Thursday, August 18, 2016

Η «ΣΥΝΟΔΟΣ» ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΝΟΘΟΣ ΚΑΡΠΟΣ ΕΞΩΣΥΖΥΓΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ Α΄


Η «ΣΥΝΟΔΟΣ» ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΝΟΘΟΣ ΚΑΡΠΟΣ ΕΞΩΣΥΖΥΓΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ 
Α΄

Tου Πρωτοπρεσβύτερου Θεόδωρου Ζήση
=====

1. Ἡ Κωνσταντινούπολη ἐγκαταλείπει τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ ἀναγνωρίζει ἐκκλησιαστικότητα στοὺς αἱρετικούς

Ὁ συνοδικὸς θεσμὸς δὲν ἔπαυσε ποτὲ νὰ λειτουργεῖ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ μετὰ τὶς θεωρούμενες ἀπὸ ὅλους ἑπτὰ οἰκουμενικὲς συνόδους, μὲ τελευταία τὴν Ζ´ τῆς Νικαίας (787), καὶ τὶς μετὰ ταῦτα θεωρούμενες ἀπὸ πολλούς ὡς Η´ καὶ Θ´, τὴν ἐπὶ Μ. Φωτίου δηλαδὴ τὸ 879 καὶ τὴν ἐπὶ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ τοῦ 1341/1351, συνῆλθαν πολλὲς σύνοδοι μὲ εὐρύτερη ἢ μικρότερη σύνθεση καὶ μὲ σπουδαῖο συνοδικὸ ἔργο.

᾽Ακόμη καὶ κατὰ τὴν Τουρκοκρατία καὶ σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ 19ου αἰῶνος πάμπολλες σύνοδοι, μὲ τὴν συμμετοχὴ τὶς περισσότερες φορὲς καὶ τῶν πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καὶ Ἱεροσολύμων ὡς καὶ ἱεραρχῶν ἀπὸ τὰ πρεσβυγενῆ αὐτὰ πατριαρχεῖα, ἀντιμετώπισαν τὰ ἀνακύψαντα θέματα στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαίτερα τὸν προσηλυτισμὸ Ὀρθοδόξων πιστῶν ἀπὸ παπικοὺς καὶ προτεστάντες ἱεραποστόλους. Δὲν ἔπαυσε πάντως ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὑπὸ καθεστὼς δουλείας καὶ αἰχμαλωσίας, νὰ ὀργανώνει μὲ τὴν δέουσα ἱεροπρέπεια τὰ τῆς διοικήσεως καὶ τῆς λατρείας της. Πλὴν τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Ρωσίας, ὅλες σχεδὸν οἱ ὀρθόδοξες χῶρες ἦσαν ὑπὸ τὸν Ὀθωμανικὸ ζυγό.

Ἡ παρακμὴ τῶν Ὀθωμανῶν καὶ ἡ δημιουργία νέων κρατῶν, μὲ τὴν παραχώρηση αὐτοκεφαλίας στὶς κατὰ τόπους ἐκκλησίες, ἐμείωσαν τὸ ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως καὶ περιόρισαν τὴν δικαιοδοσία της, ἔδωσαν ὅμως νέα δυναμικὴ στὰ νέα ὀρθόδοξα κράτη νὰ ὀργανώσουν ἐλεύθερα τὰ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου καὶ νὰ λαμπρύνουν τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ ζωή. Οἱ μεταξύ τους βέβαια ἀνταγωνισμοὶ καὶ ἐθνοφυλετισμοί, ποὺ ἔφθασαν κάποιες φορὲς καὶ μέχρι τῶν πολεμικῶν συγκρούσεων, παρεμπόδιζαν τὴν ἔκφραση τῆς ἑνότητας τῶν αὐτοκεφάλων ἐκκλησιῶν καὶ ἔδιναν τὴν εἰκόνα μιᾶς διεσπασμένης Ἐκκλησίας, μολονότι δὲν ὑπῆρχε τίποτε ποὺ νὰ τὶς χωρίζει στὸ δόγμα, στὴ λατρεία καὶ στὴν διοίκηση. Ἡ μετὰ τοὺς βαλκανικοὺς πολέμους καὶ τὸν α´ παγκόσμιο πόλεμο σταθεροποίηση τῆς πολιτικῆς καταστάσεως δὲν διήρκεσε πολύ, διότι ἀκολούθησαν ἡ Ὀκτωβριανὴ Ἐπανάσταση τοῦ 1917 στὴ Ρωσία, ποὺ ἔθεσε τὴν μεγαλύτερη καὶ πιὸ δυνατὴ ὀρθόδοξη χώρα καὶ τὴν Ἐκκλησία της σὲ σκληρὸ ἀντιχριστιανικὸ διωγμό, δέσμια τῆς κομμουνιστικῆς δικτατορίας καὶ θηριωδίας, κατάσταση ποὺ ἐπεκτάθηκε σὲ λίγο καὶ στὶς ἄλλες βαλκανικὲς χῶρες, πλὴν τῆς Ἑλλάδος. Ἦλθε κατόπιν ἡ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ τοῦ 1922, μὲ τὰ ἑκατομμύρια τῶν Ἑλλήνων προσφύγων ποὺ ἐγκατέλειψαν τὶς πατρογονικές τους ἑστίες καὶ ἀπογύμνωσαν ἀπὸ ποίμνιο τὴν ἤδη ἀποδυναμωμένη ἀπὸ τὶς αὐτοκεφαλίες «Ἐκκλησία τῶν τοῦ Χριστοῦ πενήτων», ποὺ ἔγινε τώρα φτωχότερη.

