ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Διονυσίου Σολωμού
====
Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή,
σε γνωρίζω από την όψη
που με βία μετρά τη γη.
Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη
των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
Εκεί μέσα εκατοικούσες
πικραμένη, εντροπαλή,
κι ένα στόμα ακαρτερούσες,
έλα πάλι, να σου πει.
Aργειε νάλθει εκείνη η μέρα,
Και ήταν όλα σιωπηλά,
γιατί τάσκιαζε η φοβέρα
και τα πλάκωνε η σκλαβιά.
Δυστυχής! Παρηγορία
μόνη σου έμενε να λες
περασμένα μεγαλεία
και διηγώντας τα να κλαις.
Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει
φιλελεύθερη λαλιά,
ένα εκτύπαε τ’ άλλο χέρι
από την απελπισιά.
Κι έλεες: πότε, α! πότε βγάνω
το κεφάλι από τς ερμιές;
Κι αποκρίνοντο από πάνω
κλάψες, άλυσες, φωνές.
Τότε εσήκωνες το βλέμμα
μες στα κλάματα θολό,
και εις το ρούχο σου έσταζ’ αίμα,
πλήθος αίμα Ελληνικό.
Με τα ρούχα αιματωμένα
ξέρω ότι έβγαινες κρυφά
να γυρεύεις εις τα ξένα
άλλα χέρια δυνατά.
Μοναχή το δρόμο επήρες,
εξανάλθες μοναχή.
Δεν είν’ εύκολες οι θύρες,
εάν η χρεία τες κουρταλεί.
Aλλος σου έκλαψε εις τα στήθια,
άλλ’ ανάσασιν καμιά
άλλος σου έταξε βοήθεια
και σε γέλασε φρικτά.
Aλλοι, οϊμέ! στη συμφορά σου
οπού εχαίροντο πολύ,
σύρε νάβρεις τα παιδιά σου,
σύρε ελέγαν οι σκληροί.
Φεύγει οπίσω το ποδάρι
και ολοκλήγορο πατεί
ή την πέτρα ή το χορτάρι
που τη δόξα σου ενθυμεί.
Ταπεινότατη σου γέρνει
η τρισάθλια κεφαλή,
σαν πτωχού που θυροδέρνει
κι είναι βάρος του η ζωή.
Ναι αλλά τώρα αντιπαλεύει
κάθε τέκνο σου με ορμή,
που ακατάπαυστα γυρεύει
ή τη νίκη ή τη θανή.
Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη
των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
No comments:
Post a Comment