Συνέντευξη του Καθηγητή κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη, «ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς
_____
Πρῶτα θά πῶ γιά τόν Ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς. Ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος συνέβη νά εἶναι καί ὁμότεχνός μου, Καθηγητής δηλαδή τῆς Δογματικῆς στό Πανεπιστήμιο τοῦ Βελιγραδίου, ὁ ὁποῖος πρίν ἀπό 45 χρόνια -ὑπογραμμίστε το αὐτό- ἀντιτάχθηκε σέ αὐτά ἀκριβῶς, πού ἐπιχειρεῖ νά κάνει ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος, γιατί ἔτσι ὀνομαζόταν καί τότε ἐπί Πατριάρχου Ἀθηναγόρου καί στή συνέχεια. Καί μάλιστα εἶναι ἐντυπωσιακό τό γεγονός, ὅτι ἐπισημαίνει αὐτά, τά ὁποῖα λέμε κι ἐμεῖς.
Καί γιά νά σᾶς πῶ ἔτσι -μέ δυό λόγια- τήν ἱστορία τοῦ πράγματος, πού μοῦ ’κανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση. Τήν Ἐπιστολή του-Ὑπόμνημα, πού ὑπέβαλε στήν Ἱεραρχία τοῦ Πατριαρχείου τῆς Σερβίας, τήν διάβασα ἐκ τῶν ὑστέρων, δηλαδή αὐτές τίς θέσεις μου τίς εἶχα καί χωρίς νά διαβάσω τήν Ἐπιστολή του. Ἦταν ὅμως πολύ μεγάλη ἡ χαρά μου, ὅταν διαπίστωσα, ὅτι τά ἐπιχειρήματα, τά ὁποῖα καί ἐγώ ἀπό τήν δική μου θέση καί μελέτη καί συνείδηση ἔχω πεῖ, εἶναι ἀκριβῶς τά ἴδια μέ αὐτά, τά ὁποῖα μελέτησα. Λέει λοιπόν ἐκεῖ ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος, ὅτι κάθε νέα Μεγάλη ἤ Οἰκουμενική Σύνοδος δέν θά εἶναι οὔτε Ἁγία οὔτε Οἰκουμενική οὔτε Η΄, ἄν προηγουμένως δέν δεχθεῖ τίς προγενέστερες Οἰκουμενικές Συνόδους καί τίς ἀσάλευτες ἀποφάσεις τους. Βλέπετε, ὅτι ἀκόμη κι ἄν θέλει νά παρακάμψει τή λεγομένη Η΄ καί Θ΄ καί θελήσει αὐτή νά λεχθεῖ ὡς τέτοια, θά πρέπει ὑποχρεωτικῶς νά ἀποδεχτεῖ καί ρητῶς τίς ἀποφάσεις αὐτές. Γιατί βλέπουμε στά Πρακτικά τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅτι κάθε ἑπόμενη δέν λέει, ὅτι ἁπλῶς ἀποδέχεται τίς ἀποφάσεις. Τίς διαβάζουν τίς ἀποφάσεις, καί τίς καταδίκες τίς διαβάζουν. Καί συμφωνοῦν ἐπ’ αὐτῶν. Ἄρα, ἔχουμε ἕνα πολύ βασικό στοιχεῖο, πού εἴπαμε προηγουμένως, καί τό ὁποῖο ἔχει τή σημασία του, ὅτι προσανατολίζει ὡς πρός τίς θέσεις, οἱ ὁποῖες θά ἐκφραστοῦν.
