Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ
(ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ 2015 ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΟΥΣΤΙΝΟ ΠΟΠΟΒΙΤΣ)
Του Σεβ. Μητροπολίτη Γόρτυνος κ. Ιερεμία
=====
(α) Ἡ σχέση μας πρός τούς αἱρετικούς πρέπει νά κινεῖται ἀπό τήν ἀγάπη. Νά πονοῦμε γιατί βρίσκονται στήν πλάνη, νά προσευχόμεθα γι᾽ αὐτούς καί νά ἐργαζόμεθα μέ ἀγάπη γιά τήν ἐπιστροφή τους στήν Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποία ἡ πλάνη τῆς αἵρεσης τούς ἀπέκοψε. Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς γιά τό θέμα αὐτό ἀναφέρει περικοπή τοῦ ἁγίου Μαξίμου, στήν ὁποία αὐτός, ὁμιλῶν κατά τῶν αἱρετικῶν, λέγει ἔπειτα ὅτι δέν θά χαρεῖ νά τούς συμβεῖ κάτι κακό, ἀλλά ἐπιθυμεῖ τήν ἐπιστροφή τους, ἡ ὁποία θά τοῦ δώσει μεγάλη χαρά καί ἀγαλλίαση.
Λέγει ἐπί λέξει ὁ ἅγιος Μάξιμος: «Οὐ θέλων δέ τούς αἱρετικούς θλίβεσθαι, οὐδέ χαίρων τῇ κακώσει αὐτῶν γράφω ταῦτα, μή γένοιτο, ἀλλά τῇ ἐπιστροφῇ μᾶλλον χαίρων καί συναγαλλόμενος». Εἶναι δέ πολύ ὡραῖο αὐτό πού γράφει στήν συνέχεια ὁ ἅγιος Μάξιμος, ὅτι τίποτε δέν εἶναι γλυκύτερο ἀπό τήν ἑνότητα ὅλων τῶν πιστευόντων στόν Θεό: «Τί γάρ τοῖς πιστοῖς τερπνότατον τοῦ θεᾶσθαι τά τέκνα τοῦ Θεοῦ τά διεσκορπισμένα συναγόμενα εἰς ἕν;»! Ὅμως, ἐνῶ πρέπει νά ἀγαποῦμε καί τούς αἱρετικούς, ὁ ἅγιος Μάξιμος μᾶς θέλει – καί εὔχεται νά γίνουμε ὅπως μᾶς θέλει – νά εἴμαστε δηλαδή (προσέξτε, παρακαλῶ, τίς ἐκφράσεις τοῦ ἁγίου πατρός) «σκληροί παντελῶς» καί «ἀμείλικτοι» πρός τήν «φρενοβλαβῆ» πλάνη τῶν αἱρετικῶν καί ἄν δέν μιλᾶμε σ᾽ αὐτούς γι᾽ αὐτήν, αὐτό δέν λέγεται ἀγάπη, ἀλλά «μισανθρωπία» καί «χωρισμός τῆς θείας ἀγάπης». Καί μέ τό νά μή μιλᾶμε στούς αἱρετικούς γιά τήν πλάνη τους, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο, εἶναι ὡς νά δίδουμε «ἰσχύ» καί ὑποστήριξη σ᾽ αὐτήν: «...Πρός μόνον τό καθοτιοῦν αἱρετικοῖς συνάρασθαι εἰς σύστασιν τῆς φρενοβλαβοῦς αὐτῶν δόξης, σκληρούς παντελῶς εἶναι ὑμᾶς καί ἀμειλίκτους βούλομαί τε καί εὔχομαι. Μισανθρωπίαν γάρ ὁρίζομαι ἔγωγε καί ἀγάπης θείας χωρισμόν τό τῇ πλάνῃ πειρᾶσθαι διδόναι ἰσχύν εἰς περισσοτέραν τῶν αὐτῇ προκατειλημμένων φθοράν» (αὐτ., Ἐπ. 12, PG 91, c. 465C).
