Πρωτοπρεσβύτερος
π. Ἀναστάσιος Γκοτσόπουλος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν
τηλ. 6945-377621 - agotsopo@gmail.com
Πάτρα 1 . 7 . 2018
ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγ. Βλασίου Ἰεροθέου,
Ἡ «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος» στὴν Κρήτη, Θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιολογικὲς θέσεις,
ἔκδ. Ἱ. Μ. Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), 2018.
Ε΄
4. Ὁ συγγραφέας ἀναφερόμενος ἐκτενῶς στὶς Συνεδριάσεις τῆς ΑΜΣΟΕ δὲν περιορίζεται σὲ δημοσιογραφικοῦ ἐπιπέδου ἀναφορές, ἀλλὰ καταθέτει ἐκτενῆ ἀποσπάσματα ἀπὸ πρακτικά τῶν Συνεδριάσεων ποὺ ὁ ἴδιος τήρησε καὶ προχωρᾶ σὲ θεολογικὴ ἀποτίμηση καὶ κριτικὴ τῶν λεχθέντων κατὰ τὶς Συνεδριάσεις μὲ σεβασμὸ ἀλλὰ χωρὶς «νὰ βλέπει πρόσωπο ἀνθρώπου» ἂν αὐτὸς εἶναι Προκαθήμενος ἢ ὄχι.
5. Ἄξιον ἐπισημάνσεως εἶναι ὅτι ὁ συγγραφέας ἀντιμετωπίζει μὲ ἰδιαίτερο σεβασμὸ τὰ τέσσερα Πατριαρχεῖα ποὺ δὲν συμμετεῖχαν στὴ Σύνοδο τῆς Κρήτης (Ἀντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας). Τολμᾶ μάλιστα νὰ διαφοροποιηθεῖ ἀπὸ τὴν κρατοῦσα στὴν ἑλληνόφωνη Ὀρθοδοξία ἀντίληψη ποὺ ἀποδίδει ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο σὲ γεωπολιτικοὺς συσχετισμοὺς καὶ ἐθνοφυλετικὰ κριτήρια τὴ μὴ συμμετοχή τους καὶ ἐπισημαίνει καὶ τὶς θεολογικὲς παραμέτρους ποὺ ὁδήγησαν στὴν ἀπόφαση αὐτή (σ. 226, 228-229, 405-407). Δυστυχῶς, σημαίνοντες ἐκκλησιαστικοὶ παράγοντες ποὺ ἔχουν ἀναγάγει τοὺς γεωπολιτικοὺς συσχετισμοὺς καὶ τὴ διπλωματία σὲ κύριο κριτήριο καὶ ὁδηγὸ στὴν ἐκκλησιαστική τους διακονία σὲ διορθόδοξο ἐπίπεδο, κρίνοντας ἐξ ἰδίων τά ἀλλότρια, δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν ὅτι ὑπάρχουν καὶ κάποιες Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖοι σέβονται τὸ παραδοσιακό-ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα τοῦ ποιμνίου τους καὶ ἐνεργοῦν μὲ βάση καὶ τὴν Ὀρθόδοξη θεολογία. Τὸ πλέον λυπηρὸ εἶναι ὅτι πολλοὶ ἐκ τῶν παραδοσιακῶν κληρικῶν, ἀκόμα καὶ ἐπισκόπων, ἐντελῶς ἄκριτα ἐπαναλαμβάνουν ὅσα ἡ “ἐκκλησιαστικὴ” προπαγάνδα ἔχει ἐπιβάλει στὸν ἑλληνόφωνο ἐκκλησιαστικὸ χῶρο.
6. Ὁλόκληρη τὴν ἔκδοση τὴ διαπερνᾶ ὁ καημὸς καὶ πόνος τοῦ συγγραφέως γιὰ τὴν περιφρόνηση τῆς θεολογίας στὴ Σύνοδο τῆς Κρήτης. Πολλὲς φορὲς ἐπανέρχεται στὸ σημεῖο αὐτό. Ἀναφέρει, μάλιστα, συγκεκριμένες παρεμβάσεις ἐπιφανῶν ἐπισκόπων ποὺ χαρακτήρισαν τὴν οὐσιαστικὴ θεολογικὴ συζήτηση «βυζαντινισμὸ» καὶ «χάσιμο χρόνου» (σ. 661) ἢ ὅτι «δὲν εἶναι ὀρθὸ νὰ θέτουμε τέτοια δογματικὰ θέματα» διότι «τὸ Ἱερὸ Σῶμα θὰ καταπονηθεῖ μὲ ἀντιδικίες θεολογικῆς καὶ φιλοσοφικῆς φύσεως» (σ. 661). Μὲ ἰδιαίτερο πόνο σημειώνει τὴν παρέμβαση τοῦ Ἀλεξανδρινοῦ Προκαθημένου ποὺ ἀπαξίωσε τὶς θεολογικὲς συζητήσεις κατὰ τὶς Συνεδριάσεις τῆς Συνόδου καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ χειροκροτήθηκε ἀπὸ τὴν πλειοψηφία τῶν παρόντων Ἐπισκόπων καὶ τῶν Προκαθημένων (σ. 662) καταδεικνύοντας τὸ ἀρνητικὸ κλίμα πού ὑπῆρχε γιὰ σοβαρὲς θεολογικὲς συζητήσεις στὴ Σύνοδο. Διαπιστώνει μὲ θλίψη ὁ συγγραφέας: «δὲν ἦταν ἐπιθυμητὴ ἡ θεολογία στὶς Συνεδριάσεις στὴ Σύνοδο τῆς Κρήτης καί, ἑπομένως, ἰσχύει κατὰ πάντα ὁ λόγος τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὅτι πολλοὶ Ἐπίσκοποι, Κληρικοὶ καὶ θεολόγοι “τεχνολογοῦσι ἀλλ’ οὐ θεολογοῦσι”» (σ. 684). Διερωτῶμαι ὅμως, εἶναι δυνατὸν μία Σύνοδος ποὺ ἀπαξιώνει τὴν Ὀρθόδοξη θεολογία νὰ καταταγεῖ στὶς Ἁγίες καὶ Μεγάλες Συνόδους τῆς Ὀρθοδοξίας;
Ἂν λοιπὸν δὲν ἦταν ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία τὸ κύριο ἔργο τῆς Συνόδου, ἡ βάση τῶν συζητήσεων καὶ τῶν προβληματισμῶν τῶν συνοδικῶν μελῶν, τότε τί ἦταν αὐτὸ πού καθόρισε τὶς βασικὲς συνοδικὲς ἀποφάσεις στὰ κρίσιμα ζητήματα; Ὁ συγγραφέας εἶναι ἀπολύτως κατηγορηματικός: δὲν ἦταν ἡ θεολογία ἀλλὰ ἡ γεωπολιτικὴ διπλωματία! Πάλιν καὶ πολλάκις ἐπανέρχεται στὸ ζήτημα αὐτό (σ. 251, 301-304, 433), διότι τὸ θεωρεῖ – καὶ δικαίως – ὡς τὸ μεῖζον προβληματικὸ σημεῖο τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης καὶ τὴ γενεσιουργὸ αἰτία ὅλων τῶν προβλημάτων της. Ἔχοντας προσωπικὴ πείρα ἀπὸ τὴ συμμετοχὴ στὰ Συνοδικὰ Ὄργανα καὶ στὴν Ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ κυρίως ἀπὸ τὴν οὐσιαστικὴ παρουσία του στὴν ΑΜΣΟΕ, ἀντιλαμβάνεται καὶ μὲ τόλμη καταγγέλλει ὅτι τὸ βασικὸ κριτήριο τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης δὲν ἦταν ἡ θεολογία τῶν Πατέρων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἀλλὰ ἡ ἐκκλησιαστικὴ διπλωματία καὶ οἱ γεωπολιτικοὶ συσχετισμοί. Ἀλλὰ τί τραγικό, μία Σύνοδος τέτοιου ὑψηλοῦ ἐπιπέδου, ἡ ὁποία συνεκλήθη ὡς «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος» καὶ φιλοδοξεῖ νὰ συγκαταριθμηθεῖ στὶς πράγματι Ἁγίες καὶ Μεγάλες Συνόδους τῆς Ἐκκλησίας, νὰ ἔχει θέσει ὡς πυξίδα τῆς πορείας της τὴ γεωπολιτικὴ διπλωματία! Εἶναι προφανὲς ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση θὰ τὴν ἀντιμετωπίσει ὅπως στὸ παρελθὸν ἄλλες παρόμοιες (Λυῶνος, Φλωρεντίας). Ἐπιπλέον δέ, τὰ ἀνωτέρω καταδεικνύουν τὴν ἔλλειψη σοβαροῦ θεολογικοῦ προβληματισμοῦ τῆς «Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου», καὶ ἑρμηνεύουν πλήρως τὴν ἀξιοθρήνητη θεολογικὴ παραγωγή της καὶ συνεπακόλουθα τὴν ἀπαξίωσή της ἀκόμα καὶ ἀπὸ τοὺς συμμετέχοντες…
(Συνεχίζεται)
No comments:
Post a Comment