Ἐνώπιον τῆς Δ. Ἱ. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Μηνυτήρια Ἀναφορὰ
τῆς «Φιλορθοδόξου Ἑνώσεως “Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος”»
ποὺ ἑδρεύει στὴν Θεσσαλονίκη, ὁδ. Βασ. Ἡρακλείου 30
νόμιμα ἐκπροσωπούμενης
ΚΑΤΑ
τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου Σαββάτου
(γιὰ ἀντορθόδοξες ἐνέργειες καὶ αἱρετικὲς θέσεις)
Θεσσαλονίκη, 17/02/2010
Μακαριώτατε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί,
Διὰ τῆς παρούσης μηνυτηρίου ἀναφορᾶς μας ἐνώπιον ὑμῶν καταγγέλλουμε τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο, γιὰ τὶς τρεῖς τουλάχιστον βασικὲς παρακάτω ἀντικανονικὲς ἐνέργειες καὶ αἱρετικὲς δοξασίες:
1. Παραχώρησε ὀρθόδοξο Ἱερὸ Ναὸ σὲ ἑτερόδοξους κατὰ παράβαση τῶν Ἱερῶν Κανόνων: ΜΕ΄ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ΣΤ΄ τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου καὶ πολλῶν ἄλλων Ἱ. Κανόνων.
2. Συμπροσευχήθηκε μὲ αἱρετικοὺς καὶ συμμετέσχε σὲ λατρευτικὴ τελετή τους παρὰ τὴν ἀπαγόρευση τῶν Ἱερῶν Κανόνων: Ι', ΙΑ΄ καὶ ΜΕ' τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, ΛΓ' τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου κ.ἄ., ἀλλὰ καὶ τῆς πρόσφατης Ὁδηγίας τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
3. Διδάσκει τὴν αἱρετικὴ δοξασία, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν ΜΙΑ διαχρονικὴ Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστός, ἀλλὰ εἶναι μία ἀπὸ τὶς Ἐκκλησίες καὶ ἀνήκει –μαζὶ μὲ τὴν ΡΚαθολικὴ «Ἐκκλησία»– σὲ κάποια «Ἐκκλησία» νέα καὶ ἄγνωστη στὴν θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἡ διδασκαλία του αὐτὴ, εἶναι καταλυτικὴ τοῦ ἐνάτου Ἄρθρου τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, ποὺ συνετάγη ὑπὸ τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ἐπεκυρώθη ἀπὸ ὅλες τὶς ἑπόμενες, καὶ τὴν διδάσκει παρὰ τὴν ρητὴ ἀπαγόρευση πλήθους Ὅρων καὶ Ἱ. Κανόνων, ὅπως τῆς Α΄, Γ΄ (Ζ΄ Κανών), τῆς ΣΤ΄ (Α΄ Κανών) Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ποὺ ἀπαγορεύουν καὶ τὴν παραμικρὴ μεταβολὴ τῆς παραδεδομένης Ὀρθόδοξης θεολογίας(1). Οἱ Ἱ. Κανόνες τιμωροῦν τὶς παραβάσεις αὐτές, ἀκόμα καὶ μὲ καθαίρεση.
Αὐτὲς οἱ ἐπιτιμώμενες ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες πράξεις καὶ διατυπώσεις τοῦ μηνυόμενου δὲν ἀποτελοῦν δικαιολογημένο στιγμιαῖο ἀνθρώπινο λάθος, ἀλλὰ συνειδητὲς ἐπιλογές του(2). Καὶ ἐνῶ τοῦ ὑπεδείχθη ἀπὸ πολλοὺς τὸ ἐσφαλμένο τῶν θέσεών του (καὶ ὑπὸ τοῦ Σεβ/του Μητρ. Πειραιῶς κ. Σεραφεὶμ στὴν Συνεδρία τῆς Ἱεραρχίας (ΟΚΤ 2009), ὁ κ. Χρυσόστομος δὲν ἐγκαταλείπει αὐτὲς τὶς αἱρετικὲς ἀποκλίσεις καὶ ἀντικανονικὲς ἐνέργειες, ἀλλὰ ἀντίθετα συνεχίζει νὰ τὶς διαδίδει καὶ νὰ τὶς ὑποστηρίζει! Ὑπ’ ὄψιν, ὅτι τὸ 2006 στὸ ἐπίσημο περιοδικὸ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δημοσίευσε μελέτη, μὲ τὴν ὁποία ἐπεσήμαινε τὸ δικαίωμα τῆς Ἐκκλησίας νὰ καταδικάζει «κάθε αἱρετικὴ ἀπόκλιση ποὺ κηρύττεται δημοσίᾳ», ἀκριβῶς ὅπως αὐτή, τὴν ὁποία καταγγέλλουμε σήμερα ἐνώπιόν σας, ὅτι ὁ ἴδιος διδάσκει. Ἔγραφε στὴν ἐν λόγῳ δημοσίευση:
«Τὸ “charisma veritatis certum” (βέβαιο χάρισμα τῆς ἀληθείας) δίνει τὸ δικαίωμα στὴν Ἐκκλησία, ἀπέναντι σὲ κάθε αἱρετικὴ ἀπόκλιση ἐπισκόπων καὶ τὴν ἄρνηση τῆς ἀκολουθίας τους, ὅταν ὅμως ἡ αἵρεση εἶναι “ὑπὸ συνόδου ἢ ἁγίων Πατέρων” κατεγνωσμένη (PG 137, 1072Α), ἡ δὲ ἔννοια τῆς “κατεγνωσμένης” αἵρεσης προσδιορίζεται ἀπὸ τὸν 15ο κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. “Δηλονότι”, ἐπεξηγεῖ ὁ κανόνας, ἡ αἵρεση “δημοσίᾳ” νὰ κηρύττεται καὶ “γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ Ἐκκλησίᾳ” νὰ διδάσκεται ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο…»(3).
Φυσικά, ὡς πιστὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀγνοοῦμε τὸν σεβασμὸ ποὺ ὀφείλουμε στὸν Ἐπίσκοπο, στὸν ὁποῖο ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας ἔχει δοθεῖ «πλήρης ἐξουσία νὰ μαρτυρῆ περὶ τῆς καθολικῆς ἐμπειρίας τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας», ἀλλὰ καὶ δὲν ἀγνοοῦμε ὅτι ὁ «ἐπίσκοπος περιορίζεται ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐμπειρίαν καὶ ἑπομένως εἰς θέματα πίστεως ὁ Λαὸς πρέπει νὰ κρίνη σχετικῶς μὲ τὴν διδασκαλίαν του» καὶ «ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ τὸν κατηγορήση»(4).
Γνωρίζουμε, ἐπίσης, τὶς συμβουλὲς τῶν Πατέρων νὰ μὴ ὑπακούουμε σὲ Συνόδους καὶ Ἐπισκόπους ποὺ ἀλλοιώνουν τὴν Πίστη(5), ὅπως γράφει ὁ Ἅγιος Θεόδωρος: «Παραγγελίαν ἔχομεν ἐξ αὐτοῦ τοῦ Ἀποστόλου, ἐάν τις δογματίζῃ ἢ προστάσσῃ ποιεῖν ἡμᾶς, παρ’ ὃ παρελάβομεν, παρ’ ὃ οἱ Κανόνες τῶν κατὰ καιροὺς Συνόδων καθολικῶν καὶ τοπικῶν ὁρίζουσιν, ἀπαράδεκτον ἑαυτὸν ἔχειν καὶ μηδὲ λογίζεσθαι αὐτὸν ἐν κλήρῳ ἁγίων»(6).
Ἐνθυμούμεθα καὶ τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου: Ὑπάρχουν –γράφει– καὶ «αὐτοὶ ποὺ φανερὰ ἐλέγχουν τοὺς ἱερεῖς, ἔχοντες ἐφόδιο τὴν εὐσέβεια γιὰ νὰ πείθουν· καὶ ὅσοι μὲν τὸ πράττουν αὐτὸ γιὰ τὴν πίστη …τοὺς συγχαίρω. (Αὐτοὶ) ἀγωνίζονται ὑπὲρ τῆς ἀληθείας καὶ γίνονται γι’ αὐτὸ μισητοί…»(7). Καὶ τοῦ Μ. Βασιλείου: Πρέπει οἱ ἀκροατὲς ποὺ εἶναι ἐκπαιδευμένοι στὴν κατανόηση τῶν Γραφῶν νὰ ἐξετάζουν (μὲ βάση τὴν Γραφή), ὅσα λέγουν οἱ Διδάσκαλοι (τοῦ θείου λόγου)∙ καὶ ὅσα μὲν εἶναι σύμφωνα μὲ τὶς Γραφὲς νὰ τὰ δέχονται, ὅσα ὅμως δὲν συμφωνοῦν νὰ τὰ ἀποβάλλουν. Καὶ ἐκείνους τοὺς διδασκάλους ποὺ ἐπιμένουν μὲ πεῖσμα στὶς κακοδοξίες, νὰ ἀποστρέφονται μὲ φανερὸ καὶ ἔντονο τρόπο(8).
Ἡ μηνυτήριος ἀναφορὰ λοιπόν, κατατίθεται, διότι διὰ τῶν ἐνεργειῶν καὶ τῆς αἱρετικῆς διδασκαλίας τοῦ κ. Χρυσοστόμου ἀλλοιώνεται ἡ Πίστη μας καί, διότι ὁ ἴδιος ὁ κ. Χρυσόστομος, ὄχι μόνο δὲν διορθώνει τὰ ἐσφαλμένα κηρύγματά του, ἀλλὰ ἀδιαφορεῖ γιὰ τὶς καταγγελίες τῶν πιστῶν, δηλώνοντας πὼς μόνο στὴν Σύνοδο ἀπολογεῖται· ἀσφαλῶς θὰ ἔχει τὴ γνώμη ὅτι οἱ συνάδελφοί του ἐκεῖ, δὲν θὰ διανοηθοῦν νὰ τὸν καλέσουν σὲ ἀπολογία, ἢ –κι ἂν τὸν καλέσουν– ἡ ὑπόθεση θὰ παραπεμφθεῖ τελικὰ «εἰς τὰς καλένδας». Οἱ δηλώσεις τοῦ Μεσσηνίας ἔχουν ὡς ἑξῆς:
«Ἐὰν οἱ κύριοι (σ.σ. ποὺ τὸν κατηγοροῦν) πιστεύουν ὅτι οἱ ἐκπρόσωποι τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ποὺ συμμετέχουν στὸ διάλογο…ἔχουν πουλήσει τὴν πίστη τους καὶ ἔχουν εἰσέλθει στὴν αἵρεση ἂς ἀπευθυνθοῦν πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδο καὶ ἂς μᾶς καλέσει ἡ Ἱ.Σύνοδος νὰ ἀπολογηθοῦμε. Πάντως ἡ τελευταία ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας (2009)…μᾶλλον ἐπιβεβαίωσε τὴν ἐμπιστοσύνη πρὸς τοὺς ἐκπροσώπους στὸ διάλογο αὐτὸ καὶ δὲν ἐξέφρασε καμία ἀμφισβητήση καὶ καμία ἐπιφύλαξη»(9).
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν παραπάνω προτροπή, ἡ ὁποία μᾶς ἐνθαρρύνει νὰ προβοῦμε σ’ αὐτὴ τὴν μηνυτήριο ἀναφορά, ὑπάρχει καὶ ἡ προτροπὴ τῆς Ἱ. Συνόδου, ἡ ὁποία στὸ Δελτίον Τύπου (26/6/02) ἔγραφε: «Ἡ Δ. Ἱ. Σύνοδος καλεῖ εὐθαρσῶς καὶ δημόσια ὅποιον ἔχει στοιχεῖα ἐναντίον κληρικῶν οἱουδήποτε βαθμοῦ…, νὰ ὑποβάλη ἐ-νυπόγραφη μήνυση στὶς ὑπηρεσίες της… καὶ νὰ εἶναι ὅλοι οἱ πιστοὶ βέβαιοι ὅτι κάθε ἠθικὴ παρεκτροπὴ στὴν Ἐκκλησία θὰ παταχθῆ μὲ βάση τοὺς Ἱ. Κανόνες».
Ἐπὶ πλέον, παρόλο ποὺ δὲν αἰσθανόμαστε ὅτι εἴμαστε οἱ πλέον εἰδήμονες γιὰ νὰ προχωρήσουμε σ’ αὐτὴν τὴν ἐνέργεια, τὸ κάνουμε γιατὶ ἔχουμε ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἔννομο συμφέρον (ὑπὸ τὴν πνευματική σημασία), καὶ ἀφοῦ δὲν εἴδαμε ἡ Ἱ. Σύνοδος ἢ ἄλλος ἁρμόδιος φορέας νὰ προχωρήσει σὲ καταγγελία, καὶ βλέποντας πὼς πέρασαν κατὰ περίπτωση πάνω ἀπὸ ἕξη μῆνες ἕως καὶ δύο χρόνια ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ἄρχισε νὰ ἐνεργεῖ παρὰ τοὺς Ἱ. Κανόνες καὶ νὰ διδάσκει τὶς καινοφανεῖς διδασκαλίες του ὁ κ. Χρυσόστομος, καὶ κανεὶς ἐπαΐων δὲν ἐνεργεῖ τὰ δέοντα, ἐνῶ ἡ αὐθεντικότητα τῆς Πίστεως βάλλεται συνεχῶς καὶ ἀμφισβητεῖται ποικιλοτρόπως καὶ ἀκόμα ἀλλοιώνεται ἡ ὀρθόδοξη συνείδηση τοῦ λαοῦ, ξεπεράσαμε τὸν δισταγμόν μας, ὑπακούοντες στὶς προτροπὲς τῶν Πατέρων ποὺ λέγουν:
Ὅταν πρόκειται γιὰ προσπάθεια ποὺ ἀφορᾶ στὴν διασφάλιση τῆς ἐν Χριστῷ Ἀληθείας(10) ἀπὸ κάθε ἀλλοίωση, τότε οὐδεμία ἔχει σημασία τὸ ἀξίωμα καὶ «οὐ μόνον εἰ βαθμῷ τις καὶ γνώσει προέχων ἐστίν, ἀλλὰ γὰρ καὶ εἰ μαθητοῦ τάξιν ἐπέχων εἴη, χρεωστεῖ παρρησιάζεσθαι τὴν ἀλήθειαν καὶ ἐλευθεροστομεῖν»(11).
Στὴ συνέχεια παρουσιάζουμε ἀναλυτικά, συγκεκριμένα στοιχεῖα, διὰ τῶν ὁποίων ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος κήρυξε καὶ κηρύττει «“δημοσίᾳ” καὶ ”γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ Ἐκκλησίᾳ”» αἱρετικὴ θέση καὶ προέβη στὶς παρακάτω ἀντικανονικὲς ἐνέργειες:
A) Παραχώρησε τὸν Ὀρθόδοξο Ἱερὸ Ναὸ τῶν «Τριῶν Ἱεραρχῶν» σὲ αἱρετικοὺς τῆς Καλαμάτας, παρὰ τὴν ἀπαγόρευση ἀπὸ τοὺς Ἱ. Κανόνες καὶ ἐνῶ γνώριζε τὴν ἀπόπειρα τοῦ Μητρ. Καλαβρύτων κ. Ἀμβροσίου νὰ παραχωρήσει Ναὸ σὲ αἱρετικοὺς καὶ τὸν δημιουργηθέντα σάλο στὴν τοπικὴ Ἐκκλησία τοῦ Αἰγίου, ποὺ ἀνάγκασε τὸν Καλαβρύτων νὰ κάνει τότε (2008) ἐρώτηση πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδο γιὰ τὸ ἂν ἐπιτρέπεται ἡ παραχώρηση ναοῦ σὲ αἱρετικούς. Ἡ Σύνοδος τῆς περιόδου ἐκείνη, ποὺ ἔγινε ἀποδέκτης τῆς ἐρωτήσεως, βρέθηκε σὲ δίλημμα καὶ προτίμησε νὰ ἀφήσει ἀναπάντητο τὸ ἐρώτημα τοῦ κ. Ἀμβροσίου γιὰ νὰ μὴν τὸν ἐκθέσει ἔτι περαιτέρω.
Ὁ Σεβ/τος κ. Χρυσόστομος, παρόλο ποὺ γνώριζε τὰ γεγονότα (ἡ ἐνέργεια του αὐτὴ ἀπησχόλησε ἐπὶ ἑβδομάδες τὸν Τύπο, χαρακτηρίσθηκε μάλιστα καὶ ὡς «ἀπόπειρα ἐκκλησιαστικοῦ ἐγκλήματος»(12)) καὶ κατάλαβε τὸ μήνυμα ποὺ ἐξέπεμπε ἡ σιωπὴ τῆς Ἱ. Συνόδου, δὲν δίστασε νὰ ὑλοποιήσει ἐκεῖνο ποὺ ὁ Καλαβρύτων ἐπεχείρησε, ἀλλὰ τελικὰ λόγω τῶν ἀντιδράσεων δὲν ἐπέτυχε νὰ ἐφαρμόσει∙ παραχώρησε, δηλαδή, Ὀρθόδοξο Ναὸ σὲ παπικοὺς στὴν Καλαμάτα, ἀγνοώντας τὰ προηγηθέντα, τὸ σκανδαλισμὸ τῶν πιστῶν, τὶς ἀντιδράσεις καὶ τὶς ὑπογραφὲς ποὺ συγκεντρώθηκαν, ὡσὰν νὰ μὴν ὑπῆρχε τὸ Βατικανὸ γιὰ νὰ συνδράμει τοὺς πιστοὺς τοῦ Παπισμοῦ, ὥστε νὰ ἀποκτήσουν λατρευτικὸ χῶρο, ὡσὰν αὐτὸς νὰ ἐκπροσωποῦσε τὸν Πάπα καὶ εἶχε ἀναλάβει ἐργολαβικὰ αὐτὴν τὴν ὑποχρέωση. Καὶ προχώρησε σ’ αὐτὴ τὴν ἐνέργεια, γιατὶ ἐγνώριζε καὶ κάτι ἄλλο: τὴν πίεση ποὺ ὑφίσταται ἡ Ἱ. Συνόδος νὰ πάρει ἀποφάσεις δυσάρεστες στοὺς Παπικοὺς καὶ Οἰκουμενιστικοὺς κύκλους, ἀλλὰ καὶ τὴν δυσκολία της νὰ λαμβάνει ἀποφάσεις δυσάρεστες γιὰ τοὺς συν-επισκόπους(13).
Ἐδῶ ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ μία μικρὴ λεπτομέρεια, ἡ ὁποία καταδεικνύει τὴν βαθύτερη αἰτία τῆς προσπάθειας τοῦ Βατικανοῦ, ἀλλὰ καὶ ὅσων τὴν ὑποβοηθοῦν. Ξεκινοῦν τάχα ἀπὸ τὸ ἐνδιαφέρον τους γιὰ τοὺς ἑτερόδοξους καὶ ὑψώνουν ὡς σημαία τὴν ἰδέα τῆς ἀνεξιθρησκείας, ὅμως, συζητοῦν ὄχι γιὰ παραχώρηση στοὺς ἑτεροδόξους κάποιου διαμερίσματος ἢ κάποιας αἴθουσας, ἀλλὰ ἔχουν συγκεκριμένο αἴτημα καὶ ἐπίμονη ἐπιδίωξη: τὴν παραχώρηση Ὀρθόδοξου Ἱεροῦ Ναοῦ σὲ αἱρετικούς. Στὴν περίπτωση, λοιπόν, ποὺ συζητοῦμε, ἡ λεπτομέρεια εἶναι πώς, καὶ στὸ Αἴγιο καὶ στὴν Καλαμάτα, ἐμφανίστηκε τὸ ἴδιο πρόσωπο, ὁ παπικὸς ἱερέας κ. Βιδάλης, στὴν προσπάθεια νὰ κατορθώσει νὰ ἀποσπάσει Ὀρθόδοξο Ναὸ ποὺ θὰ χρησιμοποιοῦσαν αἱρετικοί. Καὶ ἀφοῦ στὸ Αἴγιο ἀπέτυχε, μετακόμισε στὴν Καλαμάτα κι ἐκεῖ, καὶ ἐπέτυχε τοῦ σκοποῦ του!
Ἄρα ἡ μεθοδευμένη ἐπιδιώξη τῶν οἰκουμενιστικῶν κύκλων, δὲν εἶναι νὰ ἱκανοποιήσουν τὶς λατρευτικὲς ἀνάγκες τῶν ἑτεροδόξων (αὐτὸ μποροῦσε εὔκολα νὰ γίνει καὶ σὲ ἕνα ἄλλο χῶρο). Ἐκεῖνο ποὺ θέλουν νὰ ἐπιτύχουν, μὲ πρόφαση τὴν ἐξυπηρέτησει λατρευτικῶν ἀναγκῶν κάποιων αἱρετικῶν, εἶναι ἡ κατάργηση τῶν στεγανῶν μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ αἵρεσης, ἡ ἀνάμειξη ἀληθείας καὶ πλάνης, ἡ ἰσοπέδωση τῶν πάντων μέσα στὸ πνεῦμα τῆς παγκοσμιοποίησης καὶ τῆς πολτοποίησης τῶν παραδόσεων τῶν λαῶν, γιατὶ μόνο τότε τὸ ὄνειρο τοῦ «Μεγάλου Ἀδελφοῦ» θὰ γίνει πραγματικότητα. Καὶ στὴν παροῦσα φάση, ἔχουν στρέψει τὴν προσοχή τους στὴν ὅποια ἀντίσταση συναντοῦν ἀκόμα στὸν Ὀρθόδοξο πληθυσμὸ τῆς Ἑλλάδος. Ἤδη ἔχουν καταφέρει νὰ μᾶς γονατίσουν οἰκονομικά, νὰ ἀλλοιώσουν σημαντικὰ τὴν κοινωνικὴ συνοχὴ μὲ τοὺς λαθρομετανάστες, καὶ ἐπιχειροῦν λυσσωδῶς μὲ τὸν Οἰκουμενισμὸ νὰ ἁλώσουν καὶ τὸ ἰσχυρότερο ὀχυρό, τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ κληρονομιὰ καὶ –ἐν μέρει– τὸ ἔχουν ἐπιτύχει.
Ἕνα δὲ ἀπὸ τὰ ἐπιχειρήματα, ποὺ καὶ στὶς δύο περιπτώσεις ἐπικαλέστηκαν οἱ ὑποστηρίζοντες τὴν παραχωρήση Ἱ. Ναοῦ σὲ ἑτερόδοξους, εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι καὶ σ’ ἐμᾶς, ὅταν πηγαίνουμε στὸ ἐξωτερικό, μᾶς παραχωροῦν οἱ Παπικοὶ Ναοὺς γιὰ νὰ πραγματοποιήσουμε τὶς Ἀκολουθίες μας. Ἄρα, χάριν «εὐγενείας» τάχα, πρέπει καὶ ἐμεῖς –παραβαίνοντας τοὺς Ἱ. Κανόνες– νὰ κάνουμε τὸ ἴδιο!
Ἀποκρύπτουν ὅμως, ὅτι αὐτὴ ἡ τακτική, εἶναι μέρος τοῦ προπαγανδιστικοῦ μηχανισμοῦ τοῦ Πάπα, στηρίζεται σὲ πονηρὴ ἀποφάση τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου περὶ παραχωρήσεως Ναῶν στοὺς Ὀρθοδόξους, ἀφοῦ ἔτσι ἐξυπηρετοῦνται ἄριστα τὰ σχέδιά τους γιὰ τὴν ὑποταγὴ τῆς Ὀρθοδοξίας∙ παραχωροῦντες αὐτοὶ ναούς τους (ποὺ δὲν τοὺς κοστίζει τίποτε, ἀφοῦ ἐκκλησιολογικὰ ἔχουν ἐξαφανίσει ἢ τροποποιήσει τοὺς ἀντίστοιχους ἀπαγορευτικοὺς Ἱ. Κανόνες), μᾶς πιέζουν νὰ κάνουμε τὸ ἴδιο κι ἐμεῖς, ὑποβαθμίζοντας τὸ ζήτημα καὶ ἀπὸ θέμα Πίστεως ἀνάγοντάς το σὲ θέμα ἀνταλλαγῶν κτιρίων(14). Καὶ τοῦτο γιατὶ ἔχουν καταλάβει καλά, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅσο διατηρεῖ ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ ὅλες τὶς Διατάξεις τῶν Ἱερῶν μας Κανόνων, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποκύψει στοὺς ἐκβιασμοὺς καὶ τὶς δολοπλοκίες τους. Ἀντίθετα, ἂν κάνουμε τὸ παιχνίδι τους, τότε θὰ ἐπέλθει ἡ πλήρης ἄμβλυνση τοῦ Ὀρθοδόξου αἰσθητηρίου καὶ ἡ ὑποδούλωση τῆς Ὀρθοδοξίας στὸ ἰσχυρότερο –κοσμικὰ– Βατικανό! Κατὰ καιροὺς διάφοροι Ὀρθόδοξοι παράγοντες ὑπηρετοῦσαν –ἴσως ἀσυνείδητα– αὐτὲς τὶς σκοπιμότητες τοῦ Βατικανοῦ, ὅμως, στὸ σύνολό της, ὥς τώρα, ἡ Ὀρθοδοξία δὲν τὸ υἱοθέτησε.
Τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τῆς παραχώρησης ναοῦ σὲ παπικοὺς (γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε στὸν Μεσσηνίας), ὁ κ. Χρυσόστομος ὑπερασπίστηκε στὰ Μ.Μ.Ε., χωρὶς ὅμως θεολογικὰ ἐπιχείρηματα, παρὰ μόνο μὲ τὴ χρησιμοποίηση λογικῆς ἐντελῶς κοσμικῆς καὶ ὡς ἐκ τούτου ἀπάδουσας πρὸς τὴν θεοφώτιστη ἁγιοπνευματικὴ «λογικὴ» τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τὸ ἦθος ἑνὸς Ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος μὲ αὐτὲς τὶς δηλώσεις δείχνει, ὅτι δὲν θέλει νὰ εἶναι συνεχιστὴς τῶν Ἁγίων Ἐπισκόπων τῆς Ἐκκλησίας μας. Πρὶν παραθέσουμε ἀποσπάσματα δηλώσεων τοῦ Μητροπολίτη καὶ δημοσιεύσεων ἐφημερίδων, ἂς ἀναφέρουμε ποιά εἶναι ἡ πράξη τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ θέμα τῆς παραχώρησης Ὀρθόδοξου Ναοῦ σὲ ἑτερόδοξους.
Ἡ Παραδοσή μας, λοιπόν, ἀποδίδει μεγάλο σεβασμὸ στὸν χῶρο τοῦ Ναοῦ καὶ ἰδιαιτέρως στὸ «Ἱερό», ὥστε ἐντὸς τοῦ Ἱεροῦ Βήματος ἀποφεύγεται ἡ εἴσοδος ὀρθοδόξων λαϊκῶν. Ὅσοι γιὰ συγκεκριμένο λόγο εἰσέρχονται στὸ «Ἱερό», ἀπαγορεύεται νὰ περνοῦν μπρὸς ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα(15). Κι ἂν ἀπαγορεύεται ἡ εἴσοδος τῶν Ὀρθοδόξων, πόσο μᾶλλον ἀπαγορεύεται νὰ εἰσέρχονται αἱρετικοί, ποὺ θὰ χρησιμοποιοῦν καὶ τὸ «Ἱερό», μολύνοντες τὸ Ναὸ μὲ τὴν παρουσία τους.
* Ὁ ΣΤ΄ Κανὼν τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Τοπικῆς Συνόδου λέγει: «Περὶ τοῦ μὴ συγχωρεῖν τοῖς αἱρετικοῖς εἰσιέναι εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ἐπιμένοντας τῇ αἱρέσει», ἢ ὅπως ἑρμηνεύει ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μ. Γρηγορίου π. Γεώργιος Καψάνης: «ἀπαγορεύεται ὁμοίως ὅπως οἱ ἀμετανόητοι αἱρετικοὶ εἰσέρχονται εἰς ὀρθόδοξον ναόν», ἀλλὰ καὶ «οἱ Ὀρθόδοξοι εἰς κοιμητήρια αἱρετικῶν ἕνεκα εὐχῆς (θ΄ καὶ λδ΄ Λαοδ.)»(16). «Ὁ Ναὸς καὶ τὸ Ἱερό, εἶναι ἄψαυστο στοὺς πιστούς, πολλῷ μᾶλλον στοὺς ἀλλοπίστους ἢ τοὺς αἱρετικούς…»(17).
* Ὁ Κανὼν ΜΕ΄ τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων λέγει: «Ἐπίσκοπος, ἢ Πρεσβύτερος …αἱρετικοῖς συνευξάμενος, μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς Κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω».
* «Ἡ χρησιμοποίηση ἑτεροδόξων ναῶν γιὰ τὴν τελέση τῆς ὀρθοδόξου ἀκολουθίας δὲν ἐπιτρέπεται, παρὰ μόνον ἐὰν ὁ ναὸς ἔχει παύσει νὰ χρησιμοποιεῖται ἀπὸ ἑτεροδόξους ἢ γιὰ ἐξαιρετικὴ ἀνάγκη»(18).
* «Τὰς Ἐκκλησίας τὰς ὑπὸ αἱρετικῶν ἐνθρονισθείσας παρακελευόμεθα ὡς εἰς κοινὸν οἶκον κατ’ ἀνάγκην εἰσιέναι καὶ ψάλλειν, πήξαντες ἐν μέσῳ σταυρόν· ἐν δὲ τῷ θυσιαστηρίῳ μήτε εἰσέρχεσθαι, μήτε θυμιᾶν, μήτε εὐχὴν ἐπιτελεῖν, μήτε κανδήλαν ἢ λύχνον ἅπτειν» (Πατριαρχ. Νικηφόρου τοῦ Ὁμολογητῆ). Σὲ σημείωση τοῦ Πηδαλίου «ὑπὸ τὸν κανόνα κδ΄ τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου» διαβάζουμε: «τὰ ἱερά, ὅταν δουλωθοῦν ἀπὸ τοὺς πολεμίους παύουσι νὰ εἶναι ἱερά… τῇ ἐνεργείᾳ ὄχι ὅμως κατὰ δύναμιν». «Ἡ κατάληψη ἱερῶν χώρων ἀπὸ ἀλλοπίστους ἀναστέλλει τὴν ἱερότητά τους… Στοὺς βεβηλωθέντες χώρους δὲν θὰ πρέπει νὰ τελεῖται ὁποιαδήποτε λατρευτικὴ πράξη» (μ. Νίκων).
* Ὁ ἅγ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης λέγει «ὅτι σὲ ἐκκλησία ὅπου λειτούργησαν αἱρετικοί, μοιχειανοὶ ἢ εἰκονομάχοι, ἢ ὅπου μνημονεύεται αἱρετικὸς ἐπίσκοπος δὲν πρέπει νὰ λειτουργεῖ ὁ ὀρθόδοξος, οὔτε ἀκόμη καὶ ἂν τοποθετήσει ξεχωριστὴ ἁγία Τράπεζα καὶ ἀντιμήνσιο». Ἀλλοῦ γράφει: «ὁ ναὸς ποὺ βεβηλώνεται ἀπὸ αἱρετικοὺς δὲν εἶναι πλέον ναὸς Θεοῦ, ἀλλὰ βέβηλος οἶκος, κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο, ἀφοῦ ὁ ἄγγελος ποὺ ὑπάρχει σὲ κάθε ἐκκλησία, παραμερίστηκε ἀπ’ αὐτὸν ἐξαιτίας τῆς ἀσεβείας τῶν αἱρετικῶν. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς οὔτε ἡ θυσία ποὺ ἐπιτελεῖται μέσα σ’ αὐτὸν εἶναι εὐπρόσδεκτη στὸ Θεό»(19).
Ἡ ἐν Λατερανῷ τῆς Ρώμης, τοπικὴ Σύνοδος (1215) λέγει εἰς τὸν δ΄ Κανόνα της «ὅτι οἱ Ἀνατολικοὶ δὲν ἐλειτούργουν ἐκεῖ ὅπου ἤθελε λειτουργήσῃ πρότερον Δυτικός, ἂν δὲν ἔκαμνον πρῶτον ἁγιασμόν, πρὸς καθαρισμὸν» καὶ αὐτὸ «κατὰ τὴν μαρτυρίαν τῶν ἰδίων τῶν ἐχθρῶν» μας, δηλ. τῶν Παπικῶν (Δοσιθέου Δωδεκαβίβλος)(20).
Ὁ ὅσιος Γαλακτίων (1283) ἐπειδὴ δὲν ἀσπάστηκε τὶς γνῶμες τοῦ αὐτοκράτορα Μιχαὴλ καὶ τοῦ λατινόφρονος πατριάρχου Βέκκου ἐτυφλώθη! Μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ Βέκκου «τιμώμενος ὑπερβολικὰ ἀπὸ τὸν Ὀρθ. λαό, ράντισε μὲ ἁγιασμὸ τὸ ναὸ τῆς ἁγ. Σοφίας…, ὅπως “ἁγιάσῃ αὐτὰ ὡς μιανθέντα παρὰ τῶν λατινοφρονούντων”». Ἡ πρώτη ἐνέργεια τοῦ ὀρθόδοξου Πατρ. Ἰωσήφ, τὸ 1282 ποὺ ἐπανῆλθε στὸ θρόνο, ἦταν νὰ «ὁρίση ἐπιτίμιο στοὺς ἀρχιερεῖς, τοὺς κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς ποὺ ἀποδέχθησαν τὴν ἕνωσι. Καθαιρέθηκαν ἐπίσης ὅσοι κληρικοὶ ἦσαν παρόντες κατὰ τὴν τέλεση λατινικῆς λειτουργίας στὴν Ρώμη ἢ τὴν Λυών»(21).
