆς Ἱερωσύνης ἐν τῇ μυστηριακῇ δομῇ τῆς Ἐκκλησίας καί ἰδίᾳ ἡ σπουδαιότης τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς διά τόν ἁγιασμόν καί τήν ἑνότητα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ»· καί στήν Ραβένα καταρτίσθηκε κείμενο μέ θέμα «Ἐκκλησιολογικαί καί κανονικαί συνέπειαι τῆς μυστηριακῆς φύσεως τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκκλησιαστική κοινωνία, συνοδικότης καί αὐθεντία». Τά τέσσερα αὐτά κείμενα καταρτίσθηκαν καί ἐγκρίθηκαν ἀπό τούς ἀντιπροσώπους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκλησιῶν, μέ τήν προοπτική ὅταν θά ὁλοκληρωθῆ ὁ θεολογικός διάλογος, θά ἐγκριθῆ ἀπό τίς κατά τόπους Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες.

Ὕστερα ἀπό αὐτά ἐξάγονται ἀναμφιβόλως δύο σημαντικά συμπεράσματα.

Τό πρῶτο συμπέρασμα εἶναι ὅτι ὁ ὅρος «ἀδελφαί Ἐκκλησίαι» καί ὁ ὅρος «Ἐκκλησία» γιά τούς Ρωμαιοκαθολικούς δέν εἶναι τεχνικός ὅρος, ἀλλά ἀπόδοση ἐκκλησιαστικότητος στίς χριστιανικές αὐτές κοινότητες.

Τό δεύτερο συμπέρασμα εἶναι ὅτι τά ὡς ἄνω κείμενα ὑπεγράφησαν ἀπό τούς ἐκπροσώπους καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τήν ἀπαραίτητη ὅμως προϋπόθεση ὅτι θά ἔλθουν τελικά πρός ἔγκριση στήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δηλαδή τελοῦν ὑπό τόν ἀπαραίτητο ὅρο τοῦ ad referendum. Ἄν ὅμως στό κείμενο πού πρόκειται νά ψηφισθῆ στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο στήν Κρήτη παραμείνη ἡ ἔκφραση ὅτι «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τήν ἱστορική ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν» καί ἄλλες παρόμοιες ἐκφράσεις, τότε ἀναγνωρίζονται ἐμμέσως τά κείμενα πού ἤδη ἔχουν ὑπογραφῆ ἀπό τούς ἀντιπροσώπους, καίτοι εἶναι προβληματικά, χωρίς νά ἔλθουν πρός ἔγκριση στήν Ἱεραρχία μας. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον πρέπει νά προηγηθῆ ἡ ἔγκριση ἤ μή τῶν τεσσάρων κειμένων ἀπό τήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Ἑπομένως, πρέπει ὁπωσδήποτε στό κείμενο πού πρόκειται νά συζητηθῆ καί νά ψηφισθῆ στήν Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδο νά μή χαρακτηρίζωνται ἄλλες Χριστιανικές Κοινότητες καί Ὁμολογίες ὡς Ἐκκλησίες.


(Συνεχίζεται)