ΕΝ ΟΨΕΙ ΤΗΣ ΣΥΓΚΛΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΟΥ 2016
Πώς πρέπει να αποκαλείται;
Τοῦ Πανοσ. Ἀρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου
======
1. Ἐὰν ἡ Σύνοδος ὀνομασθῆ «Πανορθόδοξος», αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὰ μέλη της συνίστανται ἀπὸ Ὀρθοδόξους Ἐπισκόπους, οἱ ὁποῖοι θὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὴν ρύθμιση γενικῶν ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ μόνον. Μὲ ἕναν τέτοιο χαρακτηρισμὸ ὑπονοεῖται ὅτι παραδεχόμαστε τὴν ὕπαρξη καὶ ἄλλων Ἐκκλησιῶν, ὅπως τοῦ Παπισμοῦ, τοῦ Προτεσταντισμοῦ κ.ἄλ. καὶ ἄρα, γιὰ τοὺς ὑποστηρικτὲς τοῦ χαρακτηρισμοῦ τῆς Συνόδου ὡς Πανορθοδόξου, γιὰ νὰ κληθῆ Οἰκουμενικὴ ὀφείλουν νὰ συμμετάσχουν ἀντιπρόσωποι ὅλων τῶν χριστιανικῶν λεγομένων ὁμολογιῶν. Συνεπῶς εἶναι λανθασμένος ὁ χαρακτηρισμὸς τῶν προηγουμένων ἑπτὰ Συνόδων ὡς Οἰκουμενικῶν. Ἔπρεπε μὲ τὸ ὡς ἄνω σκεπτικὸ νὰ ὀνομάζωνται Α´ Πανορθόδοξος Σύνοδος, Β´ Πανορθόδοξος Σύνοδος κ.ο.κ. γιατὶ ὑπῆρχαν καὶ οἱ ἄλλες «Ἐκκλησίες», τῶν Ἀρειανῶν, τῶν Πνευματομάχων, τῶν Νεστοριανῶν κ.λπ. Ἄπαγε τῆς βλασφημίας!!! Νὰ διευκρινισθῆ ἐδῶ ὅτι ἡ παρουσία τῶν ἀρχηγῶν ἢ μελῶν τῶν αἱρετικῶν παρατάξεων στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους ἦταν συμμετοχὴ ἀπολογίας καὶ ὄχι μετοχὴ στὴν λήψη τῶν συνοδικῶν ἀποφάσεων.
Ὁ χαρακτηρισμὸς καὶ ἡ ὀνομασία μίας νέας Συνόδου ὡς Πανορθοδόξου ἐγκρύπτει τὴν πεποίθηση καὶ ἀποδοχὴ τῆς ὑπάρξεως καὶ ἄλλων «Ἐκκλησιῶν» ἐκτὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἄρα ἀποκαλύπτει αἵρεση. Αὐτοὶ δέ, οἱ ὁποῖοι ὑποστηρίζουν τὴν ὕπαρξη πολλῶν Ἐκκλησιῶν, εἶναι αἱρετικοί. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία, γιατὶ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα. «Μεμέρισται ὁ Χριστός;» (Α´ Κορ. 1, 13).
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καὶ οἱ ἄλλοι ὅλοι εἶναι ἀποκομμένοι ἀπὸ τὴν μία, αγία, καθολική καὶ αποστολική ορθόδοξο εκκλησία. Ἑπομένως, ἐὰν συγκληθῆ Σύνοδος μὲ τὴν συμμετοχὴ τοῦ πληρώματος τῆς καθόλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, θὰ ὀνομασθῆ Οἰκουμενικὴ καὶ ὄχι Πανορθόδοξος.
2. Οἰκουμενικὴ Σύνοδος χαρακτηρίζεται γιὰ τὸν λόγο ὅτι εἶναι «ἡ ἀνωτάτη διοικητικὴ βαθμὶς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας» (Ἁμ. Ἀλιβιζάτου, Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες, 1997, σ. 20) καὶ συγκεντρώνει τοὺς Ἐπισκόπους ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ κόσμου. Μὲ τὸν ὅρο «οἰκουμένη» ὀνομαζόταν τὸ Ρωμαϊκὸ κράτος: «Ἐξῆλθε δόγμα παρὰ Καίσαρος Αὐγούστου ἀπογράφεσθαι πᾶσαν τὴν οἰκουμένην» (Λουκ. 2, 1).
Ἔτσι ἀποκαλεῖται Οἰκουμενικὴ ἡ Σύνοδος, γιὰ τὸν λόγο ὅτι συμμετέχουν ὅλοι οἱ ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Ἐπίσκοποι τῆς μιασ ορθοδοξου εκκλησίας. Στὴν Οἰκουμενικὴ Σύνοδο παρευρίσκεται ὅλο τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο συναποτελοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ καὶ τοιουτοτρόπως ἡ Σύνοδος αὐτὴ καθίσταται ὁ φορέας τοῦ ἀλαθήτου τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ τὰ μέλη της ἀποφαίνονται «ὑπὸ τὴν ἐπίνοιαν καὶ ἐπιστασίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπὶ τῇ βάσει τῆς ἁγίας Γραφῆς καὶ τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως», (Ἰ. Καρμίρη, Τὰ δογματικὰ καὶ συμβολικὰ μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τ. 1, ἐν Ἀθήναις 19602, σ. 105).
3. Ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἐξετάζει ζητήματα ἀφορῶντα στὴν οὐσία τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας. Οἱ ἀποφάσεις της εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι ὅ,τι ἐπιστεύθη πάντοτε καὶ ὑπὸ πάντων, τῇ ἐπενεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οὐδέποτε ἀκυρώνει ἀποφάσεις, οἱ ὁποῖες ἐλήφθησαν ὑπὸ τῶν προηγουμένων Συνόδων. Aὐτὸ διετράνωσαν οἱ συμμετασχόντες Πατέρες στὴν Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο: «Μετὰ πάσης ἀκριβείας ἐρευνήσαντές τε καὶ διασκεψάμενοι, καὶ τῷ σκοπῷ τῆς ἀληθείας ἀκολουθήσαντες, οὐδὲν ἀφαιροῦμεν, οὐδὲν προστίθεμεν, ἀλλὰ πάντα τὰ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἀμείωτα διαφυλάττομεν καὶ ἑπόμενοι ταῖς ἁγίαις Οἰκουμενικαῖς ἓξ Συνόδοις [...] πιστεύομεν [...] ἐπακολουθοῦντες τῇ θεηγόρῳ διδασκαλίᾳ τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, καὶ τῇ παραδόσει τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας. τοῦ γὰρ ἐν αὐτῇ οἰκήσαντος ἁγίου Πνεύματος εἶναι ταύτην γινώσκομεν» (Μansi 13, 376). Γι᾽ αὐτό, ὅπως ὑποστηρίζει ὁ καθηγητὴς Καρμίρης, «αἱ ἑπτὰ ἀρχαῖαι Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἀποτελοῦν τὴν ὑψίστην αὐθεντίαν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ» (ΘΗΕ 9, 688).
No comments:
Post a Comment