ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: "ΣΧΕΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ" ΣΑΜΠΕΖΥ 2015
Του π. Αναστάσιου Γκοτσόπουλου
=====
7.) ΠΡΟΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΙΝ ΤΩΝ ΚΑΚΟΔΟΞΙΩΝ ΤΟΥ ΠΣΕ;
________
i. Το Κείμενο κάνει εκτεταμένη αναφορά στο ΠΣΕ (§§ 16-21) και στη συμβολή του στην Οικουμενική Κίνηση με έκδηλο ενθουσιασμό, επισημαίνοντας ότι «αι Ορθόδοξοι κατά τόπους Εκκλησίαι-μέλη του ΠΣΕ μετέχουν πλήρως και ισοτίμως …και συμβάλλουν δι’ όλων των εις την διάθεσιν αυτών μέσων εις την μαρτυρίαν της αληθείας και την προαγωγήν της ενότητος των Χριστιανών» (§ 17).
ii. Θετικά αξιολογείται η «Δήλωση του Τορόντο» (1950) του ΠΣΕ για την οποία σημειώνεται «ότι αι εκκλησιολογικαί προϋποθέσεις της Δηλώσεως του Toronto (1950), τιτλοφορουμένης ‘’Η Εκκλησία, αι Εκκλησίαι και το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών’’ είναι κεφαλαιώδους σημασίας δια την Ορθόδοξον συμμετοχήν εις το Συμβούλιον» (§ 19). Διέλαθε ίσως της προσοχής του συντάκτου της § 19 η πιο κάτω αναφορά στη «Δήλωση του Τορόντο» ότι «οι εκκλησίες αναγνωρίζουν ότι το να αποτελεί κάποιος μέλος της εκκλησίας του Χριστού είναι πιο περιεκτικό από το να αποτελεί μέλος της ίδιας του της εκκλησίας» (Δήλωσις του Toronto, § 2). Μπορεί να είναι αποδεκτό από την Ορθόδοξη εκκλησιολογία ότι υπάρχει διαφορροποίηση μεταξύ του ένας Ορθόδοξος να είναι μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και μέλος «της Εκκλησίας του Χριστού»; ή ότι «η Εκκλησία του Χριστού» (όπως εννοείται στο το ΠΣΕ) υφίσταται πάνω από όλες τις εκκλησίες-μέλη του ΠΣΕ;
iii. Επιχαίρει η Ε΄ ΠΠΔ διότι εγκρίθηκε η εισήγηση της «Ειδικής Επιτροπής για την Ορθόδοξη συμμετοχή στο ΠΣΕ» (§ 17). Και όμως με την εισήγηση της «Ειδικής Επιτροπής» μεταξύ άλλων εγκρίθηκαν και προτάσεις για «ομολογιακή κοινή προσευχή» και «διομολογιακή κοινή προσευχή»[58] που είναι εντελώς αντίθετες στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση και κανονική τάξη, και αποβλέπουν να προαγάγουν την ορατή ενότητα των εκκλησιών-μελών του με προτεσταντικές εκκλησιολογικές προϋποθέσεις. Μπορούμε, λοιπόν, να μιλάμε με τόσο ενθουσιασμό για τις εξελίξεις στο ΠΣΕ;
iv. Επίσης, η Ε΄ ΠΠΔ εκφράζει θετική εκτίμηση για τη «θεολογική προσφορά» της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις» του ΠΣΕ, για την οποία γράφει: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία επιθυμεί την ενίσχυσιν του έργου της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις» και μετ’ ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος παρακολουθεί την μέχρι τούδε θεολογικήν αυτής προσφοράν. Εκτιμά θετικώς τα υπ’ αυτής εκδοθέντα θεολογικά κείμενα, τη σπουδαία συνεργία και ορθοδόξων θεολόγων, τα οποία αποτελούν αξιόλογον βήμα εις την Οικουμενικήν Κίνησιν διά την προσέγγισιν των Εκκλησιών». Ασφαλώς δεν είναι της παρούσης αναλυτική αναφορά στα κείμενα