Ο ΜΕΓΑΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΥΡΟΣ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ
Δ΄
Του Πρωτοπρ. Άγγελου Αγγελακόπουλου
=====
Γ) Ἡ καλλιέργεια σχέσεων μέ τό Βατικανό
________
Ἀπό τό ξεκίνημα τῆς πατριαρχίας του «ὁ προκαθήμενος τῆς Ὀρθοδοξίας ἐνηγκαλίσθη μετά παροιμιώδους ζωτικότητος τό ζήτημα τῆς ἀναθερμάνσεως τῶν ἐπαφῶν μέ τήν Ρώμην, τήν ὁποίαν ἐν τῷ ἐνθρονιστηρίῳ ἤδη λόγῳ του ἀσπάζεται μετ' ἀπεράντου σεβασμοῦ ἀδελφικῶς ἐν Χριστῷ».
Τό ἄνοιγμα καί οἱ στενές σχέσεις τοῦ Πατριάρχου κυρού Ἀθηναγόρα μέ τό Βατικανό ἦταν κάτι τό ἀναμενόμενο καί προγραμματισμένο, καθώς «ἀπό Μητροπολίτης Κερκύρας εἶχε καλλιεργήσει στενές σχέσεις μέ τόν Παπισμό, πού ὡς ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς τίς ἀξιοποίησε περισσότερο. Ὅταν μάλιστα ὡς Οἰκουμενικός Πατριάρχης διήρχετο μέ τό προσωπικό ἀεροπλάνο τοῦ Τρούμαν ἀπό τό ἰταλικό ἔδαφος, παρακάλεσε τόν πιλότο νά πετάξη πάνω ἀπό τήν Ἁγία Ἔδρα, ἀνταποκρινόμενος κατ' αὐτόν τόν τρόπο στήν ἐπιθυμία πολλῶν φίλων του τῆς Ἀμερικῆς νά συνδεθῆ στενότερα μέ τόν Παπισμό».
Ὁ πρῶτος ἐπίσημος ἀπεσταλμένος τοῦ Φαναρίου στό Βατικανό ἦταν ὁ μόλις ἐκλεγμένος τότε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς κυρός Ἰάκωβος, ὁ πρῶτος ὀρθόδοξος Ἱεράρχης, πού συναντήθηκε μέ τόν αἱρεσιάρχη Πάπα Ρώμης μετά ἀπό αἰῶνες.
Στήν συνάντηση, πού εἶχε μέ τόν αἱρεσιάρχη Πάπα Ἰωάννη ΚΓ΄κατά τό ἔτος 1959, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς τοῦ μετέφερε προσωπικό μήνυμα τοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα: «Ἁγιώτατε. Ἡ Α. Θ. Παναγιότης ὁ Πατριάρχης μοι ἀνέθεσε τήν ὑψίστην τιμήν νά ἐπιδώσω πρός τήν Ὑμετέραν Ἁγιότητα, ὄχι ἐν γράμμασιν ἀλλ' ἐν τῇ ζώσῃ, τό ἑξῆς μήνυμα: «ἐγένετο ἄνθρωπος ἀπεσταλμένος παρά Θεοῦ, ὄνομα αὐτῷ Ἰωάννης. Διότι πιστεύει ὅτι Ὑμεῖς εἶσθε ὁ δεύτερος Πρόδρομος, ὁ ἐπιφορτισμένος παρά τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐντολήν εὐθείας νά ποιήσητε τάς τρίβους Αὐτοῦ».
Στήν ἀπάντησή του ὁ αἱρεσιάρχης Πάπας ἀποκάλυψε τίς προθέσεις τοῦ Βατικανοῦ ἐν ὄψει τῆς Β΄ Βατικανῆς ψευδοσυνόδου, πού ἐπρόκειτο νά ξεκινήσει τίς ἐργασίες της. «Σκοπός τῆς νέας Συνόδου εἶναι ἡ ἐπανένωσις τῆς Ἐκκλησίας» δηλώνει στόν Ἀρχιεπίσκοπο καί συμφωνοῦν ἀπό κοινοῦ ὅτι «ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν» πρέπει νά στηριχθεῖ στίς ἀρχές τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως». «Ἐάν δέν ἐπικρατήση τό σύνθημα τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως: ἐλευθερία, ἰσότης, ἀδελφότης, οὔτε εἰρήνη θά ὑπάρξει μεταξύ τῶν ἐθνῶν, οὔτε ἕνωσις μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν».
