Wednesday, October 27, 2010

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ: Η ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΩΡΚΙΣΑ ΣΥΝΕΧΙΖΗ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ. ΑΛΛΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΝ ΔΕΝ ΔΥΝΑΜΑΙ ΝΑ ΟΡΚΙΣΩ!



ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ:

Η ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑΝ ΩΡΚΙΣΑ ΣΥΝΕΧΙΖΗ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ. ΑΛΛΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΝ ΔΕΝ ΔΥΝΑΜΑΙ ΝΑ ΟΡΚΙΣΩ!

===============


Με τη λήξη της μάχης των οχυρών και τη συνθηκολόγηση του ελληνικού Στρατού της Ηπείρου, οι Γερμανοί, χωρίς ουσιαστική αντίσταση, κατευθύνονται ταχύτατα προς την Αθήνα. Η είσοδος τους αναμενόταν για τις 27 Απριλίου, ήδη όμως από τις 24 Απρι­λίου είχαν αρχίσει οι προετοιμασίες για την υποδοχή τους.

Ο ίδιος ο Χρύσανθος σημειώνει στο ημερολόγιο του εκείνη την ημέρα: «Έρχονται εις επίσκεψίν μου ο Νομάρχης Αττικοβοιωτίας κ. Πεζόπουλος και ο Δήμαρχος κ. Πλυτάς κατ’ εντολήν του Υφυπουργού Ασφαλείας κ. Μανιαδάκη δια να μοι ειπούν ότι μετά των ανωτέρω δύο και του Φρουράρχου Αθηνών Στρατηγού Καβράκου θα παραδώσωμεν την πόλιν εις τους Γερμανούς. Απήντησα ότι εις το έργον τούτο ουδεμίαν θέσιν έχει ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών…έργον του Αρχιεπισκόπου είναι όχι να υποδουλώνη αλλά να ελευθερώνη».

Ο Χρύσανθος θεωρούσε εξευτελιστικό για το αξίωμα του Αρχιεπισκόπου την πιθανότητα να αντιμετωπιστεί με περιφρόνηση από κάποιον κατώτερο χιτλερικό αξιωματικό η τόσο επίσημη ελληνική αντιπροσωπεία, και γι’ αυτό, παρ’ όλη την επιμονή του Μανιαδάκη δεν συμμετείχε στην επιτροπή υποδοχής. Η δικαιολογία του ήταν πως «Εγώ είμαι πνευματικός αρχηγός της Πρωτευούσης. οι επερχόμενοι Γερμανοί και οι σύμμαχοι αυτών είναι ετερόδοξοι. Πως είναι δυνατόν να παραδώσω την πνευματικήν διοίκησιν της Ορθοδόξου πρωτευούσης εις ετεροδόξους;».

Την 27η Απριλίου, Κυριακή των Βαΐων, μετά από μία νύχτα γεμάτη αγωνία ο Χρύσανθος μαθαίνει πως οι Γερμανοί πλησιάζουν στους Αμπελοκήπους. Οι τρεις αντιπρόσωποι συναντούν ένα Γερμανό «ανθυπολοχαγίσκο» και οι λοιποί μοτοσικλετιστές συνεχίζουν το δρόμο τους για την Ακρόπολη όπου σε λίγο θα υψώσουν τη χιτλερική σημαία. Ο πόνος και η θλίψη του Χρυσάνθου όταν την αντικρίζει από το παράθυρο της Αρχιεπισκοπής είναι αβάσταχτη, «είμαι περίλυπος μέχρι θανάτου», σημειώνει στο ημερολόγιό του.

Στην κατάσταση αυτή δέχεται την πρόσκληση του Δημάρχου Πλυτά, δια μέσου κάποιου κλητήρα, ότι οι Γερμανοί στρατηγοί θέλουν να μεταβεί ο Αρχιεπίσκοπος στη Μητρόπόλη, για να τελέσουν δοξολογία επί τη αφίξει τους στην Αθήνα. «Ο πάντοτε ειρηνικός και γαλήνιος Αρχιεπίσκοπος», σημειώνει ο πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, «αποτόμως συνωφρυώθη, ηγέρθη και εν θυμώ και οργή, με τόνο φωνής, τον οποίον αδυνατώ να αποδώσω, απάντησε:

- Ποιος είσαι συ; Πήγαινε, φύγε αμέσως…», και στην ερώτησή του: τι να απα­ντήσω στον κ. Δήμαρχο; του απαντά «να ειπής ότι σε έδιωξα».