της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις». Είναι όμως επιτρεπτή μία τόσο γενικόλογη προσέγγιση; Επιτρέπεται η Πανορθόδοξος Σύνοδος χωρίς ειδική και λεπτομερή μελέτη να επικροτεί τη «θεολογική προσφορά» τού ΠΣΕ και κάνει αποδεκτά τα «θεολογικά κείμενα» της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις» σημειώνοντας ότι «Η Ορθόδοξος Εκκλησία … εκτιμά θετικώς τα υπ’ αυτής εκδοθέντα θεολογικά κείμενα», όταν αυτά ακριβώς τα κείμενα είναι γεμάτα από προτεσταντικές κακοδοξίες και γι’ αυτά τα κείμενα έχουν διατυπώσει κατ’ επανάληψιν σοβαρές επιφυλάξεις πολλές Ορθόδοξες Εκκλησίες[59];
Γιατί τέτοια βιασύνη και προχειρότητα;
Περιοριζόμαστε να παραθέσουμε άνευ σχολιασμού ελάχιστα αποσπάσματα από το πλέον σημαντικό κείμενο της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις» με τον τίτλο «Κείμενο Λίμα, 1982-Βάπτισμα Ευχαριστία, Ιερωσύνη» (ΒΕΜ-Baptism, Eucharist and Ministry), από την έκδοση του Κέντρου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ[60]. Σημειώνουμε μόνο ότι το κείμενο αυτό (ΒΕΜ) όταν ομιλεί για «Εκκλησίες» εννοεί τα περισσότερα από 345 μέλη του ΠΣΕ:
Βάπτισμα, § 6: «Το κοινόν μας βάπτισμα, το οποίον μας ενώνει μετά του Χριστού εν τη πίστει, αποτελεί ούτω θεμελιώδη δεσμόν ενότητος ... οι ποικίλλοντες τρόποι τελέσεως του βαπτίσματος υπό μιάς εκάστης (Εκκλησίας) δεν είναι άλλο από συμμετοχήν εις το μοναδικόν βάπτισμα … Η ανάγκη όπως επανεύρωμεν την ενότητα του βαπτίσματος ευρίσκεται εις την καρδίαν της οικουμενικής εργασίας» (σ. 20-21)»
Βάπτισμα, § 13: «Το βάπτισμα είναι πράξις, η οποία δεν δύναται να επαναληφθή. Θα πρέπεινα αποφευχθή πάσα πρακτική, η οποία θα ηδύνατο να ερμηνευθή ως “επαναβαπτισμός”… Ωρισμέναι Εκκλησίαι, αι οποίαι επέμειναν επί ιδιαιτέρου τινός τύπου βαπτίσματος ή αι οποίαι είχον σοβαρά προβλήματα εν σχέσει προς το κύρος των μυστηρίων και των τύπων ιερωσύνης άλλων Εκκλησιών, εζήτησαν κατά καιρούς από πρόσωπα προερχόμενα από άλλας εκκλησιαστικάς παραδόσεις να βαπτισθούν πριν ή καταστούν πλήρη μέλη της κοινότητος εις την οποίαν προσχωρούν. Δεδομένου ότι αι Εκκλησίαι φθάνουν εις μείζονα αμοιβαίαν κατανόησιν και αποδοχήν κατά το μέρος της ανακτήσεως στενότερων σχέσεων μαρτυρίας και διακονίας μεταξύ των, θα απέχουν αύται πάσης πρακτικής η οποία θα ηδύνατο να θέση εν αμφιβόλω την μυστηριακήν ακεραιότητα άλλων Εκκλησιών ή να αμβλύνη το γεγονός ότι το μυστήριον του βαπτίσματος δεν δύναται να επαναληφθή» (σ. 26).
Βάπτισμα, § 15: «Αι Εκκλησίαι καθίστανται ολοέν και περισσότερον ικαναί να αναγνωρίζουν το βάπτισμα η μία της άλλης ως το μοναδικόν βάπτισμα του Χριστού… Η αμοιβαία αναγνώρισις του βαπτίσματος αποτελεί προφανώς σημαντικόν σημείον και μέσον εκφράσεως της βαπτιστηρίου ενότητος της δοθείσης εν Χριστώ. Πανταχού όπου τούτο είναι δυνατόν, αι Εκκλησίαι θα έπρεπε να εκφράζουν κατά ρητόν τρόπον την αμοιβαίαν αναγνώρισιν των βαπτισμάτων των» (σ. 28).
