ΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΚΕΙΜΗΛΙΑ
Του Πανοσ. Αρχιμ. Γρηγόριου,
Καθηγουμένου της Ι. Μ. Δοχειαρίου
=====
Τὰ κειμήλια εἶναι πολύτιμα ἀντικείμενα τοῦ παρελθόντος, ποὺ φυλάσσονται στὸ κειμηλιαρχεῖο κάθε λαοῦ καὶ μᾶς ἀφήνουν, ὁσάκις τὰ περιεργαζώμαστε, εἴτε ἐθνικὲς εἴτε ἐκκλησιαστικὲς ἀναμνήσεις.
Βέβαια καὶ σ᾽ αὐτὰ ὑπάρχει ὑπερβολή. Παλιοὶ γεροντάδες μοῦ κατέθεταν ὅτι σὲ μεγάλη Μονὴ ὑπάρχει τὸ στέμμα καὶ ἡ ἀρματωσιὰ τοῦ Δαρείου, τοῦ βασιλιᾶ τῆς Περσίας· καὶ ἀλλοῦ τὸ γάλα τῆς Παναγίας καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ! Μερικὰ πρέπει νὰ τὰ ἀποσιωποῦμε καὶ ἄλλα ἂς τὰ δεχώμαστε ὅπως μᾶς τὰ παρέδωσαν οἱ πρόγονοί μας, χωρὶς μικροσκοπικὸ ἔλεγχο (Εἶναι-δὲν εἶναι; Ἀπὸ πότε εἶναι; Ποῦ βρέθηκε; Ποιός τὸ ἀφιέρωσε;).

Μία κόρη ποὺ ἀσπάσθηκε τὸν χριστιανισμὸ καὶ δούλεψε καὶ στὴν γραφίδα, γιὰ νὰ ἐνισχύση στὴν πίστη τοὺς ὁμοεθνεῖς της, κάποτε ὡδηγοῦσε στὴν Ἀθήνα, μεταφέροντας τὸν γέροντα Ἀμφιλόχιο γιὰ ἰατρικὴ ἐξέταση. Γιὰ μιὰ στιγμὴ μοῦ λέγει:
– Αἰσθάνομαι σὰν νὰ πιάνω πρώτη φορὰ τιμόνι, γιατὶ νιώθω πὼς μεταφέρω ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα κειμήλια τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐγὼ ἡ ἀνάξια καὶ ἁμαρτωλή. Καὶ τὸ κάνω μὲ πολὺ φόβο, σὰν νὰ ὁδηγῶ πρώτη φορὰ στὴν ζωή μου. Θέλει κι αὐτὸ προετοιμασία, προπόνηση καὶ πνευματικὴ καὶ σωματική.

Δὲν δοξάζεται ὁ Θεὸς μὲ κειμήλια καὶ ἀντικείμενα λατρείας, παρὰ μόνον ἂν σταθοῦμε ἐμεῖς πόλις κειμένη στὴν κορυφὴ τοῦ βουνοῦ, ἂν ἐμπλουτισθοῦμε ἐμεῖς μὲ τὶς ἀέναες χάριτες τοῦ Θεοῦ.


– Ποῦ εἶναι τὸ καλάθι; μὲ ρώτησαν, ὅταν ἔβαλα ἕνα τέτοιο κειμήλιο στὸ μετόχι τῆς Μονῆς Δοχειαρίου.
– Δὲν κατάλαβα. Τί εἶναι αὐτὸ τὸ καλάθι;
– Νεόδμητο εἶναι τὸ μοναστήρι· δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ βοήθεια οἰκονομική;
– Δὲν ἔχει ἀνάγκη οὔτε ἀπὸ καλάθι οὔτε ἀπὸ οἰκονομικὴ βοήθεια. Γιὰ ζητεία ἦταν κάποτε, ὅταν μᾶς ἔκοβε ἡ λόρδα καὶ ἡ σκλαβιὰ μᾶς ἔπαιρνε τὸ ψωμὶ μέσα ἀπ᾽ τὸ στόμα. Τώρα, ποιό μοναστήρι, ποιά ἐκκλησία δὲν ἔχει τὰ ἀπαραίτητα; Ἂς μένουμε σ᾽ αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἔχετε σκεπάσματα καὶ τροφές; Νὰ ἀρκῆσθε σ᾽ αὐτά».

Θὰ μοῦ πῆτε: «Ἐσὺ δὲν βγάζης κάθε χρόνο τὸ ἀντίγραφο τῆς Γοργοϋπηκόου;». Τὸ πηγαίνω σ᾽ ἕνα τόπο καὶ δὲν βαστῶ καλάθι. Μᾶλλον ἀδειάζει τὸ καλάθι ποὺ δὲν γέμισε ποτέ. Ἄλλωστε, ἡ Παναγία δὲν ὑπάγεται στὰ κειμήλια. Εἶναι σὲ ἄλλη τάξη καὶ θέση. Ἂς σταματήση τὸ τρεχαλητὸ τῆς ἁγίας Ζώνης, γιατὶ ἴσως μὲ αὐτὴν θὰ μᾶς δέση ἡ Παναγία καὶ θὰ μᾶς ἀποδιώξη ἀπὸ τὶς αὐλές της.

