Thursday, June 16, 2011

Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΞΕΝΟΦΕΡΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ


ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ

Χωρισμός ή συναλληλία;

Του Θεόδωρου Ζήση, Πρωτοπρεσβυτέρου,
Καθηγητού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

===================

2. Ο χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας ξενόφερτο σύστημα

Το αξιοπαρατήρητο είναι ότι στην Ελλάδα, την αμιγώς ορθόδοξη αυτή χώρα, της οποίας ο λαός και ως πολίτες του κράτους και ως μέλη της Εκκλησίας αισθάνονται πως είναι ο ίδιος λαός της Ρωμιοσύνης, που θέλει τους δύο κορυφαίους θεσμούς ενωμένους και συνεργαζομένους μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους, τους είδε μέχρι τώρα από το 1821 συχνά σε σύγκρουση, γιατί οι πολιτικοί μας υιοθέτησαν την ξενική πολιτειοκρατία, και τους βλέπει τώρα πάλι με ευθύνη της Πολιτείας να ακολουθούν τον δρόμο του χωρισμού, αφού θέληση και επιδίωξη των πολιτικών σχεδόν στο σύνολό τους είναι να παύσει η Ελλάδα να είναι ένα ορθόδοξο χριστιανικό κράτος, και να μεταβληθεί σε ένα καθαρά κοσμικό λαϊκό κράτος, ουδέτερο θρησκευτικά και αχρωμάτιστο, γιατί έτσι μόνο ταιριάζει να είναι ως μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητος, αφού, όπως πρόσφατα διεκήρυξε ανώτατος Ευρωπαίος αξιωματούχος, «Η Ευρώπη τελειώνει εκεί που αρχίζει η Ορθοδοξία».

Γνωρίζω την εύλογη σ' αυτό αντίδραση των ευρωπαϊστών και ευρωπαϊζόντων, οι οποίοι αντιτάσσουν ότι η Ευρώπη δεν είναι μονολιθική και μονοδιάστατη, αλλά πλουραλιστική και ποικίλη, είναι η Ευρώπη των λαών και των πολιτισμών.

Είναι ασφαλώς η Ευρώπη των πολιτισμών, όπως όμως οι πολιτισμοί αυτοί προήλθαν τελικά στις διάφορες χώρες από τις πνευματικές διεργασίες που μνημονεύσαμε, όπου πρωταγωνιστούν ο Παπισμός, ο Προτεσταντισμός, η Αναγέννηση, ο Διαφωτισμός, η Γαλλική Επανάσταση, ο Καπιταλισμός, ο Σοσιαλισμός και πολλές άλλες δυνάμεις, από την συνύπαρξη ή σύγκρουση των οποίων προήλθαν τα ισχύσαντα ή ισχύοντα σήμερα πολιτειακά και εκκλησιαστικά μοντέλα.

Όλα αυτά επισυνέβησαν ερήμην του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, οι οποίοι δεν έχουν καμμία ανάμειξη και καμμία ευθύνη για τα καλά και τα κακά του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι, ιδιαίτερα όμως για το πνευματικό αδιέξοδο του δυτικού πολιτισμού, ο οποίος επαίρεται και στολίζεται και καμαρώνει για τα τεχνικά και υλικά επιτεύγματά του, για την ευημερία και τα χρηματιστήρια, μένει όμως απλός θεατής μπροστά στις συνέπειες αυτής της ύβρεως, στην καταστροφή του περιβάλλοντος, στις διοξίνες των τροφίμων, στην ανεξέλεγκτη πρόοδο της βιοϊατρικής και στην απαξίωση του ανθρωπίνου προσώπου, στην παγκόσμια και απολυταρχική εξουσία των Μ.Μ.Ε., στην παντοδυναμία των οικονομικών μεγαθηρίων, που ισοπέδωσαν πρόσφατα την Ορθόδοξη Σερβία και την αφάνισαν, για να ξοδέψουν ή για να δοκιμάσουν φονικά όπλα και να παραδειγματίσουν όποιον σκέπτεται να αντιδράσει και να αντισταθεί, για να περιορισθούμε σε λίγα από τα πολλά επιτεύγματα των Δυτικών, που πλήρωσαν και οι ίδιοι πολλές φορές τον εγωκεντρικό και υλοκρατούμενο πολιτισμό τους και την αίσθηση της παντοδυναμίας, με αδελφοκτόνους πολέμους και επαναστάσεις, με τον Χιτλερισμό και τον Φασισμό.