(β) Ἀπό ἀγάπη λοιπόν κινούμενοι λυπούμεθα τούς παπικούς γιά τίς αἱρέσεις καί πλάνες τους καί κάνουμε «διαλόγους ἀγάπης» μαζί τους, γιά νά μιλήσουμε στούς διαλόγους αὐτούς γιά τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης πίστης, ἀλλά, χρόνια τώρα, δέν βλέπουμε τήν μετάνοιά τους. Τί νόημα τότε ἔχουν οἱ διάλογοι; Ὁ ὅσιος πατήρ Ἰουστῖνος, γιά τόν ὁποῖο μιλᾶμε ἐδῶ, μᾶς λέγει σχετικά:
«Ὁ σύγχρονος “διάλογος τῆς ἀγάπης”, ὁ ὁποῖος τελεῖται ὑπό τήν μορφήν γυμνοῦ συναισθηματισμοῦ, εἶναι εἰς τήν πραγματικότητα ὀλιγόπιστος ἄρνησις τοῦ σωτηριώδους ἁγιασμοῦ τοῦ Πνεύματος καί τῆς πίστεως τῆς Ἀληθείας (Β´ Θεσ. 2,13), δηλαδή τῆς μοναδικῆς σωτηριώδους “ἀγάπης τῆς ἀληθείας” (αὐτόθι 2,10). Ἡ οὐσία τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἀλήθεια· ἡ ἀγάπη ζῇ καί ὑπάρχει ἀληθεύουσα». «Ἄς μή ἀπατώμεθα. Ὑπάρχει καί ὁ “διάλογος τοῦ ψεύδους”, ὅταν οἱ διαλεγόμενοι συνειδητῶς ἤ ἀσυνειδήτως ψεύδονται ὁ εἷς εἰς τόν ἄλλον. Τοιοῦτος διάλογος εἶναι οἰκεῖος εἰς τόν “πατέρα τοῦ ψεύδους”, τόν Διάβολον, “ὅτι ψεύστης ἐστίν καί ὁ πατήρ αὐτοῦ” (Ἰω. 8,44). Οἰκεῖος εἶναι καί εἰς ὅλους τούς ἑκουσίους ἤ ἀκουσίους συνεργάτας του, ὅταν αὐτοί θελήσουν νά πραγματοποιήσουν τό καλόν των διά τοῦ κακοῦ, νά φθάσουν εἰς τήν “ἀλήθειάν” των μέ τήν βοήθειαν τοῦ ψεύδους. Δέν ὑπάρχει “διάλογος τῆς ἀγάπης” ἄνευ τοῦ διαλόγου τῆς ἀληθείας. Ἄλλως τοιοῦτος διάλογος εἶναι ἀφύσικος καί ψευδής. Ὅθεν καί ἡ ἐντολή τοῦ Ἀποστόλου ζητεῖ νά εἶναι “ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος” (Ρωμ. 12,9)».
«Ὁ πρωτοκορυφαῖος Ἀπόστολος, μέ τήν ἐξουσίαν τήν ὁποίαν ἔλαβεν ἀπό τόν Θεάνθρωπον, δίδει ἐντολήν: “Αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ” (Τίτ. 3,10)».
(γ) Ἀφοῦ λοιπόν δέν ἔχουμε τήν ἴδια πίστη μέ τούς παπικούς δέν μποροῦμε νά ἐλπίζουμε τήν ἕνωσή μας, ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων, μαζί τους. Δέν μᾶς ἐπιτρέπεται νά κάνουμε κάτι τέτοιο. Ὁ ἅγιος πατήρ Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς μᾶς προσφέρει γιά τό θέμα αὐτό τρία ὡραῖα καί δυνατά πατερικά χωρία, τά ὁποῖα παρακαλοῦμε νά ἔχουν ὑπ᾽ ὄψιν οἱ δικοί μας «ἑνωτικοί», γιά νά ἀκολουθοῦν τήν πατερική διδασκαλία, ὡς πρέπει στούς ὀρθοδόξους κληρικούς.
(1) Τό πρῶτο χωρίο εἶναι τοῦ Οἰκουμενίου, Ἐπισκόπου Τρίκκης:
«Ἑνότης πίστεως τό μή διαφωνεῖν περί τά δόγματα. Τοῦτο γάρ ἐπίγνωσις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τό μή διαφωνεῖν περί αὐτοῦ» (PG 118,1220).
Μέ τούς παπικούς διαφωνοῦμε περί τά δόγματα. Μέ τήν αἵρεση τοῦ Φιλιόκβε οἱ παπικοί ἔχουν ἄλλο Χριστό καί ὄχι τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού μᾶς παρέδωσαν οἱ ἅγιοι πατέρες μας στίς Οἰκουμενικές Συνόδους.
(2) Τό δεύτερο πατερικό χωρίο πού χρησιμοποιεῖ ὁ ἅγιος Πόποβιτς εἶναι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος σαφῶς λέγει:
«Ὅταν δέ πάντες ὁμοίως πιστεύωμεν, τότε ἑνότης ἐστίν» (PG 62,83).
Ὅπως γνωρίζουμε, δέν εἶναι μία ἤ δυό ἤ δέκα μόνον οἱ δογματικές διαφορές μας μέ τούς παπικούς, ἀλλά εἶναι πάρα πολλές καί ἑπομένως δέν μποροῦμε νά ἔχουμε ἑνότητα μαζί τους, γιατί, κατά τόν χρυσορρήμονα ἅγιο πατέρα, μόνο ὅταν «πάντες ὁμοίως πιστεύωμεν, τότε ἑνότης ἐστίν».
