Monday, November 8, 2010

ΕΝΘΥΜΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΕΚΤΑΡΙΟ - ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΗ ΜΟΝΑΧΗ ΧΡΥΣΑΦΕΝΙΑ





ΕΝΘΥΜΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΕΚΤΑΡΙΟ -

ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΗ ΜΟΝΑΧΗ ΧΡΥΣΑΦΕΝΙΑ

============




Το 1984 στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα ο μακαριστός Μητροπολίτης "Υδρας, Σπετσών και Αιγίνης κυρός Ιερόθεος, μαζί με τον τότε Πρωτοσύγκελό του (νυν Μητροπολίτη της αυτής επαρχίας κ. Εφραίμ) και τον Αρχιερατικό Επίτροπο της νήσου π. Δαμασκηνό Χόντο συναντούσαν την μακαριστή μοναχή Χρυσαφένια. Σκοπός της συνάντησης αυτής ήταν να καταθέσει η γερόντισα μοναχή τις αναμνήσεις της από τον Αγιο Νεκτάριο, τον οποίο, όχι άπλως γνώρισε από την παιδική ήλικία, αλλά είχε την ευλογία να ζήσει κοντά του, κατά μεγάλα χρονικά διαστήματα, στη Μονή του και να δεχθεί στοργή ιδιαίτερη από αυτόν. Η μαρτυρία της είναι σημαντική, γιατί αποκαλύπτει τον τρόπο που η αγιότητα καθρεφτίζεται σε μια παιδική ματιά, σε μια παιδική ψυχή.


Μητρ.Ύδρας κ.Ιερόθεος: Με τη γερόντισσα Μαγδαλήνη,Χρυσαφένια,πόσα χρόνια γνωρίζεστε;

Μον. Χρυσαφένια: Από μικρό παιδάκι. Στό Μοναστήρι πήγα πεντέμισι χρονών! Στήν πρώτη τάξη. [...] Πήγαινα-κατέβαινα γιατί πήγαινα σχολείο. Κάποτε αρρώστησα. Με πόνεσε το μάτι μου. Με πήγαν σ' όλους τούς γιατρούς και θεραπεία δεν είχα. Αντί καλύτερα, έγινα χειρότερα.

Μητρ. "Υδρας κ. Ίερόθεος: Τι είχε το μάτι σας; Ποιο ήταν;

Μον. Χρυσαφένια: "Άσπρο ήταν, το δεξιό. Δεν έβλεπα απ' αυτό. Με παίρνει μία θεία μου και λέει: «Την πήγαμε στούς γιατρούς."Εχουμε όμως και ανώτερου «γιατρούς» στην Αίγινα! Θα την πάμε στο Σεβασμιώτατο να τη σταυρώσει με την Αγία Λόγχη».

Οταν λοιπόν ήρθαμε στην Αίγινα, της λέω «καλέ θεία, πάμε στο Δεσπότη που είπε να με σταυρώσει με την Αγία Λόγχη». Νόμιζα - μικρό παιδάκι καθώς ήμουν - πως ήταν φάρμακο η Άγια Λόγχη! Δεν ήξερα. Αυτοκίνητα τότε δεν υπήρχαν. Παίρνει η θεία μου ένα γαϊδουράκι και καθίζει.Έμενα μ' έβαλε στα καπούλια.Όταν φτάσαμε στους'Αγίους Πάντες, μου δείχνει το Μοναστήρι.


- Έκεί θα πάμε, μου λέει. θα δούμε και τον Παππούλη,να σε σταυρώσει.

- Θεία, τής λέω, θα κατέβω.

Κατεβαίνω από το ζώο και κάνω τρείς μετάνοιες.

- Παναγίτσα μου, έλεγα κοιτάζοντας στον Ουρανό, Χριστούλη μου κι εγώ εδώ να κατοικήσω! Να γίνω καλόγρια!

Στό Μοναστήρι εδώ...

Κατεβαίνει κι η θεία μου κι έφαγα φάπες!

- Δεν θα ξανακατέβεις από το ζώο μέχρι να φτάσουμε στο Μοναστήρι, μου λέει.

-"Οχι, θεία μου. Δεν θα ξανακατέβω.

Φτάσαμε στο Μοναστήρι. Στην Αγία Τριάδα. Ο Σεβασμιώτατος καθόταν πίσω, στη μουριά. Είχε μία πολυθρονίτσα κι ένα σκαμνάκι ψαθωτό στα ποδαράκια του.

