ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΣΥΝΑΞΗ ΤΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ
(29.8.2015-2.9.2015)
Ε΄
Του Γραφείου επί των αιρέσεων της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς
=====
Η εισήγηση του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου
Δ΄
Με έμφαση επίσης ετόνισε στην εισήγησή του κ. Βαρθολομαίος ότι «η συμμετοχή ημών εις την Οικουμενικήν Κίνησιν, είτε υπό την μορφήν των θεολογικών διαλόγων, είτε δια της συμμετοχής εις διαχριστιανικούς οργανισμούς, κατ’ ουδέν αλόγον προσκρούει εις την πίστιν ημών ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία αποτελεί την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν, την οποίαν ομολογούμεν εις το Σύμβολον της Πίστεως ημών, εν ουδεμιά δε περιπτώσει υποδηλοί, η συνεπάγεται απάρνησιν, η νόθευσιν των δογμάτων της πίστεως ημών η, ως κακοβούλως διαδίδουν τινές, εις «συγκρητισμόν» και δημιουργίαν υπερ-εκκλησίας. Αντιθέτως, δια της συμμετοχής ημών εις την Οικουμενικήν Κίνησιν και ιδία δια των θεολογικών διαλόγων δίδεται η μαρτυρία της Ορθοδόξου πίστεως».
Δυστυχώς και εδώ ο κ. Βαρθολομαίος δίδει μια παραπλανητική εικόνα τόσο στο θέμα της συμμετοχής στους διαχριστιανικοὺς οργανισμούς, όσον επίσης και στο θέμα των διαλόγων. Όπως κατ’ επανάληψιν έχουμε τονίσει σε παλαιότερες δημοσιεύσεις και μελέτες μας, η Ορθόδοξος Εκκλησία, επειδή ακριβώς είναι η «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, την οποίαν ομολογούμεν εις το Σύμβολον της Πίστεως ημών», δεν θα έπρεπε κατ’ ουδένα λόγον να ενταχθεί και να αποτελέσει μέλος του Π.Σ.Ε. και των άλλων διαχριστιανικών οργανισμών. Και τούτο διότι αυτή καθ’ εαυτήν η ένταξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Π.Σ.Ε. και η συνύπαρξη και συνεργασία της με την αίρεση συνιστά παραβίαση της κανονικής τάξεώς της και αθέτηση της εκκλησιολογικής αυτοσυνειδησίας της, συνιστά «μίξιν άμικτον και τέρας αλλόκοτον». Όπως επισημαίνει ο αείμνηστος καθηγητής του Κανονικού Δικαίου κ. Κων. Μουρατίδης: «Η αλλόκοτος και τερατώδης και καταλυτική της Ορθοδόξου κανονικής τάξεως και Ιεράς Παραδόσεως συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις το Παγκόσμιον Συνονθύλευμα των Αιρέσεων συνιστά την μεγίστην παγίδα του Αντικειμένου εν τη ιστορία της στρατευομένης Εκκλησίας του Χριστού, προς διάβρωσιν και αποσύνθεσιν του απολυτρωτικού έργου της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας…Αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός της συμμετοχής της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας εις το συνονθύλευμα των αιρέσεων του Π.Σ.Ε. προσκρούει «α πριόρι» και εξ’ απόψεως αρχής εις τεράστια και τουτ’ αυτό ανυπέρβλητα εμπόδια, προερχόμενα εξ’ αυτής της φύσεως και του χαρακτήρος της Εκκλησίας, ως της Μιάς, Αγίας Καθολικής και Αποστολικής του Χριστού Εκκλησίας. Διότι αλλεπάληλλα και βεβαίως αναπάντητα παραμένουν εν προκειμένω τα ερωτήματα: Πώς συμβιβάζεται η υπό της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας διεκδικουμένη αποκλειστική υπ’ αυτής ταύτισις μετά της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας προς την συμμετοχήν αυτής εις το Π.Σ.Ε.;…Πώς είναι δυνατόν η μία αγία Εκκλησία του Χριστού να συμμετέχη ως μέλος, να εντάσσεται μετά των άλλων αιρέσεων ισοτίμως και εκ πολλών απόψεων να τίθεται εις απείρως μειονεκτικωτέραν θέσιν έναντι των αιρέσεων, εις ένα κανονισμόν και να υποτάσσεται εις τας αποφάσεις της πλειοψηφίας των αιρετικών; Πώς είναι δυνατόν η Μία, Αγία Εκκλησία να μετέχει ενός οργανισμού, εντός του οποίου να συνεργάζεται μεθ’ αιρετικών, να συμπροσεύχεται μετ’ αυτών και να λαμβάνει θέσιν από κοινού μετ’ αυτών ως εκπροσώπων της χριστιανικής πίστεως εις τα μεγάλα προβλήματα της ανθρωπότητος; Ή το έτι χείρον, να συντάσσωνται θεολογικά κείμενα υπό αιρετικών και εν πλήρει σχεδόν απουσία των Ορθοδόξων και να εκπροσωπούν τρόπον τινά τα κείμενα αυτά και την Ορθόδοξον Καθολικήν Εκκλησίαν; Έτι πλέον! Πώς είναι δυνατόν η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία να μετέχει εις ένα οργανισμόν, η συμμετοχή εις τον οποίον να συνεπάγηται την αλλοτρίωσιν θεμελιώδους δικαιώματος της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας, του επανευαγγελισμού δηλαδή και της επαναφοράς των αιρετικών εις την Εκκλησίαν, εξ’ ης απεσχίσθησαν, δεδομένου ότι ως γνωστόν, βασική υποχρέωσις των μετεχουσών εις το Π.Σ.Ε. «Εκκλησιών» είναι και η μη άσκησις προσηλυτισμού; Τέλος δέον ιδιαιτέρως να υπογραμμισθή το γεγονός, ότι διά της συμμετοχής της εις το Π.Σ.Ε. η Ορθοδοξία παρητήθη κατ’ ουσίαν της οικουμενικής αυτής αποστολής υπέρ του Π.Σ.Ε., όπερ και κατά την γνώμην μου συνιστά το μέγιστον και πλέονοδυνηρόν πλήγμα κατά του απολυτρωτικού έργου, το οποίον είναι κεκλημένη να επιτελέση εν μέσω του συγχρόνου κόσμου».[4]
Πάνω στο ίδιο θέμα ο εσχάτως ανακηρυχθείς άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς παρατηρεί: «Ήτο άραγε απαραίτητον η Ορθόδοξος Εκκλησία, αυτό το πανάχραντονΘεανθρώπινον σώμα και οργανισμός του Θεανθρώπου Χριστού, να ταπεινωθεί τόσον τερατωδώς, ώστε οι αντιπρόσωποί της θεολόγοι, ακόμη και Ιεράρχαι, να επιζητούν την οργανικήνμετοχήν και συμπερίληψιν εις το Π.Σ.Ε.; Αλλοίμονον, ανήκουστος προδοσία».[5]
(Συνεχίζεται)
No comments:
Post a Comment