Τέλος, ὁ αἱρεσιάρχης Πάπας ὅρισε τίς βασικές ἀρχές αὐτῆς τῆς «ἑνώσεως»: «Ἡ ἕνωσις θά εἶναι ἕνωσις καρδιῶν. Ἕνωσις προσευχῆς. Ἕνωσις - καρπός ἀναζητήσεως τοῦ ἑνός ὑπό τοῦ ἄλλου», δήλωσε στόν Ἀρχιεπίσκοπο κυρό Ἰάκωβο καί σηματοδότησε, ἔτσι, τή νέα οἰκουμενική πολιτική τοῦ Βατικανοῦ ἔναντι τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἡ νέα αὐτή πολιτική, πού ἔλαβε τήν ἐπίσημη μορφή της μέ τίς ἀποφάσεις τῆς Β΄ Βατικανῆς ψευδοσυνόδου (1963-1965) καί τό «Διάταγμα περί Οἰκουμενισμοῦ», ἐπεβλήθη στό ἑξῆς στόν διάλογο μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν, ἀφοῦ ἔγινε δεκτή καί ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Πρόκειται γιά τήν γνωστή οὐνιτικοῦ τύπου «ἑνότητα», μέ τόν «ἀμοιβαῖο ἐμπλουτισμό τῶν δύο παραδόσεων», τήν «ἑνότητα ἐν τῇ ποικιλίᾳ», ἡ ὁποία προπαγανδίζεται κατά κόρον καί στίς μέρες μας. Ἑνότητα δηλ., ὄχι στήν Ὀρθόδοξη πίστη καί τήν Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλά μία συγκρητιστικοῦ τύπου συγχώνευση, μία ἀπορρόφηση, οὐσιαστικά, τῆς Ὀρθοδοξίας στήν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ, χωρίς αὐτός νά ἀποβάλει καμμία ἀπό τίς αἱρέσεις του.
Στό σημεῖο, ὅμως, αὐτό τίθενται ἀμείλικτα ἐρωτήματα πρός τούς Οἰκουμενιστές: Ποιά «πανορθόδοξη ἀπόφαση» ἀθώωσε τόν Δούρειο Ἵππο τοῦ Παπισμοῦ, τήν ἐπάρατη Οὐνία καί τῆς ἔδωσε ἐκκλησιαστική ἀναγνώριση; Δέν ἔχει καταδικαστεῖ ἡ Οὐνία ἀπερίφραστα σέ «συνοδικές ἀποφάσεις πασῶν ἀνεξαιρέτως τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὡς εἶναι ἡ ὁμόφωνη ἀπόφαση τῆς Γ΄ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διασκέψεως (1986)», ἀλλά καί στό Freising τοῦ Μονάχου τό 1990 μέ τίς ὑπογραφές μάλιστα καί παπικῶν θεολόγων; Γιατί περιφρονοῦνται ἔτσι ὠμά οἱ ὁμόφωνες Πανορθόδοξες ἀποφάσεις, πού ρητά καταδικάζουν τήν Οὐνία;
Στήν ὑπηρεσία αὐτῆς τῆς νέας οἰκουμενιστικῆς πολιτικῆς ξεκίνησε μία κοινή ἐκστρατεία «ψυχολογικῆς προετοιμασίας» γιά τήν ἀποδοχή τῶν οἰκουμενιστικῶν ἀνοιγμάτων, πού πραγματοποιήθηκαν. Ἡ ἐκστρατεία αὐτή κινήθηκε σέ δύο κυρίως ἄξονες. Ἀπό τήν μία πλευρά ἐπεχείρισε νά ἀμβλύνει, ἀκόμη καί νά ἐκμηδενίσει, τίς δογματικές διαφορές μεταξύ Ὀρθοδοξίας καί Παπισμοῦ, ἀποδίδοντας τό μεταξύ τους χάσμα σέ προκαταλήψεις καί κατάλοιπα τοῦ παρελθόντος, πού ἔχουν πλέον ξεπεραστεῖ καί ἐκλείψει. Ἀπό την ἄλλη δέ ἐπένδυσε συστηματικά στήν ἀδήριτη δυναμική τῆς ἐπικοινωνιακῆς τακτικῆς, τῆς προβολῆς καί της ἐπιβολῆς μέσῳ τῆς ἐπαναλήψεως, στόν νόμο δηλαδή τῆς συνήθειας.
