Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΕΡΙ ΑΙΩΝΙΟΥ ΚΟΛΑΣΕΩΣ
ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ ΣΤΟΝ π. ΦΙΛΟΘΕΟ ΦΑΡΟ
Δ΄
Του Πανοσ. Ἀρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου
=====
Στὴν Πατερικὴ Γραμματεία πληθώρα αὐτοτελῶν ἔργων, ἀλλὰ καὶ χωρίων μαρτυροῦν περὶ τῆς αἰωνιότητος τῆς κολάσεως, ἐπιβεβαιούντων ὑπὲρ αὐτῆς τῶν λόγων τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου. Θὰ ἀναφέρω ἐνδεικτικὰ κάποια ὰπὸ τὸ δυσμέτρητο πλῆθος αὐτῶν.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ἀπαντώντας στὸ ἐρώτημα «εἰ τέλος ἔχει τὸ τῆς γεέννης πῦρ», χρησιμοποεῖ τὸ Μάρκ. 9, 48, τὸ ὁποῖο ἐπιβεβαιώνει τὴν αἰωνιότητα τῆς κολάσεως (βλ. PG 61, 75). Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὴν Μ´ Ὁμιλία του ἀναφέρεται στὸ αἰώνιο πῦρ ποὺ ἔχει τὸν ἴδιο σκοπὸ μὲ τὸν ἀκοίμητο σκώληκα καὶ δὲν σβήνεται ποτέ, ἀλλὰ καίει αἰωνίως γιὰ τοὺς πονηρούς: «Ὃ τῷ ἀκοιμήτῳ σκώληκι συντέτακται, μὴ σβεννύμενον, ἀλλὰ διαιωνίζον τοῖς πονηροῖς» (PG 36, 412Α). Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ἀναφωνεῖ: «Φοβοῦμαι τὴν γέενναν, ὅτι ἀτελεύτητός ἐστι [...] Φοβοῦμαι τὸν σκώληκα τὸν ἰοβόλον, ὅτι ἀτελεύτητός ἐστι. Φοβοῦμαι τὴν κόλασιν τὴν οὐκ ἔχουσαν τέλος» (PG 77,1072). Καὶ ἀλλοῦ ἐπιβεβαιώνει: «Ἐκεῖ γὰρ ὁ σκώληξ τῶν κεκολασμένων ζήσει διηνεκῶς, καὶ οὐκ ἂν σβεσθείη τὸ πῦρ» (PG 70, 1449).
Ἐὰν ὁ π. Φιλόθεος καὶ οἱ συνακολουθοῦντες αὐτὸν εἶχαν μελετήση τὴν ἀπάντηση τοῦ Μεγάλου Πατρὸς τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας Βασιλείου, τὴν ὁποία ἔδωσε στὸ ἐρώτημα «Εἰ ὁ μέν τις δαρήσεται πολλὰς, ὁ δὲ ὀλίγας· πῶς λέγουσί τινες μὴ εἶναι τέλος τῆς κολάσεως;», θὰ εἶχαν κρυφθῆ καὶ θὰ ζητοῦσαν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, νὰ τοὺς συγχωρήση –καὶ κυρίως τὸν π. Φιλόθεο– γιὰ τὸ θράσος τῆς ἀντιαγιογραφικῆς, ἀντιπατερικῆς καὶ ἀντιορθοδόξου διδασκαλίας τους περὶ τῆς μὴ αἰωνιότητος τῆς κολάσεως. Ἀπαντᾶ, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Πατήρ (θὰ παραθέσω τὴν ἀπάντηση σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση, γιὰ νὰ γίνη κατανοητὴ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀναγνῶστες): «Ὁ Κύριος ἀποφαίνεται (ἐνν. γιὰ τὴν αἰώνια τιμωρία τῶν ψυχῶν) ὅτι θὰ ἀπέλθουν στὴν αἰώνια κόλαση καί ἄλλοτε ἀποπέμπει μερικοὺς στὸ αἰώνιο πῦρ τὸ ἑτοιμασμένο γιὰ τὸν διάβολο καὶ τοὺς ἀγγέλους του. Ἄλλοτε πάλι τὴν ἀναφέρει ὡς γέεννα τοῦ πυρὸς καὶ προσδιορίζει τὸ σημεῖο ὡς τὸν τόπο ὅπου ὁ σκώληξ αὐτῶν δὲν τελευτᾶ καὶ τὸ πῦρ δὲν σβήνεται, ὅπως τὸ εἶχε πεῖ παλαιότερα μέσῳ τοῦ προφήτου (ἐννοεῖ τὸ Ἡσ. 66, 24). Ἐνῶ, λοιπόν, αὐτὰ καὶ τὰ ὅμοια μὲ αὐτὰ τὰ βρίσκουμε σὲ πολλὰ σημεῖα τῆς θεοπνεύστου Γραφῆς, εἶναι καὶ αὐτὸ ἕνα ἀπὸ τὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου, ὅτι δηλαδὴ οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους σὰν νὰ λησμόνησαν τὰ λόγια καὶ τὶς ἀποφάσεις τοῦ Κυρίου, προσυπογράφουν γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους ὅτι ἡ κόλαση ἔχει τέλος, γιὰ νὰ ἁμαρτάνουν μὲ περισσότερη παρρησία καὶ ὁρμή. Ἐὰν ἡ αἰώνια κόλαση ἔχει κάποτε τέλος, ὁπωσδήποτε θὰ ἔχη πέρας καὶ ἡ αἰώνια ζωή (δηλαδὴ ὁ παράδεισος). Ὅμως, ἐὰν δὲν δεχόμαστε τὸ τέλος τῆς αἰωνίου ζωῆς, μὲ ποιὰ λογικὴ θὰ δώσουμε τέλος στὴν αἰώνια κόλαση; Ἐπειδὴ ὁ ὅρος «αἰώνιος» ἀναφέρεται μὲ τὴν ἴδια ἔννοια καὶ στὰ δύο (δηλαδὴ καὶ στὸν παράδεισο καὶ στὴν κόλαση), ἀφοῦ λέγει ὅτι θὰ ἀπέλθουν αὐτοὶ στὴν αἰώνια κόλαση, οἱ δὲ δίκαιοι στὴν αἰώνιο ζωή» (PG 31, 1265).
(Συνεχίζεται)
No comments:
Post a Comment