Ἀκόμα: Ὁ γενεράλης τῆς Κρήτης εἶχε ἐπιτρέψει «τοῖς ἰδίοις φράττορσιν λειτουργεῖν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ μοναστηρίου». Ἀργότερα, ὅταν ὁ ἀρχηγὸς τῶν φραττόρων πέθανε, ὁ Μελέτιος Συρίγος, ἡγούμενος τῆς Μονῆς (1586-1663), ἂν καὶ ἦταν φυλακισμένος ἀπὸ τὸ Διοικητὴ τῶν Ἐνετῶν «οὐκ ἀφῆκεν ἱερουργεῖν τοὺς Ὀρθοδόξους πρὶν ἢ ποιῆσαι ἁγιασμὸν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ»(22).
«Ἑπομένως οἱ ναοὶ ποὺ “καθιερώθηκαν” ἀπὸ αἱρετικοὺς δὲν θεωροῦνται χῶροι ἱεροί… Κατ’ ἀντιστοιχία καὶ οἱ ναοὶ τῶν Ὀρθοδόξων ποὺ ἔπεσαν σὲ χέρια αἱρετικῶν καὶ λειτουργήθηκαν ἀπ’ αὐτούς, θεωροῦνται ὅτι βεβηλώθηκαν, γι’ αὐτό… ἢ ἐγκαταλείπονται ἢ γίνονται σ’ αὐτοὺς καθαρμοί, γιατὶ…εἶχαν μειανθεῖ».
Τέλος, ὑπάρχει εἰδικὴ εὐχὴ «εἰς ἀνοίξια ἐκκλησίας ὑπὸ αἱρετικῶν βεβηλωθείσης» τοῦ Πατριάρχου Ταρασίου, «γεγονὸς ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ νὰ ὑποθέσουμε ὅτι ἡ εἰσαγωγὴ αὐτῆς τῆς τάξεως σχετίζεται μὲ τὴν ἀπόδοση στὴν ὀρθόδοξη λατρεία ναῶν ποὺ εἶχαν βεβηλωθεῖ ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους».
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ σαφῆ τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἀπόλυτη ἀπαγόρευση παραχώρησης ὀρθόδοξου Ναοῦ σὲ αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς εἰδικὲς ἐνέργειες καὶ καθαρμοὺς σὲ ναοὺς ποὺ εἶχαν βεβηλωθεῖ ἀπὸ ἑτερόδοξους, ὅπως ἀκόμα καὶ τὴν εὐλάβεια ποὺ ἐπεδεικνύουν οἱ Ὀρθόδοξοι ἀπέναντι στοὺς Ἱεροὺς Ναούς, καταλαβαίνει κανεὶς τὴν σοβαρότητα τοῦ ἀτοπήματος τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας, τὸ ὁποῖο εἶναι ἀκόμα μεγαλύτερο, ἀφοῦ ὁ κ. Σαββᾶτος εἶναι καὶ καθηγητὴς πανεπιστημίου καὶ ὡς ἐκ τῆς ἰδιότητός του, αὐτὰ τὰ γνωρίζει καλῶς, καὶ ἄρα ὅ,τι ἔκανε, τὸ ἔκανε ἐνσυνειδήτως. Ἐκτὸς ἐὰν εἶχε ὑπόψιν του, ἐὰν ποτὲ θὰ ἐπέστρεφαν οἱ ἑτερόδοξοι τὸν ναό, νὰ τελέσει ὅλες αὐτὲς τὶς τελετὲς καθαρμοῦ καὶ ἐπαναγιασμοῦ του!
Ἐπανερχόμεθα στὶς δικαιολογίες ποὺ χρησιμοποίησε ὁ Ἐπίσκοπος, οἱ ὁποῖες –δυστυχῶς– παραπέμπουν περισσότερο σὲ ἕναν πολιτικὸ πρόσωπο ποὺ προσπαθεῖ πολιτικάντικα νὰ καλύψει κάποια ἐνέργειά του μὲ τὴν ὁποία δυσαρεστήθηκε τὸ λαό, ἀλλὰ δὲν ἁρμόζουν στὸ ἦθος ἑνὸς Ἐπισκόπου.
Διαβάζουμε σὲ ἐφημερίδα: «Ὁ κ. Χρυσόστομος μᾶς εἶπε: “Ὁ ναὸς αὐτὸς ἦταν σὲ λειτουργία τῶν Ἀρμενίων, πλέον δίνεται σὲ λειτουργία γιὰ τοὺς ΡΚαθολικούς. Ἦταν αἴτημα τους. Μέχρι σήμερα ἔκαναν (σ.σ. θρησκ. συναντήσεις) στὸ σχολεῖο. Τὸ σχολεῖο τοὺς ἔδιωξε. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ εἶναι κάτοικοι Καλαμάτας καὶ συμβάλλουν στὴν οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τοῦ τόπου, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ τοὺς ἐξυπηρετήσουμε στὶς θρησκευτικές τους ἀνάγκες. Καὶ ἐπειδὴ θεωρῶ ὅτι εἶναι ἀνεπίτρεπτο νὰ πηγαίνουν σὲ σχολεῖα καὶ νὰ λειτουργοῦν καθολικοί, γιὰ πολλοὺς λόγους, ἔκρινα ὅτι αὐτὸς ὁ ναός ποὺ δὲν ἀνήκει στοὺς ὀρθοδόξους καὶ ὁ ὁποῖος ἦταν ἀνενεργός, νὰ δοθεῖ γιὰ τὶς λειτουργικὲς καὶ μόνο ἀνάγκες τῶν καθολικῶν τῆς Καλαμάτας”» (Ἐφημ. «Ἐλευθερία» καὶ «Ἀλήθεια», φ. 9746, 27/9/08, 28/9/08.
Καὶ σὲ ἄλλη Συνέντευξη ὁ κ. Χρυσόστομος ἐρωτᾶται καὶ ἀπαντᾶ: «(Ἐρώτ.): Στὴν Καλαμάτα, οὔτε οἱ καθολικοὶ ἔχουν ἐκκλησία οὔτε οἱ μουσουλμάνοι τζαμί.
»(Ἀπάντ.): Οἱ καθολικοὶ μόνο ζητῆσαν καὶ τοὺς παραχώρησα. Ὑπῆρξαν, ὅμως, τεράστιες ἀντιδράσεις ἀπὸ ὀρθοδόξους χριστιανούς. (Ἐρωτ.): Ποῖοι ἀντέδρασαν;
»(Ἀπάντ.): Αὐτοί, ποὺ τόσα χρόνια ἡ Ἐκκλησία εἶχε στοὺς κόλπους της καὶ "χάϊδευε". Ἔ, λοιπόν, αὐτούς… τώρα ἡ Ἐκκλησία τοὺς ἔχει θέσει στὸ περιθώριο καὶ κάνει τὴ δουλειά της. Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ χτίσω τζαμί, μοῦ δινεῖ ὅμως τὸ δικαίωμα τὸ κανονικὸ δίκαιο νὰ προσφέρω ἕνα ναό. Δὲν κατάλαβα γιατὶ ὑπῆρξε ἀντίδραση ποὺ προσεφέρθη ἕνας ναὸς γιὰ νὰ ἐξυπηρετεῖ τοὺς 60 καθολικοὺς τῆς πόλεώς μας καὶ δὲν ὑπάρχει ἀντίδραση, ὅταν στὴν ὁδὸ Φάρων, ἀπέναντι ἀπὸ τὸ Α΄ Γυμνάσιο, ὑπάρχει Εὐαγγελικὴ Ἐκκλησία... Αἰσθάνομαι ὅτι ὑπάρχει μία ὁμάδα ἀνθρώπων ὑποκινούμενη, ἡ ὁποία ὅ,τι καὶ νὰ κάνουμε, θὰ ἀντιδρᾶ. Τὸν Θεὸ νὰ φέρω κάτω, αὐτοὶ θὰ ἀντιδροῦν∙ τοὺς σκοποὺς γιὰ τοὺς ὁποίους ἀντιδροῦν, δὲν τοὺς γνωρίζω καὶ οὔτε μὲ ἐνδιαφέρει»(23).
Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ διερωτώμεθα. Ἀλήθεια,
α) Ποιά λογική, ποιά θεολογικὴ παιδεία καὶ ποιό ἐκκλησιαστικὸ ἦθος δείχνει ὅτι ἔχει ἕνας Ἐπίσκοπος καὶ καθηγητὴς πανεπιστημίου, ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ ξεχωρίσει πὼς εἶναι ἄλλο πρᾶγμα νὰ ὑπάρχει Ἱ. Ναὸς ἑτεροδόξων, ποὺ φρόντισαν οἱ ἴδιοι γιὰ τὴν ἀπόκτησή του, καὶ ἄλλο πρᾶγμα ὁ ἴδιος ὁ Ἐπίσκοπος νὰ τοὺς παραχωρεῖ Ὀρθοδοξο Ναό, διευκολύνοντας τὴν ἐξάπλωση τῆς αἵρεσης;
β) Σὲ ποιόν Ἱ. Κανόνα, ἄραγε, διάβασε ὅτι ἔχει τὴ δυνατότητα ἕνας Ἐπισκοπος (ὅπως ἰσχυρίστηκε) νὰ προσφέρει Ἐκκλησία σὲ αἱρετικοὺς καὶ μουσουλμάνους; Θὰ ἦταν ἐνδιαφέρον νὰ μᾶς τὸν γνωρίσει.
γ) Ἰσχυρίζεται ὅτι ὁ Ὀρθόδοξος αὐτὸς Ναὸς «ἦταν σὲ λειτουργία τῶν Ἀρμενίων». Ἡ πραγματικότητα ὅμως, εἶναι διαφορετική. Παλαιότερα ὁ Ἱ. Ναὸς εἶχε δοθεῖ στοὺς Ἀρμένιους. Τώρα, ὅμως, ὁ ναὸς λειτουργοῦσε ὡς Ὀρθόδοξος. Γι’ αὐτὸ μᾶς βεβαίωσαν κάτοικοι τῆς Καλαμάτας, ἀλλὰ συμπεραίνεται καὶ ἀπὸ ὅσα ἐδήλωσε ὁ πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱ. Μητροπόλεως, π. Κων/νος Γιαννακόπουλος, στὴν «Ἐλευθερία» Καλαμάτας (9/10/08). Εἶπε: «ἐμεῖς ἔχουμε δηλώσει τὸ ἐκκλησάκι στὸ Ε9 στὸ κτηματολόγιο. Ἐμεῖς πληρώνουμε τὴ ΔΕΗ». Ἐξάλλου –συνέχισε ὁ πρωτοσύγκελος, διαψεύδοντας τὸν Μητροπολίτη– τὸ ἐκκλησάκι παλαιότερα εἶχε δοθεῖ «στοὺς Ἀρμένιους, ποὺ εἶναι διαφορετικοῦ δόγματος».
δ) Ἔπειτα, γιατί στὴ Συνέντευξη δείχνει τόση περιφρόνηση στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε να δηλώνει ὅτι «δὲν γνωρίζει οὔτε τὸν ἐνδιαφέρει» γιὰ ποιὸ λόγο ἀντιδροῦν; Καὶ μήπως ὁ ἰσχυρισμός του αὐτὸς εἶναι ψευδής, ἀφοῦ ὁ κ. Χρυσόστομος, γνώριζε ὅτι –ἐκτὸς τῆς ἀπόπειρας παραχώρησης Ἱ. Ναοῦ στὸ Αἴγιο– ὑπῆρξαν καὶ δημοσιεύσεις στὶς τοπικὲς ἐφημερίδες τῶν ἀντιδρώντων, στὶς ὁποῖες ἐξηγοῦσαν τοὺς ἀκριβεῖς λόγους τῆς ἀντίδρασής τους; Ἀλλ’ ὅλα αὐτὰ τὰ διαγράφει. Καὶ αὐθαίρετα, συκοφαντεῖ ὡς ὑποκινούμενους ὅσους ἀντιδροῦν, χωρὶς νὰ παραθέτει στοιχεῖα, πέρα ἀπὸ ὅσες πενιχρὲς δικαιολογίες τοῦ προσφέρει ἡ δικαιοῦσα ἑαυτὴν συνείδησης.
Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες, ἄραγε, ποὺ ἀπαγορεύουν τὴν παραχωρήση Ναοῦ, δὲν σέβονται τοὺς ἑτερόδοξους; Φαντάζετε κανεὶς τοὺς Ἁγίους Μ. Ἀθανάσιο, Μᾶρκο Εὐγενικό, Γρηγόριο Παλαμᾶ, Νικόδημο Ἁγιορείτη, Νεκτάριο Πενταπόλεως κ.ἄ. νὰ παραχωροῦν Ναὸ σὲ αἱρετικούς; Ἄλλο τὸ δικαίωμα νὰ χτίζουν οἱ αἱρετικοὶ τὸν Ναό τους καὶ ἐλεύθερα νὰ λατρεύουν τὸ Θεό τους, καὶ ἄλλο νὰ διευκολύνουν οἱ ἴδιοι, οἱ φύλακες τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως Ἐπίσκοποι, τὴν αἵρεση (ἐκτὸς ἂν ἀρνοῦνται τὸν ρόλο τους), ἀντὶ νὰ τὴν καταπολεμοῦν κατὰ τὴν ὑπόδειξη ὅλων τῶν Ἁγίων. Μήπως αἰσθάνεται ἀνώτερός τους ὁ Μεσσηνίας ἢ δὲν τοὺς ὑπολογίζει πιά;
Νὰ ὑπενθυμίσουμε ἐδῶ, ὡς ἐν παρόδῳ, ὅτι ἐνῶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες (στὶς περιπτώσεις γιὰ τὶς ὁποῖες τὸν καταγγέλλουμε) ὁ κ. Χρυσόστομος τοὺς περιφρονεῖ, ὅταν πρόκειται νὰ τοὺς χρησιμοποιήσει ἐναντίον ἄλλων –παράνομα μάλιστα καὶ ἄδικα– τότε δείχνοντας τὴν ἀνδρεία του, ἐνθυμεῖται τοὺς Ἱ. Κανόνες καὶ τοὺς χρησιμοποιεῖ. Τοῦτο συγκεκριμένα συνέβη στὴν περίπτωση τῶν μοναζουσῶν τῆς Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Κων/νου & Ἑλένης, τὶς ὁποῖες ἀντικανονικῶς, χωρὶς ἀνακρίσεις καὶ δίκη, χωρὶς νὰ ἔχει ἀποδειχθεῖ ἀπὸ κάποια ἁρμόδια καὶ νόμιμη ἀνακριτικὴ ἀρχὴ τὸ παράπτωμα ποὺ τοὺς ἀποδίδει, τὶς τιμώρησε μὲ τὴν ποινὴ τῆς Ἀκοινωνησίας! Καὶ δὲν τιμώρησε μόνο τὶς οὕτως ἢ ἄλλως ἀδύνατες καὶ ἀνυπεράσπιστες μοναχές, ποὺ κατὰ τὴν ἄποψή του ἔσφαλλαν, ἀλλὰ μαζὶ μὲ τὶς αὐτὲς τιμωροῦνται καὶ οἱ ὑπέργηρες μοναχὲς (στὴ δύση τῆς ζωῆς τους) μὲ στέρηση Θ. Κοινωνίας, ἴσως ὡς ἀν-ταμοιβή, ἐπειδὴ ἀφιέρωσαν μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ στὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του!
Ἐπανερχόμενοι στὸ θέμα τῆς παραχώρησης Ναοῦ καταθέτουμε καὶ τὴν πληροφορία ὅτι «ἐπεστρατεύθηκαν» καὶ ὑφιστάμενοι τοῦ κ. Χρυσόστομου γιὰ νὰ ὑπερασπίσουν τὴν παράνομη πράξη του. Ἔτσι, στὴν ἐφ. «Ἐλευθερία» (9/10/08) ἔδωσε συνέντευξη (ἐκ μέρους τῆς Ἱ. Μητροπόλεως) ὁ π. Κων/νος Γιαννακόπουλος καὶ μεταξὺ ἄλλων ἐξέφρασε καὶ αὐτὸς τὰ ἑξῆς «θεολογικὰ» ἐπιχειρήματα: «Δὲν ὑποχωροῦμε, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸ χειριστοῦμε μὲ τὸν κατάλληλο τρόπο. Τὸ ξεκαθαρίζουμε: Δὲν παραδίδουμε τὸ ἐκκλησάκι. Τὴ χρήση του παραδίδουμε»!
