Monday, February 23, 2015

ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ...




ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ...



Της Χριστούφαντου
=====

Μάτια Χριστοῦ καί Θεοτόκου, μ᾽ ἀνέκφραστη τήν ὀμορφιά,
μάτια Ἁγίων καί Ὁσίων, πού ξεχειλίζουνε  χαρά!
Ὑπάρχουν μάτια πού βαδίζουν ὁδόν Κυρίου τήν λαμπρά
κι ἄλλα πού ἔχασαν τόν δρόμο, μέσα στοῦ σκότους τήν σκλαβιά.

Μάτια ἁγνά πού ἀσφαλίζουν, μπρός στήν φθορά καί στό κακό,
ὀρθάνοικτα ὅμως θά μείνουν, σάν ἀντικρύσουν τ᾽ ἀγαθό. 
Μάτια πού χαίρουν στήν χαρά μας, χαμογελοῦν στήν ἀρετή,
νοτίζουν ὅμως σάν θωροῦνε, πόνο καί θλῖψι σέ ψυχή.

Μάτια ἁγνά δέν θ᾽ ἀναβλύσουν, κροκοδειλίους σταλαγμούς,
οὔτε θυμοῦ καί περηφάνειας, θά ἀναπτύξουν στεναγμούς.
Μάτια ἀθῶα ὀμορφαίνουν, σάν δάκρυ στάζει ἡ εὐχή,
τήν λύτρωσι ἀποτυπώνουν, τῆς μετανοίας οἱ λυγμοί.

Μάτια πτωχῶν καί πεινασμένων, γιά λίγο ἄρτο καρτεροῦν,
ποιό σπίτι θύρα θά ἀνοίξῃ, λίγο κι αὐτά γιά νά χαροῦν.
Μάτια, συμπόνια πού ἐκφράζουν, στόν ἀσθενῆ καί στόν πτωχόν, 
εἶναι αὐτά πού ὁμοιάζουν, στόν Σαμαρείτην τόν καλόν. 

Μάτια ἀνθρώπων πονεμένων, πού κείτονται ἐπί κλινῶν,
ποιό χέρι τάχα θά σπογγίσῃ, δάκρυ ἐτούτων τῶν ψυχῶν;
Μάτια πού ζοῦν μέσ᾽ στήν ἀσθένεια, πονοῦνε καί λιποψυχοῦν,
ποιός θά τούς δώσῃ καρτερία, τ᾽ ἅγια στεφάνια μή χαθοῦν;

Μάτια ὅπου ξενιτευθήκαν, στό διάβα τούτης τῆς ζωῆς,
καί τήν πατρίδα στερηθήκαν, ποιός θά τούς γίνῃ συγγενής;
Μάτια πού μόνα τους βαδίζουν, στό ἀνηφόρι τῆς ζωῆς,
ποιό χέρι θά τά βοηθήσῃ, πού εἶν᾽ ὁ δρόμος τους μακρύς; 

Μάτια πού ζοῦν τήν ἀδικία, τό μῖσος καί ὀνειδισμούς,
παραμυθία ποῦ θά βροῦνε, ὅταν λυγίζουν στούς καημούς; 
Μάτια αὐτῶν πού ζοῦν μονάχοι, κι ἔχουν τίς σκέψεις συντροφιά,
τώρα ποιός θά παρηγορήσῃ, ν᾽ ἁπαλυνθῇ ἡ μοναξιά;

Μάτια πατέρα καί μητέρας, π᾽ ἀγωνιοῦνε καί πονοῦν
καθώς βλαστάρια μεγαλώνουν καί πειρασμοί πολιορκοῦν.
Μάτια πού τήν ὀρφάνια ζοῦνε καί κρύβουν πόνο στήν ψυχή,
ἀλήθεια, πόνος πιό μεγάλος, ὑπάρχει ἄλλος γιά παιδί;

Μάτια γερόντων πού μονάχοι, ἀπέκαμαν οἱ δυστυχεῖς,
δακρυρροοῦν ὅταν στόν νοῦ τους, βλέπουν τό τέλος τῆς ζωῆς.
Μάτια τά ἐγκατελειμμένα, στ᾽ ἀζήτητα τῆς λησμονιᾶς,
δακρύζουνε καί ἀποροῦνε, τέτοιας σκληρῆς ἀπανθρωπιᾶς! 

Μάτια τοῦ πανικοῦ καί τρόμου, ἀπό τόν παραλογισμό 
τῆς βίας καί τῶν ἐγκλημάτων, ποιός θά τούς δώσῃ λυτρωμό;
Μάτια πού κατοικοῦν στήν φρίκη, πικροῦ πολέμου και σκλαβιᾶς,
ποῖος τόν φόβο τους θ᾽ ἀγγίξῃ, νά δώσῃ δύναμι καρδιᾶς;

Μάτια πού ζοῦν μέσα στόν βάλτο, τῆς ἁμαρτίας τῆς φρικτῆς, 
ποιός εἶν᾽ αὐτός πού θά τούς δείξῃ, δρόμον Αἰώνιας Ζωῆς;
Μάτια πού εἶστε σκοτισμένα μέ ἁμαρτίας τήν ντροπή,
σπεῦστε, Χριστός σᾶς ἀναμένει, γιά νά σᾶς σώσῃ καρτερεῖ. 

Μάτια Ποιμένων πού γνωρίζουν, τῆς ἁμαρτίας τήν πληγή, 
ὡς Παύλου πάντοτε σταλάζουν, γιά τήν ἀπάτη τήν δεινή. 
Μάτια ὑγρά πού ἱκετεύουν,  ψυχές γοργά ν᾽ ἀπαλλαγοῦν,
ἀπ᾽ τῶν παθῶν τους τό φορτίον, νυχθημερόν παρακαλοῦν.

Μάτια πού πένθος τά ᾽χει θλίψει κι ἀπόγνωσις κυριαρχεῖ,
"θανάτῳ θάνατον πατήσας", καί ὁ καθείς θ᾽ ἀναστηθῇ.
Μάτια γονέων πού ραγίζουν, γιά τόν χαμό ἑνός παιδιοῦ,
ἄγγελος εἶναι καί φωλιάζει, μέσ᾽ τήν ἀγκάλη τοῦ Χριστοῦ.

Μάτια τῆς πείνας καί τῆς δίψας, μέσ᾽ τόν λοιμό τῆς Ἀφρικῆς,
παιδιά αὐτῆς τῆς ἀδικίας, παιδιά τοῦ κόσμου κατά γῆς.
Μάτια παιδιῶν πού ἀργοσβύνουν καί μιά ἐλπίδα καρτεροῦν,
ἀπό πολιτισμένους δῆθεν, κι ὅμως αὐτοί τά ἀγνοοῦν.

Μάτια τῆς βίας καί τοῦ φόβου, τῆς κοινωνίας τῆς στυγνῆς,
ὦ, μάτια κακοποιημένα, ἀπό γονεῖς καί συγγενεῖς.
Μάτια ἀθῶα, ταραγμένα, ἐν διαστάσει οἱ γονεῖς,
μάτια πού ψάχνουν στά χαμένα, λίγες σταγόνες τῆς στοργῆς.

Μάτια παιδιῶν ἐξαρτημένα, καί βίας ψυχολογικῆς,
χρῆσι κακή, τεχνολογίας, καί ἐθισμοῦ καταστροφῆς.
Μάτια κενά στήν μοναξιά τους, σέ σπίτι μ᾽ ὅλα του θαρρεῖς,
παρέα ἔχουν τήν σκιά τους, τυφλοί πού εἶναι οἱ γονεῖς.

Μάτια τυφλά μέσ᾽ στό σκοτάδι, τῆς αἵρεσης καί τῆς ψευτιᾶς,
μά τί γυρεύετε σέ χώρους, ἀνύπαρκτης παρηγοριᾶς;
Μάτια πού ψάχνετε ἀλήθεια, στῆς πλάνης τά θολά νερά,
τό βλέμμα στρέψτε πρός τά ἄνω, Χριστός μιλᾷ Ἀληθινά.

Τί λαμπερά εἶναι τά μάτια, πού ἀτενίζουν τίς Μορφές,
τῆς Παναγιᾶς καί τοῦ Υἱοῦ της, μέσ᾽ τῶν Ἀγγέλων τίς θωριές!
Μάτια πού βλέπουν τά οὐράνια, καί χαίρονται τό θεῖον Φῶς,
πού ἀποστρέφονται τό σκότος, καί ἀτενίζουνε ἁγνῶς!

Μάτια τοῦ κόσμου ὅλου τούτου, στραφεῖτε πρός τόν οὐρανό,
καί ὁ Χριστός στόν κάθε πόνο, θά ἐλαφρύνῃ τόν ζυγό.
Ὦ, Κύριε, ὅσο τά χρόνια μᾶς ἀλλοιώνουν τήν μορφή,
κάμε τά μάτια μας νά μένουν, ἁγνά ὡς τήν στερνή στιγμή.

No comments:

Post a Comment