ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΛΑΤΡΕΙΑΣ
ΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΟΔΟ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ
Του Μητροπολίτη Ηλείας Γερμανού
=================
Υπεστηρίχθη από τον Σεβ. Μητροπολίτην Νικοπόλεως και Πρεβέζης κ. Μελέτιον, ότι η μεταγλώττισις των κειμένων της Λατρείας μας είναι αποκλειστικό δικαίωμα εκάστου Επισκόπου και όχι της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Όμως ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι σύμφωνος με την Κανονική τάξι και παράδοσι της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Διότι η λειτουργική τάξις και η τελετουργική πράξις της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν είναι ένα απλούν ποιμαντικόν δικαίωμα του Επισκόπου, αλλά θέμα, καθήκον και υποχρέωσις της συνόλου Εκκλησίας. Αν ο κάθε Επίσκοπος είχε το δικαίωμα να καθορίζη το περιεχόμενο της Λατρείας και τον τρόπον τελέσεως αυτής, τότε η λατρεία μας θα είχε γίνη χίλια κομμάτια και άλλα τόσα οι χριστιανοί μας.
Ο Επίσκοπος όντως είναι κυρίαρχος, φρουρός και φύλαξ της Ορθοδόξου πίστεως στην Επισκοπή του, αλλ’ υπάρχουν και ζητήματα που πρέπει να λυθούν σε συνεργασία με τον Πρώτον και πάντας τους Επισκόπους ενός έθνους. Ο ΛΔ΄ Ἀποστολικός Κανών ιδού πως καθορίζει τις αρμοδιότητες του Επισκόπου, του Πρώτου και της Συνόδου των Επισκόπων.
«Τους Επισκόπους εκάστου έθνους, ειδέναι χρη τον εν αυτοίς πρώτον, και ηγείσθαι αυτόν ως κεφαλήν, και μηδέν τι πράττειν περιττόν άνευ της εκείνου γνώμης. Μόνα δε πράττειν έκαστον, όσα τη αυτού παροικία επιβάλλει, και ταις υπ’ αυτήν χώραις. Αλλά μηδέ εκείνος άνευ της πάντων γνώμης ποιείτω τι. Ούτω γαρ ομόνοια έσται, και δοξασθήσεται ο Θεός, διά Κυρίου εν Αγίω Πνεύματι, ο Πατήρ, και ο Υιός, και το άγιον Πνεύμα».
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ως εξής εξηγεί τον κανόνα τούτον:
«Καθώς, όταν η κεφαλή ασθενή, και δεν προβάλλη υγιαίνουσαν την ιδικήν της ενέργειαν, και τα επίλοιπα μέλη του σώματος κακώς έχουσιν, ή και άχρηστα γίνονται παντελώς: τέτοιας λογής, και όταν ο τάξιν επέχων κεφαλής εις την Εκκλησίαν, δεν έχη την πρέπουσαν εις αυτήν τιμήν, και όλον το λοιπόν σώμα της Εκκλησίας ατάκτως βέβαια έχει δια να κινηθή. Δια τούτο και ο παρών Κανών διορίζει. Ότι όλοι οι Επίσκοποι της κάθε επαρχίας πρέπει να γνωρίζουν εκείνον, οπού είναι πρώτος ανάμεσα εις αυτούς, ήτοι τον Μητροπολίτην και να νομίζωσιν αυτόν ως κεφαλήν ιδικήν των, και χωρίς την αυτού γνώμην να μη κάμνουσι κανένα πράγμα περιττόν: οπού δεν ανήκει δηλαδή εις τας ενορίας των Επισκοπών τους, αλλ’ υπερβαίνον αυτάς, αποβλέπει εις την κοινήν όλης της επαρχίας κατάστασιν καθώς, λόγου χάριν, είναι τα περί δογμάτων ζητήματα, αι οικονομίαι και διορθώσεις των κοινών σφαλμάτων, αι καταστάσεις και χειροτονίαι των Αρχιερέων, και άλλα παρόμοια. Αλλά να συνάγωνται εις τον Μητροπολίτην, και μαζί με αυτόν να συμβουλεύωνται διά τα τοιαύτα κοινά πράγματα, και εκείνο οπού ήθελε φανή περί αυτών