Wednesday, June 29, 2011

Η "ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ" ΕΡΙΞΕ ΤΙΣ ΜΑΣΚΕΣ ΤΗΣ "ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ"

Η «ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» ΕΡΙΞΕ ΤΙΣ ΜΑΣΚΕΣ ΤΗΣ «ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ»


Της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Γατσέας

================


Τον περασμένο Ιούνιο του 2010 διοργανώθηκε στις εγκαταστάσεις του «Συνεδριακού Κέντρου Θεσσαλίας», της Ι. Μ. Δημητριάδος, τετραήμερο συνέδριο με θέμα «Νεοπατερική σύνθεση ή μεταπατερική θεολογία-το αίτημα της θεολογίας της συνάφειας στην Ορθοδοξία».


Το συνέδριο αυτό προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων πανορθοδόξως, κι αυτό διότι για πρώτη φορά τέθηκε επισήμως θέμα «υπέρβασης των Αγίων Πατέρων», ως ξεπερασμένων και αναχρονιστικών για την εποχή μας, ενώ παράλληλα προτάθηκε να τεθούν στο περιθώριο αυτοί και το σύνολο της θεολογίας τους.


Ειπώθηκε, μεταξύ πολλών άλλων, επί λέξει πως «τίθεται σαφώς και επειγόντως (sic) ζήτημα επανερμηνείας και συσχέτισης –των δογματικών κειμένων της πίστης - με την εκάστοτε συνάφεια (πραγματικότητα)…». Κοινώς, καλοί ήταν οι Πατέρες και τα κείμενά τους, αλλά για την εποχή τους!


Είναι όμως ποτέ δυνατόν ένας πραγματικός Ορθόδοξος Χριστιανός να καταλήξει σε ένα τέτοιο βλάσφημο συμπέρασμα; Είναι δυνατόν οι Άγιοι να είναι ξεπερασμένοι στην εποχή μας, και ο τρόπος ζωής τους αλλά και η διδασκαλία τους να θεωρείται αναχρονιστική; Επιτρέπεται στη σημερινή δαιμονοκρατούμενη εποχή, που ο διάβολος «ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπιή...» (Β΄ Πέτρου ε΄ 8), να εκφράζονται μέσα από θεολογικά προγράμματα μιας Ορθόδοξης Μητρόπολης, τέτοια απαράδεκτα συμπεράσματα και θέσεις; Ή μήπως έχει εξαλειφθεί η Αγιότητα ακόμη και στους δύσκολους καιρούς μας; Μη γένοιτο να ειπωθεί κάτι τέτοιο, διότι σε κάθε εποχή ο Θεός μας δίνει τους Αγίους Του, πρόσωπα που οδηγούν την Εκκλησία Του απλανώς και αλαθήτως, και που θα την οδηγούν εώς τη Συντέλεια του παρόντος Κόσμου.


Η Εκκλησία, σε πείσμα όσων υποστηρίζουν το αντίθετο, είναι πάντοτε νέα και καινή, διότι η Άκτιστη Θεία Χάρις δεν παλιώνει ούτε γηράσκει, είναι η συνέχιση του πάντοτε νέου και επίκαιρου και ζωντανού έργου του Χριστού εν Αγίω Πνεύματι, με τις ενέργειες του οποίου ανανεούται και ανακαινίζεται ο άνθρωπος κάθε εποχής.


Επομένως, το αίτημα της ανανεώσεως ισχύει όχι για τη σώζουσα Εκκλησία, αλλά για τη σωζόμενη εποχή, η οποία αντί να ελκύσει την Εκκλησία και να την ανανεώσει, πρέπει να ελκυσθεί από την Εκκλησία και να ανανεωθεί με την πάντοτε δραστική και ανακαινίζουσα Χάρη του Αγίου Πνεύματος.


Διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος της εκκοσμικεύσεως, όπως συνέβη στη Δύση και άρχισε να συμβαίνει τις τελευταίες δεκαετίες και στην Ανατολή, από φόβο μήπως η εμμονή στην παράδοση κατηγορηθεί ως συντηρητισμός και δουλικότητα. Η συμμόρφωση όμως προς την παράδοση δεν είναι υπακοή σε εξωτερικό καταναγκασμό, αλλά ελεύθερη είσοδος και ενσωμάτωση στη ζωή του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας.


Συνεπώς, οι θεολόγοι της «Ακαδημίας», ως γνήσιοι «θεολόγοι του γραφείου», πόρρω απέχουν από την πρωτογενή και πραγματική Ορθόδοξη θεολογία «της νήψης, της άσκησης και εγκράτειας».


Όπως μας έχει διδάξει ο Χριστός «ούκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως», μέσα από θεολογικά «εργαστήρια», «μικροσκόπια» και «φίλτρα», αλλά αντιθέτως «η βασιλεία του Θεού εντός υμών έστιν» (Λουκ .ιζ΄ 20-21). Δεν υπάρχουν στην ορθόδοξη παράδοση και βιωτή καλύτεροι και πληρέστεροι θεολόγοι από τους Αγίους Πατέρες, αυτούς που εφάρμοσαν το Ευαγγέλιο στην πράξη.


Σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο Θεολόγο μόνον οι «διαβεβηκότες εν θεωρία και ψυχήν και σώμα κεκαθαρμένοι» έχουν το προνόμιο της θείας εμπειρίας και κοινωνίας, βλέπουν δηλαδή το Θεό. Οι υπόλοιποι οφείλουν να θεολογούν σε κατώτερα στάδια, κυρίως με το να ακολουθούν τους αληθείς θεολόγους και την αποφυγή προσωπικών στοχασμών ή φιλοσοφιών.


Όμως οι της «Ακαδημίας» δεν συμμερίζονται αυτή τη θέση και με πνεύμα οίησης και «επιστημονικής περηφάνειας», ζητούν να μην ελέγχονται και να μην τους ασκείται ουδεμία κριτική σε ό,τι κι αν λέγουν. Κατά τη δική τους γνώμη, οι Άγιοι μπορούν να ελέγχονται, όχι όμως και η «Ακαδημία». Ένα από τα πορίσματα μάλιστα που διατύπωσαν κατά τη διάρκεια του επίμαχου συνεδρίου της «μεταπατερικής θεολογίας», είναι πως ως θεολόγοι-επιστήμονες έχουν να αντιπαρέλθουν το λεγόμενο «πατερικό φονταμενταλισμό». Δηλαδή την εμμονή ορισμένων πιστών στην παράδοση της Ορθοδοξίας την χαρακτηρίζουν ως...φονταμενταλισμό και φανατισμό.


Κατ’ αυτό τον τρόπο όμως παρατάσσουν απέναντι στους ευσεβείς Ορθοδόξους, έναν άλλο δικό τους τύπο φονταμενταλισμού, τον ακαδημαϊκό! Έτσι λοιπόν εξηγείται πασιφανέστατα γιατί επιδιώκουν «να βγάλουν από τη μέση» τους Αγίους Πατέρες: διότι εκείνοι μένοντας αταλάντευτοι και αμετακίνητοι στις αρχές του Ευαγγελίου, διδάσκουν την αντίσταση στις αιρέσεις και την αποφυγή των σχέσεων με τους αιρετικούς. Σε αντίθεση δηλαδή με την αφεντιά τους, οι Άγιοι δεν συνεργάστηκαν με τους αιρετικούς ή με την κοσμική εξουσία και το αιρετικό πνεύμα αυτής, άρα είναι παραδείγματα προς αποφυγήν. Πολύ μεστά το διατυπώνει ένας αξιόλογος νεαρός καθηγητής θεολογίας, ο Ιωάννης Τάτσης, όταν ρητορικά και απευθυνόμενος στους δοκισήσοφους καθηγητάδες της «Α.Θ.Σ.», ερωτά: «Μήπως λησμονούν ότι ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος εγκατέλειψε την καθηγητική έδρα της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών για να γίνει μοναχός στον Πόντο; Μήπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος δεν άφησαν τα υψηλά αξιώματα για τη ζωή της ερήμου; Μήπως ο Χρυσόστομος δεν μετέτρεψε το πατριαρχείο σε ησυχαστικό κελλί και επέλεξε όχι μόνο την ρήξη αλλά και τον έλεγχο των ανομιών της βασίλισσας; Τόσα και τόσα παραδείγματα αποδεικνύουν ότι η Ορθοδοξία όχι μόνο δεν προσδέθηκε στο άρμα της κοσμικής εξουσίας αλλά υπήρξε πάντοτε και στην ουσία της ησυχαστική και εντός του κόσμου ασκητική».



No comments:

Post a Comment