Καί τότε, ἀκόμη, προετοιμάζετο ἡ μέλλουσα Μεγάλη Πανορθόδοξος Σύνοδος μέ τήν ἴδια μεθοδολογία. Θέλετε νά σᾶς πῶ, ποιός εἶναι ὁ χαρακτηρισμός αὐτῆς τῆς μεθοδολογίας; Ἐμένα μοῦ βγῆκε αὐθόρμητα, ἐπειδή εἴδαμε καί διαβάσαμε τά Πρακτικά τῆς Β΄ Βατικανείου Συνόδου, ὅτι εἶναι δηλαδή σχολαστική ἡ μεθοδολογία. Τί μᾶς λέει ὁ Ἅγιος; Προετοιμάζεται μέ καθαρά σχολαστικοπροτεσταντική θεματολογία. Τό σχολαστική ἀφορᾶ τόν Ρωμαιοκαθολισμό. Ἀλλά καί ἡ προτεσταντική θεματολογία, ὅπως εἴδαμε, ἡ ἀναγνώριση δηλαδή τῶν Προτεσταντῶν, εἶναι τό ζητούμενο ἀπό τούς Προτεστάντες. Οἱ Προτεστάντες ἔχουν τήν ἀγωνία τῆς ἑνότητας αὐτῶν τῶν ἰδίων, διότι πολυδιασπῶνται διαρκῶς. Καί φτάσαμε τώρα ἐμεῖς στό σημεῖο, τή βοήθεια πρός αὐτούς νά τήν ἐκφράσουμε μέ ἕνα ἐντελῶς ἀπαράδεκτο τρόπο, υἱοθετώντας ὅλους αὐτούς, μέ τίς ἀντιφάσεις μεταξύ τους, ὡς «ἐκκλησίες», ἤ τό Ρωμαιοκαθολικισμό μέ τέτοιες ἀποκλίσεις. Ἡ θεματολογία, λοιπόν, εἶναι σχολαστική καί προτεσταντική καί ὄχι εὐαγγελική καί ἁγιοπατερική, ἡ ὁποία εἶχε πάντα ὡς σκοπό της τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου.
Προσέξτε τώρα κατά λέξη τί λέει ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος: «Τό ὀρθοδοξότερον εἶναι νά μή συγκληθεῖ καθόλου ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος», οὐσιαστικά τῆς δίνει αὐτό τό νόημα, διότι αὐτό φιλοδοξεῖ νά εἶναι, «ἤ νά μή συμμετάσχει κάποιος σ’ αὐτήν». Αὐτό δέν τό εἶπα ἐγώ. Εἰσηγεῖται, δηλαδή, ὁ Ἅγιος τή μή συμμετοχή Ἱεραρχῶν σ’ αὐτήν. Δηλαδή, νά πέσει ἀπό μόνη της, μέ τή μή συμμετοχή. Ἐμεῖς ἔχουμε αὐτήν τήν πρακτική σήμερα; Ἐν μέρει τήν ἔχουμε. Ὑπάρχουν δύο θέματα, τά ὁποῖα ἔρχονται πρός συζήτησιν καί στά ὁποῖα δέν μετέχει ἡ Ἐκκλησία τῆς Γεωργίας καί τῆς Ἀντιοχείας. Ἡ μή συμμετοχή, ὅμως, σημαίνει διαφωνία. Ἀφοῦ προηγουμένως μιλήσαμε γιά συμφωνία ὡς πρός τίς ἀποφάσεις, γεννᾶται τώρα ἕνα ἐρώτημα: Πῶς, παρά ταῦτα, ἔρχονται κάποια θέματα, ἀφοῦ ὁρισμένοι διαφωνοῦν;
Ἀλλά σᾶς λέγω τώρα, ἐπί τῇ βάσει τοῦ τί λέει ὁ Ἅγιος: Ἄν δέν πᾶνε κάποιοι Ἐπίσκοποι στή Σύνοδο, ὁπότε δέν θά εἶναι εἰκοσιτέσσερις, ἤ ἄν πᾶνε καί φύγουνε, διότι διαφωνοῦν καί δέν θέλουν νά εἶναι ἁπλῶς ἡ διαφωνία τους λεκτική ἤ μέ μειοψηφία, ἡ δυναμική αὐτή ἀπουσία τους ἀπό αὐτήν, θά δημιουργήσει τό πρόβλημα τῆς νομιμότητάς της. Ἔτσι, γιά νά μήν παρεξηγηθῶ. Ἐπαναλαμβάνω. Ἡ πρόταση εἶναι τοῦ Ἁγίου. Συμφωνῶ καί ἐγώ, ἀλλά δέν ἦταν δική μου ἡ πρόταση. Αὐτό δέν τό εἶχα σκεφθεῖ. «Τί δύναται νά περιμένει κανείς ἀπό μίαν τοιαύτην Οἰκουμενικήν Σύνοδον;», διερωτᾶται ὁ Ἅγιος, «ἕν μόνον: σχίσματα καί αἱρέσεις καί διαφόρους ἄλλας συμφοράς. Αὐτό εἶναι ἡ βαθεῖα μου αἴσθησις καί ἡ πλήρης ὀδύνης ἐπίγνωσις. Δι’ αὐτό παρακαλῶ καί ἱκετεύω τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας, νά ἀπόσχει ἀπό τήν συμμετοχήν εἰς τήν προετοιμασίαν τῆς Συνόδου καί ἀπό τήν συμμετοχήν εἰς τήν Σύνοδον».