(3) Τό τρίτο πατερικό χωρίο, πού προσφέρει ὁ ἅγιος πατέρας Ἰουστῖνος Πόποβιτς, χωρίο πολύ χρήσιμο γιά τούς ἑνωτικούς, εἶναι τοῦ Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, ἑρμηνευτοῦ τῶν ῾Αγίων Γραφῶν, ἐξαρτωμένου στενά ἀπό τόν Χρυσόστομο:
«Τότε ἡ ἀληθής ἑνότης τῆς πίστεως, ὅταν καί ἐν τοῖς δόγμασιν ὀρθοδοξῶμεν καί τῆς ἀγάπης σύνδεσμον συντηρῶμεν» (PG 124,1088Α).
Μή ὀρθοδοξοῦντες οἱ παπικοί καί μή ἔχοντες λοιπόν ἑνότητα πίστεως μέ ἡμᾶς, δέν μποροῦμε νά ἔχουμε σύνδεσμο ἀγάπης μαζί τους, ἀγάπης ἐκφραζομένης μέ τήν συμμετοχή στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἀγάπη εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλά οἱ παπικοί ἔχουν αἱρετική πίστη περί τοῦ Χριστοῦ.
(δ) Ἡ ἕνωση ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς παπικούς, ἕνωση πραγματική μέ Χριστό, δηλαδή μέ τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, αὐτή ἡ ἕνωση θά γίνει μόνο μέ τήν μετάνοια τοῦ πάπα καί τῶν πιστῶν του. Λέγει ὁ ἅγιος πατέρας:
«Ἄνευ τῆς μετανοίας καί εἰσδοχῆς εἰς τήν Ἀληθινήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀφύσικον καί ἀδιανόητον νά ὁμιλῇ τις περί τῆς ἑνώσεως “τῶν Ἐκκλησιῶν”, περί τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης, περί τῆς intercommunio (δηλ. διακοινωνίας)».
«Ιντερκομμούνιο, δηλαδή ἡ διακοινωνία μέ τούς αἱρετικούς ἐν τοῖς ἁγίοις Μυστηρίοις, ἰδιαιτέρως ἐν τῇ θείᾳ Εὐχαριστίᾳ, εἶναι ἡ πλέον ἀναίσχυντος προδοσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ προδοσία τοῦ Ἰούδα. Πρόκειται μάλιστα περί προδοσίας ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεανθρώπου, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀποστολικῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγιοπατερικῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγιοπαραδοσιακῆς, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Μιᾶς καί μοναδικῆς».
Ἀπό τόν μεγάλο δογματολόγο πατέρα, τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, ἐλάβαμε ἐντολή: «Πάσῃ δυνάμει τοίνυν φυλαξώμεθα μή λαμβάνειν μετάληψιν αἱρετικῶν μήτε διδόναι» (Ἔκδ. Ὀρθ. πίστεως 4,13. PG 94,1149).
«Ὁ ἀτρόμητος ὁμολογητής τῶν θεανθρωπίνων ὀρθοδόξων ἀληθειῶν ἀναγγέλλει εἰς ὅλους τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν κόσμων: “Τό γάρ κοινωνεῖν παρά αἱρετικοῦ ἤ προφανῶς διαβεβλημένου κατά τόν βίον ἀλλοτριᾶ Θεοῦ καί προσοικειοῖ τῷ Διαβόλῳ” (Θεοδώρου Στουδίτου, PG 99, c. 1668C). Κατά τόν ἴδιον ὁ ἄρτος τῶν αἱρετικῶν δέν εἶναι “σῶμα Χριστοῦ” (αὐτόθι, c. 1597A). Διά τοῦτο, “Ὥς οὖν ὁ θεῖος ἄρτος ὑπό τῶν Ὀρθοδόξων μετεχόμενος, πάντας τούς μετόχους ἕν σῶμα ἀποτελεῖ· οὕτω δή καί ὁ αἱρετικός κοινωνούς τούς οὕτω αὐτοῦ μετέχοντας ἀλλήλων ἀπεργαζόμενος, ἕν σῶμα ἀντίθετον Χριστῷ παρίστησι” (αὐτόθι, c 1480CD). Ἐπί πλέον, “Ἡ παρά τῶν αἱρετικῶν κοινωνία οὐ κοινός ἄρτος ἀλλά φάρμακον (=δηλητήριον), οὐ σῶμα βλάπτον, ἀλλά ψυχήν μελαῖνον καί σκοτίζον”» (αὐτόθι, c 99,1189C).
(Συνεχίζεται)
No comments:
Post a Comment