Με αυτά τα αρνητικά επιτεύγματα και αυτούς τους καρπούς μπορούμε και μεις να συμφωνήσουμε ότι η Ευρώπη τελειώνει εκεί που αρχίζει η Ορθοδοξία, η οποία όντως δεν έχει καμμία σχέση με αυτά και καμμία ευθύνη γι' αυτά, γι' αυτό και αποτελεί αξιόπιστο και ελπιδοφόρο παράγοντα στην αρχή της τρίτης χριστιανικής χιλιετίας.

Αν λοιπόν οι πολιτικοί μας εκτιμούν ότι είναι σεβαστοί και αποδεκτοί οι κατά τόπους πολιτισμοί των λαών, τότε δεν χρειάζεται να σπεύδουν να υιοθετούν ξένα σχήματα και μοντέλα στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, είτε πολιτειοκρατικά είτε χωριστικά που δεν ευνοούν την συνεργασία και την συμπόρευση.

Υπάρχει δοκιμασμένο το σχήμα της βυζαντινής συναλληλίας ή συμφωνίας, το οποίο παρέμεινε αρκετά ισχυρό σε όλα τα συντάγματα του νεοελληνικού κράτους, παρά τις νομοθετικές πολιτειοκρατικές επεμβάσεις, τραυματίσθηκε όμως και αποψιλώθηκε στην συνταγματική μεταρρύθμιση του 1975.

Κατά την σχετική ανάλυση που κάνει στο έργο του «Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας» ο αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας κ. Αναστάσιος Μαρίνος, από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους μέχρι και το Σύνταγμα του 1952, «υπήρχεν εις, κατά το μάλλον ή ήττον, στενός δεσμός μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, χωρίς όμως τούτο να σημαίνη κατ’ ανάγκην και ότι η Ορθοδοξία ήτο η "επίσημος" θρησκεία του Κράτους.

Ο όρος "επικρατούσα θρησκεία" είχε την έννοια της θρησκείας οι οπαδοί της οποίας πλειοψηφούν. Ήτο δηλαδή η θρησκεία της πλειοψηφίας των Ελλήνων και διά τον λόγον αυτόν ετύγχανε μιας κατά το μάλλον ή ήττον ευνοϊκωτέρας μεταχειρίσεως υπό της Πολιτείας εν τω πλαισίω της οποίας κατείχεν ιδιαιτέραν θέσιν.

Είς ένδειξιν σεβασμού και ευγνω­μοσύνης προς την Εκκλησίαν αυτήν, όχι μόνον διότι εις τους κόλπους της ανήκεν η πλειονοψηφία του ελληνικού λαού και του ελληνισμού γενικώτερον, αλλά διότι οι λειτουργοί αυτής πολλάς είχον προσφέρει εις το Έθνος υπηρεσίας, ιδία κατά την μακράν και σκοτεινήν περίοδον της δουλείας, ότε εβοήθησαν τον ελληνισμόν να διατηρήση την γλώσσαν του και τον εθνισμόν του ο συνταγματικός νομοθέτης παρέσχεν εις αυτήν τα ως άνω προνόμια, χωρίς να περιορίση παντάπασιν τας άλλας εκκλησίας ή τας θρησκευτικάς κοινότητας των άλλων θρησκειών.

Ουχ ήττον όμως είναι γεγονός ότι η Εκκλησία της Ορθοδοξίας είχε δεσπόζουσα θέσιν εις την ελληνικήν Πολιτείαν, ήτο η πρώτη μεταξύ όλων των κατ’ αρχήν ίσων θρησκειών και συνεπώς το ελληνικόν κράτος ήτο κράτος "θρησκευόμενον" πόρρω απέχον από του να θεωρείται "κοσμικόν" ή "λαϊκόν κράτος"».


ΠΗΓΗ:

Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου


No comments:

Post a Comment