ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΤΙΣΤΕΙ ΙΣΛΑΜΙΚΟ ΤΕΜΕΝΟΣ
ΣΤΟ "ΣΗΜΕΙΟ ΜΗΔΕΝ"
Του π. Παντελεήμονα Μανουσάκη
===============
Στην Αμερική αυτή την στιγμή το πλέον επίμαχο ζήτημα της πολιτικής επικαιρότητος—απο της τηλεοπτικές εκπομπές και το talk radio μέχρι τις φοιτητικές εφημερίδες των Πανεπιστημίων—είναι η αμφιλεγόμενη ανέγερση του Τεμένους γύρω απο το σημείο στο οποίο έστεκαν κάποτε οι δίδυμοι πύργοι. Για το θέμα αυτό ακούει κανείς εξαντλητικές επιχειρηματολογίες υπέρ και κατά. Ας ξεκαθαριστεί, λοιπόν, πως ένα τέτοιο ζήτημα δεν μπορεί να εξαντληθεί εντός του πρακτικού ή νομικού πλαισίου. Το ερώτημα δεν είναι βεβαίως «εάν ένα Ισλαμικό Τέμενος θα έπρεπε να κτιστεί,» αλλά «εάν ένα Ισλαμικό Τέμενος θα έπρεπε να κτιστεί στο συγκεκριμένο σημείο». Είναι ένα ερώτημα που δεν έχει καμία σχέση με την συζήτηση περί θρησκευτικών ελευθεριών, αλλά με το κατά πόσο σώφρων είναι να παίξει κανείς με τους συγκεκριμένους συμβολισμούς που εμπλέκονται στην εν λόγω κίνηση.
Για να θέσουμε το ζήτημα εγγύτερα στο Ελληνικό κοινό: δεν θα αντιδρούσα στην ανέγερση Τεμένους στην Αθήνα (θέμα πρακτικό και νομικό), αλλά νομίζω πως θα αντιδρούσα αν το Τέμενος αυτό επροτείνετο ποτέ να ανεγερθεί επι του βράχου της Ακροπόλεως (θέμα συμβολισμού). Το ζήτημα και στις δύο περιπτώσεις είναι το κατά πόσο ευαίσθητος είναι κανείς στην συμβολική αξία που έχουν τέτοιες αποφάσεις, και στην γλώσσα των συμβόλων η ανέγερση του Τεμένους στο σημείο μηδέν μπορεί να έχει μόνο μία σημασία, αυτή του θριάμβου των αυτουργών επι των θυμάτων τους.
Αφήνω κατά μέρος ἀλλα επιχειρήματα κατά την ανεγέρσεως του Τεμένους, διότι μου φαίνονται ως μη αναγκαστικές υποθέσεις: Γίνονται τέτοιου είδους τεμένη χώρος εκκόλαψης της τρομοκρατίας; Πιθανώς, αλλά όχι αναγκαστικά. Θα καλυφθεί το διόλου ευκαταφρόνητο κόστος της ανεγέρσεως του συγκριμένου Τεμένους με παράνομα χρήματα που θα εισρεύσσουν απο το εξωτερικό; Ίσως, αλλά όχι κατ’ ανάγκην. Τέτοια επιχειρήματα μπορούν να συζητηθούν αλλά δεν μπορούν να ανατρέψουν την προκλητική ανέγερση Ισλαμικού οίκου προσευχής εκεί που εξτρεμιστές Ισλαμιστές αφαίρεσαν χιλιάδες αθώες ζωές. Το μήνυμα που ένα τέτοιο κτίριο στο συγκεκριμένο σημείο θα έστελνε κατά μήκος της Αμερικής, αλλά κυρίως στο εξωτερικό είναι μόνο ένα: αυτό του θριάμβου των αυτουργών επι των θυμάτων τους.
Η Αμερική είναι ένα νέο και νεαρό έθνος, δίχως το βάρος του μακραίωνου παρελθόντος ή των πληγών της συλλογικής μνήμης. Άλλοι λαοί με τέτοιο παρελθόν και με τέτοια μνήμη θα μπορέσουν εύκολα να αποκρυπτογραφήσουν το τί σημαίνει να κτίζεις (και μάλλιστα Τζαμί) εκεί που καμιά ανάγκη δεν το υπαγορεύει.
Στην Ιστορία όπου αυτοκρατορίες ανέρχονται και καταλύονται και όπου νέες θρησκείες έρχονται να αντικαταστήσουν τις προηγούμενες, το να κτίσεις σε ένα συγκεκριμένο σημείο (για παράδειγμα, επί των ερειπίων του Ιουδαϊκού Ναού στην Ιερουσαλήμ), όπως και το να κτίσεις μεταχειριζόμενος έτοιμο υλικό παλαιοτέρων κτισμάτων (για παράδειγμα, θραύσματα εθνικών ναών αναπροσαρμοσμένα σε εκκλησίες), όπως και το να μετατρέψεις την χρήση ενός κτίσματος σε άλλη (για παράδειγμα, το Πάνθεον την Ρώμης ή ο καθεδρικός ναός της Αγ. Πετρούπολης μετατραπείς σε «Μουσείο του Αθεϊσμού» υπό της Σοβιετικής αρχής) δεν αποτελούν τυχαίες κινήσεις, λύσεις υπαγορευμένες απο πρακτικά προβλήματα και ανάγκες. Δεν υπήρχαν άλλα μέρη στην Ιερουσαλήμ όταν ο πρώτος Χαλίφης της πόλης αποφασίζει να εγείρει το μουσουλμανικό Τέμενος επί των ερειπίων του ναού του Σολωμόντος; Και δεν υπήρξε άλλο αρχιτεκτονικό μοντέλο για να ακολουθήσει ο Θόλος του Βράχου απο τον τρούλο του Παναγίου Τάφου, τον οποίον, μιμούμενος, ανταγωνίζετο; Και όταν ο Μωχάμετ ο Β’ εισήλθε εις την Κωνσταντινούπολη επέλεξε να μετατρέψει την αγ. Σοφία σε τζαμί διότι αδυνατούσε να κτίσει ο ίδιος καινούργιο κτίριο για αυτό το σκοπό ή διότι δεν υπήρχε άλλο στην Κωνσταντινούπολη για να μετατραπεί; Τα παραδείγματα στο οποία έχω αναφερθεί και πλήθος άλλων παρόμοιων περιπτώσεων μαρτυρούν πως οι πράξεις αυτές υπαγορεύθηκαν απο ιδεολογικά κριτήρια, εύγλωττες διαφημιστές των οποίων εγίνοντο οι σιωπηρές πέτρες και τα ξύλα των εν λόγῳ οικοδομημάτων. Η πρακτική είναι γνωστή στους ιστορικούς της τέχνης με το όνομα των spolia ή των σκύλων (το σκύλον, τα σκύλα) δια των οποίων ο αυτουργός—είτε Ρωμαίος, είτε Έλληνας, είτε Χριστιανός, είτε Μουσουλμάνος) διακηρύσσει την νίκη του επι των θυμάτων του.
Συνεπώς, θα ήταν αφελές το να πιστέψουμε πως η ανέγερση Τεμένους σε έναν τόπο τόσο πλούσιο σε συμβολισμό, υπομνημιστικό τρομερών θυμήσεων και συναισθημάτων θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως οτιδήποτε άλλο παρά ως μνημείο. Μνημείο, όμως, που δεν θα μνημονεύει τις χαμένες ζωές που τυφλά αφαίρεσαν τα τρομοκρατικά χτυπήματα, ούτε τον ηρωισμό όσων χάθηκαν στην υπηρεσία των άλλων, ακόμα δε λιγότερο δεν θα αποτελέσει μνημείο της ειρηνικής συνύπαρξης των θρησκειών εκεί όπου εγκλήματα διαπράχθησαν στο όνομα της θρησκείας. Το τέμενος στο σημείο μηδέν, εάν ποτέ οικοδομηθεί, θα αποτελέσει μνημείο του θριάμβου των αυτουργών επι των θυμάτων τους.
(Απόσπασμα ευρύτερου άρθρου)
ΠΗΓΗ:
Πύλη εκκλησιαστικών ειδήσεων ΑΜΗΝ
ΤΟ Α΄ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΠΟΥ ΠΑΡΕΛΗΦΘΗ
ReplyDeleteΤα Κρουασάνς, ή Γιατί δεν θα πρέπει να κτιστεί Ισλαμικό Τέμενος στο σημείο μηδέν
Του Διακ.Παντελεήμονος Μανουσάκη, Επικούρου Καθηγητού Φιλοσοφίας (Κολλέγιο του Τιμίου Σταυρού)
Μου αρέσουν τα κρουασάνς. Κάθε φορά που τα απολαμβάνω, πράγμα το οποίο συμβαίνει περισσότερο συχνά απ’ όσο ίσως θα έπρεπε, «αναπολώ» την 11η Σεπτεμβρίου. Και συγκεκριμένα την 11η Σεπτεμβρίου του 1683. Μια ημερομηνία πιθανώς άγνωστη στους περισσοτέρους, η οποία ακόμα και αν έφερνε κάτι στο μυαλό ορισμένων, την επισκίασε εκείνη η αποφράς ημέρα του 2001. Οι γευστικές μου αναπολήσεις αφορούν την νίκη της Ιεράς Συμμαχίας κατά των δυνάμεων του Μουσταφά Πασά. Στην αποφασιστική για την Ιστορία της νεοτέρας Ευρώπης μάχη, η Ισλαμική Οθωμανική Αυτοκρατορία της εποχής αντιμετώπισε επι ευρωπαϊκού εδάφους, στην Βιένη—θα μπορούσαμε κανείς να πεί στο Μανχάταν της Ευρώπης του 19ου αιώνος—την, τότε ακόμη χριστιανική, Ευρώπη. Η ημέρα ήταν 11 Σεπτεμβρίου. Όσοι εκτιμούν την λεπτή ειρωνία της Ιστορίας θα έχουν κάτι να σκεφτούν για την περίεργη αυτή σύμπτωση. Έκτοτε η εξής ιστορία κυκλοφορεί η οποία συνδέει το ταπεινό κρουασάν—την προτίμησή μου στο οποίο ομολογώ πως δεν μπορώ να κρύψω—με την ιστορική μάχη της Βιένης. Λέγεται, λοιπόν, πως οι Βιενέζοι γιόρτασαν την νίκη τους με τον τρόπο που γνώριζαν καλύτερα απ’όλους: επινοώντας ένα καινούργιο γλύκισμα το οποίο εμπνεύστηκαν, όπως όνομα και σχήμα μαρτυρούν, απο το ιερό σύμβολο του Ισλάμ, την ημισέληνο.
Κατά πόσο αυτή η ιστορία είναι «αληθινή» δεν έχει φυσικά καμία σημασία. Είμαι διατεθειμένος να την δεχθώ με το συμβολικό νόημά της, ευγνωμονώντας κάθε φορά που δοκιμάζω ένα απ’αυτά, τους Βιενέζους αρτοποιούς για την επινόησή τους.
Στην μικρή αυτή ιστορία που μόλις αφηγήθηκα, το κρουασάν δεν είναι απλώς ένα αντικείμενο της πραγματικότητας, εξάρτημα, για παράδειγμα, του πρωϊνού μας, αλλά αποκτά νόημα και σημασία μιάς διαφορετικής τάξης, αυτής του συμβόλου. Ο συμβολισμός αποτελεί φυσικά αναπόσπαστο μέρος του βίου, δημόσιου και ιδιωτικού, της γλώσσας και βεβαίως της θρησκείας. Σκεφτείτε τον άρτο και τον οίνο ή το σημείο του σταυρού, το δαχτυλίδι που ανταλάσσουν μεταξύ τους δύο άνθρωποι. Κάποια σύμβολα διατηρούν την αξία τους, άλλα είναι προδιαγεγραμμένα να την απολέσουν βραχυπρόθεσμα: το κρουασάν και η μόδα είναι παραδείγματα της τελευταίας κατηγορίας. Αυτό που έχει σημασία είναι πως το πούρο δεν είναι πάντοτε απλώς ένα πούρο, για να παραλάξουμε την γνωστή Φροΰδεια ρήση. Αγνοώντας τον συμβολισμό των πράξεών μας και εντάσσοντάς τες σε ένα μονοδιάστατο πλαίσιο που θα τους αναγνώριζε μόνο την πρακτική τους ή την νομική τους σημασία εθελοτυφλούμε ως προς την αλήθεια και την ισχύ του συμβολισμού.