Ἀποπροσανατολίζουμε τὴν εὐλάβεια τοῦ κόσμου σὲ ἄλλα μικρὰ κειμήλια, τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι ἀντάξια τοῦ Σταυροῦ καὶ σπάνια τὰ βλέπουμε, καὶ τρέχουμε περισσότερο ἐκεῖ, παρὰ στὴν προσκύνηση τοῦ ζωοποιοῦ ξύλου. Πουθενὰ ἡ Ἐκκλησία δὲν προβάλλει προσκύνηση καὶ λατρεία ἄλλων κειμηλίων, πλὴν τοῦ τιμίου Σταυροῦ. Αὐτὸν περιμένει ὅλος ὁ κόσμος νὰ προσκυνήση καὶ νὰ ἀνακράξη τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Γι᾽ αὐτό, ἂς προσέχουμε καὶ ἂς ἔχουμε συντηρητικότητα γιὰ τὰ ἄλλα κειμήλια ποὺ κληρονομήσαμε ἀπὸ τοὺς πατέρες μας, ἐκ τῶν ὁποίων πολλὰ εἶναι καὶ συζητούμενα, ἴσως καὶ ἀμφιβαλλόμενα. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου δὲν ἔχει τέτοια βάσανα: «Εἶναι-δὲν εἶναι; Ποιός τὸν βρῆκε; Ποιός τὸν φύλαξε καὶ ἔφθασε μέχρις ἐμᾶς;».

Τὰ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ καὶ αὐτὰ ποὺ μεταμορφώνουν τὴν ζωή μας ἐπιτελοῦνται ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου κάθε ναοῦ. Ἔχουμε τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας μὲ τὴν συμμετοχή μας στὸ μεγάλο μυστήριο, ποὺ μᾶς κάνει σύσσωμους καὶ σύναιμους Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν. Αὐτὸ πρέπει νὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ προσμένουμε. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο θαῦμα ποὺ ἐπιτελεῖται σὲ κάθε θεία Λειτουργία. Αὐτὸ εἶναι ποὺ τό ᾽χουμε δίπλα στὸ σπίτι μας καὶ δὲν χρειάζεται γιὰ νὰ τὸ πάρουμε τελετές, παρὰ μόνον φόβος Θεοῦ, ἀγάπη καὶ πίστη.

Πικρόλαλα ὁμιλῶ αὐτὴν τὴν ὥρα. Δὲν τὸ κάνω οὔτε ἀπὸ ζήλεια οὔτε ἀπὸ φθόνο, ἀλλὰ ἀπὸ λύπηση αὐτῶν τῶν κινήσεων στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Γινόταν ἀπὸ παλιά, ἀλλὰ τώρα συμφέρει νὰ σταματήση. Ὄχι «φέρτε τὸ κειμήλιο, γιὰ νὰ εἰσπράξουμε καὶ νὰ τελειώση ἡ οἰκοδομὴ τοῦ ναοῦ». Ἄφηνε· οὔτε κόντυναν τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ οὔτε τὶς παλάμες ἔσγιγξε. «Ἀνοίξαντός σου τὴν χεῖρα, τὰ σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος.»
Ὅσο θυμᾶμαι ὅτι τὸ συγκεκριμένο κειμήλιο μεταφέρθηκε μὲ συνοδεία μοτοσυκλετιστῶν σὲ γηραιὸ καὶ ἄρρωστο πρωθυπουργό, καὶ ὄχι ἡ μεταλαβιά, τὸ ἐφόδιο τῆς αἰώνιας ζωῆς, ὁ νοῦς μου ἐκταράσσεται καὶ ἐπαναλαμβάνω ἐκεῖνο ποὺ ἔλεγε ἕνας γέρος στὴν πατρίδα μου «μπρέ, μπρέ, μπρὲ τὶ ἐπάθαμε! Τῆς Παναγιᾶς τὰ ροῦχα στὴν πλουσιωτέρα οἰκία τοῦ κόσμου!...»

Ἄλλη μιὰ φορὰ τὸ εἶδα αὐτό: νὰ λιτανεύεται στὴν κηδεία τοῦ Παύλου τοῦ βασιλιᾶ καὶ τῆς Εὐαγγελίστρας τῆς Τήνου ἡ εἰκόνα. Πόσο τραγικοποιοῦμε τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας! Οἱ μουσουλμάνοι εἶναι σοβαρότεροι ἀπὸ μᾶς. Δὲν πῆραν τὴν τρίχα τοῦ Μωάμεθ ἀπὸ τὴν Μέκκα νὰ τὴν γυρίζουν στὸν κόσμο, ἀλλὰ ὑποδεικνύουν στοὺς ὀπαδούς τους ἐκεῖ νὰ πηγαίνουν νὰ τὴν προσκυνοῦν.
Εὐτυχῶς ὁ Χριστός, γιὰ νὰ ἀναστήση τὸν Λάζαρο, δὲν κουβάλησε κανένα κειμήλιο ἀπὸ τὰ ἄνω δώματα, γιατὶ ὁ Ἴδιος ἤτανε τὸ ἀληθινὸ κειμήλιο τοῦ κόσμου.
Ἂς ἐπιστρέφουμε σιγά-σιγὰ στὴν Ἐκκλησία καὶ ἂς στοιχίζουμε τὴν ζωή μας στὶς διδαχὲς τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς πίστεώς μας.
Κύριε, –ἂς λέμε ὅλοι Κύριε– δίδαξόν ἡμᾶς τὴν ὁδὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐν τῷ φωτί σου πορευσόμεθα. Ἀμήν.
ΠΗΓΗ:
Πενταπόσταγμα
No comments:
Post a Comment