Τόσο Ὀρθόδοξα ἐκφράζει τὴν Παράδοσή μας ὁ π. Κων/νος, ὥστε νὰ ἀδιαφορεῖ πλήρως γιὰ τὴν «χρήση» τοῦ Ὀρθ. Ναοῦ. Τὸν ἐνδιαφέρει μόνο, μήπως κατηγορηθεῖ ὅτι ἄλλαξε τὸ ἰδιοκτησιακὸ καθεστώς. Τὴν καταδίκη τοῦ Θεοῦ δὲν τὴν ὑπολογίζουν, δὲν ὑπάρχει ὡς φαίνεται στὸν ὀπτικό τους ὁρίζοντα. Ἄραγε, τὰ ἴδια πρέσβευε ὁ π. Κων/νος, πρὶν ἀναλάβει ὡς Μητροπολίτης ὁ κ. Χρυσόστομος; Ἢ τοῦ ἄλλαξε τὴν νοοτροπία ἡ διδασκαλία τοῦ νέου του προϊσταμένου;
Αὐτὰ γιὰ τὶς δύο πρῶτες ἀντικανονικὲς ἐνέργειες τοῦ κ. Χρυσόστομου. Στὴ συνέχεια παραθέτουμε κάποια στοιχεῖα, ἀπὸ τὸ πῶς εἶδαν καὶ πῶς σχολίασαν τὴν ἐνέργεια αὐτὴ τοῦ Μητροπολίτη κάποιοι πιστοὶ στὶς ἱστοσελίδες.
* «Μὲ ἀφορμὴ τὴν παραχωρήση Ἱ. Ναοῦ ἀπὸ τὸν Μητρ. Μεσσηνίας στοὺς ΡΚαθολικούς…: Ἡ ἐνέργεια αὐτὴ δὲν ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς Ἱ. Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας; Συγκεκριμένα μὲ τὸν Στ΄ Καν. τῆς ἐν Λαοδικείᾳ…: ”Ὁ διορισμὸς τοῦ παρόντος Κανόνος εἶναι, νὰ μὴ ἔχουν τὴν ἄδειαν οἱ αἱρετικοὶ νὰ ἐμβαίνουν μέσα εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ, …ἐὰν ἐπιμένουν εἰς τὴν αἵρεσιν, καὶ δὲν θέλουν νὰ ἐπιστραφοῦν”… Ὑπάρχει καὶ σχετικὴ εὐχὴ ἐπὶ ἀνοίξει Ἐκκλησίας ἀπὸ αἱρετικῶν βεβηλωθείσης, ὅπου σὲ ἕνα σημεῖο ἀναφέρει: “…ἐξ αἱρετικῆς ἐγχειρίσεως προσετρίβη λώβησις τῷ ἁγίῳ σου Θυσιαστηρίῳ…” (Μ. Εὐχολόγιον)»(24).
* Καὶ ἄλλες «ἀντιδράσεις στὴν Καλαμάτα γιὰ παραχώρηση ναοῦ σὲ ἑτερόδοξους. Ὅπως ἔγραψε ἡ τοπικὴ ἐφημ. “ΑΛΗΘΕΙΑ”(25), ὁ Δεσπότης Χρυσόστομος, ὑπακούων σὲ Βατικάνεια κέντρα, ἀποφάσισε νὰ δώσει ἕνα ναΐσκο στοὺς ΡΚαθολικούς! …Ὅμως, οἱ “καλοί” μας Ἐπίσκοποι, δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν ὅτι, ἄλλο ἡ ἐλευθερία τοῦ “ἱδρύειν” εὐκτήριους οἴκους, ἄλλο ἡ παροχὴ διευκολύνσεων ἀπὸ τὴν πολιτεία καὶ τελείως ἄλλο ἡ παραχώρηση ὀρθ. ναῶν ἀπὸ τὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία σὲ θρησκεῖες ποὺ πολεμοῦν τὴν Ἐκκλησία, τὴ στιγμὴ μάλιστα, ποὺ οἱ περισσότεροι ναοὶ κτίστηκαν μὲ τὸν ὀβολὸ τῶν πιστῶν;…Ἕνας Διαπορών».
* «Ἀσφαλῶς καὶ ὑπάρχει πρόβλημα. …Αὐτοὶ (Παπικοί, Προτεστάντες) ἔχουν πακτωλὸ χρημάτων καὶ μποροῦν νὰ φτιάξουν δικές τους Ἐκκλησίες ἢ αἴθουσες... Δὲ θέλουν ὅμως. Θέλουν νὰ μπαίνουν στὶς δικές μας γιὰ νὰ θολώνουν τὰ νερά. Νὰ νομίζουν οἱ μὴ ἐνημερωμένοι Ὀρθόδοξοι ὅτι εἴμαστε τὸ ἴδιο, ἀφοῦ λειτουργοῦμε στὸν ἴδιο ναό. Σὲ λίγο θὰ φέρουν τὸ Δούρειο Ἵππο τους, τοὺς Οὐνίτες, καὶ τότε θὰ ἀρχίσει τὸ ψάρεμα τῶν Ὀρθοδόξων. Ἔτσι κάνουν στὰ κράτη τῶν ἀνατολικῶν κρατῶν... Ἡ ἀδιαφορία ἡ δική μας καὶ μόνον αὐτὴ θὰ τὸ ἐπιτρέψει νὰ γίνει. Ἂς σταθοῦμε ἀντάξιοι τῶν Ὁμολογητῶν μας»(26).
* «ΜF εἶπε... Ἡ ἀπὸ μέρους τοῦ Μεσσηνίας δωρηθεῖσα Ἐκκλησία μᾶλλον ἐδωρήθη ὡς ἀπόσβεση χρεῶν γιὰ τὶς σπουδές του… στὰ ἐξωτερικὰ παπικὰ ἱδρύματα!... Ἂς ἔδινε τὸ σπίτι του. Τότε ὅλοι θὰ ἔπρεπε νὰ τὸν συγχαροῦμε… Ὄχι ὅμως Ναὸ ἀφιερωμένο στὸ Θεό μας...»(27).
* «Ὁ βατικανοσπουδαγμένος μητρ. Μεσσηνίας κ. Σαββᾶτος, αὐτὸς ποὺ συκοφάντησε τὸν Μητρ. Σπάρτης κ. Εὐστάθιο πρὶν τὶς ἀρχιεπισκοπικὲς ἐκλογὲς τοῦ 2008 καὶ κατόπιν σιωπᾶ αἰδημόνως ἀρνούμενος νὰ δώσει στὴ δημοσιότητα ἢ τὴ δικαιοσύνη τὰ στοιχεῖα ποὺ ἰσχυρίστηκε ὅτι ἔχει ἢ νὰ ζητήσει συγγνώμη, παραχώρησε στοὺς παπικοὺς τῆς Καλαμάτας ὀρθόδοξο παρεκκλήσιο!!! Τί νὰ ποῦμε; Νὰ περιμένουμε ἀνάλογες παραχωρήσεις καὶ στοὺς πεντηκοστιανούς, τοὺς «χριστιανοὺς» μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβά, τοὺς Μορμόνους, τοὺς Μουσουλμάνους, …τοὺς ἑβραίους; ἢ μήπως ἐξοφλᾶ μερικὰ ἀπὸ τὰ γραμμάτια τῶν ὑποτροφιῶν ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴν θρησκευτικοπολιτικὴ χούντα τοῦ Βατικανοῦ;(28)
Β) Βέβαια, ἡ διδασκαλία τοῦ Μητροπ. Μεσσηνίας, δὲν εἶναι ἄσχετη μὲ τὴν ὅλη θεολογικὴ ἱστορική του πορεία. Εἶναι γνωστὸ ὅτι συμπροσεύχεται –ἐπὶ καταφρονήσει τῶν Ἱ. Κανόνων– μὲ αἱρετικούς. Πρόσφατα (ΟΚΤ 2009) στὴν Κύπρο, στὰ πλαίσια τοῦ Διαλόγου μὲ τοὺς Παπικοὺς καὶ παρὰ τὴν ρητὴ Ἐντολὴ τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ κινηθεῖ μέσα «στὰ κανονικὰ καὶ ἐκκλησιολογικὰ πλαίσια», τοὐτέστιν νὰ ἀποφύγει τὶς συμπροσευχὲς καὶ ὁποιαδήποτε ἄλλη πράξη ἀντίκειται στοὺς Ἱ. Κανόνες, ὁ κ. Χρυσόστομος τοὺς ἀγνόησε καὶ συμπροσευχήθηκε. Καὶ δυστυχῶς, δὲν εἴδαμε οἱ ἐντολοδόχοι του καὶ ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν πιστὴ τήρηση τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τὴν Ὁδηγία τῆς Ἱεραρχίας νὰ τὸν καλέσουν σὲ ἀπολογία. Ἄραγε, δὲν ἐνθαρρύνονται ἔτσι κάποιοι πιστοὶ νὰ παραβαίνουν Ἱ. Κανόνες καὶ ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας;
Ὅμως καὶ ἄλλοι πιστοὶ ἔχουν καταγγείλει συμπροσευχὲς τοῦ κ. Χρυσοστόμου καὶ τέλεση ἁγιαστικῆς πράξεως ἀπὸ κοινοῦ μὲ αἱρετικὸ Ἐπίσκοπο. Συγκεκριμένα:
«Μπάρι, 8 Μαΐου 2007. Ὁ …κ.κ. Χρυσόστομος Σαββᾶτος μαζὶ μὲ τὸν ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Μπάρι, κ. Francesco Cacucci, σύμφωνα μὲ παλαιὰ παράδοση ἐκτελοῦν τὸν ἁγιασμὸ τῆς θαλάσσης, ρίχνοντας ἁγίασμα μὲ μῦρον ἀπὸ τὸν τάφο τοῦ Ἁγ. Νικολάου (Μάριος Ι. Πηλαβάκης, 1/11/2009»(29). Καὶ ἄλλη καταγγελία: «Κατὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ Ἁγ. Νικολάου (2007)… συμπροσευχήθη μὲ τοὺς παπικοὺς στὸ Μπάρι Ἰταλίας…: “Αὐτὴ τὴ χρονιὰ στὴν Ἀρχιερατικὴ Εὐχαριστία, παραβρέθηκε, μαζὶ μὲ τὸν ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Μπάρι–Μπιτόντο κ.κ. Francesco Cacucci καὶ ὁ ὀρθόδοξος Μητρ. Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσόστομος Σαββᾶτος…”. Οἱ ΜΕ΄, ΞΕ΄ Κανόνες τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων ἀπαγορεύουν συμπροσευχὰς ὀρθοδόξων κληρικῶν μὲ αἱρετικούς, ἀναφέρουν δέ: ὅτι οἱ παραβάται τιμωροῦνται μὲ καθαίρεσιν».
«Ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας …εἶναι θερμότατος ἐκπρόσωπος τῆς φοβερωτέρας αἱρέσεως, ποὺ ἔπληξεν ποτὲ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ… Εἰς τὴν ἡμερίδα τοῦ Α.Π.Θ., …ὁ κ. Σαββᾶτος ἠκούσθη νὰ λέγη εἰς τὸν κ. Μαρτζέλον: «Δὲν μὲ ἐνδιαφέρει τί λέγει ὁ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός», ὁπότε ἀντέδρασα ἐρωτώντας δημοσίως τὸν κ. Σαββᾶτον, ἐὰν εἶναι ὄντως ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας… Πρὸ διετίας, μάλιστα, ὁ κ. Σαββᾶτος, ἐπ’ εὐκαιρία θεολογικοῦ συνεδρίου …ἐλειτούργησεν εἰς τὴν Παναγίαν τῆς Τήνου ὅπου συμπροσευχήθησαν μαζὶ του καὶ παπικοὶ κληρικοί… Οὕτως, ὡς ἐπίορκος καὶ ἀσεβὴς πρέπει πάραυτα νὰ καθαιρεθῆ… Ὄντας δεινὸς καὶ ἐν γνώσει του, παραβάτης τῶν Ἱ. Κανόνων …δὲν ἔχει κανένα δικαίωμα νὰ ἐπικαλεῖται τοὺς κανόνας ποὺ παραβαίνει καὶ νὰ τιμωρῆ τὰς μοναχὰς τῆς Ἱ.Μ. Ἁγίων Ἰσαποστόλων Κων/νου καὶ Ἑλένης Καλαμάτας μὲ τὸ ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας!!! Κατηγορεῖ ὁ παραβάτης τῶν Ἱ. Κανόνων τὰς ἁπλὰς νύμφας τοῦ Χριστοῦ ὅτι ”κατ’ ἐπανάληψιν ὑπέδειξαν ἐμπράκτως ἀνυπακοὴν πρὸς τὰ κελεύσματα τῆς Ἐκκλησίας”, βεβαίως Ἐκκλησίαν, …θεωρεῖ τὸν ἑαυτόν του!!! Ὁ καταπατητὴς τῶν …Ἱ. Κανόνων δὲν δύναται νὰ δίνη μαθήματα ὑπακοῆς εἰς κανόνας, τοὺς ὁποίους ὁ ἴδιος ἔχει ἤδη παραβιάσει… Διέπραξεν ὅμως μέγα σφάλμα … ἀπαγορεύοντας παπικῷ τῷ τρόπῳ νὰ τελοῦνται λειτουργείαι εἰς τὴν ἱερὰν τοὺς Μονήν. Δὲν γνωρίζομεν ἐὰν οἱ ἀλλόπιστοι Ἀγαρηνοὶ ἐπέβαλαν τοιαύτην ἀπαγόρευσιν…»(30).
Γ) Ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναι μέλος τῆς Ὀρθόδοξης ὁμάδος τῆς Μικτῆς Θεολογικῆς Ἐπιτροπῆς γιὰ τὸ Διάλογο μὲ τοὺς Παπικούς, καὶ ὡς ἐκ τῆς θέσεώς του μᾶς ἐκπροσωπεῖ, ἔχει δηλαδὴ ἀναλάβει τὴν ἱερὰ ὑποχρέωση:
α) νὰ ὑπερασπίζεται στοὺς Διαλόγους τὴν διαχρονικὴ πίστη τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζοντας ὄχι δικὲς του ἀπόψεις (ὅπως σωστὰ δίδασκε πρὶν 4 χρόνια!)(31), ἀλλὰ τὰ ἀδιαπραγμάτευτα Δόγματά της, ὅπως ἔχουν διατυπωθεῖ στὶς Οἰκουμ. Συνόδους,
β) νὰ τηρεῖ κατὰ τὴ διάρκεια τῶν Διαλόγων τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν τὶς συμπροσευχές, ὅπως ἀκόμα καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος μὲ ἔμφαση διακήρυξε (ἄσχετα ἂν ὁ ἴδιος τοὺς παραβαίνει)(32) καὶ
γ) ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ ὅλου Σώματος τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ λογοδοτεῖ εἰδικὰ στὴν Ἱεραρχία καὶ γενικότερα στοὺς πιστούς-μέλη τῆς Ἐκκλησίας(33).
Αὐτὸς ἀντίθετα, διετύπωσε τὴν ἐξωφρενικὴ καὶ αἱρετικὴ θέση ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι ἡ Μία Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἀνήκει στὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν Ἐκκλησίαν! Δηλαδὴ διδάσκει ὁ κ. Χρυσόστομος, ὅτι ὑπάρχει κάποια ἄλλη Ἐκκλησία, περιεκτικότερη καὶ μεγαλύτερη, ἐντὸς τῆς ὁποίας –ἕνας κλάδος, ἕνας πνεύμονας– εἶναι καὶ ἡ Ὀρθοδόξη Ἐκκλησία! Ἡ τοποθέτησή του αὐτὴ ἀνατρεπτικὴ τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας. Ἀποτελεῖ υἱοθέτηση τῶν αἱρετικῶν θέσεων τῶν ἑταίρων μας στὸ Θεολογικὸ Διάλογο, τὶς ὁποῖες θέσεις, ἀντὶ ὁ κ. Χρυσόστομος –ὡς ἐκπροσωπῶν τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία– νὰ τὶς ἀνατρέψει ὡς ἀπάδουσες πρὸς αὐτήν, τὶς προπαγανδίζει καὶ ἐντὸς τοῦ Ὀρθόδουξου χώρου, μὲ δημοσιεύσεις στὸ ἐπίσημο περιοδικὸ τῆς Ἐκκλησίας μας(!), μὲ συνεντεύξεις καὶ ὑπεράσπισή τους ἀκόμα καὶ ἐντὸς τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος!
