Συνέντευξη του Καθηγητή κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη, «ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
Στά θέματα τῆς πίστεως πρέπει νά μιλᾶμε
________
Καθηγητής: Στήν Ἐκκλησία μας δηλαδή δέν ἔχουμε πρόβλημα. Δέν παύει νά ὑπάρχει ὁ Ἅγιος, ὡς Ἅγιος καί νά ἐπιβεβαιώνεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός καί ἡ Ἐκκλησία δι’ αὐτοῦ. Καί αὐτό εἶναι τό οὐσιαστικότερο μέρος. Ἔτσι, γιά νά ξέρουμε τί εἶναι μία Σύνοδος, καί τί εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή, καί τό Θεανθρώπινο αὐτό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Γιά νά μήν ἔχουμε οὔτε περιδεᾶ συνείδηση, οὔτε νά φοβόμαστε. Καί προσέξτε, ἐπειδή ἔχω ἀκούσει ἐκφράσεις -δέν ξέρω σέ ποιά ἔκταση κυκλοφοροῦν, ἀλλά τό ἄκουσα σέ πολλά μέρη- νά μήν μιλοῦν, λένε, οἱ πιστοί γιά αὐτά τά πράγματα, γιά τά ὁποῖα τώρα μιλοῦμε ἐμεῖς, γιατί αὐτό ἀποτελεῖ κατάκριση. Σᾶς τό λέγω ὡς καθηγητής τῆς Δογματικῆς. Αὐτό εἶναι ὐποχρέωσή μας καί δέν ἀποτελεῖ κατάκριση. Τό νά μιλοῦμε γιά ἐκεῖνα, πού ἀφοροῦν τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξάρτητα ἄν ἔχουν ἄμεση ἀναφορά, ἄν φωτογραφίζουν ἤ κατονομάζουν πρόσωπα, αὐτό εἶναι ὑποχρεωσή μας. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος σέ σχόλιό του στήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή: «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν... ὧν ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τήν πίστιν». Δηλαδή, δέν κάνουμε ἄκριτα ὑπακοή, ἀλλά ἐξετάζουμε μέ βάση αὐτήν τήν γρηγοροῦσα συνείδηση, ἄν αὐτά πού λέγονται ἀπό πρόσωπα ἤ καί θεσμό, ὁλόκληρη Σύνοδο, συνάδουν μ’ αὐτά, πού εἶπε ὁ Χριστός καί διαχρονικῶς ὑπάρχουν στήν Ἐκκλησία διά τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί διά τῆς συμφωνίας τῶν Πατέρων.
Αὐτά ὅμως, πού μᾶς εἰσηγοῦνται οἱ Ὀρθόδοξοι οἰκουμενιστές, καί τό λέγω αὐτό μετά λόγου γνώσεως, ὄχι μόνο δέν συμφωνοῦν, ἀλλά εἶναι καί ἀντίθετα, ὅπως οἱ συμπροσευχές τους. Οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι ὁρίζουν τήν καθαίρεση καί τόν ἀφορισμό αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι τά κάνουν. Δέν ἔχει σημασία, ποιοί εἶναι αὐτοί. Τό ἄν αὐτό τό πρᾶγμα δέν ἔχει γίνει ἀκόμη, εἶναι θέμα τυπικό, ὅπως εἶπα καί γιά τήν ἁγιοκατάταξη. Ἀντιστοίχως, ἰσχύει καί ἐδῶ τό ἴδιο πρᾶγμα.
Ἄρα, ἡ κατάκριση ἀναφέρεται, λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, στό βίο. Δέν θά ἀσχολεῖσαι μέ τόν βίο τῆς καθημερινότητας τοῦ ἄλλου, ἄν τυχόν αὐτός δέν εἶναι καθαρός κ.τ.λ. Γιατί ἐκεῖνο εἶναι κατάκριση. Κριτής εἶναι μόνον ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος γνωρίζει κ.τ.λ. Δέν θά σφετεριστοῦμε, δηλαδή, αὐτό τό δικαίωμα τό μοναδικό, πού ἔχει ὁ Χριστός. Γιά τά θέματα τῆς πίστεως ὅμως ὀφείλουμε νά μιλήσουμε. Καί μάλιστα μᾶς τό λέει καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί»· ἄρα, μέ ἐνεργό τήν παρουσία Του μέσα μας, δηλαδή ὁ Χριστός ὁμολογεῖ τότε. Δηλαδή, ἐάν δέν τό κάνουμε, δέν σημαίνει ὅτι εἴμαστε εὐσεβεῖς, ἐπειδή δέν θέλουμε νά μιλᾶμε καί δέν θέλουμε νά ξέρουμε καί δέν θέλουμε νά ἐνημερωνόμαστε γιά αὐτά τά πράγματα, ἀλλά θά κριθοῦμε, γιατί δέν δίνουμε τήν πρέπουσα ὁμολογία. Δέν ἔχει σημασία ἡ θέση τῶν κρινομένων αὐτῶν ἀνθρώπων μέσα στήν Ἐκκλησία. Γιά φανταστεῖτε, μέ αὐτήν τήν συλλογιστική νά γινόταν τό ἴδιο πρᾶγμα, ἐπειδή ὁ Ἄρειος ἦταν κληρικός, ἐπειδή ὁ Νεστόριος ἦταν Πατριάρχης. Καί πάει λέγοντας. Δέν κάνουμε τίποτε αὐθαίρετο, εἶναι νομιμοποιημένο καί ἐπιβεβλημένο ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στόν ὁποῖο παραπέμπει καί ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ἐπίσης λέει: «καί ἐγώ ὁ ἴδιος ἄν ἔρθω καί σᾶς πῶ διαφορετικά ἀπό αὐτά πού σᾶς εἶπα, ἤ καί ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ, ἀνάθεμα ἔστω». Αὐτός εἶναι Βιβλικός λόγος. Δέν χωράει σμίκρυνση. Δέν χωράει στρογγύλεμα, οὔτε μποροῦμε νά τόν δοῦμε σχετικῶς. Εἶναι ἀπόλυτος.
Ἔτσι λοιπόν, αὐτά πού λέμε, τά λέμε μετά λόγου γνώσεως. Καί δέν εἶναι φανατισμός, αὐτό τό ὁποῖο λές, νά τό λές εὐθαρσῶς, ὅταν συμβαίνει νά εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἀρκεῖ νά τό λές τεκμηριωμένα. Ἀπεναντίας, φονταμενταλισμός καί φανατισμός εἶναι ἡ ἰδεοληψία. Ὅταν ἁπλῶς λές μιά ἰδεολογία, μιά ἄποψη ἀτεκμηρίωτα καί χρησιμοποιεῖς μάλιστα γιά τήν ἐπιβολή της τήν βία. Ἐμεῖς, προφανῶς, δέν ἔχουμε καμμιά σχέση μέ αὐτόν τόν τρόπο. Εὐθαρσῶς, βέβαια, μπορεῖ νά φωνάζουμε κιόλας, ἀλλά αὐτό δέν ἔχει καμμία σχέση μέ ἐγωϊσμό. Γιατί δέν μιλοῦμε γιά μᾶς, μιλοῦμε γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία καί μιλοῦμε, ἄν θέλετε, καί γιά τήν ταυτότητά μας, ἡ ὁποία εἶναι ἐν Χριστῷ.
Δημοσιογράφος: Εἶναι ἱερή μας ὑποχρέωση λοιπόν αὐτό. Νά μιλοῦμε γιά θέματα πίστεως. Νά μήν σκύβουμε τό κεφάλι, οὔτε νά μποῦμε σ’ αὐτό τό πνεῦμα τῶν τελευταίων πολλῶν ἐτῶν στήν Ἑλλάδα δυστυχῶς, τοῦ ὠχαδελφισμοῦ, κι ἐγώ τώρα θά πῶ, ἐγώ θά κάνω, εἶμαι σέ θέση ἐγώ νά ξέρω; Μᾶς εἴπατε ὅμως ἕνα πολύ ὡραῖο παράδειγμα μέ τούς ἁγίους μας. Ὅτι πρῶτα ἡ συνείδηση τοῦ κόσμου, τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι αὐτή πού πιστοποιεῖ τήν ἁγιότητα, καί ἔρχεται ἀργότερα καί ἡ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ἄν ἔρθει τελικά, νά τήν καταχωρήσει καί ἐπισήμως. Εἶναι ἀκριβῶς τό ἴδιο θέμα.
Καθηγητής: Ἔτσι θά ἔπρεπε νά ἐνεργήσει καί ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος, ἄν θέλει νά εἶναι Ἁγία καί Μεγάλη.
No comments:
Post a Comment