Σᾶς διάβασα χαρακτηριστικά σημεῖα. Θά ἄξιζε νά ἀσχοληθοῦμε σέ μία ὡριαία ἐκπομπή, γιατί αὐτό εἶναι ἕνα Ὑπόμνημα δεκαπέντε σελίδων, καί ἴσως -ἄν βροῦμε εὐκαιρία- εἶναι καλό νά τό θυμήσουμε σ’ ὅλους, γιατί εἶναι ad hoc. Ἕνα πρός ἕνα, ἀναφέρεται στήν ἱστορία -προϊστορία θά λέγαμε τώρα- τῆς Συνόδου, πῶς ἔφτασε ἐκεῖ, μέ ποιές μεθόδους, μέ ποιούς τρόπους, ποιά μεθοδολογία κ.τ.λ. καί ὅλα αὐτά θά ἦταν πολύ διαφωτιστικά. Βέβαια, ἐκ προοιμίου σᾶς λέω, ὅτι εἶναι μέσα στό πνεῦμα πού κινηθήκαμε καί ἐμεῖς, ἀλλά ἄλλο εἶναι νά ἀκούει κανείς τά λόγια ἑνός Ἁγίου.
Δημοσιογράφος: Κι ὅλα αὐτά, πρίν ἀπό σαράντα πέντε χρόνια.
Καθηγητής: Κι ὅλα αὐτά, πρίν σαράντα πέντε χρόνια. Τί θέλουμε νά ποῦμε μέ αὐτό; Σέ σαράντα πέντε χρόνια, ἔχουμε προσθήκη χειροτέρων πραγμάτων καί, ἑπομένως, θά εἶχε νά πεῖ ὁ Ἅγιος ἀκόμη πιό πολλά καί πιό αὐστηρά πράγματα.
Δημοσιογράφος: Ἀπό ὅσα γνωρίζουμε, κ. Καθηγητά, τότε ἡ Εἰσήγηση τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς- πού ἤτανε ἕνας Καθηγητής καί ἤτανε ἐξοριστος στήν Ἱερά Μονή Τσέλιε- ἔγινε ἀποδεκτή ἀπό τήν Σύνοδο; Διότι τότε ἦταν καί ὁ Κομμουνισμός.
Καθηγητής: Ἀκριβῶς. Καί αὐτά ἔχουνε σημασία. Λέει, δηλαδή, ὅτι δέν πρέπει νά γίνει ἡ Μεγάλη Σύνοδος καί γιά τόν πρόσθετο λόγο, ὅτι ὑπάρχουν Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες τελοῦν ὑπό ἀθεϊστικά καθεστῶτα καί, ἑπομένως, θά ἔλθουν στή Σύνοδο, ὑπό ἐπιτήρηση, τρόπον τινά· αὐτό εἶναι τό ὑπονοούμενο. Ἀφήνω, ὅτι στρέφεται καί κατά τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, ἡ ὁποία τό 1969 ἀπεφάσισε τήν Intercommunio, δηλαδή τήν μυστηριακή διακοινωνία μέ τόν Ρωμαιοκαθολικισμό. Σ’ αὐτήν τήν περίπτωση, ὅσον ἀφορᾶ τήν συμμετοχή τους, εἶπε ὅτι, ἐπειδή καταπατήθηκαν δόγματα καί Κανόνες, δέν θά πρέπει νά ἐπιτρέψει ὁ Θεός μιά τέτοια ἀποκαλυπτική φρικαλεότητα. Τήν σύγκληση δηλαδή μιᾶς Οἰκουμενικοῦ χαρακτῆρα Συνόδου μέ παρουσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας παρακαλῶ, γιατί διέπραξε αὐτό τό πρᾶγμα, δηλαδή τήν διακοινωνία.