Οἱ αἱρετικὲς διατυπώσεις τοῦ Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου ἔχουν ὡς ἑξῆς:
«Ὁ ὅρος “ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία” εἶναι “σημαντικὸς” γιατὶ ἀποτελεῖ δομικὸ στοιχεῖο γιὰ τὴν ἔννοια καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ ὅρου ”Ἐκκλησία”. Προσδιορίζεται μ’ αὐτὸν τὸν ὅρο ἡ ἔννοια τῆς Καθολικότητας”, ὡς ἡ ἔκφραση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας καὶ ἑνότητας στὴν πίστη, στὴν εὐχαριστία καὶ στὴ διακονία, καὶ περιγράφεται ὁ τρόπος ”κοινωνίας” καὶ σχέσης κάθε τοπικῆς Ἐκκλησίας μὲ τὶς λοιπὲς τοπικὲς Ἐκκλησίες ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ Μία καὶ Ἀδιαίρετη Ἐκκλησία» (σελ. 545, α΄ στήλη). Ἐπίσης γράφει: «Στοιχεῖα τοῦ Κειμένου τῆς Ραβέννας, τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ ἐπισημανθοῦν εἶναι: …β) Ὁ καθορισμὸς καὶ ἡ διευκρίνιση, ὅτι μὲ τοὺς ὅρους ”Ἐκκλησία”, ”ἡ ἀνὰ τὸν κόσμον Ἐκκλησία”, ”ἡ ἀδιαίρετος Ἐκκλησία” καὶ ”τὸ σῶμα Χριστοῦ” δὲν ὑπονομεύεται ἀπὸ τὴν Μικτὴ Θεολογικὴ Ἐπιτροπὴ ἡ πεποίθηση ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀνήκει, εἰς τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὅπως αὐτὴ ἐκφράζεται στὸ Σύμβολο Νικαίας−Κων/λεως. γ) Ἡ ἀναγνώριση στοιχείων ἐκκλησιαστικότητας καὶ ἐκτὸς τῆς Καθολικῆς κοινωνίας»… IV. Τέλος πρέπει νὰ ἀναφέρουμε καὶ τὰ σημεῖα ἐκεῖνα μὲ τὰ ὁποῖα τονίζονται οἱ ὑφιστάμενες ἀποκλίσεις μεταξὺ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν…» (σελ. 446β-547α). «Μὲ τὴν συγκεκριμένη ἐκκλησιολογικὴ προοπτικὴ τοῦ Κειμένου (σ.σ. Ραβέννας) καταρρίπτεται κάθε κινδυνολογία περὶ ”ἀλλοιώσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πιστεύω καὶ τοῦ φρονήματος τῆς Ὀρθοδοξίας”, ὅπως λέγουν, κάποιες φωνὲς οἱ ὁποῖες ἀσκοῦν ἄδικη κριτικὴ στοὺς Ὀρθοδόξους Ἀντιπροσώπους στὸ συγκεκριμένο θεολογικὸ Διάλογο» (σελ. 547β)(34).
Τὴν θέση δὲ αὐτὴ ἐπαναλαμβάνει ὁ Μεσσηνίας καὶ στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν δογματολόγο καθηγητὴ τοῦ Πανεπιστημίου Θεσ/κης κ. Δημ. Τσελεγγίδη(35). Γράφει: «…δὲν κατανοῶ εἰς τί ἔγκειται ἡ ἐπιφύλαξη σας καὶ “τὸ ἐκκλησιολογικὸ ἀπαράδεκτο καὶ ἀντιφατικό“. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι Μία καὶ Ἀδιαίρετη, πρὶν τὸ σχίσμα, σήμερα εἶναι διῃρημένη, ἀφοῦ βρισκόμαστε σὲ σχίσμα, αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει τὸ περιεχόμενο τῆς §41 τοῦ Κειμένου τῆς Ραβέννας».
Παρατηρεῖ ἐδῶ κανεὶς μὲ ἔκπληξη καὶ ὀδύνη, ὅτι τὸ Κείμενο τῆς Ραβέννας (τὸ ὁποῖο ὄχι μόνο δὲν ἔχει γίνει ἀποδεκτὸ ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ δέχτηκε ὀξύτατη κριτικὴ ἀπὸ προσωπικότητες, ὅπως ὁ καθηγούμενος π. Γ Καψάνης) ὁ «ὀρθόδοξος» Μητροπολίτης κ. Χρυσόστομο τὸ θέτει ὡς κριτήριο, βάση τοῦ ὁποίου πρέπει πλέον νὰ ρυθμίζουμε τὶς –ὡς τώρα– ἰσχύουσες ἀδιαμφισβήτητες ἐκκλησιολογικές-δογματικές θέσεις τῆς Πίστεώς μας! Ταυτόχρονα φανερώνει, ὣς ποιὸ σημεῖο ἐνδοτικότητας ἔχουν προχωρήσει οἱ «ὀρθόδοξοι» Οἰκουμενιστές!
Ἐπίσης ἄξιο παρατηρήσεως καὶ στιγματισμοῦ εἶναι καὶ ὁ δόλος ποὺ ὑποκρύπτεται στὴν ἔκφραση: «ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀνήκει, εἰς τὴν Μία…Ἐκκλησία, ὅπως αὐτὴ ἐκφράζεται στὸ Σύμβολο Νικαίας−Κων/λεως», ἀφοῦ δι’ αὐτῆς τῆς ἐκφράσεως «κρύπτει» τὴν αἵρεση, παρουσιάζοντάς την ὡς ἀπορρέουσα ἀπὸ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως!
Ἡ αἱρετικὴ αὐτὴ θέση τοῦ Μεσσηνίας (ὅπως ἤδη ἀναφέραμε) ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὸν Διάλογο ποὺ εἶχε μαζί του, κατὰ τὴν Συνεδρία τῆς Ἱεραρχία (Ὀκτώβριος 2009), ὁ Σεβ/τος Μητρ. Πειραιῶς π. Σεραφείμ, ὁ ὁποῖος «τὸν προκάλεσε (νὰ πεῖ) ἂν πιστεύη ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία. Καὶ ὁ κ. Χρυσόστομος (σ.σ. ἐπανέλαβε) ὅτι εἶναι Μία, ἀλλὰ διηρημένη. Καὶ τοῦ ἀπάντησε ὁ Πειραιῶς ὅτι εἶναι λάθος του νὰ πιστεύη τέτοια. Ἡ Μία Ἐκκλησία, δὲν διαιρέθηκε ποτέ, ἀλλὰ ὑπάρχει πάντοτε ἐπὶ τῆς γῆς»(36).
Παρόλα αὐτά, ὅμως, ὁ Μεσσηνίας ἐπιμένει, ὁπότε καὶ οἱ χριστιανοὶ πρέπει νὰ ἐπιμένουν, ἀφοῦ παρὰ τὶς καταγγελίες ὁ Σεβ/τος Μεσσηνίας δὲν θέλει νὰ ἐννοήσει τὸ ἐσφαλμένο τῶν θέσεών του. Γράφει ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος: «Ἐγὼ δὲ τὴν σὴν ἐθαύμασα θεοσέβειαν ἀνασχομένην, καὶ ὅτι μὴ τούτους ἔπαυσε μὲν ταῦτα λέγοντας, τὴν δὲ εὐσεβῆ πίστιν παρέθηκεν αὐτοῖς, ἵνα ἢ ἀκούσαντες ἠρεμήσωσιν ἢ ἀντιλέγοντες ὡς αἱρετικοὶ νομισθῶσιν. τὰ γὰρ προειρημένα οὔτε λεκτὰ οὔτε ἀκουστὰ παρὰ Χριστιανοῖς, ἀλλὰ ἀλλότρια κατὰ πάντα τρόπον τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας ἐστίν… ἢ τοῦτο μόνον ἀποκρίνασθαι πρὸς τὰ τοιαῦτα καὶ εἰπεῖν ἀρκεῖ, ὅτι οὐκ ἔστι ταῦτα τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας, οὐδὲ ταῦτα οἱ πατέρες ἐφρόνησαν»(37).
Σᾶς θυμίζουμε, Μακαριώτατε Πρόεδρε καὶ Σεβ/τοι Ἀρχιερεῖς, τὴν διατύπωση τοῦ π. Ἰουστίνου, ποὺ κατέστη κλασικὴ καὶ τὴν ἐπαναλαμβάνουν πολλοί, ὅπως ὁ Μητρ. Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, ἀφοῦ ἀποτελεῖ συμπερίληψη τῶν Πατερικῶν θέσεων. Ἔγραψε ὁ π. Ἰουστῖνος: «ποτὲ δὲν ὑπῆρχε διαίρεσις τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ μόνον χωρισμὸς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν… Εἰς διαφόρους καιροὺς ἀπεσχίσθησαν… οἱ αἱρετικοί…, οἱ ὁποῖοι κατὰ συνέπειαν ἔπαυσαν νὰ εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας»(38).
Ἀλλὰ τὴν ἴδια ἀλήθεια διαλαλεῖ καὶ ὁ κορυφαῖος θεολόγος π. Γ. Φλωρόφσκυ: ἡ χριστιανοσύνη εἶναι διηρημένη, ἀλλ’ ὄχι ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ΜΙΑ καὶ ὄχι διηρημένη: «Οἱ ὀρθόδοξοι ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ ἰσχυρίζωνται, ὅτι τὸ μόνο "ἰδιαίτερον" ἢ "διακριτικὸν" χαρακτηριστικὸν τῆς θέσεώς των εἰς "τὴν διηρημένην χριστιανοσύνην" εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἐντελῶς ἰδία κατὰ τὴν οὐσίαν μὲ τὴν Ἐκκλησίαν ὅλων τῶν αἰώνων καὶ μάλιστα μὲ τὴν πρώτην Ἐκκλησίαν. Ἐν ἄλλαις λέξεσιν, δὲν εἶναι μία Ἐκκλησία, ἀλλ’ ἡ Ἐκκλησία’’»(39).
Δυστυχῶς, τέτοιες εὐαισθησίες δὲν συναντᾶμε στὸν κ. Χρυσόστομο. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ καὶ σὲ συνεντεύξη ποὺ ἔδωσε, ψέγει καὶ τοὺς Ἐπισκόπους ποὺ ὑπέγραψαν τὴν «Ὁμολογία Πίστεως κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» καὶ ἐμμέσως πλὴν σαφῶς διαφώνησαν μὲ τὶς θέσεις του. Ἔδειξε μάλιστα καὶ τὴν μεγαλοψυχία του(!), λέγων πὼς τοὺς συγχωρεῖ (ἀσφαλῶς γιὰ τὴν φονταμενταλιστικὴ ἐμμονή τους στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη). Εἶπε ὁ κ. Χρυσόστομος: «Καιρὸς εἶναι καὶ αὐτοὶ νὰ καταλάβουν ὅτι πρέπει νὰ σοβαρευτοῦν λίγο καὶ νὰ πάψουν μὲ τόση εὐκολία νὰ διαβάλλουν τὰ πρόσωπα τῶν συνεπισκοπῶν τους»(40). Ἔτσι, ἐβάπτισε τὴν ἐπισήμανση τῆς κακοδοξίας του διαβολὴ καὶ τοὺς ἔβγαλε καὶ κατηγορούμενους!
Γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε περισσότερο τὴν σοβαρότητα τῆς καταστάσεως, παραθέτουμε στὸ σημεῖο αὐτὸ τὴν ξεκάθαρη θέση τοῦ Μ. Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἐπισημαίνει, ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἑστιάζουμε τὴν προσοχή μας στοὺς ἤδη γνωστοὺς αἱρετικούς, ἀπὸ τὸν ἐπηρεασμὸ τῶν ὁποίων –ἐπειδὴ γνωρίζουμε τὶς κακοδοξίες τους– μποροῦμε καλύτερα νὰ προφυλαχτοῦμε. Προτεραιότητα, λέγει ὁ ἅγιος, πρέπει νὰ δώσουμε στοὺς κρυπτοαιρετικούς, σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπειδὴ δὲν ἔχουν καταδικασθεῖ ἀκόμα ὡς αἱρετικοί, δροῦν ὕπουλα. Αὐτοὺς καὶ τὶς κακοδοξίες τους πρέπει νὰ ἀποκαλύψουμε. Γράφει, συγκεκριμένα, ὁ Μ. Βασίλειος:
«Τὸ μὲν θρασὺ καὶ ἀναίσχυντον τμῆμα τῆς αἱρέσεως τῶν Ἀρειανῶν (σ.σ. σήμερα τῶν παναιρέσεων Παπισμοῦ καὶ Προτεσταντισμοῦ), ἀφοῦ φανερῶς ἀπεκόπη ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, παραμένει εἰς τὴν πλάνην του, ἀλλ’ ὀλίγον μᾶς βλάπτει, διότι ἡ ἀσέβειά των εἶναι φανερὰ εἰς ὅλους. Ὅσοι ὅμως εἶναι ἐνδεδυμένοι μὲ δέρμα προβάτου (σ.σ. οἱ Οἰκουμενιστὲς σήμερα) καὶ ἐμφανίζουν ἐξωτερικὸν (βίον) ἥμερον καὶ πρᾶον, ἐνῶ ἐσωτερικῶς κατασπαράσσουν ἀνηλεῶς τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, μάλιστα διότι ἔχουν ἀρχικῶς προέλθει ἀπὸ ἡμᾶς, εὐκόλως προξενοῦν βλάβην εἰς τοὺς ἁπλουστέρους, αὐτοὶ (κυρίως) εἶναι ἐπικίνδυνοι καὶ δύσκολοι εἰς τὸ νὰ προφυλαχθῆ κανεὶς ἀπὸ αὐτούς.
»Αὐτοί, ζητοῦμεν… νὰ γνωστοποιηθοῦν δημοσίως εἰς ὅλας τὰς Ἐκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς, ὥστε, ἐὰν παραμείνουν διεστραμμένοι, νὰ διατηροῦν μεταξύ των μόνον τὴν βλάβην, χωρὶς νὰ δύνανται ἐξ αἰτίας τῆς ἀπροφυλάκτου ἐπικοινωνίας νὰ μεταδίδουν τὴν ἀσθένειάν των εἰς ὅσους τοὺς πλησιάζουν. Εἶναι ὅμως ἀνάγκη νὰ μνημονεύσωμεν αὐτοὺς ὀνομαστικῶς, ὥστε καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι νὰ γνωρίσετε…, ἀλλὰ καὶ νὰ κάμετε τοῦτο φανερὸν εἰς τὰς Ἐκκλησίας σας»(41).
Καὶ σὲ ἄλλο Πατερικὸ κείμενο, διαβάζουμε ποία πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση μας, ὅταν ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας λέγονται «τὰ τῇ ἐκκλησίᾳ ἐναντιούμενα»: «Μείζων γὰρ ὑμῖν ἐστι φροντίς, ὅταν ἐντὸς τῆς ἐκκλησίας λέγηται ὑμῖν τὰ τῇ ἐκκλησίᾳ ἐναντιούμενα… οἱ ἔχοντες ἔνδον τὸν πολέμιον ἀργίαν οὐκ ἴσασιν. ὅμως ἐν τούτῳ τῷ ἐμφυλίῳ πολέμῳ, ἐν ταύτῃ τῇ οἰκειακῇ μάχῃ εἴη ὑμῖν τεῖχος ἡ πίστις καὶ κατὰ τῆς ἀπιστίας αὐτὴ ἑαυτὴν ἐκδικήσει πνευματικοῖς ἀκοντίοις.... φυλάξωμεν ταύτην, ὅτι φυλαττομένη φυλάττει ἡμᾶς»(42).
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας, λοιπόν, γιὰ νὰ μᾶς προφυλλάξουν ἀπὸ κάθε παγίδα τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ εἰσηγητὴς τῶν αἱρέσεων, ἐπεσήμαιναν πὼς οἱ αἱρετικοὶ ὅλων τῶν αἰώνων εἶναι δόλιοι καὶ ἀποκρύπτουν κάτω ἀπὸ τὴν κομψότητα τῆς ἐκφράσεως πανουργία καὶ ἀπάτη. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀναγκαῖο (καὶ κατὰ τὸν Μ. Ἀθανάσιο) νὰ ἀποκαλύψουμε τὴν ἀσέβειά τους, νὰ ἐλέγχουμε τὶς αἱρετικές τους ἀπόψεις, γιατὶ ὡς ὑποκριτὲς τὶς κρύβουν κάτω ἀπὸ νέες ὁρολογίες, ἀφοῦ δὲν ἀντέχουν τὸν ἔλεγχο καὶ φοβοῦνται τὴν ἀποκάλυψη τῶν ἀσεβῶν ρημάτων τους(43).