Μετά από λίγη ώρα έρχεται νέος απεσταλμένος από το Δήμαρχο με νέο αίτημα αυτή τη φορά. Ρωτάει εκ μέρους του Γερμανού στρατηγού, πότε μπορεί να τον επισκεφθεί στη Μητρόπόλη. «Φαίνεται, σημειώνει ο Χρύσανθος, πως η απάντησή μου τον εσυνέτισε». Στις τέσσερις το απόγευμα ορίστηκε η συνάντηση και ο Γερμανός Στρατηγός του Β’ Σώματος Στρατού Stumme, που μόλις είχε φτάσει στην Αθήνα, συνοδευόμενος από τον Klemm, στρατιωτικό ακόλουθο της Γερμανίας στην Αθήνα, και από το νέο Φρούραρχο Αθηνών έφτασαν στην ώρα τους έξω από την Αρχιεπισκοπή.

Ο Χρύσανθος τους δέχεται στην αίθουσα του Αρχιεπισκοπικού θρόνου με «αθυμίαν και κατήφειαν». Ο Γερμανός χαιρετάει «μειδιών» και κάθονται όλοι εκτός από το προσωπικό της Αρχιεπισκοπής. Ο στρατηγός προσφέρθηκε να μιλήσουν γαλλικά αλλά ο Χρύσανθος απάντησε πως προτιμάει γερμανικά.

- Φαίνεσθε κουρασμένος, είπε.

- Ναι, απάντησε ο Γερμανός, βρήκαμε γέφυρες και δρόμους κατεστραμμένους από τους Άγγλους. Ποίος θα τους επιδιορθώσει; Οι Άγγλοι πρέπει να πληρώσουν.

- Θα πληρώσει οποίος νικηθεί, απαντά ο Χρύσανθος.

- Κατά τη διαδρομή μας στην Ελλάδα με χαρά παρατήρησα πως πολλοί Έλληνες μιλούν γερμανικά.

- Ναι, απάντησε, υπήρχαν πολλοί θαυμαστές του γερμανικού πολιτισμού πριν τον πόλεμο αλλά τώρα θα έμειναν πολύ ολίγοι, αφού η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα, ή μάλλον δε θα έμεινε κανένας. αλήθεια γιατί τον εκήρυξε;

- Αυτά είναι ζητήματα πολιτικής, αλλά στο δρόμο πολλοί μας έραιναν με λουλούδια.

- Αυτοί δεν θα ήταν προφανώς Έλληνες, απαντά ο Χρύσανθος, και προσέθεσε:

- Επείγει, Στρατηγέ, το ζήτημα του επισιτισμού του τόπου.

- Θα έλθει προσεχώς ιδιαιτέρα επιτροπή επισιτισμού, απάντησε αυτός…

Ο Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, αυτήκοος μάρτυς της συναντήσεως, προσθέτει στον παραπάνω διάλογο τα λόγια του Χρυσάνθου: «Οι Έλληνες πάντοτε ηγάπησαν την Γερμανίαν και κατά προτίμησιν οι Έλληνες των γραμμάτων εις Γερμανίαν συνεπλήρουν τας σπουδάς των και μετέδιδον εις τους συμπολίτας των επανερχόμενοι τας Αρετάς του Γερμανικού λαού. Ποτέ όμως δεν εφαντάζοντο ότι οι Γερμανοί, τους οποί­ους τόσον ηγάπων, θα έπληττον αυτούς εκ των νώτων καθ’ ην στιγμήν επάλαιον δια την ελευθερίαν των με μίαν μεγάλην αυτοκρατορίαν!» Στην απάντηση του στρατηγού ότι: «Δεν πταίωμεν ημείς αλλά οι Άγγλοι που ήλθον εις την Ελλάδα», ο Αρχιεπίσκοπος ανταπάντησε: «Στρατηγέ μου, εγώ δεν πολιτικολογώ, αλλ’ απλώς εκφράζω το παράπονον παντός Έλληνος, και μάλιστα των σπουδασάντων εν Γερμανία».