Φανταστεῖτε, τώρα, τί θά ἔλεγε με τή θεματολογία πού ἔχουμε ἐμεῖς. Ὄχι δηλαδή γιά κάποιους Ρώσους, πού διέπραξαν κάτι τέτοιο καί τό ἀνέστειλαν στή συνέχεια, ἀλλά γι’ αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἔχουνε μιά πολυμορφία αἱρετικῶν θέσεων. Γιατί αὐτός εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός, μιά πολύμορφη αἵρεση. Ὁ ἴδιος ἦταν ὁ πρῶτος, πού μίλησε γιά τόν Οἰκουμενισμό, ὡς παναίρεση. Αὐτό, βεβαίως, δέν εἶναι καθόλου φανατικό. Τό λέω ἐξ ἀπόψεως ἐπιστημονικῆς -ἐπειδή ἀσχολήθηκα καί τό διδάσκω-, ἀφοῦ ἔχει πολλές ἐπί μέρους αἱρέσεις, γιά τίς ὁποῖες θά ἤθελα νά πῶ, ὅτι καί μιά ἀπ’ αὐτές θά ἀρκοῦσε, γιά νά μήν ἔχουμε καμμία σχέση μαζί τους. Μέ τό καμμιά σχέση, ἐννοῶ σ’ αὐτήν τήν κατεύθυνση, ὄχι τό νά μή συζητᾶμε μαζί τους, προκειμένου οἱ ἄνθρωποι νά κατανοήσουν τό ὀρθό, ἄν θέλουν. Ὄχι ὅμως νά τούς θεωρήσουμε ὡς «ἐκκλησία», παρά ταῦτα, ἐνῶ δηλαδή ἐμμένουν σ’ αὐτά, πού πιστεύουν, καί ἐνόσω δέν ζητοῦν νά ἔρθουν στήν Ὀρθοδοξία. Ἁπλῶς, ζητοῦν τήν ἀναγνώρισή τους ὡς ἀληθινή Ἐκκλησία, ὡς Ἐκκλησίες, ὑπό τήν ἔννοια τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ὅπως εἶναι π.χ. ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Ἀλλά αὐτό νοεῖται Βιβλικά, ὡς ἡ Ἐκκλησία «ἡ οὖσα ἐν Ἑλλάδι, ἐν Ρωσίᾳ» κ.λπ., ὅπως τό λέει δηλαδή ἀκριβῶς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «τῇ Ἐκκλησίᾳ τῇ οὔσῃ ἐν Κορίνθῳ…». Μιλᾶμε πάντα γιά Μία Ἐκκλησία, γιά τήν Μία Ἐκκλησία, ἡ ὁποία παροικεῖ σέ διάφορα μέρη.
Ἐδῶ, ὅμως, δέν πρόκειται περί αὐτῆς τῆς ταυτότητας, ἀφοῦ, ἀπό πλευρᾶς περιεχομένου, ἀπέχει πόρρω, καί μάλιστα, ὅσο περνοῦν τά χρόνια –μιά καί ἀναφερθήκαμε στά 45 χρόνια-, ἔχουν αὐξηθεῖ πολύ αὐτές οἱ αἱρέσεις. Εἶναι ἐκπληκτικό, δηλαδή, τό πῶς τόλμησαν αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι νά βάλουν τήν ὑπογραφή τους γιά αὐτήν τήν θεματολογία καί μόνο, πῶς μπόρεσαν νά τήν εἰσηγηθοῦν. Γιατί, ἐκεῖ στήν Εἰσήγηση, φαίνονται καί οἱ προθέσεις σου. Εἰσηγεῖσαι αὐτό, πού θέλεις νά ψηφισθεῖ. Καί δέν μπορῶ νά τό συλλάβω, νοητικά, αὐτό τό πρᾶγμα. Δέν μοῦ κάθεται μέ κανέναν τρόπο μέσα μου, πῶς ἕνας Ὀρθόδοξος εἰσηγεῖται ἕνα τόσο ἀντορθόδοξο πρᾶγμα, πού ἀφορᾶ τό πιό καίριο καί λεπτό σημεῖο τῆς πίστεώς μας, τήν Ἐκκλησία, δηλαδή, ὡς Μία.