Τὰ ἀντίθετα, λοιπόν, ἀπὸ ὅσα μᾶς συμβουλεύουν οἱ Πατέρες ἐπέτυχαν οἱ οἰκουμενιστὲς νὰ ἐφαρμόζονται σήμερα, ἐν οἷς καὶ ὁ Μεσσηνίας, ὁ ὁποῖος προπαγανδίζει τὶς αἱρετικὲς θέσεις περὶ διηρημένης Ἐκκλησίας καὶ μαζί μὲ ἄλλους οἰκουμενίζοντες «ὀρθόδοξους», βαπτίζουν τὶς κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν ὡς θεολογούμενα, ἢ ἐπιδιώκουν νὰ ἀδρανοποιήσουν τοὺς ἐπιμένοντας Ὀρθόδοξα, ἀποδίδοντάς τους ὑποτιμητικοὺς χαρακτηρισμούς, ἢ τέλος μᾶς καθησυχάζουν, ὥστε νὰ μὴν ἀνησυχοῦμε, διαβεβαιώνοντάς μας πὼς τάχα οἱ θεολογικὲς διαφορὲς «συζητοῦνται», κι ὡς ἐκ τούτου ἔχουμε μακρὺ δρόμο μπροστά μας (Κάσπερ, Μεσσηνίας Χρυσόστομος(44) κ.ἄ.), ἐνῶ ἀπὸ συμφώνου οἱ Ἅγιοι Πατέρες συνιστοῦσαν –ὅταν ἐρχόντουσαν ἀντιμέτωποι μὲ τὴν ἀμετανοησία τῶν αἱρετικῶν– νὰ τοὺς ἐγκαταλείπουμε «μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν», γιατὶ εἶχαν διαπιστώσει τὴν μεγάλη φθορὰ ποὺ προκαλεῖται στοὺς πιστούς. Κι ἀκόμα, πέτυχαν οἱ οἰκουμενιστὲς νὰ ἐνσπείρουν διχόνοια καὶ τὴ διαίρεση στὴν ὀρθοδόξη οἰκογένεια.
Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ οὐσία τῆς καταγγελίας μας. Αὐτὴ τὴν νοοτροπία προάγει καὶ ἐκφράζει καὶ ἐκπροσωπεῖ ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας. Καὶ οἱ ἀπόψεις καὶ οἱ ἐκτιμήσεις αὐτὲς δὲν εἶναι μόνο δικές μας. Τὶς συζητοῦν καὶ πολλὰ ἄλλα μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ καθένας μὲ τὸν τρόπο του προβληματίζεται: ὥς ποιό σημεῖο ἐκπτώσεως θὰ ἀφήσουμε νὰ μᾶς ὁδηγήσουν οἱ ὑπηρετοῦντες, ἠθελημένα ἢ ἀθέλητα, τὴν Οἰκουμενιστικὴ αἵρεση;
Παραθέτουμε στὴ συνέχεια κάποια ἀρνητικά σχόλια ἀπὸ τὸ διαδίκτυο γιὰ τὰ πεπραγμένα τοῦ κ. Χρυσόστομου, γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι δὲν ἀντιδροῦμε μόνο ἐμεῖς στὶς ἀντορθόδοξες θέσεις του. Ὑπάρχουν, βέβαια, καὶ θετικὰ σχόλια (ποὺ δὲν παραθέτουμε), ἂν καὶ αὐτὰ τὸν ἐκθέτουν περισσότερο, ἀφοῦ φανερώνουν ὅτι μὲ τὶς αἱρετικὲς ἰδέες ποὺ διδάσκει, ἔχει ἐπηρεάσει καὶ μέρος τοῦ Ποιμνίου του.
1. Τοῦ φιλολόγου καὶ θεολόγου κ. Τελεβάντου Παναγιώτη (Ν. Ὑόρκη):
«ΠΕΤΡΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΚΑΝΔΑΛΟΥ. Ὡς γνωστὸν ὁ Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος …διαμφισβήτησε χωρὶς ἴχνος ντροπῆς τὴν μοναδικότητα καὶ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἐρωτηθεὶς ἂν ἡ Ἐκκλησία εἶναι “Μία”, ὅπως ὁμολογοῦμε στὸ Συμβολο τῆς πίστεως, ἀπάντησε χωρὶς ἀναστολὴ ὅτι εἶναι Μία ἀλλὰ διαιρεμένη!!! Στὴ σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας αὐτά!!! Καὶ στὴν παρουσία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου Β΄ καὶ ὀγδόντα τόσων Μητροπολιτῶν!!! Δηλαδὴ ὁμολόγησε ξεκάθαρα ὅτι ὑποστηρίζει τὴ θεολογία τῶν “ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν” καὶ τῶν “δύο πνευμόνων”. Διαμφισβήτησε τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Κουρέλιασε κυριολεκτικὰ τὴν ὀρθοδόξη ἐκκλησιολογία. Καὶ ὅμως! Οὔτε ἕνας ἐπίσκοπος … δὲν τὸν ἔλεγξε γιὰ τὴν γυμνῇ τῇ κεφαλῇ αἵρεση ποὺ διατύπωσε... Ἁπλᾶ ὁ Σεβασμιότατος Πειραιῶς περιορίστηκε νὰ τοῦ πεῖ ὅτι αὐτὴ δὲν εἶναι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ θέμα ἔληξε μὲ τὴν παροχὴ ἀμέριστης ὑποστήριξης στὸ Χρυσόστομο Σαββᾶτο καὶ στὸν ὁμοϊδεάτη του Ἀχαΐας Ἀθανάσιο γιὰ νὰ συνεχίσουν νὰ ἀσχημονοῦν ἀπτόητοι παρὰ τὶς ὁδηγίες τῆς Ἱεραρχίας νὰ μὴ γίνονται συμπροσευχὲς μὲ τοὺς αἱρετικούς. ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΚΑΘΑΙΡΕΙΤΑΙ; Τὸ ἐρώτημα ποὺ ἀναβλύζει πηγαῖα εἶναι: …Γιατί δὲν τοῦ ἀπαγγέλθηκαν ἀμέσως κατηγορίες γιὰ αἵρεση καὶ γιατί δὲν ὁδηγήθηκε σὲ συνοδικὸ δικαστήριο γιὰ νὰ καθαιρεθεῖ; Εἶναι φανερὸν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὀλιγώρησε νὰ πράξει τὸ καθῆκον της…»(45).
2. Στὸ www.augoustinos-kantiotis.gr καταγράφεται ἡ ἑξῆς διαπίστωση ἀρθρογράφου: «ὅπως φαίνεται δὲν πιστεύει στὸ Δόγμα τῆς “Μίας, Ἁγίας, …Ἐκκλησίας” ὁ Μητροπολίτης Μεσσηνίας, ἐκπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας μας στὸ Θεολογικὸ Διαλογο!». Τὸ κείμενο αὐτὸ ἀναδημοσιεύτηκε σὲ πολλὰ μπλόγκς.
3. Ἐνῶ ἀποδεδειγμένα, διὰ δολίων μεθοδεύσεων καὶ συνειδητοῦ ψεύδους τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χριστόδουλου πραγματοποιήθηκε ἡ ἐπισκέψη τοῦ Πάπα στὴν Ἀθήνα καὶ τὸ Ἱεραποστολικὸ Συνέδριο, καὶ ἐνῶ τὰ οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα τοῦ Ἀρχιεπ. Χριστοδούλου προκάλεσαν θύελλα ἀντιδράσεων σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο, ὁ Μεσσηνίας τὰ ἐπαινεῖ: «Ὁ μητροπολίτης Μεσσηνίας ζήτησε νὰ ἐνταθεῖ ὁ διάλογος μὲ τὶς ἄλλες θρησκεῖες χαρακτηρίζοντας "θετικὰ" τὰ ἀνοίγματα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου στοὺς ἑτεροδόξους καὶ στὰ ἄλλα θρησκεύματα»(46).
4. «Ὅταν ἄκουγε (ὁ κ. Σαββᾶτος) τοὺς καθηγητὲς στην ἡμερίδα τῆς Θεσσαλονίκης νὰ λένε νὰ "ὑπερβοῦμε τοὺς πατέρες" ἢ ἄλλες ἀσχήμιες, σιωποῦσε καὶ δὲν μιλοῦσε, οὔτε ἀνακοίνωσε κάποια ἔνστασι, ὅπως ὤφειλε νὰ κάνη, ἐπίσκοπος αὐτὸς καὶ μάλιστα ἀντιπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἀλλὰ βρῆκε νὰ πῆ πολλὰ πικρὰ λόγια γιὰ τοὺς ἀντιδρῶντες. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀποδοκιμάσθηκε ἀγρίως ἀπὸ ὅλους σχεδόν. Καὶ ἐκτὸς αἰθούσης καὶ ἐντὸς αὐτῆς. Στὴν Κύπρο συμπροσευχήθηκε σὲ παπικὸ ναό, ἐνῶ οἱ ἐντολὲς τῆς Ἱεραρχίας ἦταν…νὰ κινηθῆ μέσα "στὰ κανονικὰ καὶ ἐκκλησιολογικὰ πλαίσια". Παρὰ τὶς ἔντονες διαβεβαιώσεις του μέσα στὴ Σύνοδο, τὰ παραβίασε… Δὲν πιστεύει στὴν Μία Ἁγία Καθολικὴ Ἐκκλησία. Πιστεύει ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι διῃρημένη. Αὐτὸ εἶναι κακοδοξία»(47).
Ἀρκούμαστε σὲ αὐτὰ καὶ ἀναμένουμε τὴν ἀνεπηρέαστη(48) ἐξέταση τῆς Μηνυτηρίου Ἀναφορᾶς μας, γιατὶ ἐδῶ δὲν πρόκειται γιὰ οἰκονομικὲς ἀτασθαλίες ἢ ἠθικὰ παραπτώματα (ὅπως μὲ τὸν πρώην Ἀττικῆς), τὰ ὁποῖα οἱ ὑπερασπιστικοὶ κύκλοι, ἐπικαλούμενοι ἀπειράριθμες διατάξεις καὶ παρασύροντας τὸν δικαστὴ σὲ λαβυρινθώδεις συλλογισμούς, εἶναι δυνατὸν νὰ τὸν ἀποπροσανατολίσουν. Πρόκειται γιὰ θέματα Πίστεως, ξεκαθαρισμένα ἐδῶ καὶ αἰῶνες ἀπὸ Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ δὲν ἐπιδέχονται παρερμηνεῖες καὶ συσκοτισμούς, εἰ μὴ ἠθελημένους καὶ κακόδοξους.
Ἂν στὸ κείμενό μας αὐτὸ διακρίνετε, Σεβασμιώτατοι, μιὰ ἀμφιβολία γιὰ τὴν ἀνηπηρέαστη ἐξέταση τῶν καταγγελλομένων, τοῦτο δὲν ὀφείλεται στὴν δική μας καχυποψία, ἀλλὰ στὴν εἰκόνα ποὺ ἰδία ἡ Ἱ. Σύνοδος ἐκπέμπει πρὸς τὰ ἔξω τὰ τελευταῖα χρόνια, καὶ σὲ θέματα ἀπόδοσης τῆς ἐκκλησιαστικῆς δικαιοσύνης (ὅπως τὰ ἀναφέραμε στὴν ὑποσημείωση 16 τοῦ παρόντος), ἀλλὰ καὶ σὲ θέματα ὁμολογίας τῆς Πίστεως. Νὰ ἀναφέρουμε μόνο ἕνα παράδειγμα, γιὰ τὸ ὁποῖο ἔχουμε προσωπικὴ γνώση. Ἐρωτήθηκε ἐπίσημα δι’ ἐγγράφου καὶ ἐπίμονα –διὰ δημοσιευμάτων στὸν Τύπο– ἡ Ἱ. Σύνοδος ἀπὸ τὸ 2002 καὶ ἑξῆς, ἐὰν ὁ Παπισμὸς (καὶ ὁ Προτεσταντισμὸς) εἶναι αἵρεση, γνωστοῦ ὄντος ὅτι ἡ προπαγάνδα τῶν Οἰκουμενιστῶν θέλει νὰ τὸν παρουσιάσει ὡς ἰάσιμο σχίσμα καὶ ἄρα νὰ ἐπιτευχθεῖ μιὰ Ἕνωση-ἔκτρωμα, κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ψευδενώσεως στὴν Φερράρα, ἀλλὰ μὲ βελτιωμένη «θεολογικὴ» ἐπικάλυψη. Καὶ ἀκόμα ἡ Ἱ. Σύνοδος δὲν ἀπάντησε γιὰ νὰ μὴ δυσαρεστήσει τὸν Μητροπολίτη Καλαβρύτων ποὺ τὸ ἀρνεῖται, ἀλλὰ καὶ νὰ μὴ δυσαρεστήσει τοὺς αἱρετικούς∙ καὶ τοῦτο παρὰ τὴν ὁμόφωνη γνώμη σ’ αὐτὸ τῶν Πατέρων καὶ Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν πεπαρρησιασμένη «Γνωμάτευση» (Συνεδρία 8-2-07) τοῦ Μητρ. Ἠλείας κ. Γερμανοῦ, πὼς ὁ παπισμὸς εἶναι αἵρεση.
Παραθέτουμε ἐδῶ, συμπληρωματικά, τὴν ἀξιομνημόνευτη θέση συνεπισκόπου σας, τοῦ Μητρ. Νικοπόλεως Μελετίου, γιὰ τὸ ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι σὲ τέτοιες περιπτώσεις ἡ στάση τῶν Ἐπισκόπων, ἀλλὰ καὶ τῶν πιστῶν: ἡ ὀρθὴ ὁμολογία τῆς πίστεως εἶναι ἀναγκαῖο νὰ δίνεται ἀπὸ τοὺς Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας ἄμεσα, χωρὶς καθυστερήσεις, δολιχοδρομίες καὶ ὑπεκφυγές. Διαβάζουμε σὲ βιβλίο του. «Ὅταν κάποιος ἐρωτᾶται περὶ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ καθυστερῇ πολὺ νὰ ἀπαντήσῃ, πίσω ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν κρύπτεται τίποτε ἄλλο, εἰ μὴ ἡ ἄρνησις τῆς ὀρθῆς ὁμολογίας. Βεβαίως εἰς τὰς περὶ Πίστεως διαβουλεύσεις δὲν ὑπάρει πρῶτος ἢ δεύτερος. Ἀλλ’ ὅμως δεκτὸς παρὰ τῷ Θεῷ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ εὑρεθῇ περισσότερον ἕτοιμος πρὸς ὀρθὴν ὁμολογίαν»(49).
Ἐλπίζουμε, ὅτι δὲν θὰ δικαιώσετε τὶς ὅποιες (δικαιολογημένες ἢ ἀδικαιο-λόγητες) ἐπιφυλάξεις μας∙ ἐλπίζουμε ὅτι ὅποια ἀδράνεια ἢ λάθος, ἀνήκει στὸ παρελθόν∙ ὅτι δὲν θὰ ἀπογοητεύσετε ἄλλη μία φορὰ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ θὰ ἀποδώσετε δικαιοσύνη καὶ θὰ προφυλάξετε τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἀλλοίωση τῆς σωτηριώδους διδασκαλίας της, ποὺ ἐπιφέρουν οἱ αἱρετικὲς ἀπόψεις καὶ ἐνέργειες τοῦ Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου καὶ ὅσων ἄλλων τὶς ἀποδέχονται καὶ τὶς διδάσκουν ἢ τὶς ἐκμεταλλεύονται.
Καὶ ἐφ’ ὅσον πρότυπα μιμήσεως τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι οἱ Ἅγιοι, σᾶς παραθέτουμε κείμενο τοῦ Ὀρθόδοξου Πάπα Κελεστίνου, ὁ ὁποῖος, ἀπευθυνόμενος δι’ ἐπιστολῆς πρὸς αἱρετίζοντα Ἐπίσκοπο γράφει καὶ τὰ ἑξῆς:
«Σκληρόν ἐστιν ἵνα ἐπὶ σοῦ ἁρμόσῃ τὰ ρήματα τοῦ μακαρίου Παύλου… ἐγώ, φησίν, οἶδα …ἀφ' ὑμῶν ἀναστήσονται ἄνθρωποι λαλοῦντες διεστραμμένα, ἵνα ἀγάγωσι τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν». Αὐτὰ συνεχίζει, θὰ θέλαμε νὰ τὰ ἔλεγες ἐσὺ σὲ ἄλλους καὶ ὄχι νὰ τὰ ἀπευθύνουμε ἐμεῖς σὲ σένα. Διότι εἶναι ἐσχάτη κατάπτωσις δι’ ἐπίσκοπον νὰ δώσει λαβὴν νὰ τοῦ ὑποδείξουν, ὅτι ὀφείλει νὰ εἶναι χριστιανός!(50) Ὅμως, ἔχεις ἐμπλακεῖ σὲ αἵρεση ἀδίστακτη. Γι’ αὐτὸ ἁρμόζει νὰ δοθῇ «σκληροῖς σκληρὰ ἀπόκρισις». Ἢ ἔχεις τὴν ἐντύπωση «ὅτι ἡμεῖς σοῦ φεισόμεθα, ὁπότε τῆς ἑαυτοῦ ψυχῆς αὐτὸς οὐ φείδῃ; ὃς πάντας θέλεις …τοὺς παρόντας καὶ τοὺς μέλλοντας ἀφαιρεῖσθαι τὴν εὐεργεσίαν τῆς σωτηρίας;»(51).