Ευχαριστία § 19: «Εάν μία Εκκλησία, οι λειτουργοί και οι πιστοί αυτής, διαμφισβητούν εις άλλας Εκκλησίας, εις τους βαπτισθέντας υπ’ αυτών και εις τους λειτουργούς των το δικαίωμα να μετέχουν εις την Ευχαριστίαν ή να προΐστανται αυτής, η καθολικότης της Ευχαριστίας καθίσταται ολογώτερον έκδηλος» (σ. 43)
Ευχαριστία § 21: «έχομεν τεθή υπό συνεχή κρίσιν… ως εκ της εμμονής εις τας ομολογιακάς αντιθέσεις αδικαιολογήτους εις τους κόλπους του Σώματος του Χριστού» (σ. 44).
Ιερωσύνη § 53: «Διά να φθάσουν εις την αμοιβαίαν αναγνώρισιν των μορφών ιερωσύνης των, αι διάφοραι Εκκλησίαι έχουν να διανύσουν διαφόρους βαθμίδας λ.χ.: (α) Αι Εκκλησίαι αι οποίαι διεφύλαξαν την επισκοπικήν διαδοχήν θα πρέπει να αναγνωρίσουν το αποστολικόν περιεχόμενον της κεχειροτονημένης ιερωσύνης, το υπάρχον εις τας Εκκλησίας αι οποίαι δεν διετήρησαν την διαδοχήν ταύτην» (σ. 86)
Ιερωσύνη § 54: «Ωρισμέναι Εκκλησίαι χειροτονούν άνδρας και γυναίκας, άλλαι χειροτονούν μόνον άνδρας. Αι διαφοραί αύται δημιουργούν εμπόδια εις ό,τι αφορά εις την αμοιβαίαν αναγνώρισιν των διαφόρων μορφών ιερωσύνης. Τα εμπόδια όμως ταύτα δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως κωλύματα αποφασιστικού χαρακτήρος» (σ. 86-87)
Είναι δυνατόν η Ορθόδοξη Εκκλησία εν Συνόδω να «εκτιμά θετικώς» τέτοια κείμενα αλλότρια της εκκλησιαστικής μας παράδοσης; Είναι δυνατόν μία απόφαση της Πανορθοδόξου Συνόδου που να αποδέχεται κείμενα με τόσες κακοδοξίες να γίνει αποδεκτή από την Ορθόδοξη συνείδηση του λαού μας; Είναι επιτρεπτόν η Πανορθόδοξη Σύνοδος να παραβλέψει τις επιφυλάξεις πολλών Εκκλησιών για τα κείμενα της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις» (πχ για το ΒΕΜ) που έχουν καταγραφεί ακόμα και στα πρακτικά της Γ΄ ΠΠΔ[61];
v. Επιπλέον δε, προσεκτική μελέτη των κοινώς αποδεκτών κειμένων των τελευταίων Γενικών Συνελεύσεων του ΠΣΕ[62] καθιστά σαφές ότι οι προτεσταντικές εκκλησιολογικές αντιλήψεις διαμορφώνουν ακόμα και σήμερα - μετά την “αναβάθμιση” της συμμετοχής των Ορθοδόξων - το θεολογικό πλαίσιο λειτουργίας του ΠΣΕ. Συνεπώς, με κανένα τρόπο δε μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε ο ενθουσιασμός της Ε΄ ΠΠΔ ούτε η τόσο άτονη και γενικόλογη κριτική στο ΠΣΕ από την Ε΄ ΠΠΔ: «Εν τούτοις η Ορθόδοξος Εκκλησία διατηρεί επιφυλάξεις δια κεφαλαιώδη ζητήματα πίστεως και τάξεως» (§ 21)! Είναι δυνατόν μία Πανορθόδοξη Σύνοδος να περιορίσει σε 13 μόνο λέξεις την κριτική της στα όσα απαράδεκτα, καινοφανή και ανατρεπτικά τής ευαγγελικής, πατερικής, δογματικής και ηθικής διδασκαλίας συντελούνται σήμερα στο ΠΣΕ[63];
Περιποιεί τιμή στην Εκκλησία μας τέτοια ατολμία στη διατύπωση της μαρτυρίας της Ορθοδοξίας για τα όσα ανίερα λαμβάνουν χώρα στον επίσημο φορέα της Οικουμενικής Κίνησης; Δυστυχώς, δεν εκφράζεται στο Κείμενο της Ε΄ ΠΠΔ η κατηγορηματική διαφωνία τής Εκκλησίας μας στα εκφυλιστικά φαινόμενα που συναντούμε στο ΠΣΕ: «Λειτουργίας της Λίμα»[64], intercommunion, διαθρησκειακές συμπροσευχές[65], χειροτονία γυναικών, περιεκτική γλώσσα, αποδοχή του σοδομισμού από πολλές Ομολογίες-μέλη του ΠΣΕ κοκ, πρακτικές οι οποίες είναι πρόσφατοι καρποί της παλαιάς προτεσταντικής εκκλησιολογικής ρίζας.
