ΜΙΑ ΚΥΟΦΟΡΟΥΜΕΝΗ ΑΙΡΕΣΗ
Ησυχαστική παράδοση και Νεοπλατωνισμός
Του Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιερόθεου
=================
Γίνεται φανερό ότι όλοι οι ανωτέρω μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, και πολλοί άλλοι, κάνουν λόγο για την κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση, για την ιερά ησυχία ως απαραίτητη προϋπόθεση του ορθοδόξως θεολογείν, γι’ αυτό και υβρίζονται με τις απόψεις των στοχαζομένων και προτεσταντιζόντων θεολόγων ότι δήθεν επηρεάσθηκαν από νεοπλατωνικές θεωρίες και αλλοίωσαν την προγενέστερή τους παράδοση.
Όλοι αυτοί οι Πατέρες αισθάνονταν ότι είναι διάδοχοι των αγίων Πατέρων στο φρόνημα και την ζωή.
Βεβαίως, φαίνεται μια εξωτερική ομοιότητα στην ορολογία μεταξύ των Πατέρων και των νεοπλατωνικών, αλλά υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ τους. Στην διδασκαλία των πλατωνικών και των νεοπλατωνικών γίνεται λόγος για τον Θεό που δεν έχει έρωτα για τον άνθρωπο, αφού ο έρωτας είναι η επιθυμία επιστροφής της φύσει αθανάτου ψυχής στον αγέννητο κόσμο των ιδεών από όπου εξέπεσε, ενώ στους Πατέρας γίνεται λόγος για την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο.
Στην θεωρία των πλατωνικών και των νεοπλατωτικών γίνεται διάκριση μεταξύ φύσει αθανάτου ψυχής και φύσει θνητού σώματος, που σημαίνει ότι η ψυχή ανήκε προηγουμένως στον αγέννητο κόσμο των ιδεών και εξέπεσε από αυτόν, οπότε περικλείσθηκε στο σώμα για να τιμωρηθή. Ευρισκομένη δε στο σώμα αναζητά να ελευθερωθή και επανέλθη στον κόσμο των ιδεών.
Έτσι, κατά τους πλατωνικούς και νεοπλατωνικούς, η κάθαρση της ψυχής είναι η απαλλαγή της από το σώμα, ο φωτισμός της ψυχής είναι η γνώση των αρχετύπων των όντων, των ιδεών και η σωτηρία της ψυχής είναι η έκσταση και η απελευθέρωσή της από το σώμα.
Η νεοπλατωνική αυτή άποψη δεν έχει καμμιά σχέση με την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας, κατά τους οποίους η ψυχή είναι δημιούργημα του Θεού, που δημιουργήθηκε εξ ουκ όντων, αμέσως με την δημιουργία του σώματος· το σώμα δεν είναι φυλακή της ψυχής, αλλά το θετικό δημιούργημα του Θεού· ο φωτισμός είναι η νοερά καρδιακή προσευχή, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, που γίνεται μέσα στην καρδιά, δηλαδή στο σώμα· η έκσταση δεν είναι η έξοδος της ψυχής από το σώμα, αλλά η απελευθέρωσή της από το σαρκικό φρόνημα, και η θέωση δεν είναι η επαναφορά της ψυχής στον αγέννητο κόσμο των ιδεών, αλλά η κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό, η θεοπτία.
Στην εμπειρία των νεοπλατωνικών δεν συμμετέχει το σώμα του ανθρώπου στην πορεία της ψυχής προς τον Θεό. Γίνεται και εκεί λόγος για εμπειρία φωτός, αλλά είναι φως παρυφιστάμενο, που είναι έξω από τον άνθρωπο, έχει χώρο και χρώμα και τελικά είναι φως διαβολικό.
Κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας, όμως, η έλλαμψη και η θεοπτία είναι εμπειρία του ακτίστου Φωτός, είναι μέθεξη και σύγκραση με το θείο Φως, και μεταμορφώνεται όχι μόνον η ψυχή, αλλά και το σώμα του ανθρώπου.
Έπειτα, η εμπειρία των στωϊκών και των νεοπλατωνικών συνδέεται με την έκσταση, ως έξοδο του νου «από τον χρόνο, τα διαστήματα, την αλληλοδιαδοχική σκέψη». Κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας η εμπειρία αυτή είναι δαιμονική, όπως λέγει ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης.
Δηλαδή, η προσπάθεια των νεοπλατωνικών είναι να απαλλαγούν από τα ελαττώματα της ανθρώπινης σκέψης, από τα κτιστά και από τα μεταβλητά, ενώ κατά την θεολογία των Πατέρων στην εμπειρία της θεώσεως μετέχει όλος ο άνθρωπος.
Έτσι, όταν στον Ευάγριο τον Ποντικό γίνεται λόγος για ανίδεο και αφάνταστο νου, κατά την προσευχή, δεν εννοείται η αφαιρετική θεολογία των πλατωνικών και των νεοπλατωνικών, αλλά ουσιαστικά με τον τρόπο αυτό αναιρείται η θεωρία των πλατωνικών και νεοπλατωνικών για τον λεγόμενο κόσμο των ιδεών και την επάνοδο της ψυχής σε αυτόν και την γνώση των αρχετύπων των όντων.
Και όταν στον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο γίνεται λόγος για επάνοδο του νου στην καρδιά του ανθρώπου από την διάχυσή του στον κόσμο των αισθητών, πράγμα που αναπτύχθηκε θεολογικά από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, έγινε για να αναιρεθούν οι θεωρίες των πλατωνικών και των νεοπλατωνικών για το φύσει θνητό σώμα, ως φυλακή της φύσει αθανάτου ψυχής, και να δείξουν ότι το σώμα είναι θετικό δημιούργημα του Θεού που και αυτό θεώνεται μαζί με την ψυχή και θα αναστηθή κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Επομένως, είναι άδικο, αντιεπιστημονικό και ανορθόδοξο να ταυτίζεται η διδασκαλία περί του ανίδεου και αφάνταστου νου, και περί της επανόδου του στην καρδιά, με τις θεωρίες των πλατωνικών και νεοπλατωνικών, αφού με την διδασκαλία των Πατέρων αναιρούνται αυτές οι απόψεις. Φαίνεται καθαρά ότι οι Πατέρες και οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας χρησιμοποίησαν μια τέτοια ορολογία για να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις απόψεις των αιρετικών.
(Συνεχίζεται)
ΠΗΓΗ:
Εκκλησιαστικό Πρακτορείο Ειδήσεων "Ρομφαία"
No comments:
Post a Comment