Γιὰ ὅλους τοὺς παραπάνω λόγους καταγγέλλουμε ἐνώπιον ὑμῶν
τὸν Μητροπολίτην Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομον,
ἀφοῦ, ὅπως συνάγεται ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν Πατερικῶν κειμένων καὶ Ἱερῶν Κανόνων ποὺ παραθέσαμε, αὐτὴ εἶναι ἡ ἐνδεδειγμένη ἐνέργεια τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν καταπατοῦνται οἱ Νόμοι της καὶ ἀλλοιώνονται τὰ Δόγματά της,
καὶ αἰτούμεθα, ὅπως ἐπιληφθεῖτε ἄμεσα τοῦ θέματος καὶ ἐπιβάλετε ὅσα οἱ Ἱεροὶ Κανόνες ἐπιτάσσουν διὰ τὰ παραπτώματα ποὺ διέπραξε ὁ μηνυόμενος.
Ἁρμόδιος δικαστικὸς ἐπιμελητὴς νὰ ἐπιδώσει νόμιμα τὴν παροῦσα πρὸς τὴν Δ. Ἱ. Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅπως νόμιμα ἐκπροσωπεῖται, γιὰ νὰ λάβει γνώση καὶ γιὰ τὶς νόμιμες συνέπειες, ἀντιγράφοντας τὸ περιεχόμενο τῆς παρούσης στὴν ὑπ’ αὐτοῦ συνταχθεισομένη Ἔκθεση ἐπιδόσεως.
Ἡ «Φιλορθόδοξος Ἕνωσις “Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος”»
νόμιμα ἐκπροσωπούμενη
Ὁ Πρόεδρος Ὁ Γραμματέας
Ντετζιόρτζιο Λαυρέντιος Σημάτης Παναγιώτης
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1) Τὰ προλεγόμενα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου μᾶς προειδοποιοῦν: «Ὁ γὰρ ἀντιφερόμενος εἰς τὰς Οἰκουμενικὰς συνόδους καὶ ἀντιπίπτων, εἰς αὐτὸ ἀντιφέρεται καὶ ἀντιπίπτει εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ λαλοῦν διὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ αἱρετικὸς καὶ ἀναθεματισμένος γίνεται» (Πηδάλιον, σελ. 120).
(2) Καὶ ἐκ τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν: «…οὔτε ἐπίσκοπος ἀγνοίᾳ ἢ κακονοίᾳ πεπιεσμένος, ἔτι ἐπίσκοπός ἐστιν, ἀλλὰ ψευδώνυμος, οὐ παρὰ Θεοῦ, ἀλλὰ παρὰ ἀνθρώπων προβληθείς» (Ἀναστάσιος Σιναΐτης, Ρ.G. 89, 480Α).
(3) Σαββάτου Χρυσόστομου, Ἀρχιμ. (νῦν Μητρ.. Μεσσηνίας), Περιοδ. «ΕΚΚΛΗΣΙΑ», ΜΑΡ 2006, ἔτος ΠΓ΄, τεῦχ. 3, σ. 207.
(4) Φλωρόφσκυ Γεωργίου, Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία, Παράδοσις, σελ. 75.
(5) Συμβουλεύει ὁ Μ. Βασίλειος: «Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις∙ μνημονεύοντας τοῦ Κυρίου λέγοντος∙ Ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ' αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν... Ἐξ ὧν παιδευόμεθα, ὅτι, κἂν πολὺ γνήσιος τις ᾖ, κἂν ὑπερβαλλόντως ἔνδοξος ὁ κωλύων τὸ ὑπὸ τοῦ Κυρίου προστεταγμένον, ἢ προτρέπων ποιεῖν τὸ ὑπ' αὐτοῦ κεκωλυμένον, φευκτὸς ἢ καὶ βδελυκτὸς ὀφείλει εἶναι ἑκάστῳ τῶν ἀγαπώντων τὸν Κύριον» (Μ. Βασιλείου, Ὅροι κατ’ Ἐπιτομήν, Ἐρώτησις 114, ΕΠΕ 9, 144-146).
(6) Θεοδώρου Στουδίτου, Ἐπιστ. 24, Θεοκτίστῳ μαγίστρῳ, Thesaurus Linguae Graecae (TLG), line 96.
(7) Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγ. Β΄, ΕΠΕ, τ. 1ος, σελ. 177: «Ἀλλ’ οὗτοί γε καὶ φανερῶς πολεμοῦσι τοῖς ἱερεῦσιν, ἐφόδιον ἔχοντες εἰς πειθὼ τὴν εὐσέβειαν∙ καὶ ὅσοι μὲν περὶ πίστεως τοῦτο πασχόντων, καὶ τῶν ἀνωτάτω ζητημάτων καὶ πρώτων, οὐδ’ ἐγὼ μέμφομαι, ἀλλ’ εἰ δεῖ τἀληθὲς εἰπεῖν, καὶ προσεπαινῶ καὶ συνήδομαι. Καὶ τούτων εἷς εἴην τῶν ὑπὲρ ἀληθείας ἀγωνιζομένων καὶ τῶν ἀπεχθανομένων∙ μᾶλλον δὲ καὶ εἶναι καυχήσομαι. Κρείττων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ».
(8) Μ. Βασιλείου, Ἠθικά, Ὅρος ΟΒ΄: «Ὅτι δεῖ τῶν ἀκροατῶν τοὺς πεπαιδευμένους τὰς Γραφάς, δοκιμάζειν τὰ παρὰ τῶν διδασκάλων λεγόμενα· καὶ τὰ μὲν σύμφωνα ταῖς Γραφαῖς δέχεσθαι, τὰ δὲ ἀλλότρια ἀποβάλλειν· καὶ τοὺς τοιούτοις διδάγμασιν ἐπιμένοντας ἀποστρέφεσθαι σφοδρότερον». Καὶ ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Πρὸς γὰρ ἐπισκόπους καὶ πρεσβυτέρους διαλεγόμενος Παῦλος ὁ ἀπόστολος ἔλεγεν, ὅτι Ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα. Ὥστε μηδεὶς πλανάτω ὑμᾶς, ἔχων ἔξωθεν σχῆμα ἀγγελικόν, καὶ ἔσωθεν διαβολικόν... Κἀγὼ δὲ πάλιν τὰ ὅμοια ἐρῶ· βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ, μήτε ἀπὸ τῶν ἔσωθεν, μήτε ἀπὸ τῶν ἔξωθεν, μὴ ἐπίσκοπος, μὴ πρεσβύτερος, μὴ διάκονος, μὴ ἀναγνώστης, ἤ τις ἐὰν ᾖ λαλῶν διεστραμμένα» (Χρυσοστόμου Ἰω., Λόγος περὶ ψευδοπροφητῶν, καὶ ψευδοδιδασκάλων, καὶ ἀθέων αἱρετικῶν, καὶ περὶ σημείων τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος τούτου).
(9) www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=1205 καὶ «Ὀρθόδοξος Τύπος», 1.1.2010.
(10) «Ἂν ὁ προεστός σου εἶναι σφαλερός εἰς τὴν πολιτείαν καὶ τὰ ἔργα του μὴ περιεργάζεσαι. Ἂν ὅμως εἶναι σφαλερὸς κατὰ τὴν πίστιν φεῦγε καὶ παραίτησε τον, ὄχι μόνο ἂν εἶναι ἄνθρωπος ἀλλὰ κἂν Ἄγγελος εἶναι ἀπὸ τὸν οὐρανόν» (Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «Περί συνεχούς Μεταλήψεως», σελ. 175).
(11) Θεοδώρου Στουδίτου, Ἐπιστολὴ 149, Μονάζουσι, Thesaurus Linguae Graecae (TLG), line 2-6.
(12) α) «Περί Παραχωρήσεως Ὀρθόδοξου Ἱεροῦ Ναοῦ σὲ ἑτερόδοξους» β) «Καταστρατήγηση Ἱερῶν Κανόνων ἀπὸ Ἐπισκόπους», γ) ἄλλες παρόμοιου περιεχομένου δημοσιεύσεις σὲ ἐφημερίδες καὶ περιοδικά.
(13) Ἀντίθετα διὰ τοὺς ἄλλους βαθμοὺς τῆς Ἱερωσύνης τὰ ἐκκλ. δικαστήρια ἐκδίδουν εὐκολότερα καταδικαστικὲς ἀποφάσεις. Διὰ τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλὲς θὰ μπορούσαμε νὰ προσκομμίσουμε πολλὰ παραδείγματα ποινῶν: ἀκοινωνησίας, ἀποσχηματίσεως, καθαιρέσεως κ.λπ. κατὰ Μοναχῶν, Ἱερέων κ.ἄ. ποὺ τιμωρήθηκαν γιὰ μικρότερα παραπτώματα. Ἀναφέρουμε ἐλάχιστες περιπτώσεις, χωρὶς νὰ ἐξετάζουμε τὴν ὀρθότητα ἢ μὴ τῶν ἀποφάσεων: «Μὲ ἀποφάση τῆς Δ.Ι.Σ. 7.12.98 γνωστοποιοῦμεν ὅτι 1) Δυνάμει τῶν ὑπ’ ἀριθ. 30-33/2005 ἀποφάσεων τοῦ Πρωτοβαθμίου διὰ πρεσβυτέρους, Διακόνους, μοναχοὺς Δικαστηρίου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐπεβλήθησαν ἐπὶ ἀντικανονικοῖς παραπτώμασι, εἰς τὸν Διάκονον Σ. Ά…, 2) εἰς τὸν Ἱερομόναχον Θ. Γ…, 3) εἰς τὸν Μοναχὸν Σ. Μ…, 4) εἰς τὸν Πρεσβύτερον Ε. Κ…» ποιναὶ τῆς Καθαιρέσεως, ἀφαιρέσεως τοῦ Μοναχικοῦ Σχήματος κ.λπ. (περιοδ. ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΠΓ΄, τεῦχ. 3ο, Μάρτιος 2006, σελ. 171), 5. εἰς τὸν Καθηγούμενον Σ.Λ. τῆς Ἱ. Μ. Ναυπάκτου ποινὴ Ἀκοινωνησίας (Δελτίο Τύπου Ἱ. Συνόδου, 28/7/2002), 6) εἰς τὸν Ἱερομόναχον Ε.Τ., Ἱ. Μ. Λαρίσης ποινὴ καθαιρέσεως (ΑΥΓ 2008). Καὶ κατακλείουμε τὴν παράγραφο αὐτὴ μὲ τὴν παρακάτω διαπίστωση τοῦ π. Εὐστ. Κολλά, ἐλπίζοντας ὅτι ἡ Ἱ. Σύνοδος θὰ προχωρήσει σὲ δικαία δίκη καὶ δὲν θὰ τὸν ἐπαληθεύσει: «Δυστυχῶς εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ ἀπονομὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς πειθαρχικῆς δικαιοσύνης ἀπονέμεται, εἴτε κατὰ τρόπο πελατειακό…» (Πηγή: ΑΚΤΕ, Διον. Μακρῆς).
(14) Αὐτὴ τὴν «πονηρὴ» ἀπόφαση τοῦ Βατικανοῦ –ὁ ἐπιχειρήσας πρῶτος τὴν παραχώρηση Ναοῦ στοὺς Παπικούς, ὁ Καλαβρύτων κ. Ἀμβρόσιος– τὴν χαρακτήρισε ὡς θετικὸ βήμα(!) γιὰ τὴν περαιτέρω προσέγγιση μετὰ τοῦ Πάπα (στὴν προσφώνησή του πρὸς τὸν καρδινάλιο Walter Kasper , 11.02.2003). Εἶπε: «εἰς τὴν ἐπικοινωνίαν καὶ τὴν προσέγγισιν Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, ἐκ παραλλήλου ὑπάρχουν καὶ ἀρκετὰ ΘΕΤΙΚΑ ΒΗΜΑΤΑ ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, ὅπως: α) Ἡ παραχώρισις Ναῶν… ἀνηκόντων εἰς τὴν Ρωμαιοκαθολικὴν Ἐκκλησίαν πρὸς τοὺς Ὀρθοδόξους… προκειμένου νὰ διευκολυνθῆ ἡ πνευματικὴ καὶ ἡ μυστηριακὴ ζωὴ τῶν μεταναστῶν μας καὶ τῶν ἐν Εὐρώπῃ ἐγκατεστημένων Ὀρθοδόξων Ἀδελφῶν μας Ἀρχιερέων»!
(15) «Μὲ τὸν ΞΘ΄ κανόνα (τῆς Πενθέκτης) καθιστοῦν σαφὲς ὅτι τὸ ἅγιον βῆμα προορίζεται μόνον γιὰ τοὺς κληρικούς, καὶ ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται σὲ κανένα Λαϊκὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας νὰ εἰσέρχεται ἐντὸς αὐτοῦ, ἕνεκα τοῦ μυστηρίου τῆς τελουμένης ἀναιμάκτου θυσίας ἐπὶ τῆς ἁγίας Τραπέζης», Γκαβαρδίνα Γ., Ἡ Πενθέκτη Οἰκουμ. Σύνοδος …, σελ. 225.
(16) Καψάνη Γ., Ἡ Ποιμαντικὴ Διακονία κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, σελ. 161.
(17) Γιάγκου Θ., Κανόνες καὶ Λατρεία, σ. 209-212.
(18) Μπούμη Π., Κανονικὸν Δίκαιον, σελ. 236.
(19) Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἱ. Μ. Ὁσ. Γρηγορίου, σελ. 194.
(20) Πηδάλιο, Σχόλια στοὺς ΜΣΤ΄ καὶ ΜΖ΄ Κανόνας Ἁγίων Ἀποστόλων, σελ. 56 καὶ π. «ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ», τ. 2ος, 2001, σ. 44.
(21) Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν…, ὅπ. παρ., σελ. 239-240, 254.
(22) Οἱ ἀγῶνες τῶν μοναχῶν…, ὅπ. παρ., σελ. 322.
(23) Συνέντευξη τοῦ Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου στὸ Περιοδικό «Flash» Μεσσηνίας, τεῦχ. 244-245.
(24) www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=1018.
(25) «Ἀλήθεια» Καλαμάτας, φ. 9746, 27/9/08 καὶ φ. 9746, 28/9/08).
(26) http://blogs.sch.gr/kantonopou/2008/10/26/%CE%B5%CF.
(27) http://eyaggelistria.blogspot.com/2008/10/blog-post_972.html.
(28) http://misha.pblogs.gr/2008/10/o-mhtr-messhnias-parahwrhse-orthodoxo-nao-stoys-papikoys.html.
(29) Παπαδόπουλος Κ., orthodoxostypos.gr/1806/Page5.pdf.
(30) http://www.markoseugenikos.gr/index.php?name=aster_tes_efesou, Μάριος Ι. Πηλαβάκης, 1 /11/09.