vi. Ασφαλώς δεν είναι της παρούσης η αναφορά στην εκτενή παράθεση των εσφαλμένων εκκλησιολογικών αντιλήψεων που έχουν ενταχθεί στα επίσημα κοινά κείμενα των Γενικών Συνελεύσεων του ΠΣΕ[66]. Περιοριζόμαστε μόνο σε ένα μικρό απόσπασμα από την απόφαση της Θ΄ Γενικής Συνέλευσης στό Πόρτο Ἀλλέγκρε (2006), τήν ὁποία δυστυχώς συνυπέγραψαν Ὀρθόδοξοι αντιπρόσωποι μέ Προτεστάντες: «Κάθε ἐκκλησία [σσ. ὑπό τόν όρο «Ἐκκλησία» ἐννοοῦνται καί ὅλες οἱ προτεσταντικές ὁμάδες πού συμμετέχουν στό ΠΣΕ] εἶναι ἡ καθολική Ἐκκλησία καί ὄχι ἁπλά μέρος της. Κάθε ἐκκλησία εἶναι ἡ καθολική Ἐκκλησία, ἀλλά ὄχι ὁλόκληρη [ἡ καθολική Ἐκκλησία]. Κάθε ἐκκλησία πληροῖ τήν καθολικότητά της, ὅταν εὑρίσκεται ἐν κοινωνίᾳ μέ τίς ἄλλες ἐκκλησίες ... Ἀκόμη καί τώρα πού ἡ συμμετοχή στήν ἴδια Εὐχαριστία δέν εἶναι πάντοτε δυνατή, οἱ διηρημένες ἐκκλησίες ἐκφράζουν τήν [μεταξύ τους] ἀμοιβαία ἐκτίμησι και ὄψεις τῆς καθολικότητος … Ὁ ἓνας χωρίς τόν ἂλλον εἲμαστε πτωχότεροι»[67]. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ Οἰκουμενική Κίνηση και -δυστυχώς- και οι Ορθόδοξοι στά πλαίσια τοῦ ΠΣΕ ἀναγνωρίσαμε, μεταξύ άλλων, τήν “καθολικότητα” (=πληρότητα αληθείας) τῶν αἱρετικῶν προτεσταντικῶν ὁμάδων καί ἐπιπλέον διακηρύξαμε ὅτι ἡ Καθολικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐξαρτᾶται ἀπό τόν ἄν βρίσκεται σέ κοινωνία μέ τίς αἱρέσεις τοῦ Προτεσταντισμοῦ, γιατί χωρίς αυτές είμαστε… «πτωχότεροι»! Ας μη ξεχνάμε ότι αυτή η κατά της Ορθοδόξου Εκκλησίας βλασφημία εδράζεται και στο κείμενο ΒΕΜ της Επιτροπής «Πίστις και Τάξις», στο οποίο αμφισβητείται ρητά ακόμα και η «καθολικότης της Ευχαριστίας» της Ορθοδόξου Εκκλησίας, επειδή δεν είναι αποδεκτή η intercommunio: «Εάν μία Εκκλησία, οι λειτουργοί και οι πιστοί αυτής, διαμφισβητούν εις άλλας Εκκλησίας, εις τους βαπτισθέντας υπ’ αυτών και εις τους λειτουργούς των το δικαίωμα να μετέχουν εις την Ευχαριστίαν ή να προΐστανται αυτής, η καθολικότης της Ευχαριστίας καθίσταται ολογώτερον έκδηλος» [68].
