Sunday, May 29, 2016

«ΑΠΟ ΤΗΝ Β΄ ΒΑΤΙΚΑΝΗ (1965) ΣΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ (ΚΡΗΤΗ 2016)» Ι΄


«ΑΠΟ ΤΗΝ Β΄ ΒΑΤΙΚΑΝΗ (1965) ΣΤΗΝ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΣΥΝΟΔΟ (ΚΡΗΤΗ 2016)» 
Ι΄

Του Πρωτοπρεσβυτέρου Πέτρου Χιρς
=====

Aς στραφούμε τώρα στα σχετικά χωρία του προσυνοδικού κειμένου «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν Κόσμον», του πιο προβληματικού, από τα κείμενα που έχουν κατατεθεί προς έγκριση στην Πανορθόδοξη Σύνοδο, για να διαπιστώσουμε την ίδια ασάφεια με τα κείμενα της Β΄ Βατικανής.

Όπως ήδη έχει επισημανθεί από σεβαστούς ιεράρχες και θεολόγους, όπως είναι ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος και ο καθηγητής Δογματικής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης, το προσυνοδικό κείμενο της Πανορθοδόξου, «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπό Χριστιανικό Κόσμο», παρουσιάζει συστηματικά επαναλαμβανόμενη θεολογική ασάφεια, ασυνέπεια και αντίφαση.

Στο πρώτο άρθρο διακηρύσσει την εκκλησιαστική αυτοσυνειδησία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, θεωρώντας αυτή –πολύ σωστά– ως τη «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία». Στο άρθρο 6 ωστόσο, παρουσιάζει μια αντιφατική διατύπωση, ότι «η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών μη ευρισκομένων εν κοινωνία μετ’ αυτής». 

Ανακύπτει το ερώτημα: αν η Εκκλησία είναι «Μία», κατά το Σύμβολο της Πίστεως και την αυτοσυνειδησία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τότε πώς γίνεται λόγος για άλλες Χριστιανικές Εκκλησίες σε ένα κείμενο που αποσκοπεί να εκφράσει την ορθόδοξη εκκλησιολογία;

Όπως έγραψε ο καθηγητής Τσελλεγίδης, «δογματικώς θεωρούμενα τα πράγματα δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πολλαπλότητα «Εκκλησιών», με διαφορετικά δόγματα και μάλιστα σε πολλά θεολογικά θέματα. Κατά συνέπεια, ενόσω οι «Εκκλησίες» αυτές παραμένουν αμετακίνητες στις κακοδοξίες τής πίστεώς τους, δεν είναι θεολογικά ορθό να τους αναγνωρίζουμε –και μάλιστα θεσμικά– εκκλησιαστικότητα, εκτός της «Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας».

Σε ένα δογματικό κείμενο τέτοιας φύσεως, θα έπρεπε να είναι προφανές, ότι ο όρος «Εκκλησία» πρέπει να χρησιμοποιηθεί αυστηρά και μόνο σύμφωνα με την Ορθόδοξη έννοια της λέξης, ώστε να αποκλειστεί οποιαδήποτε πιθανή παρερμηνεία. Με δεδομένο το νέο ανορθόδοξο εκκλησιολογικό πρότυπο τού Οικουμενισμού μετά την Β′ Βατικανή Σύνοδο, στο οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως, υπάρχει επαρκής θεολογική βάση για τους ιεράρχες  των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών να απορρίψουν στο σύνολό του το εν λόγω προσχέδιο κειμένου για τις σχέσεις με τους ετεροδόξους.

Στο ίδιο άρθρο (6) βρίσκουμε και δεύτερο παράδειγμα θεολογικής ασάφειας και αντίφασης. Στην αρχή διαβάσαμε το εξής: «Κατά την οντολογικήν φύσιν της Εκκλησίας η ενότης αυτής είναι αδύνατον να διαταραχθή». Στο τέλος, όμως, γράφεται, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία με την συμμετοχή της στην Οικουμενική Κίνηση έχει ως «αντικειμενικόν σκοπόν την προλείανσιν της οδού της οδηγούσης προς την ενότητα». 

Αυτό το συγκεκριμένο παράδειγμα ασάφειας και αντίφασης θυμίζει παρόμοιο από τα άρθρα 14 και 15 του προαναφερθέντος Lumen Gentium, όπου παρουσιάζονται διαδοχικά δύο αντικείμενες απόψεις περί Εκκλησίας.

Σε αυτό το παράδειγμα, η ενότητα της Εκκλησίας αρχικά αναγνωρίζεται ως δεδομένη, και στη συνέχεια ακολουθεί η ιδέα ότι η ενότητα εξακολουθεί να αναζητείται. Παραθέτουμε και πάλι από τον καθηγητή Τσελεγγίδη: «Τι είδους ενότητα Εκκλησιών αναζητείται στο πλαίσιο της Οικουμενικής Κινήσεως; Μήπως υπονοείται η επιστροφή των Δυτικών χριστιανών στη ΜΙΑ και μόνη Εκκλησία; Κάτι τέτοιο όμως δεν διαφαίνεται από το γράμμα και το πνεύμα συνόλου τού Κειμένου. Αντίθετα, μάλιστα, δίνεται η εντύπωση, ότι υπάρχει δεδομένη διαίρεση στην Εκκλησία και οι προοπτικές των διαλεγομένων αποβλέπουν στην διασπασθείσα ενότητα της Εκκλησίας.»


(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment