OΡΘΟΔΟΞΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ
ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΚΕΨΕΩΣ ΤΩΝ ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΩΝ
ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ – ΣΑΜΠΕΖΥ, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2016
Του Ἀρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου
Ἱεροκήρυκος Ἱ. Μ. Πατρῶν
Δρος Θεολογίας
=====
Κατόπιν τῆς ἀνακοινώσεως τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνάξεως τῶν Προκαθημένων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὸ Σαμπεζὺ τῆς Γενεύης (21-28 Ἰανουαρίου 2016) καὶ ἐν ὄψει τῆς συγκλήσεως τῆς λεγομένης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τὸν Ἰούνιο ἐ.ἔ. στὴν Κρήτη, θὰ ἤθελα ὡς κανονολόγος νὰ τοποθετηθῶ κυρίως ὡς πρὸς τὰ θέματα, τὰ ἀφορῶντα στὶς σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὡς τῆς Μόνης Ἐκκλησίας μετὰ τῶν αἱρετικῶν ὁμάδων τῶν ἀποκεκομμένων ἀπὸ τὸ Σῶμα της.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ
______
Στὶς περισσότερες παραγράφους τοῦ προαναφερθέντος κειμένου ὑπογραμμίζεται ἡ εὐθύνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν καὶ μάλιστα τῶν χριστιανικῶν «ἐκκλησιῶν καὶ ὁμολογιῶν». Ἀπαντοῦμε ὡς πρὸς αὐτὴ τὴν ἀναφορά:
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία καὶ τοῦτο γιατὶ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἕνα. «Μεμέρισται ὁ Χριστός;» (A´Κορ. 1, 13). Ὁ καθηγητὴς καὶ ἐπίσκοπος Νικόδημος Μίλας γράφει ἐπ᾽ αὐτοῦ: «Ἐπειδὴ μία κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχει, δηλονότι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, δέον ἡ Ἐκκλησία, ἡ τὸ σῶμα αὐτοῦ ἀποτελοῦσα, νὰ ᾖ ἑνιαία, μία» (Ἐκκλησιαστικὸν Δίκαιον, σ. 294).
Ὅλα τὰ ἄλλα μορφώματα, τὰ ὁποῖα αὐτοαποκαλοῦνται «Ἐκκλησίες», εἶναι ὁμάδες ἀποκεκομμένες ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς μίας, αγίας, καθολικής καὶ αποστολικής Εκκλησίας. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ ὀνομάζει κάθε ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ μορφώματα «Ἐκκλησία» τοποθετεῖται αὐτομάτως στὸν χῶρο τῆς αἱρέσεως.
Ὁ 95ος κανόνας τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου διακελεύει: «Τοὺς προστιθεμένους τῇ ὀρθοδοξίᾳ, καὶ τῇ μερίδι τῶν σωζομένων ἀπὸ αἱρετικῶν, δεχόμεθα κατὰ τὴν ὑποτεταγμένην ἀκολουθίαν καὶ συνήθειαν [...] διδόντας λιβέλλους, καὶ ἀναθεματίζοντας πᾶσαν αἵρεσιν μὴ φρονοῦσαν, ὡς φρονεῖ ἡ ἁγία τοῦ Θεοῦ καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ ἐκκλησία...» (Σύνταγμα Θείων καὶ Ἱερῶν Κανόνων, τ. 2, σ. 529-530. Βλ. καὶ 2ο κανόνα Β´ Οἰκουμ. Συνόδου, ὅπ. π. σ. 187).
Δὲν εἶναι δυνατὸν κάποιοι νὰ ἀφαιροῦν ἢ νὰ προσθέτουν στὰ ὅσα διακελεύει ἡ Ἐκκλησία μέσῳ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν τοπικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖες ἔλαβαν οἰκουμενικὸ κῦρος μὲ τὸν 2ο κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ νὰ παραμένουν «Ἐκκλησία».