Η Ε΄ ΠΠΔ στο κείμενό της παρουσιάζει μία πολύ ωραιοποιημένη και, ως εκ τούτου, επίπλαστη και ψευδή εικόνα τού ΠΣΕ και της θεολογικής του “παραγωγής”. Αποκρύπτει ότι παρά τις προσπάθειες Ορθοδόξων αντιπροσώπων και τις παραχωρήσεις που έγιναν εκ μέρους του ΠΣΕ για την Ορθόδοξη συμμετοχή («Μόνιμη Επιτροπή Συνεργασίας και Συναινέσεως» § 17), η θεολογική ταυτότητα του Συμβουλίου παραμένει σαφώς προτεσταντική και, κατά την εύστοχη επισήμανση του Αγίου Όρους, «όπως λειτουργεί σήμερα, είναι ένας ομογενοποιητικός μηχανισμός που αμβλύνει το δογματικό αισθητήριο και κυοφορεί μία επιφανειακή, επικοινωνιακού χαρακτήρος, “ενότητα”»[69].
Δεν παραμένουν, λοιπόν, και σήμερα τραγικά επίκαιροι οι παλαιότεροι προβληματισμοί του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου: «Τελικά οι Ορθόδοξοι διερωτώμεθα: Τι προσφέρουμε παραμένοντας στο Π. Σ. Ε ; Τι ρόλο παίζουμε στη διαμόρφωση των αποφάσεών του; Οι 300 προτεσταντικές παραφυάδες, που σήμερα μετέχουν ως ισότιμα μέλη, συνεχώς αλλοιώνουν, με τις αιρετικές δοξασίες των, τον εκκλησιολογικό χαρακτήρα του Π. Σ. Ε. Διαρκώς κινείται η εισροή και νέων μελών, οι γυναίκες διεκδικούν ίση συμμετοχή με τους άντρες σε όλα τα επίπεδα. Ήδη στην “Λειτουργία της Λίμα”, που τελέσθηκε το πρωί της Κυριακής 10-2-91, έλαβαν μέρος και δύο γυναίκες “ιερείς”. Η θεολογία υποχωρεί και απωθείται από τον λαϊκισμό. Ο Χριστιανισμός σιγά-σιγά εξανθρωπίζεται και πλησιάζει ισότιμα τις άλλες θρησκείες. Τελικά τι δέον γενέσθαι;»[70].
Ο πόνος και αυτή η κραυγή αγωνίας δεν υπάρχει, δυστυχώς, στο κείμενο της Ε΄ ΠΠΔ για το ΠΣΕ…
Είναι πάντως θετική η πανορθόδοξη αποδοχή της δυνατότητας μονομερούς αποχωρήσεως μίας Εκκλησίας από το ΠΣΕ και η καταγραφή της αποχωρήσεως των Εκκλησιών Γεωργίας και Βουλγαρίας από το Συμβούλιο «ως έχουσαι ιδίαν αυτών γνώμην περί του έργου του» (§ 16). Μήπως όμως θα έπρεπε να αιτιολογηθεί η φράση «ως έχουσαι ιδίαν αυτών γνώμην περί του έργου του»; Ποια η γνώμη των Εκκλησιών αυτών για το έργο του ΠΣΕ;
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[60] Πίστις και Τάξις, ΠΣΕ, Βάπτισμα, Ευχαριστία, Ιερωσύνη, Αι εκδόσεις του Ορθοδόξου Κέντρου του Σαμπεζύ 1983.
[61] Βλ. υποσημ. 59.
[62] Η΄ στο Χαράρε (1998) με τίτλο «Πρός μία κοινή Κατανόησι και ένα κοινό Όραμα του ΠΣΕ», Θ΄ στο Porto Alegre (2006), με τίτλο «Κείμενο περί εκκλησιολογίας: Κεκλημένοι να γίνουμε η Μία Εκκλησία» και Ι΄ στο Bousan (2013), με τίτλο «Δήλωσις Ενότητος».