καλλίτερον, κοινώς να αποφασίζηται. Ο καθένας από τους Επισκόπους, εκείνα μόνον να πράττη καθ’ εαυτόν, χωρίς την γνώμην του Μητροπολίτου του, όσα ανήκουσιν εις τα όρια της επισκοπής του, και εις τας χώρας, οπού εις την επισκοπήν του είναι υποκείμεναι. Καθώς όμως οι Επίσκοποι δεν πρέπει να πράττωσι κανένα πράγμα κοινόν χωρίς την γνώμην του Μητροπολίτου, έτσι παρομοίως και ο Μητροπολίτης, δεν πρέπει να κάμνη κανένα τοιούτον κοινόν πράγμα μόνος και καθ’ εαυτόν, χωρίς την γνώμην όλων του των Επισκόπων. Δια τι με τούτον τον τρόπον θέλει είναι ομόνοια και αγάπη, ανάμεσα και εις τους Επισκόπους, και Μητροπολίτας, και εις Κληρικούς, και εις Λαϊκούς. Εκ δε της ομονοίας ταύτης και αγάπης θέλει δοξασθή ο Θεός και Πατήρ, δια μέσου του Υιού αυτού, Κυρίου δε ημών Ιησού Χριστού, όστις εφανέρωσεν εις τους ανθρώπους το του Πατρός του όνομα, και την αγάπην ενομοθέτησε, λέγων: «Εν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί εστέ, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις». Και θέλει δοξασθή εν τω αγίω Πνεύματι, το οποίον διά της χάριτός του ήνωσεν ημάς εις μίαν πνευματικήν συνάφειαν. Ταυτόν ειπείν, εκ της ομονοίας ταύτης, θέλει δοξασθή η αγία Τριας, ο Πατήρ, ο Υιός, και το άγιον Πνεύμα, κατά την ευαγγελικήν φωνήν, την λέγουσαν:
«Ούτω λαμψάτω το φως ημών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα, και δοξάσωσι τον Πατέρα ημών τον εν τοις ουρανοίς» (1).
Έτσι την διαφωνίαν Αποστόλου Πέτρου και Παύλου περί της τηρήσεως ή μη της περιτομής από τους εξ Εθνικών χριστιανούς έλυσε η Αποστολική λεγομένη Σύνοδος. Την δε διαφωνίαν μεταξύ Κλήμεντος Ρώμης και Πολυκάρπου Σμύρνης διά την ημερομηνίαν τελέσεως του Πάσχα έλυσε η Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος.
Ιδού τι γράφει ο επίτιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεώργιος Γαλίτης, σχετικά με το πώς έλυσαν την διαφοράν τους ο Απόστολος Πέτρος και ο Παύλος:
«Και οι μεγάλοι, και οι άγιοι μπορεί να διαφωνούν. Αν στη διαφωνία τους παρεισφρύσει η έλλειψη αγάπης, τότε μπορεί να είναι μεγάλοι, αλλά δεν είναι άγιοι. Οι άγιοι ακούνε και την αντίθετη πλευρά. Κι αν δεν πεισθούν, δεν καταφεύγουν στον καταναγκασμό του τύπου: «εγώ είμαι ο υπεύθυνος ποιμένας, σε μένα έδωσε ο Χριστός τα κλειδιά του παραδείσου και μου ανέθεσε την ευθύνη για την ποίμνη του, είμαι το αφεντικό, η γνώμη μου είναι η σωστή, είμαι αλάθητος, αυτό πιστεύω και αυτό αποφασίζω...». Όχι! Η Εκκλησία διοικείται συνοδικά, τουτέστι δημοκρατικά, αυτή είναι η βασική εκκλησιολογική αρχή της διαποίμανσης της Εκκλησίας, κανείς δεν κατέχει μόνος του και αλαθήτως την Αλήθεια. Η Αλήθεια είναι ο Χριστός, και το Σώμα του Χριστού είναι η Εκκλησία. Μόνον η Εκκλησία εν συνόδω οικουμενική, συνεχίζοντας την αποστολική παράδοση ως αποστολική Εκκλησία, μπορεί να αποφανθεί αλαθήτως και να ορίσει την Αλήθεια. Γιατί το Πνεύμα της Εκκλησίας είναι το άγιο Πνεύμα, «το Πνεύμα της Αληθείας», το οποίο οδηγεί την Εκκλησία «εις πάσαν την αλήθειαν» ( Ιω. 16,13)» (2).