(31) Αὐτὴν τὴν θέση ἔχει διατυπώσει ὁ κ. Χρυσόστομος μόλις πρὶν λίγα χρόνια, μὲ ἄρθρο του στὸ περιοδικὸ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐκεῖ διαβάζουμε: «1. …Οἱ συμμετέχοντες στὸν Θεολογικὸ Διάλογο Ἐπίσκοποι… ἐνεργοῦν κατ’ ἐντολὴν τῶν ἀντιστοίχων Συνοδικῶν Ὀργάνων…, καὶ ὄχι ὡς μεμονωμένα πρόσωπα. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἄλλωστε ἐπεσήμανε καὶ ἡ Ἱ. Σύνοδος σὲ Ἐγκύκλιο τοῦ ἔτους 1971, ὅπου ἀναφέρει τὰ ἑξῆς: “Ὁ διάλογος διεξάγεται ὑπὸ τῆς ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐκπροσωπουμένης ὑπὸ τῆς Ἱ. Συνόδου καὶ τῶν ὑπευθύνων θεολογικῶν παραγόντων, ἐνεργούντων ἐκ μέρους ὁλοκλήρου τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας”. (σ.σ.: Γιατί λοιπόν, ἔδρασε ὡς μεμονωμένο πρόσωπο ὁ κ. Σαββᾶτος, καὶ δὲν τήρησε τὴν ἐντολὴ τῶν «ἀντιστοίχων Συνοδικῶν Ὀργάνων»;). 2. Ἡ παραπάνω ἐκκλησιολογικὴ προϋπόθεση παραμένει πάντοτε τὸ κριτήριον καὶ γιὰ τὴν ἀξιολόγηση τῆς ὅλης πορείας τῶν ἐπίσημων Διμερῶν Θεολ. Διαλόγων…, ὅσο καὶ τῶν κειμένων τῶν Ἐπισήμων Θεολ. Ἐπιτροπῶν, ὡς “Κοινῶν Θεολογικῶν Κειμένων”. Τὰ Κείμενα αὐτά… (εἶναι) ὑπὸ τὴν αἵρεσιν ἢ τὴν ἔγκρισιν τῶν ἀντιστοίχων Ἱ. Συνόδων τῆς Ἱεραρχίας των, ὥστε “καὶ τὸ ἐπιτυγχάνειν οὐκ ἄχρηστον καὶ τὸ διαμαρτάνειν ἀκίνδυνον”… Μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν ἐπιπλέον ἀποκλείεται κάθε μορφὴ θεολογικῆς ὑπέρβασης ἢ συγκρητιστικῆς αὐθαιρεσίας, ἀπὸ μέρους τῶν ἐκπροσώπων τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν» (Ἀρχιμ. Σαββάτου Χρυσόστομου (νῦν Μητροπ. Μεσσηνίας), π. «Ἐκκλησία», ΜΑΡ 2006, τ. 3, σελ. 205-207.
(32) Γράφει ὁ κ. Βαρθολομαῖος (1999): «Περὶ τῶν συμπροσευχῶν μετὰ τῶν ἑτεροδόξων ὑπενθυμίζομεν ὑμῖν ὅτι ἤδη ἀπὸ τοῦ ἔτους 1952 τὸ Οἰκουμ.Πατριαρχεῖον …ἐδήλου ὅτι “δέον ἵνα οἱ Ὀρθόδοξοι Κληρικοὶ Ἀντιπρόσωποι ὦσιν ὅσῳ τὸ δυνατὸν ἐφεκτικοὶ ἐν ταῖς λατρευτικαῖς μετὰ τῶν ἑτεροδόξων συνάξεσιν, ὡς ἀντικειμέναις πρὸς τοὺς Ἱ. Κανόνας καὶ ἀμβλυνούσαις τὴν ὁμολογιακὴν εὐθιξίαν τῶν Ὀρθοδόξων, ἐπιδιώκοντες ἵνα τελῶσιν, εἰ δυνατόν, καθαρῶς ὀρθοδόξους ἀκολουθίας…”. Συνεπῶς, εἶναι ἄδικον νὰ ἀποδίδωνται εὐθῦναι εἰς τὸ Οἰκουμ. Πατριαρχεῖον διὰ τυχόν παραβιάσεις τῆς συστάσεως αὐτοῦ αὐτῆς ὑπὸ διαφόρων κληρικῶν… Σημειωτέον ὅτι… κατὰ τὴν Διορθόδοξον Συνάντησιν τῆς Θεσ/κης τῆς 29/4-2/5/1998 ἀπεφασίσθη, κατόπιν πρωτοβουλίας τῆς ἀντιπροσωπείας τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, καίτοι καί τινες ἄλλοι ἠθέλησαν νὰ οἰκειοποιηθοῦν τὴν πατρότητα τῆς προτάσεως, ὅπως οἱ ὀρθόδοξοι Σύνεδροι, οἱ μέλλοντες νὰ συμμετάσχουν εἰς τὴν ἐν Χαράρε Η΄ Γενικὴν Συνέλευσιν τοῦ Π.Σ.Ε., μὴ συμμετάσχουν εἰς οἰκουμενικὰς λατρευτικὰς συνάξεις, κοινὰς προσευχάς, λατρείας καὶ ἄλλας θρησκευτικὰς τελετὰς διαρκούσης τῆς Συνελεύσεως, τοῦτο δὲ ἀποτελεῖ ἐκδήλωσιν τῆς ἰσχῦος τῆς σταθερᾶς γραμμῆς τῆς ὡς ἄνω Ἐγκυκλίου τοῦ 1952, ἡ ὁποία οὐδέποτε ἀνεκλήθη, ἔστω καὶ ἄν, ἄνευ συναινέσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, παρεβιάσθη ἐνίοτε, ἢ ἡρμηνεύθη ἄλλοτε συσταλτικῶς ὡς ἀφορῶσα μόνον εἰς τὴν μὴ συμμετοχὴν εἰς τὴν ἐν στενῇ ἐννοίᾳ λατρείαν (θείαν Λειτουργίαν)».
(33) Στὸ www.impantokratoros.gr/769A2154.el.aspx τὸ ἄρθρο μὲ τίτλο: «Ἐπιτρέπεται οἱ Λαϊκοὶ νὰ ἀναμειγνύονται στὰ θέματα τῆς Πίστεως;», ὅπου μὲ πολλὰ στοιχεῖα δίδεται θετικὴ ἀπάντηση.
(34) Περιοδ. «ΕΚΚΛΗΣΙΑ», τεῦχ. 8, ΑΥΓ.−ΣΕΠ. 2009.
(35) Παραθέτουμε τὴν §13 τοῦ κ. Τσελεγγίδη, στὴν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Μεσσηνίας: «Θεολογικά, ἀτυχῶς, ἡ Μικτὴ Διεθνὴς Ἐπιτροπὴ στὴν παράγραφο 41 θεωρεῖ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ σήμερα διηρημένη καὶ κάνει λόγο γιὰ “τὴν περίοδο τῆς ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας”, τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. Τοῦτο ὅμως εἶναι ἐκκλησιολογικῶς ὄχι μόνον ἀπαράδεκτο, ἀλλὰ ἔρχεται καὶ σὲ ἐσωτερικὴ ἀντίφαση πρὸς τὸ ἴδιο τὸ κοινὸ Κείμενο, ἀφοῦ στὴν παράγραφο 32, ὅπως εἴδαμε, ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς “μία καὶ ἀδιαίρετος”». Ὁ κ. Τσελεγγίδης ἔχει δημοσιεύσει πρόσφατα στὸ «Ἐν Συνειδήσει» (Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου) ἕνα ξεκάθαρα ὀρθόδοξο, πειστικότατο καὶ ἀξιόλογο ἄρθρο μὲ τίτλο «Εἶναι οἱ Ἑτερόδοξοι μέλη τῆς Ἐκκλησίας;». Στὸ ἄρθρο αὐτὸ ἀναφέρεται ὁ Μεσσηνίας, ἀλλ’ ὡς διαφωνῶν μὲ τὴν διαυγῆ ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία ποὺ ἐκφράζει ὁ κ. Τσελεγγίδης στὸ κρίσιμο σημεῖο, στὸ ἂν δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία εἶναι ΜΙΑ καὶ ἀδιαίρετη (Ὀρθόδοξη θέση) ἢ διηρημένη, ὅπως κακόδοξα ὑποστηρίζει ὁ κ. Χρυσόστομος Σαββᾶτος.
(36) http://apotixisi.blogspot.com/2009/11/blog-post_08.html#comments. Ἀλλὰ καὶ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς, ὅπως ὁ Μητροπ. Κυρηνείας Παῦλος, τὴν ἴδια ὀρθόδοξη θέση διατύπωσαν πρόσφατα. Αὐτὴ ἀκριβῶς ποὺ ἀρνεῖται νὰ ἀποδεχθεῖ ὁ Μεσσηνίας. Γράφει ὁ Κυρηνείας: «Ἡ προσπάθεια τῶν μελῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἀντιπροσωπείας νὰ παρασιωπήσουν ἢ νὰ προσπεράσουν, ὡς δευτερεῦον ζήτημα, τὴ δογματικὴ διαφοροποίηση μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ ἑτεροδοξίας, ὑπονομεύει τὴν αὐτοσυνειδησία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς τῆς μόνης ἀληθινῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ “Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία” καὶ δίνουν τὴν ἐντύπωση ὅτι οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ συνιστοῦν ἐπὶ μέρους τοπικὴ Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία» (Ἐφημ. «Ὀρθόδοξος Τύπος», 16/10/2009).
(37) Ἐπιφανίου, Πανάριον, Thesaurus Linguae Graecae (TLG), v. 3, p. 420, 1. l4 – p. 42,1,1.
(38) Πόποβιτς Ἰ., Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ “Οἰκουμενισμός”, σ. 80-82.
(39) Χατζηνικολάου Ἀστέριου, Ἀρχιμ., Ἡ Ὀρθοδοξία στὴ θύελλα τοῦ σύγχρονου συγκρητισμοῦ, σ. 85.
(40) Δὲς http://thriskeftika.blogspot.com/2009/12/blog-post_7408.html της 18/12/2009. Γιὰ ὅσα εἶπε σ’ αὐτὴ τὴν συνέντευξη ὁ κ. Σαββᾶτος, σχολίασε ὁ ὑπὸ τὸ ψευδώνυμο «Αμπλίας»: «Στὸ πρόσωπο τοῦ Μεσσηνίας Χρυσ. Σάββατου, ἐκπληρώνεται ἡ προφητεία τοῦ ἁγ. Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ὅτι οἱ κληρικοὶ θὰ γίνουν χειρότεροι τῶν λαϊκῶν!» (19/12/09, http://thriskeftika.blogspot.com/2009/12/blog-post_7408.html).
(41) Μ. Βασιλείου, Τοῖς Δυτικοῖς, ἐπιστ. σξγ΄, κεφ. 2. «Τὸ μὲν οὖν ἰταμὸν καὶ ἀναίσχυντον τῆς αἱρέσεως τῶν Ἀρειανῶν φανερῶς ἀπορραγὲν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας μένει ἐπὶ τῆς ἰδίας πλάνης καὶ ὀλίγα ἡμᾶς λυμαίνεται διὰ τὸ πᾶσι πρόδηλον αὐτῶν τὴν ἀσέβειαν εἶναι. Οἱ δὲ τὴν δορὰν τοῦ προβάτου περιβεβλημένοι καὶ τὴν ἐπιφάνειαν ἥμερον προβαλλόμενοι καὶ πραεῖαν, ἔνδοθεν δὲ σπαράσσοντες ἀφειδῶς τὰ Χριστοῦ ποίμνια καὶ διὰ τὸ ἐξ ἡμῶν ὡρμῆσθαι εὐκόλως ἐμβάλλοντες βλάβην τοῖς ἁπλουστέροις, οὗτοί εἰσιν οἱ χαλεποὶ καὶ δυσφύλακτοι. Οὓς ἀξιοῦμεν παρὰ τῆς ὑμετέρας ἀκριβείας πρὸς πάσας τὰς κατὰ τὴν Ἀνατολὴν Ἐκκλησίας δημοσιευθῆναι, ἵνα ἢ ὀρθοποδήσαντες γνησίως ὦσι σὺν ἡμῖν, ἢ μένοντες ἐπὶ τῆς διαστροφῆς ἐν ἑαυτοῖς μόνοις τὴν βλάβην ἔχωσι μὴ δυνάμενοι ἐκ τῆς ἀφυλάκτου κοινωνίας τῆς ἰδίας νόσου μεταδιδόναι τοῖς πλησιάζουσιν. Ἀνάγκη δὲ τούτων ὀνομαστὶ μνησθῆναι, ἵνα καὶ αὐτοὶ γνωρίσητε τοὺς τὰς ταραχὰς παρ' ἡμῖν ἐργαζομένους καὶ ταῖς Ἐκκλησίαις ὑμῶν φανερὸν καταστήσητε» (Ἡ μτφρ. ἀπὸ γ. Νικόδημο Μπιλάλη).
(42) Πρακτικὰ Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Thesaurus Linguae Graecae (TLG), T. 1,1,1, p. 86, l. 14-20.
(43) Μ. Ἀθανασίου, Πρὸς τοὺς Ἐπισκόπους Αἰγύπτου…: «Ἐπειδὴ δὲ κρύπτουσιν αὐτοὶ καὶ φοβοῦνται λέγειν, ἀναγκαῖον ἡμᾶς ἀποδῦσαι τὸ κάλυμμα τῆς ἀσεβείας, καὶ δειγματίσαι τὴν αἵρεσιν, εἰδότας ἃ τότε οἱ περὶ Ἄρειον ἔλεγον, καὶ πῶς ἐξεβλήθησαν ἀπὸ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ καθῃρέθησαν ἀπὸ τοῦ κλήρου... ἐλέγχοντες τοὺς αἱρετικούς, λέγομεν ταῦτα».
(44) Ὁ Μεσσηνίας εἶπε πρὸς τὸν δημοσιογράφο Παπαχρήστου: «Τὸ ὅ,τι στὴν Πάφο δὲν μπορέσαμε νὰ ὁλοκληρώσουμε τὴν μελέτη ἑνὸς κειμένου σημαίνει ὅτι ἀπὸ τὸ κείμενο ἀνεφύοντο προβλήματα…, τὰ ὁποῖα πολλὲς φορὲς ἀπαιτοῦσαν μιὰ ἐπανεξέταση καὶ μιὰ ἐπανερμηνεία. Καὶ αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐὰν μέχρι σήμερα λέγαμε ὅτι ὁ διάλογος αὐτὸς ἔχει κάνει ἀργὰ βήματα, ἀπὸ σήμερα μποροῦμε νὰ λέμε ὅτι ὁ διάλογος αὐτὸς θὰ κινηθεὶ μὲ βῆμα σημειωτόν» (thriskeftika.blogspot.com/2009/12/blog-post_7408.html). Τοῦτο μεθερμηνευόμενο σημαίνει: ἐφησυχάστε ἐσεῖς, κι ἐμεῖς, ὅταν βροῦμε εὐκαιρία καὶ ἐκεῖ ποὺ δὲν θὰ τὸ περιμένετε, θὰ κάνουμε τὴν …ἔκπληξη τῆς «Ἑνώσεως»!).
(45) http://panayiotistelevantos.blogspot.com/2010/01/blog-post_3733.html.
(46) Δὲς http://ecclesianet.blogspot.com/2008/02/blog-post_965.html, 1/2/2008. Στὴν ἴδια τηλεοπτικὴ ἐκπομπὴ ὁ Μεσσηνίας Χρυσόστομος «εἶχε προσπαθήσει οὐσιαστικὰ νὰ "συσκοτίσει" τὸ θέμα τί πιστεύει ἡ Ἐκκλησία σχετικὰ μὲ τὶς ἀμβλώσεις. Τὴν εἶχα παρακολουθήσει τὴν ἐκπομπὴ καὶ ἔμεινα ἄναυδος μὲ τὸν πολιτικαντισμό του. Ἔλαβε καὶ συγχαρητήρια "ἐπὶ προοδευτισμῷ" ἀπὸ τὸν μαχητικὸ ἀθεϊστὴ …Πέτρο Κουναλάκη... Κακῶς ὅμως συνδέεις τὶς ἀμβλώσεις μὲ τὸ θέμα τῆς τεχνητῆς γονιμοποίησης, οὐσιαστικὰ τὸ δεύτερο τὸ ἔχει ἀποδεχθεῖ ἡ Ἐκκλησία, ἔστω ὑπὸ κάποιους ὅρους. Γιὰ τὸ πρῶτο ὅμως δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία σχετικὰ μὲ τὴ βαρύτητά του ὡς ἁμάρτημα, μὲ ἐκκλησιαστικοὺς ὅρους πάντοτε. Εἶναι ἀφαίρεση ζωῆς (Στὸ a -ergodes.blogspot.com, Θεολογικοὶ Διάλογοι καὶ συνοδικότητα).
(47) http://apotixisi.blogspot.com/2009/11/blog-post_08.html#comments.
(48) «Εἰ μὲν γὰρ ἐναντίαν τοῖς κανόσιν ἐπίσκοπος ἐνέγκῃ ψῆφον, τιμωρηθήσεται, ἤγουν καθαιρεθήσεται… οὐ γὰρ συγγνωστέος ἔσεται λέγων μὴ εἰδέναι τοὺς κανόνας, οὓς ἀναγκάζεται διὰ γλώττης ἔχειν σχεδὸν ἀεί» (Βαλσαμών, εἰς Ζήση Θεόδωρου, πρωτοπρεσβ., «Κακὴ ὑπακοὴ καὶ ἁγία ἀνυπακοή» σελ. 135).
(49) Μελετίου Νικοπόλεως, Ἡ Πέμπτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, σελ. 176.
(50) «Τίς γὰρ φέρει διδάσκεσθαι ἐπίσκοπον ὅπως ὀφείλει εἶναι Χριστιανός;».
(51) Πρακτικὰ Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Thesaurus Linguae Graecae (TLG), T. 1,1,1, p. 80, l. 30–p. 81, l. 7.
No comments:
Post a Comment