Δημοσιογράφος: Αὐτό εἶναι πραγματικά ἕνα εὔλογο ἐρώτημα. Δέν ξέρω, ἄν μποροῦμε νά δώσουμε ἀπάντηση, δέν εἴμαστε καί σέ θέση μᾶλλον νά δώσουμε ἀπάντηση, ἀλλά εἶναι καλό, πού τό θέτετε τό ἐρώτημα.
Καθηγητής: Ἀπάντηση κανονικά, θεολογικά, ὑπάρχει. Καθετί, τό ὁποῖο γίνεται, ἔχει τό ὑπόβαθρό του στήν καρδιά μας. Ἀλλά ἀφῆστε, νά μή συζητήσουμε γι’ αὐτό τό θέμα αὐτή τή στιγμή, γιατί τώρα μιλᾶμε γιά πράγματα, πού τρέχουν καί ὄχι γιά τίς προϋποθέσεις, πού ὁδήγησαν, ἄν καί αὐτό θά ἄξιζε πολύ τόν κόπο. Ἀρκεῖ νά σᾶς πῶ, ὅτι τό δόγμα συμπυκνώνει τήν ἁγιοπνευματική ζωή, καί ὅταν δέν ὑπάρχει ἁγιοπνευματική ζωή, τότε θέλουμε ἀλλότρια δόγματα, γιά νά στεγάζουν αὐτή τή ζωή, δηλαδή τήν ἐσφαλμένη ζωή. Καί αὐτό εἶναι τραγικό νά τό εἰσηγούμαστε ἐμεῖς. Ἐντάξει, τό λένε οἱ ἑτερόδοξοι· ἐντάξει, κυκλοφοροῦσε ἀτελῶς, ἐκπροσωπημένο ἀκόμη καί ἀπό πολύ ὑψηλά στήν Ἱεραρχία πρόσωπα, ἀλλά νομίζω μέσα σ’ ἕνα πλαίσιο ἀνοχῆς. Καί οἱ πιστοί, ἀναμένοντας καί προσευχόμενοι, τό ἄφηναν νά τακτοποιηθεῖ κάποια μέρα, θεσμικά. Ἀλλά σᾶς εἶπα, ἐγώ περίμενα νά γίνει αὐτή ἡ Μέλλουσα Σύνοδος, ἀλλά γιά νά τά καταδικάσει αὐτά, ὄχι νά τά υἱοθετήσει. Αὐτό εἶναι ἡ ἔκπληξή μου.
Δημοσιογράφος: Αὐτή εἶναι τότε καί ἡ ἔκπληξη τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου.
Καθηγητής: Ναί. Γι’ αὐτό καί εἰσηγεῖται ἁπλῶς νά μή γίνει καθόλου. Γιατί, κοιτᾶξτε, τόν ἀντιλαμβάνομαι. Ἐγώ εἶπα κομψά, νά ἀποσυρθεῖ τό θέμα, γιά νά μήν κάνω μάθημα σέ Ἐπισκόπους. Ἀλλά τώρα, μιά καί τό συζητᾶμε εὐρέως καί ἐνώπιον τῶν ἀκροατῶν μας δημοσίᾳ, πρέπει νά πῶ, ὅτι δέν εἶναι τυχαῖο, ὅτι μπῆκε τό θέμα αὐτό καί ὅτι δέν θά εἶναι μόνο αὐτό. Δηλαδή, αὐτά τίθενται πρός συζήτηση, φυσικά, καί διόρθωση ἤ ἀπόρριψη, σέ μιά τελική συμφωνία. Ὅταν, ὅμως, ξέρει κανείς τήν ὅλη αὐτή προϊστορία, φοβᾶται καί γιά ἄλλα πράγματα, τά ὁποῖα δέν φαίνονται καθαρά καί μπορεῖ ἐκεῖ νά κυριαρχήσουν. Μέ τέτοιες προδιαγραφές, ὅλα εἶναι ἀναμενόμενα.
