Thursday, July 14, 2011

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΗ ΤΗΣ ΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ



ΜΙΑ ΚΥΟΦΟΡΟΥΜΕΝΗ ΑΙΡΕΣΗ


ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΗ ΤΗΣ ΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ


Του Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιερόθεου

=================


Η παρουσίαση αυτής της κυοφορούμενης αίρεσης μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία που έγινε προηγουμένως δείχνει την σοβαρότητα του θέματος και δεν πρέπει να παραμείνη αναπάντητη, γιατί διαφορετικά δημιουργείται ένας κακοήθης όγκος μέσα στο σώμα της Εκκλησίας με απρόβλεπτες συνέπειες. Στην συνέχεια θα γίνη μια συνοπτική αντίκρουση αυτής της κακόδοξης θεωρίας και στην επόμενη ενότητα θα αναλυθή περισσότερο το θέμα.

Κατ' αρχάς πρέπει να υπογραμμισθή ότι δεν μπορεί να υπάρχη διπλή «εκκλησιολογία» και διπλή «πνευματικότητα» μέσα στην Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, και αυτό που χαρακτηρίζεται ως πνευματικότητα είναι η εν Χριστώ και Αγίω Πνεύματι ζωή την οποία ζη ο Χριστιανός με τα άγια Μυστήρια και την ασκητική παράδοση.

Η αληθής εκκλησιολογία είναι στενά συνδεδεμένη με την ενανθρώπηση του Χριστού και την Πεντηκοστή. Εξ άλλου, ο ησυχασμός δεν συνιστά μια ιδιαίτερη εκκλησιολογία, αλλά είναι η ευαγγελική ζωή, η τήρηση των εντολών του Χριστού και είναι η απαραίτητη προϋπόθεση μεθέξεως της ακτίστου καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού.

Η λατρεία της Εκκλησίας και οι ευχές των Μυστηρίων παρουσιάζουν όλην αυτήν την ησυχαστική παράδοση, η οποία κατοχυρώθηκε και συνοδικώς με την Σύνοδο του έτους 1351, η οποία θεωρείται ως η Θ Οἰκουμενική Σύνοδος.

Έπειτα, από την όλη διδασκαλία της Εκκλησίας γνωρίζουμε ότι υπάρχει ταυτότητα διδασκαλίας και εμπειρίας των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων.

Οι Απόστολοι δεν διαφοροποιούνται από τους Προφήτες ούτε και οι Πατέρες από τους Αποστόλους και τους Προφήτας και, επομένως, είναι κοινή η εμπειρία και η πίστη τους. Η διαφορά είναι ότι στην Παλαιά Διαθήκη οι Προφήτες έβλεπαν τον άσαρκο Λόγο, ενώ στην Καινή Διαθήκη και την ζωή της Εκκλησίας βλέπουν και κοινωνούν του σεσαρκωμένου Λόγου. Όλα τα άλλα είναι κοινά. Χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά: «τι γε άλλο η ότι τούτο τελειότης εστι σωτήριος εν τε γνώσει και δόγμασι, το ταυτά φρονείν προφήταις, αποστόλοις, πατράσι, πάσιν απλώς, δι' ων το άγιον Πνεύμα μαρτυρείται λαλήσαν περί τε Θεού και των κτισμάτων αυτού».

Ακόμη, από την θεολογία της Εκκλησίας γνωρίζουμε ότι άλλο είναι η εμπειρία της θεοπτίας που γίνεται με άρρητα ρήματα και άλλο είναι η καταγραφή αυτής της εμπειρίας που γίνεται με κτιστά ρήματα, νοήματα και εικονίσματα.

Η διαφορά μεταξύ Προφητών, Αποστόλων και Πατέρων στην ορολογία δεν συνιστά διαφορά και στην εμπειρία. Βεβαίως τον 3ο και 4ο αιώνα οι Πατέρες και διδάσκαλοι χρησιμοποίησαν μια ιδιαίτερη ορολογία, την οποία προσέλαβαν από την γλώσσα της εποχής τους, προκειμένου να αντικρούσουν τους ελληνίζοντας αιρετικούς, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι άλλαξαν και το περιεχόμενο της ορολογίας.

Έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης: «Η αντιμετώπιση των κακοδοξιών είναι η ανάγκη προσθήκης στην ορολογία. Αντιμετωπίζοντας τους κακοδόξους χρησιμοποιούμε σύμβολα, αυτά τα νοήματα δηλαδή, και προσπαθούμε να κτυπήσουμε την κακοδοξία στην καρδιά της».

Έτσι, είναι παράδοξο το γεγονός να θεωρούνται ως ωριγενιστική η νεοπλατωνική διδασκαλία τα περί καθάρσεως, φωτισμού και θεώσεως, επειδή οι Πατέρες υιοθέτησαν τους όρους αυτούς, οι οποίοι ούτως η άλλως υπάρχουν στην Αγία Γραφή και ως λέξεις η ως πραγματικότητες.

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας επειδή κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποιούσε φράσεις του Νεστορίου, σε μια επιστολή του, η οποία εντάχθηκε στα Πρακτικά της Γ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, γράφει ότι δεν πρέπει να αποφεύγουμε όλα όσα λέγουν οι αιρετικοί, γιατί υπάρχουν και πράγματα τα οποία συμφωνούν με την διδασκαλία μας. Γράφει συγκεκριμένα: «Ότι ου πάντα, όσα λέγουσιν οι αιρετικοί, φεύγειν, και παραιτείσθαι χρη· πολλά γαρ ομολογούσι ων και ημείς ομολογούμεν».

Στην συνέχεια αναφέρει σχετικά παραδείγματα. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχει σημασία εάν κάποια ορολογία εισήχθη από τον Ωριγένη, τον Ευάγριο τον Ποντικό η τον Μακάριο τον Αιγύπτιο, αλλά σημασία έχει ότι υιοθετήθηκε από τον Μ. Βασίλειο, τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης και τους μεταγενεστέρους Πατέρες και κατοχυρώθηκε συνοδικώς, επειδή αποτελεί κτήμα της Ορθοδόξου Παραδόσεως.

Επομένως, είναι κακόδοξη νοοτροπία το να χαρακτηρίζεται η κατοχυρωμένη διδασκαλία της Εκκλησίας, η οποία βιώθηκε από τους Πατέρες της Εκκλησίας, ως ωριγενιστική, ευαγριανή, μακαριακή κλπ.

Επί πλέον, μεγάλη διαφορά υπάρχει μεταξύ θεολογίας και φιλοσοφίας και όχι η χρησιμοποίηση απλώς των όρων. Η θεολογία είναι καρπός της αποκαλύψεως του Θεού στους θεουμένους, ενώ η φιλοσοφία είναι καρπός στοχασμού και ανακαλύψεως της λογικής του ανθρώπου.

Το να χαρακτηρίζεται η ησυχαστική παράδοση ως ωριγενιστική, ευαγριανή, μακαριακή και ακόμη ως νεοπλατωνική, επειδή υπάρχει μια εξωτερική ομοιότητα στις λέξεις, είναι επιπόλαια ερμηνεία, εάν δεν εκφράζει και κάτι βαθύτερο, δηλαδή είναι προσπάθεια υπονομεύσεως της ορθοδόξου ησυχαστικής παραδόσεως.

Το πόσο είναι επιπόλαια αυτά τα συμπεράσματα φαίνεται από το ότι με τον ίδιο τρόπο μπορούν οι άνθρωποι αυτοί να κατηγορήσουν τους Πατέρας της Εκκλησίας που προσέλαβαν την ορολογία (πρόσωπο, υπόσταση, ουσία, ενέργεια κλπ.) και άλλα εξωτερικά πολιτιστικά γεγονότα από τους ειδωλολάτρες και τους αιρετικούς, και να χαρακτηρίσουν την θεολογία των Πατέρων για τον Τριαδικό Θεό και την όλη εκκλησιολογία τους, ως ειδωλολατρική.