Ἐξάλλου, αὐτὸ διετράνωσαν οἱ συμμετασχόντες στὴν Ζ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο Πατέρες: «Μετὰ πάσης τοίνυν ἀκριβείας ἐρευνήσαντές τε καὶ διασκεψάμενοι, καὶ τῷ σκοπῷ τῆς ἀληθείας ἀκολουθήσαντες, οὐδὲν ἀφαιροῦμεν, οὐδὲν προστίθεμεν, ἀλλὰ πάντα τὰ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἀμείωτα διαφυλάττομεν· καὶ ἑπόμενοι ταῖς ἁγίαις οἰκουμενικαῖς ἓξ συνόδοις [...] ἐπακολουθοῦντες τῇ θεηγόρῳ διδασκαλίᾳ τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν καὶ τῇ παραδόσει τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας, τοῦ γὰρ ἐν αὐτῇ οἰκήσαντος Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ταύτην γινώσκομεν» (Mansi 13, 376).
ΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΜΕΤΑ ΜΙΑΝ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΑΝ ΝΟΥΘΕΣΙΑΝ ΠΑΡΑΙΤΟΥ
___________
Kατ᾽ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὡς κατέχουσα τὴν ἀλήθεια δὲν ἐπιζητεῖ τὴν ἀνεύρεση «κοινῶν στοιχείων τῆς χριστιανικῆς πίστεως» μετὰ τῶν αἱρετικῶν, ἀλλὰ τὴν ἀποδοχὴ ἐκ μέρους αὐτῶν τῆς ὅλης Εὐαγγελικῆς καὶ Πατερικῆς ἀληθείας. Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος, γράφοντας στὸν Τίτο καὶ ἀναφερόμενος στοὺς αἱρετικούς, ἐντέλλεται: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει, ὢν αὐτοκατάκριτος» (Τίτ. 3, 10). Kι αὐτὸ γιατί, κατὰ τὸν Θεοδώρητο Κύρου, εἶναι ἀνώφελο - «ἀνόνητος ὁ πόνος» (PG 82, 869) - νὰ ἐπιδιώκωνται συνομιλίες μὲ ἤδη διεστραμμένους ἐκ τῆς αἱρέσεως νόες. Γι᾽αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ἐπιμένει: «Τοῖς γὰρ ἅπαξ ὁλοτρόπως ἀπονενευκόσι πρὸς ἀπάτην καὶ φενακισμόν, καὶ κεκρατημένοις τῷ ψεύδει περιττός που τάχα καὶ τῶν ὠφελεῖν εἰωθότων ὁ λόγος» (PG 70, 784).
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, σύμφωνα μὲ τὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ, δὲν εἶναι μουσεῖο νεκρῶν ἀποθεμάτων, ἀλλὰ οὔτε ἑταιρεία ἐρευνῶν. Κατὰ παρόμοιο τρόπο, οὔτε ἡ Ὀρθόδοξος πίστη εἶναι κειμήλιο τοῦ παρελθόντος, ἀλλὰ συνιστᾶ τὴν «μάχαιραν τοῦ πνεύματος» (Ἐφεσ. 6, 17. Βλ. Γ. Φλωρόφσκυ, Ἁγ. Γραφή, Ἐκκλησία, Παράδοση, Θεσ/νίκη 1976, σ. 43).
ΣΤΟΧΟΣ Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ
________
Αὐτονόητο εἶναι ὅτι ἐπιδίωξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δὲν εἶναι νὰ ἀγωνισθῆ γιὰ τὴν ἑνότητα, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἀποκοπέντων ἀπ᾽ αὐτὴν αἱρετικῶν καὶ ἡ ἐπανένταξή τους σ᾽ αὐτήν. Αὐτὸ ἄλλωστε ἀποδεικνύει καὶ ἡ ὀντολογικὴ ἀγάπη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους. Καὶ τοῦτο διότι ἡ ἀγάπη, γιὰ νὰ εἶναι ὄντως ἀγάπη, ὀφείλει νὰ εὑρίσκεται ἐντὸς τῆς ἀληθείας, ἀποκλείοντας κάθε πνεῦμα φιλαρεσκείας καὶ κοσμικότητος. Ἐκτὸς ἀληθείας δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξη πραγματικὴ ἀγάπη. Ἡ πραγματικὴ ἀγάπη δὲν ἐγκαταλείπει τὸν αἱρετικὸ στὴν πλάνη του, ἀλλὰ τὸν ἀνασύρει ἀπὸ τὸ βάραθρο τῆς ἀπωλείας, τείνοντας τὴν χεῖρα τῆς ἀληθείας. Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος προσδιορίζει τὰ ἀνωτέρω μὲ ἀκρίβεια: «Ἐὰν γὰρ τὴν ἀλήθειαν κρύψωμεν, οὐδὲν διαφέρομεν τῶν ψευδοπροφητῶν, οἳ ἐπλάνων τὸν λαόν, τὰ καταθύμια ἑκάστῳ λαλοῦντες. Οἱ δὲ τοῦ Θεοῦ Προφῆται, τὴν ἀλήθειαν κηρύσσοντες, ἐμισοῦντο καὶ ἀπεκτείνοντο» (Εἰς τὸ πρόσεχε σεαυτῷ, τ. 2, σ. 158).
Σὲ ἄλλη παράγραφο τοῦ κειμένου τῆς ἀνακοινώσεως τῶν Προκαθημένων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀναφέρεται ὅτι στόχος τῆς μελλούσης Συνόδου εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας. Ὁ ὅρος «ἀποκατάσταση» ἐνέχει τὴν ἀνασκευὴ τῶν ἀποφάσεων τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ὅμως, ὁ 2ος κανόνας τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου τονίζει: «Μηδενὶ ἐξεῖναι τοὺς προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας, ἢ ἀθετεῖν, ἢ ἑτέρους παρὰ τοὺς προκειμένους παραδέχεσθαι κανόνας» (Ράλλη – Ποτλῆ, Σύνταγμα, τ. 2, σσ. 309-310). Ἑπομένως, ὁ ὅλος ἀγώνας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας πρέπει νὰ ἀποβλέπη στὴν ἐπιστροφὴ τῶν αἱρετικῶν στὴν Ἁγιοπατερικὴ ἀλήθεια καὶ τὴν ἔνταξη αὐτῶν στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
"ΙΝΑ ΠΑΝΤΕΣ ΕΝ ΩΣΙΝ"
_______
Τέλος, τὸ πολλάκις χρησιμοποιούμενο ὡς ἐπιχείρημα ὑπὲρ τῆς οἰκουμενιστικῆς συνυπάρξεως μετὰ τῶν αἱρετικῶν χωρίο «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν» (Ἰωάν. 17, 21) δὲν ἀναφέρεται στοὺς ἀποκοπέντες αἱρετικούς, ἀλλὰ στοὺς ἰδίους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς καὶ τοὺς μετανοοῦντες αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοθρήσκους, οἱ ὁποῖοι, διὰ τοῦ κηρύγματος τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν διαδόχων τους, θὰ ἐντάσσονται στὴν Μητέρα Ἐκκλησία.
ΕΙΝΑΙ ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΩΣ ΑΔΥΝΑΤΟΣ Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
_________
Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς συμφωνεῖ ἀπολύτως μὲ τὴν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογικὴ ἄποψη ὅτι τὸ Σῶμα τῆς Μίας Ἐκκλησίας δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διαιρεθῆ καὶ μόνον γιὰ ἐπιστροφὴ τῶν ἀποκοπέντων ἀπὸ αὐτὸ ἠμποροῦμε νὰ ὁμιλοῦμε καὶ ὄχι γιὰ συνένωση διεστώτων τεμαχίων αὐτοῦ. Λέγει χαρακτηριστικά: «Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καὶ μοναδικὴ, διότι εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ ἑνὸς καὶ μοναδικοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὀντολογικῶς ἀδύνατος ὁ χωρισμὸς τῆς Ἐκκλησίας, διὰ τοῦτο ποτὲ δὲν ὑπῆρχε διαίρεσις τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ μόνον χωρισμὸς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν [...] Ἐκ τῆς μιᾶς ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ εἰς διαφόρους καιροὺς ἀπεσχίσθησαν καὶ ἀπεκόπησαν οἱ αἱρετικοὶ καὶ σχισματικοί, οἱ ὁποῖοι κατὰ συνέπειαν ἔπαυσαν νὰ εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ σύσσωμοι τοῦ Θεανθρωπίνου σώματός της [...]. Τοιοῦτοι εἶναι οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Προτεστάνται καὶ Οὐνῖται καὶ ὅλη ἡ ἄλλη αἱρετικὴ καὶ σχισματικὴ λεγεών» (Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ Οἰκουμενισμός, Θεσ/νίκη 1974, σ. 82).
ΟΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΘΑ ΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΝ ΛΗΣΤΡΙΚΗ ΤΗ ΣΥΝΟΔΟ
__________
Τοιουτοτρόπως, μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος – καὶ ὄχι «Πανορθόδοξος» – ὀφείλει νὰ ἐξετάση ζητήματα ἀφορῶντα στὴν οὐσία τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας, χωρὶς νὰ εἰσάγη καινοτομίες. Οἱ ἀποφάσεις της πρέπει νὰ εἶναι σύμφωνες μὲ τὴν διαμορφωθεῖσα, τῇ ἐπενεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθολικὴ πίστη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, οἱ συμμετασχόντες στὴν ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδο τοῦ 879-880 μὲ παρρησία διεκήρυξαν ὅτι κάθε ἐπέμβαση στὰ παραδοθέντα ἐκ τῶν προηγουμένων θεοπνεύστων Οἰκουμενικῶν Συνόδων συνιστᾶ αἵρεση καὶ ὕβρη: «Οὐδὲν ἀφαιροῦντες, οὐδὲν προστιθέντες, οὐδὲν ἀμείβοντες, οὐδὲν κιβδηλεύοντες. Ἡ μὲν γὰρ ἀφαίρεσις καὶ ἡ πρόσθεσις, μηδεμιᾶς ὑπὸ τῶν τοῦ πονηροῦ τεχνασμάτων ἀνακινουμένης αἱρέσεως, κατάγνωσιν εἰσάγει τῶν ἀκαταγνώστων καὶ ὕβριν τῶν πατέρων ἀναπολόγητον. Τὸ δὲ κιβδήλοις ἀμείβειν ῥήμασιν ὅρους πατέρων πολὺ τοῦ προτέρου χαλεπώτερον» (Μansi 17, 373). Ἐν ἀντιθέτῳ περιπτώσει ἡ συνελθοῦσα Σύνοδος κηρύσσεται «ληστρικὴ» Σύνοδος.
Ἡ ᾽Ορθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Εἶναι «εἰκὼν τῆς Ἁγίας Τριάδος», κατὰ τὸν Lossky. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν παύουν νὰ τὸ ἐπαναλαμβάνουν καὶ οἱ ἱεροὶ κανόνες νὰ τὸ ἐπιβεβαιώνουν. Πρέπει, συνεπῶς, νὰ ἀποτελοῦμε μέλη αὐτοῦ τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, γιὰ νὰ ἀπολαμβάνουμε αὐτὴν τὴν ἑνότητα μέσῳ τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ σωζώμεθα. Ἔτσι θὰ ἐκπληρώνεται τὸ αἴτημα τοῦ Θεανθρώπου: «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν». Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης τὸ ἐπισημαίνει: «Τὸ συνδετικὸν τῆς ἑνότητος ταύτης [...] τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον [...] Τὴν δόξαν γάρ, φησίν, ἣν ἔδωκάς μοι, ἔδωκα αὐτοῖς» ("Gregorii Nysseni opera, vol. 6”, H.Langerbeck, Brill, Leiden 1960, τ. 6, σ. 467).
Τὰ ἄλλα θέματα, τὰ ἀπασχολοῦντα τὶς προπαρασκευαστικὲς τῆς μελλούσης Συνόδου συνάξεις, ὅπως τὰ περὶ τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου ἢ τῆς νηστείας ἔχουν, κατὰ τὴν γνώμη μας, λυθῆ ἀπὸ τὶς προηγούμενες Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ τὶς Τοπικὲς Συνόδους, οἱ ὁποῖες ἔλαβαν οἰκουμενικὸ κῦρος.
Εἶναι ἐξόχως σημαντικὸ στὴν παροῦσα χρονικὴ στιγμὴ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης καὶ οἱ περὶ αὐτὸν νὰ κατανοήσουν ὅτι φέρουν μεγίστη εὐθύνη ἔναντι τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν μελῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐὰν μία Σύνοδος καταστῆ ληστρικὴ καὶ προκαλέση σχίσμα στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας.
No comments:
Post a Comment