Κατά τη μαρτυρία του παρόντος Αρχιδιακόνου η συνομιλία ολοκληρώθηκε με την έκκληση του Αρχιεπισκόπου προς το Γερμανό στρατηγό: «Σας συμβουλεύω και σας παρακαλώ να μη θίξετε την φιλοτιμίαν του Ελληνικού λαού», υπονοών ότι ο λαός θα αντιδράσει γενναίως».

Η τρίτη μεγάλη πρόκληση για τον Χρύσανθο ήταν στις 29 Απριλίου, όταν προσκλήθηκε από τον Πλάτωνα Χατζημιχάλη (Υπουργό Εθν. Οικονομίας της κατοχικής Κυβέρνησης) να ορκίσει την επομένη τη δοτή στους Γερμανούς Κυβέρνηση Τσολάκογλου. Του απάντησε: «Λυπούμαι πολύ διότι δια συμβολαίου και εντολή των Γερμανών σχηματίζεται Κυβέρνησις και ιδίως διότι μετέχει αυτής ο κ. Χατζημιχάλης (σ.σ. επίτροπος του Ιερού Ναού Μεταμορφώσεως Πλάκας), τον οποίον εθεώρουν τίμιον Έλληνα. Και τι ηθέλατε να κάμωμεν; λέγει ο κ. Χατζημιχάλης, να αφήσωμεν να μας κυβερνήσουν οι Γκαουλάιτερ; Του απαντώ ναι, διότι με τους Γκαουλάιτερ οι Γερμανοί θα κάνουν μικρότερον κακόν παρ’ όσον θα κάμουν δι’ υμών διότι θα φέρετε μόνον τας ευθύνας χωρίς να ημπορέσητε να κάμητε το ελάχιστον καλόν εις τον λαόν».

Σε νέα πίεση της Κυβερνήσεως να προσέλθει στην ορκωμοσία, ο Χρύσανθος απάντησε:

«Η Εθνική Κυβέρνησις, την οποίαν ώρκισα, εξακολουθεί να υφίσταται και να συνεχίζη τον πόλεμον. Άλλην Κυβέρνησιν δεν δύναμαι να ορκίσω, …εις τοιαύτας υπόπτους και αντεθνικάς ενεργείας δεν είναι δυνατόν να δώση η Εκκλησία τον όρκον και την ευλογίαν της. Η Εκκλησία πρέπει να μένη μακράν από τοιαύτα πράγματα».

Ούτε συμβιβαστική λύση δε δέχτηκε ο Χρύσανθος να δώσει στο θέμα της ορκωμοσίας της κατοχικής Κυβέρνησης. Όταν ο υπασπιστής του Τσολάκογλου στην άρνησή του του αντιπροτείνει «στείλατε τουλάχιστον τον Επίσκοπον (σ.σ. εννοεί το βοηθό επίσκοπο Ταλαντίου Παντελεήμονα Παπαγεωργίου) ή άλλον τινά, να τους ορκίση», ο Χρύσανθος απάντησε: «Αδυνατώ να δώσω εντολήν εις οιονδήτινα». «Εν γνώσει των συνεπειών που με αναμένουν, δεν δέχομαι την προτεινομένην παραχώρησιν. Εμμένω εις τας αρχάς μου»! Την ορκωμοσία τελικά κλήθηκε και τέλεσε ο εφημέριος της ενορίας της Βουλής (Αγίου Γεωργίου-Καρύκη), ήδη όμως είχε αποφασισθεί η τύχη του ηρωικού Αρχιεπισκόπου.


ΠΗΓΗ:

Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον


No comments:

Post a Comment