Γι’ αὐτό, ἡ σύστασή του ἦταν νά μή γίνει ἡ Σύνοδος. Καί θυμᾶμαι τότε, ὅτι ἤμουν φοιτητής, ὅταν τό πληροφορήθηκα αὐτό, ὄχι ἀπό κείμενο ἀλλά ἀκουστικά, καί εἶπα τήν ἔκφραση: «καί πῶς γνωρίζει ὁ π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς, ὅτι δέν θά ἐνεργήσει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ;». Ὡς φοιτητής τῆς Θεολογίας, πού ἤμουν, δέν εἶχα τίς προϋποθέσεις νά τό καταλάβω. Τώρα, ὅμως, πού βλέπω καί γνωρίζω τά πράγματα, ἀντιλαμβάνομαι, ὅτι δέν μπορεῖ νά κυριαρχήσει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅταν δέν εἶναι ἐνεργό στίς καρδιές μας. Τουλάχιστον, μέχρι τή διατύπωση φαίνεται, ὅτι δέν ἐκφράζεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Θά μποροῦσε βεβαίως νά ἐκφρασθεῖ ἐκεῖ πέρα μέσα στή Σύνοδο, ὑπό τήν προϋπόθεση, ὅτι αὐτό εἶναι ἤδη ἐνεργό στίς καρδιές κάποιων, πού θά κληθοῦν ἐκεῖ «κατά λάθος»; Θά μοῦ ἐπιτρέψετε ἐντός εἰσαγωγικῶν νά τό πῶ, «ἀπό κάποιους», οἱ ὁποῖοι θά ξεφύγουν τίς ἐνδεχόμενες μεθοδεύσεις; Εἰκασία κάνω. Δέν εὔχομαι, νά κάνουν τέτοιες μεθοδεύσεις, γιατί δέν ἔχει γίνει γνωστός ὁ τρόπος. Εἰκοσιτέσσερις Ἐπίσκοποι. Ποιοί; Οἱ «ἄριστοι»; Καί ποιοί εἶναι οἱ ἄριστοι; Καί πῶς μετρᾶτε τό ἄριστο; Εἶναι οἱ λογιότεροι; Οἱ ἐπιστημονικότεροι; Ἐδῶ, πῆγαν ὁ Ἅγιος Νικόλαος καί ὁ Ἅγιος Σπυρίδων στήν Α’ Οἰκουμενική Σύνοδο καί, ὡς ὀλιγογράμματοι, ἔπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Ἐξίσου, ὅπως συνέβαλε ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος ἦταν λογιότατος.
Τό θέμα δέν εἶναι, πόσα γράμματα ξέρουμε ἤ πόσο εὐφυεῖς κατά κόσμον εἴμαστε, ἀλλά ἄν ἔχουμε τήν εὐφυΐα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖον εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, καί ἡ ὁποία δέν ἐκφράζεται, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἀπ. Παῦλος, μέ περίτεχνα λόγια. Ἀλλά ἐνεργώντας τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἐκ τῶν ἀκολουθούντων σημείων, πειθώμεθα γιά τοῦ λόγου τό ἀσφαλές. Ὅπως δηλαδή στήν περίπτωση τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος. Μέ τί κριτήρια θά ἔβγαζε κανείς ἀπό τό σύλλογο τῶν Ἐπισκόπων τόν ἀγράμματο ποιμένα, ἄν ἀκολουθοῦσε ἡ Οἰκουμενική ἐκείνη Σύνοδος τήν ἀριστοκρατική αὐτή ἐπιλεκτική στάση ἔναντι τῶν συνέδρων; Ὁ ὁποῖος μέ ἕναν πολύ ἁπλό τρόπο, μ’ ἕνα παράδειγμα θαυματουργικό, ἔδειξε τήν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά καί ὁ τρόπος πού φέρθηκε ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἐπιβραβεύτηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό καί τήν Παναγία, γιά νά μήν ἀναφερόμαστε σέ λεπτομέρειες, ἐνῶ ὁ τρόπος του, ὡς γνωστόν, ἦταν –κοσμικά θεωρούμενος- καταδικαστέος.
No comments:
Post a Comment