ΤΟ “ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΙΕΡΑΤΕΥΜΑ” ΚΑΙ Η ΙΕΡΩΣΥΝΗ
ΜΕΡΟΣ Ι΄
"Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΝ ΤΟΙΣ ΜΥΣΤΗΡΙΟΙΣ ΣΗΜΑΙΝΕΤΑΙ"
Του Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεου
==================
Πάντως, κανείς μας δεν αρνείται τα Μυστήρια της Εκκλησίας, αφού δι' αυτών σημαίνεται η Εκκλησία, αλλά τονίζουμε παράλληλα ότι η βίωση της Χάριτος διά των Μυστηρίων δεν γίνεται απροϋποθέτως. Τα Μυστήρια, ιδίως το Βάπτισμα-Χρίσμα και η θεία Ευχαριστία, είναι το κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής, αλλά, επειδή αμφισβητείται άδικα από πολλούς η ησυχαστική-νηπτική παράδοση, γι' αυτό και χρειάζεται να τονισθή ιδιαιτέρως αυτή η νηπτική ζωή, όπως το βλέπουμε στην διδασκαλία του αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου και του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Θα πρέπει κανείς να είναι τουλάχιστον εμπαθής για να κατηγορήση κάποιον Κληρικό ότι δήθεν αμφισβητεί και υποβαθμίζει το Μυστήριο του Βαπτίσματος και του Χρίσματος ως εισαγωγικά Μυστήρια της Εκκλησίας, όταν μάλιστα τρέφεται από αυτά και διδάσκη προφορικώς και γραπτώς για την αξία τους. Εκείνο όμως που πρέπει να τονίζεται είναι ότι δεν αρκεί το Βάπτισμα για την σωτηρία, εάν δεν ακολουθήση και η βίωση των εντολών του Χριστού. Ο Χριστός είπε στους Μαθητές του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. κη, 19-20). Δεν είναι μόνον το «βαπτίζοντες», που είναι απαραίτητο, οπωσδήποτε, αλλά είναι και το «διδάσκοντες τηρείν».
Είναι σημαντική η διδασκαλία του αγίου Διαδόχου του Φωτικής ότι η Χάρη δια του Μυστηρίου του Αγίου Βαπτίσματος εισέρχεται στο βάθος της καρδιάς και δεν χάνεται, αλλά, αν ο άνθρωπος δεν ζη κατά Θεόν, αυτή η Χάρη καλύπτεται από τα πάθη, οπότε απαιτείται περαιτέρω αναζωπύρωση του Χαρίσματος.
Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος σε πολλά σημεία της διδασκαλίας του κάνει λόγο για το Βάπτισμα του ύδατος και το βάπτισμα του Πνεύματος. Σε ένα κείμενό του γράφει: «ότι δε ουκ αρκεί μόνον ημίν προς σωτηρίαν το βάπτισμα, αλλά και της σαρκός του Ιησού και Θεού και του αίματος του τιμίου αυτού οικειοτέρα και αναγκαιοτέρα ημίν εστίν η μετάληψις...τούτου γαρ γεγονότος και πνευματικώς δια του Παναγίου Πνεύματος ημών βαπτισθέντων και τέκνων Θεού γεγονότων και του σαρκωθέντος Λόγου διά της του αχράντου σώματος και αίματος αυτού μεταλήψεως σκηνώσαντος ως φως εν ημίν, εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός».
Σε άλλο σημείο αναφέρει το ότι το Βάπτισμα που λάβαμε στην νηπιακή ηλικία δεν αρκεί για την σωτηρία, αν δεν ακολουθήση και το βάπτισμα του Πνεύματος:
«Οι γαρ το βάπτισμα το σον λαβόντες, εκ νηπίων
και αναξίως ζήσαντες, τούτου κατά τον βίον
έξουσι το κατάκριμα πλείον των αβαπτίστων...
Επεί ουν βεβαπτίσμεθα παίδες αναισθητούντες,
ως ατελείς και ατελώς δεχόμεθα την χάριν,
της πρώτης παραβάσεως λαμβάνοντες την λύσιν...».
Σε άλλη διδασκαλία του είναι το ίδιο αποκαλυπτικός όταν λέη ότι, όπως ο Αδάμ μετά την παράβαση εκβλήθη του Παραδείσου και της συναναστροφής με τους Αγγέλους και γυμνώθηκε από την Χάρη του Θεού, «ούτω δη και ημείς της Εκκλησίας των αγίων δούλων αυτού χωριζόμεθα αμαρτάνοντες και της θείας καταστολής ην ενεδυσάμεθα οι βαπτιζόμενοι, αυτόν δηλαδή τον Χριστόν, ως πιστεύομεν, τούτον δια της αμαρτίας αποδυόμεθα».