- Να ο Παππούλης που θα σου κάνει το ματάκι σου καλά

Πάω και τον χαϊδεύω στα ποδαράκια του και του λέω: - Παππουλάκι μου σ' αγαπάω, μα πόσο σ' αγαπάω! Από τη γη ίσαμε τον ουρανό! Κι αν θα μου κάνεις το ματάκι μου καλά, θα σ' αγαπάω ακόμα περισσότερο!

Κάθησα στό σκαμνάκι που ήταν στα πόδια του και τον παρακαλούσα:

-Έλα, Παππούλη, να μου κάνεις το ματάκι μου καλά.

Σηκώθηκε ο Αγιος Νεκτάριος, και πήγαμε στην Εκκλησία. Παίρνει την Άγια Λόγχη και με σταυρώνει. Εγώ περίμενα και φάρμακο να μου δώσει! Λέει τότε ο Σεβασμιώτατος στη Γερόντισσα Χριστοδούλη:

- Δώσε στη θεία της μερικά τριαντάφυλλα του επιταφίου να τα βράσει, να της πλύνει το ματάκι της.

Τα πήρε η θεία μου. Βγαίνοντας όμως από την πόρτα της 'Εκκλησίας, το μάτι μου ήταν έντελώς καλά! Είδα το φώς μου! Καθάρισε τό μάτι μου. Πού να φύγω από τον παππού...

- Παππουλάκι μου, δεν φεύγω ό,τι και να μου πείτε!

-"Αμε παιδί μου στο σχολείο, να μάθεις και γράμματα,να 'σαι και χρήσιμη στο Μοναστήρι.

-"Οχι, Παππούλη μου, δεν φεύγω! Θα κάτσω στο Μοναστήρι. Εδώ κοντά σου.

Πάω και κρύβομαι σε κάτι καναπέδες πού 'χουνε στο «Γεροντικό». Φαινόντουσαν μόνο τα ποδαράκια μου. Οι καλόγριες λέγαν μεταξύ τους: «Η μικρή φοβήθηκε και θα πήρε το δρόμο κι εφυγε». Ο Αγιος Νεκτάριος τους είπε:«Δεν έχει φύγει, θα την εύρω εγώ».

"Ερχεται και με βρίσκει στο «Γεροντικό». -Έλα, παιδί μου, μου λέει, βγές έξω. Βγήκα. Η θεία μου έκλαιγε: Θα το μάθει ο πατέρας σου στην Αμερική και θα χάσετε και το ψωμί. Δεν θα 'χετε ψωμάκι να φάτε...

-Έμείς θα 'χουμε πιο πολλά, αν έρθω εγώ στο Μοναστήρι, της έλεγα. Δεν έρχομαι κάτω.

-"Αμε, παιδί μου, λέει ο "Αγιος. "Αμε και θα στέλνω εγώ τη Γερόντισσα Αθανασία, τη Γερόντισσα Δαμιανή - που κατεβαίνουνε και ψωνίζουν - και θα σε φέρνουν με το ζώο.

Θυμάμαι και το ζώο πώς το λέγανε. Είχαν ένα μικρό ζώο και το λέγανε «Λίζα». Το θυμάμαι γιατί ανέβαινα στα καπούλια και ακολουθούσα στα ψώνια τη Γερόντισσα Δαμιανή, τη Γερόντισσα Αθανασία, τη Γερόντισσα Χριστοφόρα. Στο σπίτι μας μένανε.

Μητρ.'Ύδρας κ.Ίερόθεος: Τότε για πρώτη φορά γνώρισες το Σεβασμιώτατο;

Μον. Χρυσαφένια: Ναι. Πεντέμισι χρονών. Τότε που μου έκανε το μάτι μου καλά. Συνέχισα να πηγαίνω σχολείο. Ερχόντουσαν και με παίρναν η Γερόντισσα Δαμιανή, η Γερόντισσα Αθανασία...

Είχε να με δει κάποτε ο Σεβασμιώτατος καμιά βδομάδα. Με βλέπει στο όνειρο του. Όταν είχαν συμβούλιο με τις καλόγριες, τη Γερόντισσα Ξένη, τη Γερόντισσα Χριστοφόρα, τη Γερόντισσα Χαριτίνη - παλαιές καλόγριες - τις ρώτησε για μένα.

- Είναι άρρωστη, Σεβασμιώτατε, και δεν σας το είπαμε.

- Απόψε την είδα στ' όνειρο μου.

Φόραγε μια χρυσή φορεσιά και της πέρασα κι ένα χρυσό σταυρό! "Επρεπε να μου το 'χατε πει...

Μόλις βγήκαν οι καλογριές έξω, έρχεται η Γερόντισσα Ακακία στο κελλί. Στο δικό της κελλι έμενα. Μου είχαν ένα ντιβανάκι κι έμενα. Δίπλα στο «σχολείο». Πήγα στο Σεβασμιώτατο.

- Καλώς την οσία Χρυσαφένια! Καλώς το καλό μου παιδί!

Του φίλησα το χεράκι, τα ποδαράκια του.

- Παππουλακι μου, Παππουλάκι μου, είχα αρρωστήσει αλλά το μυαλό μου κι ο λογισμός μου ήταν εδώ!

- Κάθησε, παιδί μου.


Παίρνει το ωμοφόριο και το πετραχήλι και με «διαβάζει».

- Από σήμερα να μην ακούσω να σε φωνάζουνε Δημητρούλα. Όταν άκούς το 'νομα «Χρυσαφένια» θ' άπαντάς Για να το μάθουν οι καλόγριες.

Μητρ.'Ύδρας κ.Ίερόθεος: Πήγαινες εν τω μεταξύ στο σχολείο;

Μον. Χρυσαφένια: Μάλιστα."Εβγαλα μέχρι και την Τετάρτη. Μου 'λεγαν να πάω και παραπέρα, αλλά εγώ δεν ήθελα, γιατί φοβόμουν να μη χάσω το Μοναστήρι! Δώδεκα χρονών ήμουνα όταν κοιμήθηκε ο Άγιος Νεκτάριος - το 1920. Καμιά φορά με ρώταγε ο Άγιος:

- Πόσων χρονών είσαι, παιδί μου;

- Ξέρω 'γώ. Παππούλη; Του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου έχω γεννηθεί!..

- Χρυσό στόμα, παιδί μου, να 'χεις! μου λεγε και χαμογελούσε.

Μ' έπαιρνε και πηγαίναμε πάνω στην Επισκοπή. Στο δρόμο με ρωτούσε:

- Σήμερα, παιδί μου, είναι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Γιατί τον λένε Πρόδρομο;

- Το επώνυμο του ήταν. Παππούλη! του λέω εγώ.

-"Οχι, παιδί μου. Προπορεύτηκε του Χριστού. Γι' αυτό. Εξι μήνες είναι μεγαλύτερος από το Χριστό μας, ο Αγιος Ιωάννης.

"Αλλη μια μέρα, των Αγίων Αναργύρων, βγήκαμε περίπατο. Κρατούσε ένα καλαμάκι για να στηρίζεται. Το είχα αυτό το καλαμάκι και μου το πήρε μια καλογριά στην Πάτμο.

- Σήμερα, παιδί μου, είναι των Αγίων Αναργύρων, μου λέει. Γιατί τους λέγαν Αναργύρους, τον Κοσμά και τον Δαμιανό;

- Το επώνυμο τους ήταν, Παππούλη! του απαντώ.

-"Οχι, παιδί μου.Ηταν γιατροί και δεν παίρνανε αργύρια. Γι' αυτό τους λένε Αγίους Αναργύρους.

- Και τι είναι, Παππούλη, τ' αργύρια;

- Χρήματα, Χρυσαφένια παιδί μου. Δεν τα 'παιρναν. Γιάτρευαν δωρεάν.

Κάποια μέρα ήρθε η Ζηνοβία Λαλαούνη, που σήμερα λέγεται Νεκταρία κι είναι καλόγρια στο Μοναστήρι της Φανερωμένης στο Χιλιομόδι, να με πάρει να πάμε μαζί στο Μεσαγρό. Πήγαμε στη Γερόντισσα Ξένη να πάρουμε την άδεια.

- Να πας στον Παππού σου να το πεις, μου λέει η Ηγουμένη.

Πήγαμε στο Σεβασμιώτατο. Του λέω: - Παππουλάκι μου, να πάω κι εγώ στο Μεσαγρό, που φοβάται η Ζηνοβία να πάει μόνη της;

- "Οχι, παιδί μου. Η μανούλα σου ξέρει πως είσαι στο Μοναστήρι. "Αν σου συμβεί τίποτα; Να πας από πίσω από το Μοναστήρι, που 'ναι γύρω-γύρω οι πεζουλίτσες να τη βλέπεις ώσπου να χαθεί στο μονοπάτι η Ζηνοβία.

Εγώ τότε στενοχωρημένη, λέω από μέσα μου ούτε καν το ψιθύρισα:

- Με υποχρέωσες, Παππούλη!

Γυρίζει ο Αγιος και μου λέει:

- Με υποχρέωσες, παππούλη!

- Παππούλη μου, δεν το φώναξα! Από μέσα μου το είπα!



ΠΗΓΗ:

Από το βιβλίο:


Μανώλη Μελινού «Μίλησα με τον Άγιο Νεκτάριο» Α΄ τόμος,

No comments:

Post a Comment