Έφθασε σε αυτό το σημείο ο Χάρνακ και άλλοι προτεστάντες, δεν αποκλείεται να φθάσουν και εκείνοι οι ορθόδοξοι (ήδη μερικοί έφθασαν), που σκέπτονται επιπόλαια και έξω από την Ορθόδοξη Παράδοση, αφού αγνοούν το ουράνιο και βαθύ περιεχόμενό της.

Τελικά, η άποψη ότι μέσα στην Εκκλησία επικρατεί μια διπλή εκκλησιολογία –αρχέγονη και μεταγενέστερη– είναι η λεγομένη «μεταπατερική θεολογία», δηλαδή μια άποψη η οποία μεταφέρεται από τους Προτεστάντες και μερικούς Ορθοδόξους, οι οποίοι προσπαθούν με τον τρόπο αυτόν να αρνηθούν την διδασκαλία των Πατέρων, την λατρεία της Εκκλησίας, την ησυχαστική παράδοση και, βεβαίως, τον μοναχισμό.

Και είναι εκπληκτικό, πράγματι, το γεγονός να επιχειρήται ο εκπροτεσταντισμός της ορθόδοξης θεολογίας με το να επαινήται από τους πιο πάνω θεολόγους και φιλοσοφούντας η προτεσταντική ερμηνεία, να υπονομεύεται η ησυχαστική, εκκλησιαστική, πατερική Παράδοση, χάριν μια «αρχέγονης εκκλησιολογίας», η οποία αναφέρεται στην θεία Ευχαριστία, την Βασιλεία του Θεού και στηρίζεται απλώς στα κείμενα της Καινής Διαθήκης.

Με όσα λέγονται από αυτούς τους νέους προτεσταντίζοντες και φιλοσοφούντες θεολόγους φαίνεται σαφέστατα ότι γίνεται προσπάθεια να διαβρωθή ολόκληρη η ασκητική παράδοση και ζωή της Εκκλησίας, όπως εκφράζεται δια των μεγάλων Πατέρων της, ήτοι των Καππαδοκών Πατέρων, δηλαδή του Μ. Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, του αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτου, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και όλων των Νηπτικών-Φιλοκαλικών Πατέρων της Εκκλησίας μέχρι των νεωτέρων, αλλά και όλων των οσίων ασκητών που γνωρίσαμε τα τελευταία χρόνια (Ιωσήφ Σπηλαιώτου, Εφραίμ Κατουνακιώτου, Παϊσίου Αγιορείτου, Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Εφραίμ Φιλοθεΐτου κ.α.) και οι οποίοι ομιλούν για την ασκητική ζωή, την μετάνοια, την νοερά προσευχή και γενικά ομιλούν για την πορεία του ανθρώπου προς τον Θεό δια της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως.

Αυτό δημιουργεί και ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα που υπονομεύει την όλη εκκλησιολογία της Εκκλησίας. Δηλαδή, ερμηνεύονται τα δόγματα της Εκκλησίας έξω από τις βασικές προϋποθέσεις τους που είναι η εμπειρία, η οποία συγκεκριμενοποιείται στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση, αλλά υπονομεύεται και η μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, ήτοι το Βάπτισμα, το Χρίσμα, η θεία Ευχαριστία και όλα τα άλλα Μυστήρια, όταν αποσυνδέωνται από την ασκητική ζωή, όπως εκφράζεται στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση.

Γνωρίζουμε, όμως, ότι ούτε τα Μυστήρια αποδεσμεύονται από την ησυχαστική παράδοση, γιατί αυτό συνιστά έναν μαγικό τρόπο ζωής, ούτε η ησυχαστική παράδοση βιώνεται χωρίς τα Μυστήρια της Εκκλησίας, γιατί αυτό οδηγεί στην ανατολική φιλοσοφία και στον μασαλιανισμό.


(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment