Β΄
=====
1. Γιατί μὲ ἀπέλυσε ὡς κληρικὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο;
Ἡ ἀναφορά σας στὴν ἀπόλυσή μου ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ στὴν μετὰ ταῦτα συγκαταρίθμησή μου ἀπὸ σᾶς στοὺς κληρικοὺς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης ἀποσκοπεῖ προφανῶς νὰ δείξει ὅτι εἶμαι ἕνας ἀπείθαρχος καὶ ἀντάρτης κληρικός, ἀλλὰ καὶ ἀγνώμων πρὸς ἐσᾶς ποὺ μὲ περιμαζέψατε ὡς ἄστεγο καὶ ἀδέσποτο καὶ μοῦ παραχωρήσατε τὸ θυσιαστήριο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου. Εἶναι ὅμως σὲ ὅλους γνωστὸ καὶ βεβαιωμένο ἀπὸ ἀψευδεῖς πηγές, καὶ ἀπορῶ πῶς δὲν τὸ γνωρίζετε, ὅτι ἡ ἀπόλυσή μου ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ὁποῖο μὲ ἀφοσίωση καὶ ἀγάπη ὑπηρέτησα ἐπὶ πολλὰ ἔτη, καὶ διαθέτω ἐπ᾽ αὐτοῦ πλῆθος εὐχαριστηρίων ἐπιστολῶν, ὀφείλεται στὴν αὐστηρὴ κριτικὴ ποὺ ἤσκησα στὸ ἐπαίσχυντο καὶ προδοτικὸ κείμενο τοῦ Balamand τοῦ Λιβάνου (1993), ὡς ἐκπρόσωπος τῆς τότε παραδοσιακῆς Ἐκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος στὸν Θεολογικὸ Διάλογο μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς. Στὸ κείμενο αὐτὸ ὄχι μόνο ἀθωώνεται καὶ ἀναγνωρίζεται ἡ Οὐνία, τὴν ὁποία προηγουμένως καὶ μὲ δική μου σημαντικὴ συμβολὴ καταδικάσαμε στὸ Freising τοῦ Μονάχου ἐν ὁλομελείᾳ Ὀρθόδοξοι καὶ Ρωμαιοκαθολικοί (1991), ἀλλὰ ἐπὶ πλέον γιὰ πρώτη φορὰ «Ὀρθόδοξοι» ἱεράρχες καὶ θεολόγοι ἀναγνωρίζουν τὸν Παπισμὸ ὡς ἐκκλησία μὲ ἀποστολικὴ διαδοχή, ἔγκυρα μυστήρια καὶ συνυπεύθυνο μαζὶ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Μαζὶ μὲ ἄλλα μου δημοσιεύματα σᾶς ἀπέστειλα παλαιότερα καὶ τὸ βιβλίο μου αὐτὸ γιὰ τὴν Οὐνία, ἀλλὰ μᾶλλον ἢ δὲν τὸ διαβάσατε ἢ συμφωνεῖτε μὲ τὸ κείμενο τοῦ Balamand ποὺ τὴν ἀθώωσε[1]. Ἡ ἀπόφαση τοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου γιὰ τὴν ἀπόλυσή μου ἐνισχύθηκε καὶ ἀπὸ ἄλλους λόγους· ἐν πρώτοις, διότι διεμήνυσα ὅτι στὸ ἑξῆς δὲν θὰ συντάσσω πατριαρχικοὺς λόγους, διαμαρτυρόμενος γιὰ τὴν κακὴ πορεία τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, καὶ ἐπίσης, διότι ἐπρωτοστάτησα τὸ 2001 εἰς τὸ νὰ μὴν ἔλθει ὁ πάπας στὴν Ἑλλάδα μὲ συναγωνιστὰς τὸ σύνολο σχεδὸν τότε τῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ πλῆθος ἄλλο ἀρχιερέων, ἱερέων, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς μοῦ ἀπέστειλαν συγχαρητήρια διὰ τοὺς ἀγῶνες, καὶ μόνο σεῖς τότε, ὡς μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως, μοῦ ἀποστείλατε ἐπιτιμητικὴ ἐπιστολή, γεμάτη χολὴ καὶ πικρία, γιατὶ παρεμπόδιζα τὴν ἔλευση τοῦ πάπα. Μετὰ μάλιστα τὴν πραγματοποιηθεῖσα βλάσφημη καὶ καταστροφικὴ ἐπίσκεψή του, ἀπευθυνόμενος πρὸς ἐμᾶς τοὺς ἀντιδρῶντες ἐρωτούσατε: «καὶ τί ἐπάθαμε ποὺ ἦλθε ὁ πάπας στὴν Ἑλλάδα;».
Ἡ ὀργὴ τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου ἐναντίον μου, ποὺ τελικὰ τὸν ὁδήγησε στὴν ἀπόλυσή μου, κορυφώθηκε, ὅταν ὀργανώσαμε, τό «Τμῆμα Ποιμαντικῆς καὶ Κοινωνικῆς Θεολογίας» καὶ ἡ «Ἑταιρεία Ὀρθοδόξων Σπουδῶν», ἀπὸ 20-24 Σεπτεμβρίου τοῦ 2004, «Διορθόδοξο Θεολογικὸ Συνέδριο» μὲ τίτλο «Οἰκουμενισμός. Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις». Στὸ ἱστορικὸ αὐτὸ συνέδριο ἔλαβαν μέρος μὲ εἰσηγήσεις περὶ τοὺς πενήντα (50) εἰσηγητές, ἀρχιερεῖς, ἡγούμενοι, ἄλλοι κληρικοὶ καὶ μοναχοί, καθηγητὲς Θεολογικῶν καὶ ἄλλων Σχολῶν ἀπὸ τὴν ἀνὰ τὴν Οἰκουμένη Ὀρθοδοξία. Ἡ ἐπιτυχέστατη διεξαγωγὴ τοῦ συνεδρίου μὲ τὸν μεγάλο ἀριθμὸ εἰσηγητῶν καὶ τὴν σημαντικώτατη θεματολογία, ὡς καὶ ἡ ἀπήχηση στὸ ἐκκλησιαστικὸ πλήρωμα, δικαίωσαν τὴν διαπίστωση ὅτι ἀποτέλεσε τὴν πρώτη σοβαρὴ ἐπιστημονικὴ καὶ συλλογικὴ ἀπομύθευση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ[2]. Τὰ Πρακτικὰ τοῦ συνεδρίου μὲ τὰ τολμηρὰ καὶ θαρραλέα Πορίσματα ἔχουν ἤδη κυκλοφορηθῆ σὲ δύο ὀγκώδεις τόμους[3].
(Συνεχίζεται)
No comments:
Post a Comment