Στὴν Δύση, ποὺ δὲν γνώρισε τὴν ἰσλαμικὴ τυραννία καὶ δικτατορία, ὁ Παπισμὸς γεμᾶτος ὑπερηφάνεια καὶ αὐτοπεποίθηση συγκάλεσε τὸ 1870 τὴν Α´ Βατικάνειο Σύνοδο ὡς Οἰκουμενική, καὶ ἐδογμάτισε τὸ πρωτεῖο καὶ τὸ ἀλάθητο τοῦ πάπα, ἐνῶ οἱ Προτεστάντες διηρημένοι καὶ διεσπασμένοι ὀργάνωσαν ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ 19ου αἰῶνος τὴν Οἰκουμενικὴ Κίνηση ποὺ ὁδήγησε στὴν ἐξωτερική τους ἔστω ἑνότητα στὸ λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν». Μέσα σ᾽ αὐτὲς τὶς παγκόσμιες καὶ διαχριστιανικὲς διεργασίες θελήσαμε καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ δώσουμε τὸ παρόν, γιὰ νὰ μὴν εἴμαστε δῆθεν ἀπομονωμένοι καὶ ἀποδυναμωμένοι, ἀλλὰ ὅλος μαζὶ ὁ χριστιανικὸς κόσμος, ἑνωμένος καὶ δυνατός, νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὴν διπλὴ ἀπειλὴ τοῦ ἀθεϊστικοῦ Κομμουνισμοῦ καὶ τοῦ ἐπιθετικοῦ Ἰσλάμ. Ἐγκαταλείψαμε ἔτσι τὴν παραδοσιακὴ ἀντιμετώπιση τῶν Δυτικῶν ὡς αἱρετικῶν, ἀλλὰ καὶ ὡς πολιτικὰ καὶ πολιτιστικὰ πιὸ ἐπικίνδυνων ἀπὸ τὸ Ἰσλάμ, καὶ ἀρχίσαμε νὰ ἐρωτοτροποῦμε μὲ τὴν Δύση μὲ τὴν περίφημη οἰκουμενιστικὴ ἐγκύκλιο τοῦ 1920, ποὺ ἀπέστειλε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ», ὀνομάζοντας γιὰ πρώτη φορὰ σὲ συνοδικὸ ἔγγραφο τοὺς αἱρετικοὺς Παπικοὺς καὶ Προτεστάντες ὡς «ἐκκλησίες»[1].

Κοντεύουν νὰ κλείσουν ἀπὸ τότε ἑκατὸ χρόνια, καὶ ἡ ἀντιπαραδοσιακὴ αὐτὴ καὶ ἐκκλησιολογικὰ ἀπαράδεκτη ἐκτροπὴ τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως νὰ μεταμορφώσει τὶς αἱρέσεις σέ «ἐκκλησίες», νὰ χορηγήσει μὲ συνοδικὸ ἔγγραφο ἐκκλησιαστικότητα στοὺς αἱρετικούς, ἀποκτᾶ τώρα μὲ τὴν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης πανορθόδοξη συνοδικὴ κατοχύρωση μὲ τὸ προβληματικὸ κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον», ποὺ διαιρεῖ καὶ διχάζει τὴν Ἐκκλησία. Ἡ αἰχμάλωτη τώρα στὸν Οἰκουμενισμὸ τῆς Δύσεως Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως προσπαθεῖ νὰ παρασύρει καὶ νὰ πείσει τὶς ἄλλες ὀρθόδοξες τοπικὲς ἐκκλησίες, ὡς προκαθημένη καὶ ὡς Μητέρα Ἐκκλησία τῶν νεωτέρων αὐτοκεφάλων ἐκκλησιῶν, ὅτι οἱ καιροὶ ἄλλαξαν, ὅτι ἡ Πατερικὴ Παράδοση καὶ οἱ Ἱεροὶ Κανόνες, ποὺ ἀπαγορεύουν τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ τὶς συμπροσευχές, πρέπει νὰ ἀλλάξουν, νὰ προσαρμοσθοῦν στὶς δῆθεν νέες ἀνάγκες τῶν καιρῶν, οἱ κήρυκες τῶν ὁποίων μοναδικὸ στόχο ἔχουν νὰ προκαλέσουν διαιρέσεις καὶ σχίσματα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸ νὰ ἀρνοῦνται τὴν ἀποκλειστικότητα τῆς σωτηρίας ἐν Χριστῷ καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀποκλειστικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς τῆς μόνης Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὄντως ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς δι᾽ Αὐτοῦ σωτηρίας.

(Συνεχίζεται)

No comments:

Post a Comment