Όντως το περί της Λατρείας ζήτημα, της γλώσσης και της τάξεως αυτής, είναι θέμα όχι του κατά τόπον Επισκόπου, αλλά της Συνόδου των Επισκόπων. Τούτο με σαφήνεια έχουν λύσει οι Ιεροί Κανόνες Τοπικών μεν Συνόδων, οι οποίοι όμως έχουν επικυρωθή από τον Β΄ Κανόνα της ΣΤ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Συγκεκριμένα ο ΡΙΔ΄ Κανόνας της εν Καρθαγένη Συνόδου ορίζει: «Ήρεσε και τούτο, ώστε τας κεκυρωμένας εν τη Συνόδω ικεσίας, προοίμια, είτε υποθέσεις, είτε παραθέσεις, είτε τας της χειρός επιθέσεις, από πάντων εκτελείσθαι και παντελώς άλλας κατά της πίστεως μηδέποτε προενεχθήναι. αλλ’ αίτινες δήποτε από των συνετωτέρων συνήχθησαν, λεχθήσονται» (3).
Ιδού τι καθορίζει και ο ΙΗ΄ Κανόνας της Λαοδικείας. «Περί του την αυτήν λειτουργίαν των ευχών πάντοτε και εν ταις εννάταις και εν ταις εσπέραις οφείλειν γίνεσθαι» (4).
Επομένως σύμφωνα με την Κανονικήν τάξιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας η Λειτουργική αλλαγή είναι θέμα όλης της Εκκλησίας και όχι εκάστου Επισκόπου. Δια τούτο την απόφασιν της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος να παραμείνουν τα κείμενα της Λατρείας μας αμεταγλώττιστα, έχουν υποχρέωσι να τηρήσουν πάντες οι Επίσκοποι της Εκκλησίας της Ελλάδος, όχι μόνον διότι άλλως υπέχουν Κανονικήν ευθύνην, αλλά κυρίως διότι έτσι επικρατεί ειρήνη στην Εκκλησία, οικοδομούνται οι πιστοί και δοξάζεται το όνομα του Τριαδικού Θεού ημών.
YΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
_______________
1. ΠΗΔΑΛΙΟΝ,Έκδοσις ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ, 1982, σελ. 36 και εξής.
2. Περιοδικόν ΑΝΑΠΛΑΣΙΣ, Τεύχος 447, Μάϊος - Ιούνιος 2010, σελίς 69.
3.ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σελίδα 518.
4. ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σελίδα 427. Ίδετε και δημοσίευμα: Παναγιώτου Ι. Μπούμη, Ομοτίμου Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών , Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ ΤΩΝ ΚΑΘΙΕΡΩΜΕΝΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, εν ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ, της 16-7-2010, σελίδα 3 και 4, ένθα παρατίθενται και αι σχετικαί των ανωτέρω δύο Κανόνων ερμηνείαι του αγίου Νικοδήμου και του Βαλσαμώνος.
No comments:
Post a Comment