Έχοντας δε υπ' όψιν του ο άγιος Συμεών το χωρίο του Αποστόλου Παύλου «ημείς δε πάντες ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι την αυτήν είκόνα μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν, καθάπερ από Κυρίου Πνεύματος» (Β Κορ. γ, 18), λέγει ότι κατηχούμενος δεν είναι μόνον ο άπιστος, δηλαδή ο μη βαπτισμένος, αλλά και εκείνος που δεν έχει αποκτήσει εμπειρία της δόξης του Θεού: «Κατηχούμενος γαρ ουχ ο άπιστος μόνος άρτι λέγεται, αλλά και ο μη ανακεκαλυμμένω προσώπω νοός την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενος». Αυτό δείχνει καθαρά ότι αν ο Χριστιανός, μετά το Βάπτισμα, δεν φθάσει στην μέθεξη της δόξης του Θεού, «ανακεκαλυμμένω προσώπω νοός» είναι κατηχούμενος! Ευτυχώς που αυτά λέγονται από τον Απόστολο Παύλο και τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, τον οποίο η Εκκλησία χαρακτήρισε με τον τίτλο του Νέου Θεολόγου, οι οποίοι δεν μπορούν να κατηγορηθούν ότι δήθεν υποτιμούν το άγιο Βάπτισμα. Εκτός και αν κάποιος, με την αλαζονεία του, θελήσει και αυτούς να αμφισβητήση.
Και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του αρτιγέννητου βρέφους, το οποίο λαμβάνει δύναμη «παρά της φύσεως σοφόν γενέσθαι και σοφόν εστι δυνάμει», αλλά με την ανάπτυξη της ηλικίας θα γίνη σοφό, αν μετέλθη όλα τα απαραίτητα προς τον σκοπό αυτό, στην συνέχεια λέγει ότι το ίδιο συμβαίνει και με την αναγέννηση του Χριστιανού διά του θείου Βαπτίσματος: «Δύναμιν μεν έλαβε (ο Χριστιανός) σύμμορφος γενέσθαι τω σώματι της δόξης του Υιού του Θεού· ει γουν και εν καινότητι ζωής περιπατήσει, κατά Χριστόν και το τούτου ευαγέλλιον ζων». Με αυτές τις προϋποθέσεις θα αποκτήση «αληθεία και πράγματι» και έτσι με την δύναμη αυτής της αναστάσεως «δεδοξασμένον και ακήρατον έξει το σώμα, οποίον και ο Κύριος έσχε μετά την ανάστασιν, πόσω μάλλον το πνεύμα».
Σε άλλη διδασκαλία του λέγει ότι το Βάπτισμα είναι αρχή της μιμήσεως του Χριστού, που είναι τύπος της Ταφής και της Αναστάσεως του Χριστού· ο κατ' αρετήν βίος και η πολιτεία κατά το Ευαγγέλιον είναι η μεσότης· και η νίκη κατά των παθών δια των πνευματικών αγώνων είναι το τέλος της μιμήσεως του Χριστού «ζωήν προξενούσα την ανώδυνον και ανώλεθρον και ουράνιον».
Άλλωστε, είναι γνωστά τα χωρία του Μεγάλου Βασιλείου ότι «ίση εστίν η ζημία, η άμοιρόν τινα του βαπτίσματος απελθείν, η εν τι των εκ της παραδόσεως ελλείπον δέξασθαι», και «πίστις και βάπτισμα δύο τρόποι της σωτηρίας συμφυείς αλλήλοις και αδιαίρετοι· πίστις μεν γαρ τελειούται δια βαπτίσματος· βάπτισμα δε θεμελιούται διά της πίστεως...βαπτίζεσθαι δει, ως παρελάβομεν· πιστεύομεν δε, ως βεβαπτίσμεθα· δοξάζειν δε, ως πεπιστεύκαμεν».
Ο υπερτονισμός των Μυστηρίων – του Βαπτίσματος, του Χρίσματος, της θείας Κοινωνίας – χωρίς την ασκητική ζωή, όπως εκφράζεται μέσα από την ησυχαστική - νηπτική παράδοση και την ποικιλόμορφη εμπειρία της δόξης του Θεού, είναι μια τυπική ζωή που δεν σώζει. Η μετοχή μας στα Μυστήρια της Εκκλησίας χωρίς τις απαραίτητες προϋπόθεσεις, όπως καθορίζονται από την όλη Παράδοση της Εκκλησίας, γίνεται «εις κρίμα και κατάκριμα».
Σε ένα κείμενό μου έχω αναλύσει διεξοδικά ότι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς έκανε έναν παράλληλο αγώνα τόσο εναντίον του Βαρλαάμ που υπερτιμούσε τα Μυστήρια και υποτιμούσε τον ιερό ησυχασμό, όσο και εναντίον των Μασαλιανών που υπερτόνιζαν την νοερά προσευχή σε βάρος της μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας.
Πότε επί τέλους θα κατανοηθή αυτή η απλούστατη διδασκαλία, όπως διατυπώνεται στην Αγία Γραφή και την εκκλησιαστική παράδοση; Γιατί τόση άρνηση της νηπτικής-ησυχαστικής παραδόσεως, που είναι η ευαγγελική ζωή; Δεν κατανοείται ότι αυτή η Ορθόδοξη νηπτική Παράδοση διαφοροποιεί την Ορθοδοξία από τον Παπικό Σχολαστικισμό και τον Προτεσταντικό ευσεβισμό; Δεν μπορεί να κατανοηθή ότι όλη η ησυχαστική παράδοση όπως την συναντούμε στην Αγία Γραφή, τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, στην Φιλοκαλία των Νηπτικών είναι αυτή που προσδιορίζει το «βασίλειον ιεράτευμα»;
ΠΗΓΗ:
Εκκλησιαστικό πρακτορείο ειδήσεων “ΡΟΜΦΑΙΑ”
No comments:
Post a Comment