Χαρακτηριστικός ὅσο καί ἄκρως ἀποκαλυπτικός αὐτῆς τῆς ἐπιχειριθείσης ἀνατροπῆς καί ἀντιστροφῆς τῶν παραδεδομένων ἀρχῶν καί τῆς ἀληθείας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας μας εἶναι ὁ διάλογος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα μέ τόν Καρδινάλιο Βίλλεμπρανς (Willebrans), πρόεδρο τοῦ Παπικοῦ Συμβουλίου γιά τήν χριστιανική ἑνότητα, στό Φανάρι. Τό ἴδιο, βεβαίως, χαρακτηριστικός καί ἀποκαλυπτικός εἶναι καί ὁ σχολιασμός καί ἡ ἑρμηνεία τοῦ διαλόγου αὐτοῦ ἀπό τόν καθηγητή Δ. Τσάκωνα, ἑνός ἀπό τούς κορυφαίους θαυμαστές καί ὑμνητές τοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρα, στό βιβλίο του «Ἀθηναγόρας˙ ὁ Οἰκουμενικός τῶν Νέων Ἰδεῶν»: «Ἀπό τί προῆλθε τό Σχίσμα»; ρώτησε ὁ Πατριάρχης τόν Βίλλεμπρανς.
Ὁ Καρδινάλιος προσπάθησε μ' εὐγένεια ν' ἀναφέρει τίς δογματικές διαφορές τῶν «δύο ἐκκλησιῶν». Ὁ κυρός Ἀθηναγόρας - ὅπως ἀργότερα μου διηγήθηκε - τόλμησε νά πεῖ ὁλόκληρη τήν ἀλήθεια στόν ἔκπληκτο Ὁλλανδό Καρδινάλιο.
«Ἅγιε Ἀδελφέ, τό Σχίσμα δέν ἔγινε ἀπό τά ἔνζυμα καί τά ἄζυμα. Ἄν τό Ἅγιο Πνεῦμα πνεῖ στά ἔνζυμα, κατά τόν ἴδιο τρόπο πνεῖ καί στά ἄζυμα. Ἡ ἀντίθεσις δέν ἦταν θεολογική, ἀλλά μόνο πολιτική. Ἦταν ἡ ἀντίθεσις τῆς Ρώμης μέ τήν Ἀθήνα. Σεῖς ἐκπροσωπούσατε τήν Ρώμη κι ἐμεῖς τότε τήν Ἀθήνα».
Ὁ καρδινάλιος κοκκίνισε ἀπό ντροπή. Ἐναντίον τοῦ κατεστημένου, ὁ κυρός Ἀθηναγόρας δέν ἐδίστασε νά διατυπώσει ὁλόκληρη τήν ἀλήθεια, ἀντίθετα μέ τήν ἐπίσημη διδασκαλία καί τῶν «δύο ἐκκλησιῶν». Δέν τοῦ ἄρεσε νά ἐξαπατᾶ τά ἑκατομμύρια τῶν πιστῶν του μέ ἱστορικά ψεύδη... Θεωροῦσε πιό τίμιο νά μήν ἀλλαξοπιστεῖ κανείς, ἀλλά μέσα στό κάστρο τῆς Ἐκκλησίας του νά πολεμᾶ γιά οἰκουμενικότητα, ἀδελφοποιΐα καί διεύρυνσι».
Τίς βασικές ἀρχές τῆς νέας οἰκουμενικῆς τακτικῆς διετύπωσε πολύ εὔστοχα καί συνοπτικά τό 1962 ὁ γνωστός παπικός θεολόγος Ἰωάννης Ντανιελοῦ: «Ὁ λατινικός καί ὁ βυζαντινός κόσμος, μέ τά συμφέροντά τους, ἔχουν ἀπό καιρό ἐκλείψει. Τό δόγμα εἶναι σχεδόν κοινό. Ἡ παράδοσις ἐπίσης. Τά μυστήρια κοινά. Καί κοινοί οἱ σημερινοί ἀντίπαλοι. Οἱ αἰῶνες, πού ἐπέρασαν, ἐσώρευσαν διάφορες προκαταλήψεις, πού πρέπει σιγά-σιγά νά ἐκμηδενισθοῦν. Ὡς πρῶτο στάδιο βλέπω την ψυχολογική προετοιμασία».
Γι’ αὐτή τήν «ψυχολογική προετοιμασία» ξεκίνησαν καί συνεχίζονται μέχρι τίς μέρες μας μία σειρά ἀπό κινήσεις καί πρωτοβουλίες κορυφαίου συμβολικοῦ χαρακτήρα ἐκ μέρους τοῦ Βατικανοῦ καί τῶν ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Οἰκουμενιστῶν, μέ σκοπό τήν σταδιακή ἄμβλυνση τῆς συνειδήσεως καί τήν ἐξασθένιση τοῦ αἰσθητηρίου τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος.
(Συνεχίζεται)
No comments:
Post a Comment