[63] Εύστοχα παρατήρησε ο Σεβ. Περιστερίου Χρυσόστομος (Εκκλησία Ελλάδος) στην Γ΄ ΠΠΔ: «Σήμερα τα κείμενα του ΠΣΕ είναι και Ορθόδοξα και προτεσταντικά και ο,τιδήποτε άλλο. Είναι συγκρητιστικά κείμενα, τα οποία ικανοποιούν τους πάντες και δεν ικανοποιούν κανένα» (Συνοδικά ΙΧ, σ. 147). Χαρακτηριστικά είναι όσα αναφέρει ο Σεβ. Κρουτίτσκης Ιουβενάλιος (Πατριαρχ. Ρωσίας) για το ΠΣΕ (Συνοδικά ΙΧ, σ. 250).
[64] Αν. Γκοτσοπούλου, Η συμπροσευχή με αιρετικούς, εκδ. Θεοδρομία, 20092, σ. 105, υποσ. 176.
[65] Στα πλαίσια της «δεύτερης διαθρησκειακής διάσκεψης κορυφής» (άνοιξη 1970), την έναρξη της οποίας κήρυξε ο Γενικός Γραμματέας του ΠΣΕ E. C. Blake (1966-1972), έλαβε χώρα διαθρησκειακή συμπροσευχή στον Καθεδρικό Ναό της Γενεύης με τη συμμετοχή «44 λειτουργών και εκπροσώπων των μεγάλων θρησκειών … Την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία εξεπροσώπησε ο σεβ. Αιμιλιανός, επίσκοπος Καλαβρίας, μόνιμος εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως» στο ΠΣΕ. Και καταλήγει το θεοσοφικό περιοδικό: «Ήταν μια μικρή εκδήλωσις με τεράστια σημασία, που ήθελε να διακηρύξη ότι, στο βάθος, όλες οι θρησκείες επιτελούν ταυτόσημη αποστολή και θα έπρεπε να συνεργάζωνται, αντί να είναι αποξενωμένες και να μισούνται, για δόγματα - κατασκευάσματα των ανθρώπων» (Ιλισσός, 15(1970) τ. 83 σ. 376-378)!
[66] Βλ. αναλυτικότερα: Η επί των Δογματικών Ιεροκοινοτική Επιτροπή, «Υπόμνημα περί της συμμετοχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», Άγιον Όρος, Φεβρουάριος 2007, http://www.orthodoxnet.gr/pse%20IK/IK-PSE_Ypomnima.php, και http://oodegr.co/oode/oikoymen/ypomnima_ag_orous1.htm.
[67]9th Assembly of WCC, Assembly Documents, Text on ecclesiology: Called to be the One Church, 6-7, στόhttp://www.impantokratoros.gr/B46B3299.el.aspx.
[68] Ευχαριστία § 19, στο Πίστις και Τάξις, ΠΣΕ, Βάπτισμα, Ευχαριστία, Ιερωσύνη, Αι εκδόσεις του Ορθοδόξου Κέντρου του Σαμπεζύ 1983, σ. 43.
[69] Η επί των Δογματικών Ιεροκοινοτική Επιτροπή, «Υπόμνημα περί της συμμετοχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», Άγιον Όρος, Φεβρουάριος 2007, http://www.orthodoxnet.gr/pse%20IK/IK-PSE_Ypomnima.php, και http://oodegr.co/oode/oikoymen/ypomnima_ag_orous1.htm. Στο κοινώς αποδεκτό κείμενο με τίτλο «Πρός μία κοινή Κατανόησι και ένα κοινό Όραμα του Π. Σ. Ε» (Towards a Common Understanding and Vision of the WCC), § 1. 4. 6, φέρεται ως καταπληκτική επιτυχία του Π. Σ. Ε. το γεγονός ότι «μία όλο και πιο εμφανής κοινή παράδοσις, το ότι συμμεριζόμαστε τις ίδιες απόψεις στην πίστι, την ζωή και την μαρτυρία, έχει αρχίσει να εμπλουτίζη την θεολογική σκέψι, που ήταν αιχμάλωτη σε μία σκληρή ομολογιακή προοπτική, καθώς οι εκκλησίες ήλθαν πιο κοντά η μία στην άλλη δια του Π. Σ. Ε» (βλ. 9th Assembly of WCC, Assembly Documents, Towards a Common Understanding and Vision of the World Council of Churches, 1. 12.)
No comments:
Post a Comment