ΣΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΙΕΡΕΑ
Της Χριστούφαντου
=====
Ποῦ πᾶς ἀφέντη Δέσποτα,
ποῦ σέρνεις βήματά σου,
τί σκέψεις βασανίζουνε
τήν σεβαστή θωριά σου;
Ἐσύ μᾶς ἀναγέννησες
μέσα στήν κολυμβήθρα,
Χάρι Χριστοῦ μᾶς ἔδωκες
μέσα εἰς ἅγια ρεῖθρα.
Σ᾽ ἐσένα ἐπροστρέχαμε
νά ποῦμε τά δεινά μας
καί πετραχήλι ἔβαζες
νά σβύσῃς κρίματά μας.
Σάν εἰς τήν Πύλην ἔβγαινες
μέ τήν λευκή στολή σου,
ὡς εὐλογοῦσες τέκνα σου
ἔλαμπε ἡ μορφή σου.
Τό Ἱερόν Ποτήριον
μέ δέος ἐβαστοῦσες
καί τόν Χριστόν σάν ἔδινες
στήν γῆ δέν ἐπατοῦσες.
Πρόσφερες στόν καθένα μας
καθώς εἶχε τήν χρείαν,
οὐδέποτε ἀρνήθηκες
ἀγάπης τήν θυσίαν.
Μά ὅταν βάδιζες σεμνός
μέσα στά καλντερίμια,
Προφήτη σέ νομίζαμε,
μᾶς ἔδινες ὁρμήνεια.
Καί ὅταν τά μικρά παιδιά
ἔτρεχαν γιά εὐχή σου,
κι ἐσύ παιδί γινόσουνα
ἔλαμπε ἡ ψυχή σου.
Ἐκύκλωναν τά τέκνα σου
Τράπεζαν τήν Ἁγίαν
καί ἔμελπαν ὡς ἄγγελοι
στήν Θείαν Λειτουργίαν.
Τά ἔτη σάν ἐδιάβησαν,
ἀσκήτευσε ἡ ὄψις,
ρόζοι στά χέρια ἐφάνησαν,
λόγο θές ν᾽ ἀποδώσῃς;
Ἄν καί βαδίζῃς εἰς τήν γῆν,
ὁ νοῦς σου στά οὐράνια,
μή μᾶς ἀφήσῃς Γέροντα
νά ζήσουμε ὀρφάνεια.
Δῶσε πρίν φύγῃς ἀετέ
χαρά στό ποίμνιό σου,
ποιμένας ἄξιος νά ᾽ρθῇ
νά βρῇ βηματισμό σου.
No comments:
Post a Comment